Μετρώντας views και followers: Goodbye politics
Αγγελική Αλβανούδη, Κοινωνιογλωσσολόγος, ΑΠΘ
Στις ελληνικές ευρωεκλογές 2024 η μάχη του μετρήματος έχει ξεκινήσει πολύ πριν από το βράδυ της 9ης Ιουνίου. Το μέτρημα των ψήφων έχει αντικατασταθεί από το μέτρημα των views και των likes στα βίντεο των μικρών και των μεγάλων σταρ της πολιτικής σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το TikTok. Κάποτε (όχι τόσο παλιά στον ιστορικό χρόνο) οι πολιτικοί αρκούνταν σε κάποιο λογοπαίγνιο ή σχήμα υπερβολής στις κοινοβουλευτικές τους ομιλίες και δηλώσεις για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του κοινού και να εξασφαλίσουν την εμπιστοσύνη του.
Τέτοια γλωσσικά στοιχεία μοιάζουν με φτωχές διακοσμητικές προσθήκες στο νέο τεχνολογικό περιβάλλον που συνδυάζει με δυναμικό τρόπο λέξεις, ήχο και εικόνα. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε να αναδύονται νέες μορφές πολιτικού λόγου στην ψηφιακά διαμεσολαβημένη επικοινωνία, ειδικότερα σε διαδικτυακές πλατφόρμες στον παγκόσμιο ιστό 2ης γενιάς που επιτρέπουν στους/στις χρήστες/τριες να παράγουν και να καταναλώνουν online περιεχόμενο.
Μια νέα μορφή πολιτικής έκφρασης αποτελούν τα βίντεο μαζικής, ασύγχρονης απεύθυνσης που δημοσιεύουν πολιτικά πρόσωπα στο TikTok. Τα βίντεο αυτά δομούνται ως «αφηγήματα» με το πολιτικό πρόσωπο στον ρόλο του/της αφηγητή/τριας που σχολιάζει ή καταγράφει γεγονότα ενώ αυτά βρίσκονται σε εξέλιξη.
Η αφήγηση ή ο σχολιασμός μπορεί να έχει αυτοβιογραφικό ύφος και συνήθως χαρακτηρίζεται από χιούμορ, δηλαδή ασυμβατότητα ανάμεσα στο πώς είναι κάτι και το πώς θα περιμέναμε να είναι. Για την παραγωγή του μηνύματος τα πολιτικά πρόσωπα χρησιμοποιούν μη πρότυπες γλωσσικές ποικιλίες («θα τα δει και θα λυσσάξει») και εναλλάσσουν γλώσσες («dear Ursula»), υιοθετώντας ένα ανεπίσημο ύφος οικειότητας. Την εκφραστικότητα εντείνουν emoticons/emoji που φορούν διάφορα ρούχα και αξεσουάρ, γελούν ή κλαίνε, μη σας εκπλήξει αν σε λίγο τρώνε φέτα και φορούν μπλε sneakers. Τα προ(ευρω)εκλογικά βίντεο στο TikTok πληροφορούν σχετικά με τις πολιτικές θέσεις των δημιουργών τους, αλλά πρωτίστως επιζητούν την επιδοκιμασία (likes) και χτίζουν ένα αίσθημα κοινωνικής εγγύτητας ανάμεσα στο πολιτικό πρόσωπο και τους/τις φίλους/ες/followers.
Το πολιτικό μήνυμα καταναλώνεται ανάμεσα σε άλλα posts για τον καιρό, το φαγητό που φτιάξαμε ή το ταξίδι που πήγαμε. Ο πολιτικός λόγος αυτών των ευρωεκλογών είναι συναισθηματικά προσανατολισμένος, επιστρατεύει σημειωτικά μέσα για να ενισχύσει την κοινωνική σχέση πολιτικών και πολιτών, και επενδύει λιγότερο σε εργαλεία της αποδεικτικής επιχειρηματολογίας, όπως η αιτιολόγηση ή ο επαγωγικός συλλογισμός. Η ψηφιακά διαμεσολαβημένη επικοινωνία μετασχηματίζει τις νόρμες του πολιτικού λόγου, καθιστώντας τον τελευταίο ρευστό και αποσπασματικό, και γι’ αυτό κατάλληλα προσαρμοσμένο στην online αγορά του συναισθήματος και της προσοχής.
Μακάρι να ήταν όλοι Ομπάμα, αλλά δεν είναι
Νεφέλη Μεγκ, Influencer
Με έναν σμπάρο πολλά τα τρυγόνια για τους πολιτικούς που έχουν επιλέξει να έχουν και σοσιαλμιντιακή παρουσία. Και μεταξύ μας, αν δεν είσαι και στα σόσιαλ μίντια (TikTok και Ιnstagram) και είσαι πολιτικός, τι στο καλό κάνεις; Είναι ο μόνος τρόπος για να σε δουν άτομα κάτω των 40, τα οποία έχουν προ πολλού καταργήσει τις τηλεοράσεις τους και τις ανοίγουν μόνο για κάνα ματς του Conference League και για τον τελικό της Eurovision.
Βέβαια, δεν είμαι σίγουρη αν μπορεί κάποιος να ξεπεράσει τον Μητσοτάκη στο περιεχόμενο των βίντεό του. Είναι ο βασιλιάς του πολιτικού ΤιkΤοk. Εχει καταφέρει να πάρει όλα τα αρνητικά που του προσάπτουν και για τα οποία τον κοροϊδεύουν (από τα γουρλωτά μάτια μέχρι το γκαντέμης και «τα λιγουρεύεστε» του Αδώνιδος) και να τα γυρίσει υπέρ του χαρίζοντάς μας βέβαια αδιανόητο υλικό για κωμωδία και σχολιασμό. Ο Κασσελάκης, από την άλλη, δεν χρησιμοποιεί τα σόσιαλ μίντια για να δείξει την ανθρώπινη και fun πλευρά του – αυτήν τη δείχνει άλλωστε σε όλες τις πρωινές και μεσημεριανές εκπομπές. Τα χρησιμοποιεί για να εκφράσει τις «πολιτικές» του απόψεις, γεγονός οξύμωρο, διότι αυτές θα έπρεπε να τις εκφράζει στην πολιτική αρένα, όταν σοβαροί δημοσιογράφοι τον ρωτάνε σοβαρές ερωτήσεις κι ο ίδιος αντί να τους απαντήσει, προτιμάει να πατάει το upload. Καλά, για τον Ανδρουλάκη δεν μπαίνω στον κόπο να σχολιάσω. Μια φορά αποπειράθηκε να ανεβάσει βίντεο στο TikTok και το αποτέλεσμα ήταν η απόλυτη ετεροντροπή.
Οσο, όμως, και να τους τρολάρω που δημιουργούν αυτά τα βίντεο, το θετικό είναι ότι τα δημιουργούν κι έχουν παρουσία. Το 70% της γενιάς μου ενημερώνεται από τα σόσιαλ μίντια κι αυτό δεν θα αλλάξει. Ο μεγάλος κίνδυνος ωστόσο, που φοβάμαι πως έχει αρχίσει να πραγματώνεται, είναι ότι αφήνουν τη σοσιαλμιντιακή τους παρουσία να επηρεάσει τη συνολική ποιότητα του λόγου τους και της παρουσίας τους ως πολιτικών όντων. Και μακάρι όλοι να ήταν σαν τον Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τα σόσιαλ μίντια και που δεν άφησε αυτό να επηρεάσει το επίπεδο των πολιτικών του τοποθετήσεων και του διαλόγου. Αλλά δεν είναι όλοι σαν τον Ομπάμα – θα μπορούσαν, αν ήθελαν. Προκειμένου, λοιπόν, να τραβήξουν την προσοχή του κοινού και να δημιουργήσουν στιγμές που θα γίνουν viral, αποφεύγουν να αγγίξουν ουσιώδη πολιτικά ζητήματα και απομακρύνουν όλο και περισσότερο τον κόσμο από την ευκαιρία να κατανοήσει κρίσιμα ζητήματα.
Δεν ξέρω τι μέλλει γενέσθαι, αλλά εγώ ως Νεφέλη δεν θέλω τα κουπιά της χώρας μου να τα χειρίζεται ένας TikToker. Αν ήθελα κάτι τέτοιο, θα ψήφιζα τον Ραφτά και τον Φίπστερ. Νεφέλη Μεγκ
Δεν ξέρω τι μέλλει γενέσθαι, αλλά εγώ ως Νεφέλη δεν θέλω τα κουπιά της χώρας μου να τα χειρίζεται ένας TikToker. Αν ήθελα κάτι τέτοιο, θα ψήφιζα τον Ραφτά και τον Φίπστερ.
Τα Μέσα δεν είναι ο εχθρός
Χρίστος Κυθρεώτης, Συγγραφέας
Παρότι συχνά δείχνει να ευδοκιμεί στο περιβάλλον τους, η ρηχότητα δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση αναγκαίο χαρακτηριστικό των νέων Μέσων. Οπως και στην περίπτωση της τηλεόρασης, που επίσης έχει κατά καιρούς κατηγορηθεί για εγγενή επιφανειακότητα, στιβαρό και ουσιαστικό πολιτικό μήνυμα είναι δυνατόν να παραχθεί μέσα από αναρτήσεις περιεχομένου στα σόσιαλ μίντια, αρκεί βεβαίως όσοι το παράγουν να έχουν τις ανάλογες προθέσεις και ικανότητες. Εκεί εστιάζεται το ζήτημα σε κάθε ανάλογη περίπτωση: στις προθέσεις και τις ικανότητες των εμπλεκομένων. Αν τώρα εξετάσουμε τα ψηφοδέλτια των επικείμενων ευρωεκλογών για να δούμε ποιοι είναι αυτοί οι εμπλεκόμενοι, θα συναντήσουμε είτε παλιούς πολιτικούς είτε νέους που μπορούν άνετα να ενταχθούν σε κάποια από τις παραλλαγές των παλιών. Κι αν όλοι μεταπηδούν στα νέα Μέσα, δεν νομίζω ότι το κάνουν για τη ρηχότητά τους – εξάλλου θα μπορούσαν αν ήθελαν να πουν ρηχά πράγματα και στα παλιά, όπως έχει αποδειχθεί εδώ και δεκαετίες. Οι περισσότεροι το κάνουν απλώς για να είναι «μέσα στα πράγματα» ή επειδή θέλουν να αποκτήσουν «αδιαμεσολάβητη» επαφή με το κοινό, ή για να απευθυνθούν –στη φαντασία τους– στους νέους.
Ολα αυτά δεν είναι καινούργια, κάθε άλλο. Τα συναντάμε, σε κυμαινόμενο έστω βαθμό, εδώ και πάρα πολλά χρόνια και συνήθως γίνονται ακόμη πιο εμφανή στις ευρωεκλογές, που παραδοσιακά –και ιδιαίτερα μετά την καθιέρωση του σταυρού– αντιμετωπίζονται στην Ελλάδα σαν κάτι ανάμεσα σε επίσημη δημοσκόπηση και τηλεριάλιτι. Πρόκειται για μια κατάσταση που μπορεί να περιγραφεί όχι τόσο ως απουσία σοβαρότητας όσο ως απουσία της ίδιας της πολιτικής, και όσοι το θεωρούν αυτό πρόβλημα (γιατί εμφανώς πολλοί δεν το θεωρούν) είναι σίγουρο πως δεν θα μπορέσουν να το αντιμετωπίσουν αν αναγορεύσουν σε εχθρό τα νέα Μέσα και ρίξουν το φταίξιμο σε αυτά.
Το TikTok και το παράδειγμα της DELL
Ηλίας Ντίνας, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και κάτοχος της ελβετικής έδρας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας
Με την, κάπως αφοριστική, φράση «το Μέσο είναι το μήνυμα», ο Καναδός θεωρητικός της επικοινωνίας, Μαρσέλ ΜακΛούαν, προσπάθησε να καταδείξει πως το Μέσο από το οποίο επικοινωνείται η πληροφορία μπορεί να έχει μεγαλύτερη σημασία και από την ίδια την πληροφορία. Κάτι τέτοιο φαίνεται πως πιστεύουν και τα κομματικά επιτελεία, αν δει κανείς τον σχεδιασμό της καμπάνιας τους για τις επερχόμενες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Είναι βέβαιο πως μία από τις ανησυχίες τους είναι η αποχή, που είναι έτσι κι αλλιώς μεγάλη σε εκλογές που έχουμε συνηθίσει να λέμε «δεύτερης τάξης». Και όταν στόχος είναι να μειωθεί η αποχή, η προσπάθεια επικεντρώνεται στους νέους, αφού η ηλικία μαζί με την εκπαίδευση είναι οι δύο πιο ισχυροί παράγοντες που εξηγούν την εκλογική συμμετοχή. Αφού λοιπόν πρέπει να προσεγγίσουμε τους νέους, οφείλουμε να το κάνουμε υιοθετώντας τα Μέσα που αυτοί χρησιμοποιούν. Και κάπως έτσι η καμπάνια περιστρέφεται γύρω από τα βίντεο των πολιτικών αρχηγών στο TikTok και αλλού. Και ποιο είναι το πρόβλημα με αυτή τη στρατηγική, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς. Ισα ίσα, που αν φέρνει ψήφους, αν φέρνει τους νέους στις κάλπες, μπορεί να είναι και γενικότερα ευεργετική.
Το πρόβλημα δεν έγκειται φυσικά στη χρήση αυτών των Μέσων, αλλά στο χτίσιμο της προεκλογικής περιόδου σχεδόν αποκλειστικά πάνω σε αυτά. Ξέρουμε πως η φύση αυτών των πλατφορμών δίνει συχνά προτεραιότητα στον εντυπωσιασμό έναντι της ουσίας. Η ανάγκη δημιουργίας ελκυστικού περιεχομένου μπορεί να οδηγήσει σε υπεραπλούστευση πολιτικών θεμάτων. Αυτό με τη σειρά του δεν είναι αναγκαστικά κακό, αν βάλει τους δέκτες στη διαδικασία να σκεφθούν έστω γι’ αυτά τα θέματα. Ενέχει όμως τον κίνδυνο ο πολιτικός διάλογος να περιοριστεί σε ό,τι μπορεί να γίνει viral. Και υπάρχει ένα σημείο στο οποίο η εγγύτητα του μηνύματος έρχεται με κόστος τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Εχουμε φθάσει εκεί; Μάλλον όχι. Και σε κάποιο βαθμό η όλη συζήτηση θυμίζει και μια παλιά διαφήμιση για DVD players, που βρισκόταν παντού στο μετρό του Λονδίνου: «You would not have a mobile phone either (Δεν θα είχες ούτε κινητό)». Η τεχνολογία αλλάζει, και μαζί της αλλάζουν και τα Μέσα πολιτικής επικοινωνίας. Απλώς για τα ίδια τα κόμματα και για το πολιτικό σύστημα γενικότερα είναι καλό να θυμόμαστε το πάθημα της DELL. Οπως εξηγούν στο βιβλίο τους, «Πολιτικοί Entrepreneurs», η Σάρα Χόμπολτ με την Κάθριν ντε Βριζ, η DELL είχε μεγάλη επιτυχία στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, βρέθηκε, όμως, θύμα του συγκριτικού της πλεονεκτήματος: επένδυσε αποκλειστικά σε αυτό που ήταν το δυνατό της σημείο, την άμεση και χωρίς διαμεσολαβητή εξυπηρέτηση πελατών. Αυτό έγινε με κόστος στην καινοτομία και έτσι όταν εμφανίστηκε η Apple, οι πωλήσεις άρχισαν να πέφτουν και ποτέ ξανά δεν επέστρεψαν στα αρχικά επίπεδα. Είναι καλό να χτίζουμε σε αυτό που θεωρούμε πως είμαστε καλοί, αρκεί να μην ξεχνάμε ότι τα μέσα που χρησιμοποιούμε μπορούν να αλλάξουν γρηγορότερα από ό,τι περιμέναμε.
Δύο χιλιετίες μετά
Αγγελος Χανιώτης, Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον
Το 4024 μ.Χ. όσα κείμενα και εικόνες των ημερών μας έχουν αποθηκευτεί ηλεκτρονικά ή στο Διαδίκτυο, θα έχουν χαθεί. Πηγή των ιστορικών θα είναι ό,τι έχει σωθεί σε μη φθαρτά υλικά – π.χ. πινακίδες αυτοκινήτων, σήματα οδικής κυκλοφορίας και πλαστικές ταμπέλες καταστημάτων. Κάτω από εξαιρετικές συνθήκες θα διατηρηθούν σε κάποια μορφή κείμενα σε χαρτί, που θα μπορούν να διαβάσουν τεχνολογίες, σαν εκείνη που εφαρμόζεται για την ανάγνωση καρβουνιασμένων παπύρων. Αν κατά σύμπτωση βρεθούν μετά από 2.000 χρόνια σε ανασκαφή χώρου απορριμμάτων αφίσες και διαφημιστικό υλικό για τις ευρωεκλογές του 2024, ποια εικόνα θα σχηματίσει ο τυχερός αρχαιολόγος; Λίγα συμπεράσματα θα βγάλει από τα συνθήματα με το γενικόλογο ευχολόγιο και τη συναισθηματική γλώσσα που απευθύνεται στην ελπίδα, την αγανάκτηση και την περηφάνια: «Καλύτερη ζωή τώρα!», «Σταθερά πιο κοντά στην Ευρώπη!», «Να σταλεί μήνυμα αντίστασης στην Ε.Ε., στην κυβέρνηση της Ν.Δ. και στα κόμματα του συστήματος!», «Δώσε φωνή στο δίκιο σου!», «Δίνουμε Ζωή και στην Ευρωβουλή!», «Να κάνουμε πάλι την Ελλάδα και τους Ελληνες υπερήφανους!». Μόνο αν μέσα στην τρελή χαρά για την ανακάλυψη διαβάσει και τα πολυσέλιδα φυλλάδια, τότε θα δει ότι περιέχουν συγκεκριμένες προτάσεις – ουτοπικές ή μη – για την αντιμετώπιση πραγματικών ζητημάτων, όπως η άμυνα, η μετανάστευση, η αγροτική πολιτική, η οικολογία και η κλιματική αλλαγή.
Αδίκως τα κόμματα υπογραμμίζουν τη σημασία των ευρωεκλογών. Τα ίδια υπονομεύουν την ευρωπαϊκή τους διάσταση. Ας μην απορούμε που σύμφωνα με δημοσκοπήσεις η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων θα ψηφίσει με κριτήρια άσχετα με την αποστολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αγγελος Χανιώτης
Ο,τι θα μελετήσει ο επίμονος αρχαιολόγος του μέλλοντος, αφήνει αδιάφορο τον ψηφοφόρο του σήμερα. Ούτε διαβάζει ούτε συγκρίνει τα φυλλάδια. Αγνοεί τις προτάσεις και τις υποσχέσεις που περιέχουν. Θα δει όμως σε κάποια οθόνη τα σύντομα διαφημιστικά σποτάκια. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, το μήνυμα που στέλνουν είναι ελληνοκεντρικό και η θεματολογία τους σχετίζεται με την ακρίβεια και τη φορολογία στην Ελλάδα, την ιατρική φροντίδα, τα ενοίκια και την παιδεία – στο δεξιό άκρο και με «το μεγαλείο της πονεμένης Ρωμιοσύνης», «το φως της ηλιόλουστης Ορθοδοξίας», το κλείσιμο των τουρκικών προξενείων και το διώξιμο των ΜΚΟ. Το τελικό μήνυμα είναι σκόπιμα αόριστο: «Ο χρόνος μετράει για την Ελλάδα και την Ευρώπη», «Οσο πιο δυνατή η φωνή μας, τόσο πιο πολλά θα πετύχουμε για όλες τις Ελληνίδες και όλους του Ελληνες», «Πάθος μας είναι η Ελλάδα και δύναμή μας οι Eλληνες», «Κάνε αυτό που σκέφτεσαι», «Ενόχλησέ τους». Η αναφορά στην Ευρώπη είναι ο διακοσμητικός μαϊντανός.
Αδίκως τα κόμματα υπογραμμίζουν τη σημασία των ευρωεκλογών. Τα ίδια υπονομεύουν την ευρωπαϊκή τους διάσταση. Ας μην απορούμε που σύμφωνα με δημοσκοπήσεις η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων θα ψηφίσει με κριτήρια άσχετα με την αποστολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Στον καφέ μετά το γλέντι
Σωτήρης Γκορίτσας, Σκηνοθέτης
Ο πρωταθλητής Ευρώπης μπασκετικός Παναθηναϊκός αλλά και ο κυπελλούχος ποδοσφαιρικός Ολυμπιακός στο τρίτο σε αξία ευρωπαϊκό τρόπαιο δεν περίμεναν τον «τελικό» για να ασχοληθούν με την Ευρώπη. Είχαν από καιρό τα μάτια τους στραμμένα σε αυτήν. Γι’ αυτό και όταν χρειάστηκε, αποδείχθηκαν έτοιμοι από καιρό.
Το αντίθετο δηλαδή από ό,τι κάνουν τα κόμματά μας. Τα οποία σαν να ξύπνησαν απότομα την παραμονή του «τελικού» και προσπαθούν τώρα ασθμαίνοντας να «χτυπήσουν το καμπανάκι». Οχι όμως το καμπανάκι της Ευρώπης –με ό,τι έστω σημαίνει για το καθέναν η Ευρώπη–, αλλά το καμπανάκι εκείνο που θα τους κάνει «πρώτους στο χωριό». Σουσουδισμός, TikTok, Instagram, μεταγραφές «αεροδρομίου» και αρκετοί υπεύθυνοι για την κατά συρροή τηλεοπτική αποβλάκωσή μας στελεχώνουν τα κομματικά ψηφοδέλτια. Για «ξεκάρφωμα» πλαισιώνονται και από λίγους σοβαρούς –ή έστω «σοβαρούς»–, οι οποίοι είναι ζήτημα αν το βράδυ των εκλογών θα βρουν την ψήφο τους. Αυτά την ώρα που δίπλα μας ανθρωποειδή συλλαμβάνουν, βιάζουν και εκτελούν νέους που χόρευαν, ο Πούτιν συνεχίζει ακάθεκτος την κτηνωδία του και ο Τραμπ απειλεί να επανέλθει. Καμία έκπληξη.
Σουσουδισμός, TikTok, Instagram, μεταγραφές «αεροδρομίου» και αρκετοί υπεύθυνοι για την κατά συρροή τηλεοπτική αποβλάκωσή μας στελεχώνουν τα κομματικά ψηφοδέλτια. Για «ξεκάρφωμα» πλαισιώνονται και από λίγους σοβαρούς – ή, έστω, «σοβαρούς». Σωτήρης Γκορίτσας
Πριν από μόλις λίγο καιρό, όταν η Aννα Διαμαντοπούλου επιστρέφοντας από αφρικανικές χώρες που επισκέφθηκε μίλησε για τη δημογραφική έκρηξη σε αυτές, με το 80% του πληθυσμού τους να είναι κάτω από 35 χρόνων χωρίς να έχει τι να κάνει, τι να φάει και η μόνη του ελπίδα ζωής είναι να έρθει στην Ευρώπη, κανείς μας δεν θορυβήθηκε. Ούτε όταν ευχήθηκε «σε 100 χρόνια να μην έχει γίνει διά της βίας η Ευρώπη σκουρόχρωμη» ίδρωσε κάποιος.
Οπως ακριβώς δεν βγάλαμε κάποιο συμπέρασμα όταν πριν από μόλις δέκα χρόνια το ευρωπαϊκό σωσίβιο ήταν που μας έσωσε τελευταία στιγμή από το να τσακιστούμε στα βράχια που μας οδηγούσαν περήφανοι οι καπεταναίοι «της Αριστεράς και της προόδου».
Πίστευα και πιστεύω ακόμη στη φράση «αυτή είναι η Ελλάδα», αυτός θα είναι πάντα ο λαός μας, μια χαρούμενη παρέα που μετά το γλέντι ξυπνάει το μεσημέρι και πίνει τον καφέ της παριστάνοντας ότι «ανησυχεί για την κατάσταση». Ομως αναρωτιέμαι για την ευθύνη που έχουν γι’ αυτό οι ηγεσίες μας, που μας έχουν οδηγήσει να θεωρούμε κανονικότητα παρατράγουδα του στυλ Stefanos, Βελόπουλος κ.λπ. Δεν άλλαξε τίποτα από τότε που τραγουδούσαμε «…φταίνε τα τραγούδια του, φταίει και ο λυράρης, μα φταίει και ο ίδιος ο λαός που είναι μαραζιάρης»;
Μόνο οι ομάδες, όπως ο μπασκετικός Παναθηναϊκός, θα επιλέγουν άξιους ανθρώπους να μας εκπροσωπήσουν και αυτοί θα ανταποδίδουν κατακτώντας κορυφές της Ευρώπης; Πόσο δύσκολο είναι να γίνει αυτό παράδειγμα για το πώς μπορούμε πού και πού να κάνουμε και θαύματα;