Ο Ερντογάν αποφάσισε να στείλει από την Αθήνα ένα θετικό σήμα κανονικοποίησης των σχέσεων με την Ελλάδα. Γνωρίζει ότι αυτή η εξέλιξη είναι ευπρόσδεκτη τόσο από τη Δύση όσο και από τις αγορές. Πολύ περισσότερο σε μία στιγμή που η Αγκυρα εντείνει τις επιθέσεις της σε βάρος των Δυτικών και στοχοποιεί τον στρατηγικότερο εταίρο των ΗΠΑ στην περιοχή, το Ισραήλ.
Αποδεικνύεται βέβαια πως η Τουρκία είναι αυτή που ανοιγοκλείνει τον διακόπτη της έντασης, γιατί αυτή την προκάλεσε και αυτή είναι που αναδιπλώθηκε, χωρίς η Ελλάδα να υποχωρήσει από τις πάγιες θέσεις της. Η διάθεση των δύο πλευρών είναι να αφήσουν πίσω τους τις κακές στιγμές του πρόσφατου παρελθόντος αλλά και να αφήσουν για την ώρα κατά μέρος όσα τις χωρίζουν.
Φαίνεται λογική αυτή η προσέγγιση, η οποία μάλιστα, υπό τη μορφή οδικού χάρτη (ορίζοντας τα ορόσημα του επόμενου χρονικού διαστήματος), συμπεριλήφθηκε και στη διακήρυξη περί σχέσεων φιλίας και καλής γειτονίας. Μένει, όμως, να διαπιστωθεί αν η εμπέδωση της εξομάλυνσης θα διαμορφώσει τις συνθήκες ώστε να γίνει μία ουσιαστική και όχι για τους τύπους συζήτηση διευθέτησης των ζητημάτων που μας ταλανίζουν τις τελευταίες δεκαετίες.
Είναι, πάντως, σημαντικό πως η Διακήρυξη των Αθηνών, παρότι μη δεσμευτική δίνει το στίγμα των προθέσεων των δύο πλευρών και κυρίως της τουρκικής, η οποία αποδέχεται την αποφυγή συγκρουσιακών καταστάσεων και δυνητικής κλιμάκωσης.
Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα έδειξε τη σαφή και έμπρακτη στήριξή της στην προσέγγιση της Τουρκίας με την Ε.Ε. και ειδικά ως προς την απελευθέρωση του καθεστώτος βίζας, ένα ζήτημα που «καίει» την Τουρκία.
Η διαφωνία για τη μειονότητα κατά τις κοινές δηλώσεις των δύο ηγετών ήταν ίσως το μόνο μελανό σημείο και έχει σημασία αν θα δοθεί συνέχεια από τον Τούρκο πρόεδρο.
Με τη συμφωνία για τα δέκα ελληνικά νησιά, η Ελλάδα ανοίγει τον δρόμο, στο δικό της μετρό, δεδομένου ότι αυτή προϋπέθετε τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αλλά και από πλευράς Τουρκίας είναι μία έμμεση αναγνώριση όχι τόσο της ελληνικότητας των νησιών όσο ότι αυτά μπορούν να αποτελούν, όπως επισήμανε κιόλας ο πρωθυπουργός, γέφυρα φιλίας με την άλλη πλευρά. Στόχος γενικότερος αλλά και μέσω της συγκεκριμένης συμφωνίας είναι η ακόμα μεγαλύτερη διάδραση μεταξύ των κοινωνιών.
Η διαφωνία για τη μειονότητα κατά τις κοινές δηλώσεις των δύο ηγετών ήταν ίσως το μόνο μελανό σημείο και έχει σημασία αν θα δοθεί συνέχεια από τον Τούρκο πρόεδρο τόσο κατά τη συνάντησή του με μειονοτικούς όσο και στις δηλώσεις του στο αεροπλάνο της επιστροφής, όπου συνηθίζει να βγάζει ειδήσεις.
Στο μεταναστευτικό, παρότι δεν υπεγράφη κάποια συμφωνία κατά τη συνάντηση εργασίας, συγκρατούμε ότι βάσει επίσημων στοιχείων τις τελευταίες εβδομάδες έχουν ελαττωθεί σημαντικά οι ροές από τις τουρκικές ακτές (συγκυριακά λόγω της επίσκεψης;), ενώ έχει φτάσει η ώρα για την αναθεώρηση της Κοινής Δήλωσης Ε.Ε.-Τουρκίας του Μαρτίου του 2016. Εχει ενδιαφέρον να δούμε αν η Ελλάδα είναι διατεθειμένη και με ποιους όρους να συμβάλει στην επικαιροποίηση της συμφωνίας του 2016, όταν προκύψει η σχετική ανάγκη.
Καταληκτικά, η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στέφθηκε με επιτυχία, ικανοποιώντας πλήρως τον ρεαλιστικό στόχο της διατήρησης της αποκλιμάκωσης, της διεύρυνσης των πεδίων συνεργασίας και της διαφοροποίησης του κλίματος. Από αύριο θα είναι δυσκολότερο για έναν Τούρκο αξιωματούχο να επιτεθεί στην Ελλάδα, όπως επίσης, δεν αναμένονται επίσημες κινήσεις αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας επί του πεδίου.
Φαίνεται πως και το τουρκολιβυκό σύμφωνο μπαίνει στον πάγο, υπό την έννοια ότι δεν αναμένονται κινήσεις ενεργοποίησής του στο προσεχές χρονικό διάστημα. Στοίχημα, ωστόσο, είναι αφενός το θετικό κλίμα να αξιοποιηθεί εκατέρωθεν, και όχι μόνο ευκαιριακά, ανοίγοντας μία νέα σελίδα στις διμερείς σχέσεις, και αφετέρου να έχει θετικό αντίκτυπο στο Κυπριακό, κυρίως στην αποφυγή ενεργειών από μεριάς Άγκυρας για την υπονόμευση ή/και αμφισβήτηση του ενεργειακού προγράμματος της Κύπρου.