«Για τους νέους και τη Βόρεια Ελλάδα»
Ανδρούλα Παράσχου, Υποψήφια ευρωβουλευτής Νέας Δημοκρατίας, 28 ετών
Είναι παιδί της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ. Γεννημένη και μεγαλωμένη στη Δράμα, μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη για να φοιτήσει στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ κι από το πρώτο έτος ξεκίνησε να ασχολείται ενεργά με τον φοιτητικό συνδικαλισμό. Οσο ήταν φοιτήτρια έγινε υπεύθυνη οργάνωσης στη ΔΑΠ, υπεύθυνη τμήματος και πρόεδρος του φοιτητικού συλλόγου. Συνέχισε στην ΟΝΝΕΔ, στην οποία είναι μέχρι και σήμερα υπεύθυνη Δικαιοσύνης και Διαφάνειας. Στο μεταξύ, έκανε μεταπτυχιακό στα Ανθρώπινα Δικαιώματα και στο Μεταναστευτικό στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και το 2019 έγινε ασκούμενη σε δικηγορική εταιρεία, όπου τα τελευταία δύο χρόνια είναι συνέταιρος και ασχολείται με το προσφυγικό δίκαιο, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη διαχείριση ευάλωτων ομάδων. Είναι η νεότερη συνέταιρος του γραφείου, όπως και η νεότερη υποψήφια ευρωβουλευτής στο ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας.
«Οταν πρωτομπήκα στη ΔΑΠ, το έκανα γιατί ήθελα να είμαι ενεργή, μάχιμη και να προσπαθήσω να αλλάξω την πραγματικότητα των ελληνικών πανεπιστημίων, έργο που θεωρώ ότι η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ επιτελεί μέχρι και σήμερα», λέει τηλεφωνικώς στην «Κ» η κ. Παράσχου από τη Δράμα όπου βρίσκεται στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας της. Δεν μπορούσε να προβλέψει ότι δέκα χρόνια αργότερα θα της γινόταν η «πολύ τιμητική», όπως λέει, πρόταση να συμμετάσχει στο ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος. «Μπορούσα να προβλέψω όμως ότι ήμουν και θα είμαι μάχιμη στην πρώτη γραμμή όποτε αυτό χρειαστεί – τώρα μου δίνεται η ευκαιρία και πάλι να συμμετάσχω για να αλλάξουμε κάτι, να επιτύχουμε κάτι», τονίζει.
Τι θέλει να επιτύχει; «Η μεγαλύτερή μου ευθύνη σε αυτόν τον αγώνα είναι να φωνάξω για τους νέους και τη Βόρεια Ελλάδα», αναφέρει. Δεν πιστεύει ότι τους νέους τους εκπροσωπεί καλύτερα απαραιτήτως όποιος είναι ηλικιακά κοντά τους. «Αλλά αισθάνομαι ότι έχω μια ευθύνη παραπάνω να τους δώσω φωνή», λέει. Στην Ευρώπη θέλει να τονιστούν ζητήματα όπως το στεγαστικό, αλλά και η ανάγκη για περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας. «Αυτά τα ζητήματα δεν είναι δική μας πρωτοτυπία – η προσιτή στέγη είναι ένα ζήτημα πανευρωπαϊκό, που μπορεί να λυθεί σε ευρωπαϊκή βάση». Το ίδιο ισχύει και με τις ανάγκες της Βόρειας Ελλάδας, αναφέρει, για την καλύτερη προβολή και αξιοποίηση της οποίας –για να γίνει, παραδείγματος χάριν, η Θεσσαλονίκη «εμπορικός κόμβος για την Ευρώπη»– θα πρέπει να χαραχθούν οι βάσεις στις Βρυξέλλες. «Δεν είναι ζήτημα μόνο εθνικής πολιτικής, όλα περνάνε από την Ευρώπη», δηλώνει.
Εχει ξεκινήσει τις προεκλογικές περιοδείες της από τη Βόρεια Ελλάδα, αλλά έχει σκοπό να επισκεφθεί όλη την επικράτεια. «Είναι πολύ σύντομος ο χρόνος και πολύ μεγάλο το γήπεδο», λέει στην «Κ», «αλλά το θεωρώ πολύ σημαντικό να επικοινωνήσω με όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο». Είναι κάτι που κάνει και μέσω σόσιαλ μίντια, όπου προωθεί και τις θέσεις της. «Παρότι είμαι νέα», τονίζει, «είμαι μια γυναίκα που έχει μείνει στην Ελλάδα, έχω σταδιοδρομήσει μόνη μου, η κατάρτισή μου μού επιτρέπει να παρουσιάζω ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα για την επόμενη Ευρωβουλή».
Eάν και εφόσον εκλεγεί, έχει σκοπό να περνάει πολύ χρόνο όχι μόνο στις Βρυξέλλες, αλλά και στην Ελλάδα. «Δεν μπορεί να είναι ένας ευρωβουλευτής αποκομμένος από τη χώρα», δηλώνει, «είσαι εκεί για ένα σκοπό – όταν είσαι στην Ευρωβουλή, είσαι πρώτα Ελληνας και μετά ευρωβουλευτής».
«Ευθύνη και χαρά οι εκλογές»
Ιφιγένεια Μουμτζή, Υποψήφια ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ., 25 ετών
Τον Ιανουάριο του 2015, λίγο πριν από τις εκλογές, όταν ακόμη ήταν μαθήτρια στο Κολλέγιο Ανατόλια στη Θεσσαλονίκη, γράφτηκε για πρώτη φορά στον ΣΥΡΙΖΑ. «Με ανησυχούσε η οικονομική κρίση της Ελλάδας και η άνοδος της Ακροδεξιάς. Δεν μπορούσα ακόμη να ψηφίσω και ένιωθα πολύ αβέβαιη για το δικό μου μέλλον, αλλά βρήκα τη φωνή μου στον ΣΥΡΙΖΑ», λέει στην «Κ» η Ιφιγένεια Μουμτζή.
Τελειώνοντας το λύκειο, πήγε για σπουδές στο εξωτερικό. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ και έκανε μεταπτυχιακό στην Πολιτική Θεωρία στο London School of Economics. Στο μεταξύ, εργαζόταν. Εκανε πρακτική άσκηση στο δημαρχείο του Μπρίστολ, όπου εργάστηκε για ένα διάστημα και σε μια παμπ, ενώ αργότερα στο Λονδίνο δούλευε, μεταξύ άλλων, σε ένα εστιατόριο κοντά στο σπίτι της. Τον τελευταίο χρόνο δουλεύει στη Signify, μια ιδιωτική τεχνολογική εταιρεία, της οποίας στόχος είναι η καταπολέμηση του διαδικτυακού μίσους στον τομέα του αθλητισμού, «ενώ κάνουμε και πολιτικές αναλύσεις για τοξικά αφηγήματα στο Διαδίκτυο», εξηγεί.
Τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκε με το κόμμα σε συντονιστικό επίπεδο –«ήμουν στην οργάνωση μελών ΣΥΡΙΖΑ Ηνωμένου Βασιλείου», λέει–, αλλά ο καταλυτικός παράγοντας για την πιο ενεργό συμμετοχή της ήταν η έλευση του Στέφανου Κασσελάκη στο προσκήνιο. «Είδα τον Στέφανο Κασσελάκη, έναν απόδημο όπως κι εγώ, να φέρνει νέες ιδέες, νέο αέρα στον ΣΥΡΙΖΑ, διεκδίκησε πολύ σθεναρά την ψήφο των μελών, είχε συγκροτημένες προτάσεις και όραμα – ταυτίστηκα, ήθελα να τον υποστηρίξω και αποφάσισα να συμβάλω όσο γίνεται», σημειώνει.
Εκανε το βιογραφικό της για τα think tanks του ΣΥΡΙΖΑ κι έγινε μέλος του think tank για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πήγε στο συνέδριο του κόμματος και αργότερα έστειλε το βιογραφικό της για το ευρωψηφοδέλτιο. Κι έτσι έγινε η νεότερη υποψήφια ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ.
Τα ζητήματα της νέας γενιάς αποτελούν προτεραιότητά της. «Ακρίβεια, ανεργία, 7 στους 10 νέους ζουν με τους γονείς τους μέχρι τα 31, δεν βλέπει η γενιά μου πολύ φωτεινό το μέλλον μπροστά της, είμαστε η γενιά της κρίσης και της πανδημίας. Δεν θυμόμαστε πώς ήταν τα πράγματα όταν ήταν καλά και αρκούμαστε με τα λίγα. Ομως, αυτό που ζούμε δεν είναι αρκετό, το είδα ζώντας στο εξωτερικό και έχω την τεράστια ευθύνη να πολεμήσω με τον ΣΥΡΙΖΑ για ένα καλύτερο μέλλον», εξηγεί.
Οι τρεις βασικές προτάσεις στις οποίες εστιάζει είναι η καταπολέμηση της ακρίβειας –«να δοθεί τέλος στα καρτέλ που έχουμε αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, πλαφόν κερδών στην εφοδιαστική αλυσίδα, να υπάρχει παρατηρητήριο τιμών», αναφέρει ως παραδείγματα–, η έμφαση στο κράτος δικαίου –«είναι απαραίτητη η νομική αναγνώριση του όρου “γυναικοκτονία”», λέει– και η προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Γυναικείων δικαιωμάτων, ΛΟΑΤΚΙ δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων των μειονοτήτων – η προάσπιση της ισότητας ως απάντηση στις ακροσυντηρητικές και ακροδεξιές δυνάμεις τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ελλάδα», τονίζει.
Προς το παρόν, πριν από την επιστροφή της στη χώρα για περιοδείες, την προεκλογική εκστρατεία της κάνει μέσω σόσιαλ μίντια, αλλά και με κάποιες εκδηλώσεις στο Λονδίνο, όπως αυτή το βράδυ της Τρίτης, όταν μίλησε στην ελληνική κοινότητα του LSE. «Είναι μια εμπειρία ευθύνης», σημειώνει για τον προεκλογικό αγώνα, «και χαράς».
Η κορνίζα του παρελθόντος και η πρόκληση
Λευτέρης Καρχιμάκης, Υποψήφιος ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, 29 ετών
Το ΠΑΣΟΚ υπήρχε στη ζωή του Λευτέρη Καρχιμάκη από τη γέννησή του. Ο πατέρας του, ο πρώην υφυπουργός Μιχάλης Καρχιμάκης, ήταν μέλος του κόμματος από την ίδρυσή του. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Λασιθίου το 1996, μία χρονιά μετά τη γέννηση του Λευτέρη. Συναντιόμαστε στο γραφείο της οδού Σόλωνος 45, το οποίο μέχρι πριν από μερικά χρόνια ήταν το πολιτικό γραφείο του πατέρα του. Υπάρχει ακόμη εκεί μια καδραρισμένη φωτογραφία του με τον Ανδρέα Παπανδρέου και μια άλλη του τελευταίου, υπογεγραμμένη, «στον φίλο μου και αγωνιστή Μιχάλη Καρχιμάκη», με τους θερμούς χαιρετισμούς του. Είναι ο Λευτέρης Καρχιμάκης nepo baby;
Γελάει όταν τον ρωτάω, τον όρο δεν τον γνωρίζει από την ποπ κουλτούρα, τον κατανοεί από τα συμφραζόμενα, «παιδί του νεποτισμού». «Δεν μπορώ να αρνηθώ το γεγονός ότι το όνομά μου μπορεί στην ελληνική πολιτική σκηνή να μου δίνει ένα σκαλοπάτι», αναφέρει, «αλλά στην πρώτη κάλπη που κατέβηκα δεν σήμαινε απολύτως τίποτα». Αναφέρεται στον ρόλο του ως εκλεγμένου εκπροσώπου των λεκτόρων στο ολλανδικό Πανεπιστήμιο του Leiden, όπου διδάσκει Ευρωπαϊκή Πολιτική και Διαχείριση Κρίσεων – εκεί έκανε το μεταπτυχιακό του και ξεκίνησε το διδακτορικό του κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Σπούδασε Νομική στο ΕΚΠΑ, έκανε την άσκησή του στον ιδιωτικό τομέα, εργάστηκε στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στα Ηνωμένα Εθνη και σε υπηρεσία του αμερικανικού Κογκρέσου, αλλά στην πορεία κατάλαβε ότι η Νομική δεν ήταν για εκείνον. «Δεν με γέμιζε χαρά», λέει στην «Κ». Κι έτσι επικεντρώθηκε στην ευρωπαϊκή πολιτική και στη διαχείριση κρίσεων, με έμφαση στη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού και της οικονομικής κρίσης του 2010.
Αν ο κ. Καρχιμάκης, ο νεότερος υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, εκλεγεί, θέλει να μπορεί τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα να διδάσκει στο πανεπιστήμιο και τουλάχιστον δύο φορές τον μήνα να βρίσκεται στην Ελλάδα. «Μεγάλο ποσοστό της λαϊκής μας κυριαρχίας ασκείται στις Βρυξέλλες, από όπου προέρχεται το 60%-70% των νόμων που έρχονται στο ελληνικό Κοινοβούλιο – δεν μπορούμε να μιλάμε για άσκηση λαϊκής κυριαρχίας χωρίς λογοδοσία», τονίζει. «Δεν μπορείς να εκπροσωπείς κάποιον που δεν ξέρεις, περιοχές που δεν γνωρίζεις, και δεν μπορείς να μη λογοδοτείς, για την αναβάθμιση της δημοκρατίας ο ευρωβουλευτής πρέπει να επιστρέφει στη χώρα κάθε δεύτερη εβδομάδα – με έξοδα δικά του φυσικά, οι μεγάλοι μισθοί είναι για να μπορεί να προσφέρει», σημειώνει.
Το δεύτερο κενό που βλέπει στο υπάρχον πολιτικό προσωπικό της χώρας στην Ευρωβουλή είναι ότι δεν έχει μεγάλη επιδραστικότητα στις Βρυξέλλες – «πρέπει να ξέρεις με ποιον να διαπραγματευτείς, πότε, πώς, σε ποιο φόρουμ», λέει στην «Κ», «αυτό είναι το αντικείμενό μου».
Τρίτον, έχει σημασία ποιοι πηγαίνουν στην Ευρώπη και γιατί. Για τη δική του γενιά, το κίνητρο είναι ότι κρίνεται το μέλλον τους. «Αν εμείς δεν δουλέψουμε, δεν θα έχουμε πια πλανήτη, σύνταξη, κοινωνικό κράτος, δεν θα ζούμε σε μια Ευρώπη αξιοβίωτη – οι νέοι άνθρωποι έχουμε ένα παραπάνω κίνητρο να δουλέψουμε», αναφέρει ο κ. Καρχιμάκης.
Παρ’ όλα αυτά, δεν ήταν εύκολη η απόφαση της υποψηφιότητας – όταν έγινε η πρόταση, είχε μόλις υπογράψει το μόνιμο συμβόλαιό του με το πανεπιστήμιο. «Αλλά είχα στο μυαλό μου ότι ένα διαφορετικό μοντέλο ευρωβουλευτή είναι αναγκαίο, και είχα το σαράκι να με τρώει που έλεγε “κάν’ το”», εξηγεί.