Αμέσως μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 η προσοχή της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής εστιάστηκε σε τρία σημεία: (α) αποφυγή πολέμου Ελλάδας – Τουρκίας, (β) διατήρηση άθικτης της νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ και (γ) αποφυγή εμπλοκής της Σοβιετικής Ενωσης. Κατά τ’ άλλα, άφησε να εξελιχθούν τα πράγματα προκειμένου να δημιουργηθεί μια νέα ισορροπία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στην Κύπρο.
Αυτή η στάση μάς ενοχλεί και είναι αυτονόητο. Το πρόβλημα όμως είναι ότι εμφανιζόμαστε και να μην την καταλαβαίνουμε. Θεωρούμε ότι η Αμερική πρέπει να προσεγγίζει τα πράγματα ιδεαλιστικά, με όρους επικράτησης του δικαίου. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι το πρώτιστο ενδιαφέρον των ΗΠΑ (και όλων των μεγάλων δυνάμεων) είναι τα συμφέροντά τους. Και στην περίπτωση της εισβολής το 1974 οι Αμερικανοί έκριναν ότι τα συμφέροντά τους καλύπτονταν από τις νέες ισορροπίες που δημιουργούσε η ισχυρότερη Τουρκία στο έδαφος της Κύπρου.
Ολα αυτά αναφέρονται με αφορμή την παρέμβαση της Aμερικανίδας υφυπουργού Eξωτερικών, Βικτόρια Νούλαντ. Η τελευταία δήλωσε πως εάν η Τουρκία «τακτοποιούσε» το θέμα των ρωσικών πυραύλων S-400, οι ΗΠΑ θα ήταν ευτυχείς «να δεχτούν την Τουρκία πίσω στην οικογένεια των F-35». Ενόχλησε αυτή η δήλωση στην Ελλάδα. Η βασική σκέψη ήταν: «τώρα που πήραμε τα F-35 και οι Τούρκοι μένουν με τα F-16, γιατί τους κλείνετε το μάτι να τα αποκτήσουν κι εκείνοι;».
Οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να χάσουν την Τουρκία. Θέλουν να την κρατήσουν μέσα στη δυτική συμμαχία. Εάν η Αγκυρα αποδεχθεί τη λογική της Νούλαντ, θα επιδεινώσει συνολικά τις σχέσεις της με τη Μόσχα.
Κατ’ αρχάς, να διευκρινίσουμε ότι δεν είναι εύκολο για την Αγκυρα αυτό που ζήτησε η Νούλαντ. Οι πύραυλοι S-400 στοίχισαν στην Τουρκία 2,5 δισ. δολάρια. Παρελήφθησαν μεταξύ 2019-20, αλλά δεν έχουν ενταχθεί στην τουρκική αεράμυνα. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο θα εξοργιστεί η Αμερική, δεδομένου ότι τα αεροσκάφη F-35 δεν μπορούν να συνυπάρχουν με τους ρωσικούς πυραύλους S-400. Εάν επιστραφούν στον κατασκευαστή τους, θα ενοχληθεί τα μάλα η Ρωσία. Μπορεί η Τουρκία να τα στείλει σε άλλη χώρα, όπως ακούγεται; Μόνον εάν συμφωνήσει η Ρωσία. Με αυτά τα δεδομένα πρέπει η συγκεκριμένη αγορά να καταγραφεί στην πιο πολυέξοδη και αποτυχημένη επιλογή οπλικών συστημάτων παγκοσμίως.
Επιπλέον, εάν η Αγκυρα αποδεχθεί τη λογική της Νούλαντ, θα επιδεινώσει συνολικά τις σχέσεις της με τη Μόσχα. Αυτή τη στιγμή η Ρωσία καλύπτει σχεδόν το 50% των τουρκικών αναγκών σε φυσικό αέριο. Χτίζει στο Ακουγιού (απέναντι από την Κύπρο) ένα εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας που θα καλύπτει το 11% των τουρκικών αναγκών σε ηλεκτρισμό. Ο όγκος εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Τουρκίας – Ρωσίας το 2023 εκτιμάται ότι ανήλθε στα 60 δισ. ευρώ. Το αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης έχει γίνει ο βασικός κόμβος επικοινωνίας της Ρωσίας με τη Δύση μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και την επιβολή των ευρωπαϊκών κυρώσεων. Επομένως, αυτό που πρότεινε η Νούλαντ συνιστά δομική αλλαγή της τουρκικής πολιτικής, χωρίς το όφελος για την Τουρκία –η αγορά των F-35– να αποτελεί πραγματικό δέλεαρ.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι ερμηνείας αυτής της δήλωσης. Για κάποιους στην αμερικανική γραφειοκρατία είναι μια περίεργη εμμονή σε μια Τουρκία προηγουμένων δεκαετιών, που δεν υπάρχει πλέον. Περισσότερο, όμως, εκφράζει την αντίληψη των ΗΠΑ για την περιοχή μας. Δεν είναι διατεθειμένες να χάσουν την Τουρκία. Θέλουν να την κρατήσουν μέσα στη δυτική συμμαχία. Ούτε είναι διατεθειμένες να στοιχηθούν με την Ελλάδα στη διαμάχη μας με την Τουρκία. Οι αμερικανικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Τουρκία το 2020 οφείλονταν στην αγορά των ρωσικών πυραύλων. Ο γερουσιαστής Μενέντεζ –που δυστυχώς, τώρα, βρίσκεται εκτός– βρήκε την ευκαιρία και έθεσε όρους που αφορούν και τις προκλήσεις της Τουρκίας έναντι της χώρας μας. Φαίνεται ότι αυτοί οι όροι έχουν ενταχθεί στην (απόρρητη) βεβαίωση που δόθηκε στους Αμερικανούς νομοθέτες για να εγκρίνουν την πώληση των F-16. Ας μην έχουμε, όμως, ψευδαισθήσεις. Εάν η Τουρκία επιλέξει την επιστροφή, θα αντιμετωπιστεί ως ο άσωτος υιός στη γνωστή παραβολή. Διότι, πρωτίστως βρίσκονται τα αμερικανικά συμφέροντα, που εξυπηρετούνται απολύτως από την Τουρκία μέσα στο «μαντρί».
*O κ. Αγγελος Συρίγος είναι αν. καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής – Πάντειο Πανεπιστήμιο, βουλευτής Ν.Δ. στην Α΄ Αθηνών.