Με την απρεπή στάση του ο Βρετανός πρωθυπουργός έδωσε τεράστια δημοσιότητα στο θέμα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Δεν είναι όμως ώρα για πανηγυρισμούς. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις του Yougov, το 2018 το 56% των Βρετανών υποστήριζε την επανένωση· το 2021 ήταν 59%· όμως μια μέρα μετά την ακύρωση της συνάντησης των δύο πρωθυπουργών, η στήριξη είχε πέσει στο 49%, κι αυτό παρά την καταδίκη της στάσης του Σούνακ από την πλειοψηφία της κοινής γνώμης. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Parthenon project, η μεγάλη πλειοψηφία των Βρετανών (64%) θα δεχόταν «την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα στο πλαίσιο πολιτιστικής συνεργασίας», αλλά μόνο «αν δοθούν σε αντάλλαγμα σε βρετανικά μουσεία μοναδικά ελληνικά έργα τέχνης ως δάνειο». Τα τελευταία χρόνια οι ατυχείς αναφορές σε δανεισμό και οι διαρροές για διαπραγματεύσεις που δεν αποκλείουν τον δανεισμό, τη μερική επανένωση και τις ανταλλαγές είχαν ως αποτέλεσμα η συζήτηση να μετατοπισθεί από την «επιστροφή» και την «επανένωση» στη συνεργασία και τη συναλλαγή.
Η επανένωση των Γλυπτών θα επιτευχθεί μόνο χάρη στην πίεση της κοινής γνώμης στους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου. Στην πλειοψηφία τους δεν προέρχονται από τον χώρο της έρευνας και της τέχνης, αλλά από τον κόσμο των επιχειρήσεων και της οικονομίας. Αν δουν ότι η «φίρμα» (brand name) «Βρετανικό Μουσείο» χάνει κάτι από την αξία της, τότε μόνο θα επανεξετάσουν τη στάση τους. Πώς θα κερδίσουμε την κοινή γνώμη; Οι Βρετανοί είναι λαός περήφανος, με εμμονή στις παραδόσεις. Αντιστέκονται στην ιδέα της «επιστροφής», γιατί θα μπορούσε να θεωρηθεί ως υποχώρηση του δικού τους κράτους στις απαιτήσεις ενός άλλου. Το πράγμα αλλάζει αν το ζήτημα δεν είναι η επιστροφή κλοπιμαίων, αλλά η αποκατάσταση ενός έργου τέχνης με βάση τις σημερινές πολιτιστικές αξίες. Η συνέντευξη του Κ. Μητσοτάκη στο BBC ήταν πολύ καλή. Υπογράμμισε σωστά ότι πρέπει να μιλάμε για «επανένωση» και όχι για νομικό θέμα ιδιοκτησίας. Δεν απέφυγε ωστόσο την αναφορά σε κλοπή: «αισθανόμαστε ότι αυτά τα Γλυπτά ανήκουν στην Ελλάδα και ότι ουσιαστικά εκλάπησαν». Αντιφατικές δηλώσεις δεν βοηθούν. Η κοινή γνώμη θα ευαισθητοποιηθεί για ένα μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, όχι για ένα ελληνικό έργο τέχνης. Στη Βρετανία είναι ισχυρή η εμμονή στην παράδοση της κραταιάς αυτοκρατορίας, σύμβολο της οποίας είναι το Βρετανικό Μουσείο – τέκνο του διαφωτισμού και της αποικιοκρατίας. Η κοινή γνώμη θα αποδεσμευτεί από αυτή την εμμονή, αν κατανοήσει ότι η άρνηση στην επανένωση των Γλυπτών είναι ασυμβίβαστη με τις πολιτιστικές αξίες του δυτικού κόσμου· είναι η διαιώνιση του ακρωτηριασμού ενός μνημείου· είναι βαρβαρότητα.
Το θέμα της επανένωσης να πάψει να είναι διαμάχη δύο κυβερνήσεων και να γίνει αντικείμενο συνεργασίας μουσείων. Ας δοκιμάσουμε μια άλλη στρατηγική.
Τέλος, πρέπει να επιδιώξουμε το Βρετανικό Μουσείο να απομονωθεί. Αν τα μουσεία που έχουν θραύσματα των Γλυπτών συναινέσουν στην επανένωσή τους, ακολουθώντας το παράδειγμα της Χαϊδελβέργης, του Παλέρμο και του Βατικανού, η αντίσταση του Βρετανικού Μουσείου μπορεί να καμφθεί. Είναι αδιανόητο να μην ασκούνται πιέσεις στο Λούβρο. Δεν μιλάμε για την Αφροδίτη της Μήλου, που είναι αυτοτελές γλυπτό, αλλά για κομμάτια που συνανήκουν με άλλα. Σε αυτές τις περιπτώσεις η δωρεά είναι η δόκιμη λύση και η προϋπόθεση για πολιτιστικές ανταλλαγές.
Αυτά μπορούν να γίνουν μόνο αν το θέμα της επανένωσης των Γλυπτών πάψει να είναι διαμάχη δύο κυβερνήσεων και γίνει αντικείμενο συνεργασίας μουσείων. Δεν εμπιστεύομαι υποσχέσεις υποψήφιων πρωθυπουργών· θυμίζω ότι ο Τόνι Μπλερ είχε υποσχεθεί πριν από την εκλογή του την επιστροφή των Γλυπτών. Ούτε οι επανειλημμένες προσπάθειες του Κ. Μητσοτάκη να θέσει το θέμα στους ομολόγους του έφεραν αποτέλεσμα. Η συνταγή δοκιμάστηκε και απέτυχε. Ας δοκιμάσουμε μια άλλη στρατηγική. Η επανένωση των Γλυπτών να αποπολιτικοποιηθεί και να ανατεθεί σε επιτροπή με διεθνή συμμετοχή.
*Ο κ. Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πανεπιστημίου Πρίνστον.