Σε συγκρουσιακό περιβάλλον που αναμένεται να εκδηλωθεί και σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών αύριο, λίγο πριν τεθεί προς έγκριση με ονομαστική ψηφοφορία, κατόπιν αιτήματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, από την εθνική αντιπροσωπεία, άρχισε χθες η τελική συζήτηση και επεξεργασία του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας για τη λειτουργία παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στη χώρα μας. Πέραν των επί της ουσίας διαφωνιών, αν δηλαδή είναι ορθό ή όχι να λειτουργούν στην Ελλάδα μη δημόσια πανεπιστήμια, στην αιχμή των αντιπαραθέσεων βρίσκονται από την πρώτη στιγμή τα ζητήματα της συμβατότητας του σχεδίου νόμου με το Σύνταγμα.
Χθες οι ενστάσεις αντισυνταγματικότητας που κατέθεσαν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση, Νίκη και Νέα Αριστερά απορρίφθηκαν –όπως ήταν αναμενόμενο– βάσει των κοινοβουλευτικών συσχετισμών. Ωστόσο, όπως άπαντες, συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης, συμφώνησαν, η συνταγματικότητα του νομοθετήματος θα κριθεί οριστικά σε επόμενο χρόνο, μετά την ψήφισή του, από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Οι ενστάσεις αφορούν, σύμφωνα με τους υποστηρικτές τους, το άρθρο 16 του Συντάγματος και ειδικότερα τις ρητές πρόνοιές του:
1. «H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου».
2. «Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί».
3. «H σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται».
Υπερασπιζόμενη την επιλογή της, η κυβέρνηση επικαλείται ως επιχείρημα πως το νομοθέτημα δεν προβλέπει την ίδρυση πανεπιστημίων, αλλά την εγκατάσταση και λειτουργία παραρτημάτων ξένων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, και ως εκ τούτου δεν παραβιάζεται το Σύνταγμα.
Αμφότερες οι πλευρές επικαλέστηκαν κατά περίπτωση εκτιμήσεις συνταγματολόγων που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, υπερασπιζόμενοι άλλοι τη μια και άλλοι την άλλη αντίληψη. Την ίδια στιγμή, στην έκθεσή της η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, μεταξύ άλλων, σημειώνει για το επίμαχο: «Υπό το φως των ρυθμίσεων του Συντάγματος, το ζήτημα θα κριθεί, όπως μπορεί σχεδόν μετά βεβαιότητας να υποτεθεί, από την ελληνική Δικαιοσύνη».
Απέναντι στον ισχυρισμό των διαφωνούντων με την κυβερνητική πολιτική ότι ο νόμος θα καταπέσει στα δικαστήρια, η πλειοψηφία υποστηρίζει: «Είναι, προφανώς, δύσκολα θέματα αυτά τα οποία θα κληθούν προφανώς να επιλύσουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας», είπε εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας ο Θάνος Πλεύρης. «Το κείμενο της Επιστημονικής Υπηρεσίας διαψεύδει πανηγυρικά τους φορείς της μίας και μοναδικής αλήθειας περί αντισυνταγματικότητας του κειμένου. Λέει ακριβώς αυτό το οποίο είπαμε, ότι υπάρχουν δύο σχολές σκέψης, ότι εμείς υιοθετούμε αυτήν τη σχολή σκέψης και ότι στο τέλος της ημέρας αυτό θα κριθεί», ανέφερε ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης.
Η αντίφαση
Στην τοποθέτησή του επί των ενστάσεων αντισυνταγματικότητας, ο κ. Πλεύρης αναφέρθηκε επιπροσθέτως και σε μια άλλη πτυχή η οποία αφορά και την ουσία των κυβερνητικών επιλογών, σε σχέση με τους ισχυρισμούς της αντιπολίτευσης: «Θέλω να μου εξηγήσετε με τη λογική κάτι: Ενας Ελληνας που αύριο το πρωί πηγαίνει στο Βερολίνο και παίρνει ένα πτυχίο και έρχεται εδώ, αναγνωρίζεται και εργάζεται, είναι συνταγματικό. Ο ίδιος Ελληνας που θα μείνει εδώ πέρα και θα έχει γίνει ένα παράρτημα από το Βερολίνο στην Ελλάδα με τις ίδιες συνθήκες που θα πάρει το πτυχίο στο Βερολίνο, αυτό είναι αντισυνταγματικό; Εδώ δεν βλέπετε ότι υπάρχει μια πλήρης λογική αντίφαση;».
Κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης καταγράφηκαν αντιπαραθέσεις και μεταξύ των κομμάτων, με ηχηρότερη ίσως εκείνη ανάμεσα σε Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, εξαιτίας της επιλογής του κ. Ανδρουλάκη να υιοθετήσει αρνητική στάση έναντι του σχεδίου νόμου. Ανεβάζοντας τους τόνους της αντιπαράθεσης ο κ. Πιερρακάκης έκανε λόγο για «κυβιστήσεις που έχετε κάνει σε δυόμισι μήνες», υποστηρίζοντας ότι ο κ. Ανδρουλάκης έχει αλλάξει πολλές θέσεις σε αυτό το διάστημα.
Στο ίδιο πλαίσιο, η κ. Ζωή Κωνσταντοπούλου έστρεψε τα βέλη της κατά ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Αριστεράς, εξαιτίας των πεπραγμένων των στελεχών τους την περίοδο του δημοψηφίσματος και του μνημονίου επί πρωθυπουργίας Αλέξη Τσίπρα.