Μήπως στην κάλπη έχουμε γίνει τελικά Ευρώπη;

Μήπως στην κάλπη έχουμε γίνει τελικά Ευρώπη;

Στις ευρωεκλογές εμφανίστηκαν και στην Ελλάδα δύο σταθερές των περισσότερων ευρωπαϊκών δημοκρατιών: η υψηλή αποχή και ένα ποσοστό χαμηλότερο του 30% για το πρώτο κόμμα

5' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μεταξύ σοβαρού και αστείου συχνά έχει αναφερθεί στο παρελθόν ότι η Ελλάδα δεν θα γίνει ποτέ κανονική ευρωπαϊκή χώρα αν, πρώτον, δεν εμφανίσει κάποτε μεγάλη αποχή και, δεύτερον, δεν κατακερματιστεί το κομματικό της σύστημα με κάτω από 30% για το πρώτο κόμμα. Είναι δύο χαρακτηριστικά που πράγματι συναντάει κανείς διαχρονικά σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και φαίνεται ότι στις πρόσφατες ευρωεκλογές τα «αποκτήσαμε» και τα δύο.

Ας ξεκινήσουμε από την αποχή. Τα περίπου 4 εκατ. ψηφοφόρων που εμφανίστηκαν πριν από δύο εβδομάδες καταρρίπτουν εκκωφαντικά κάθε προηγούμενο μικρής συμμετοχής. Οσο κι αν ο εκλογικός μας κατάλογος έχει σοβαρό ζήτημα εκκαθάρισης, προσθέτοντας τεχνητά αποχή που δεν υπάρχει, η σύγκριση των ομοειδών στοιχείων δεν αφήνει καμία αμφιβολία. Η Ελλάδα, με επίσημο δείκτη συμμετοχής 58,7% στις προηγούμενες ευρωεκλογές του 2019, πέφτει σήμερα στο 41,4%, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος αυξάνεται από το 50,7% στο 51,1%. Δηλαδή από οκτώ μονάδες υπεροχής έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου, βρεθήκαμε δέκα μονάδες χαμηλότερα από αυτόν.

Βεβαίως, η συμμετοχή στις ευρωεκλογές ανά χώρα σηκώνει μεγάλη συζήτηση και ανάλυση παρουσιάζοντας τεράστια γκάμα, με ποσοστά πάνω από 80% στο Λουξεμβούργο και το Βέλγιο (που έχουν και το εννοούν υποχρεωτική ψηφοφορία), μέχρι τη Λιθουανία και την Κροατία που εμφάνισαν στις πρόσφατες ευρωεκλογές τα μικρότερα ποσοστά συμμετοχής (28,4% και 21,3% αντίστοιχα). Σε κάθε περίπτωση όμως δεν αναιρείται ο γενικός κανόνας που μας ενδιαφέρει. Ενώ η Ευρώπη εν γένει, ως μέση αποτύπωση, δείχνει στην τελευταία δεκαετία τάση ανόδου στη συμμετοχή, εμείς φαίνεται να έχουμε πάρει την κατηφόρα.

Ενώ η Ευρώπη εν γένει, ως μέση αποτύπωση, δείχνει στην τελευταία δεκαετία τάση ανόδου στη συμμετοχή, εμείς φαίνεται να έχουμε πάρει την κατηφόρα.

Το θέμα είναι προφανώς πολύ σοβαρό και συνδυάζεται φυσικά με τη μάλλον απρόοπτη πρόσφατη έντασή του. Ενάμισι εκατ. ψηφοφόρων φαίνεται να λείπουν στις πρόσφατες ευρωεκλογές σε σχέση με τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2023, χωρίς να παραγνωρίζεται ότι λείπουν επίσης άλλες 700.000 περίπου σε σχέση και με τις βουλευτικές του Μαΐου 2023 που είχαν προηγηθεί. Παρότι οι διαρκείς εκλογές (πέντε Κυριακές από τον Μάιο 2023, μαζί με τους δύο γύρους των εκλογών Αυτοδιοίκησης) δικαιολογούν έως ένα σημείο σημάδια «κόπωσης», δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διαρκώς αυξανόμενη αποχή αποτελεί σημαντικό σύγχρονο φαινόμενο στη χώρα μας που σχετίζεται και με την ουσία της πολιτικής. Τις προτάσεις και εναλλακτικές που ο ψηφοφόρος καλείται κάθε φορά να αξιολογήσει και να κινητοποιηθεί ανάλογα για να τις υποστηρίξει.

Μήπως στην κάλπη έχουμε γίνει τελικά Ευρώπη;-1Με δεδομένη επομένως την τεράστια για τα ελληνικά δεδομένα σημερινή αποχή, θα έλεγε κανείς ότι και η κυβέρνηση, ως κυρίαρχο κόμμα στο τρέχον πολιτικό σύστημα, οφείλει να προβληματιστεί για τη μετεκλογική παρουσία της (από πέρυσι την ίδια εποχή), όσο και, ιδίως, τα δύο πιο σημαντικά κόμματα της αντιπολίτευσης που αδυνατούν απ’ ό,τι φαίνεται να συγκροτήσουν κάποιου τύπου ελκυστική εναλλακτική. Πολύ περισσότερο όταν τα ίδια ζήτησαν μετ’ επιτάσεως από τους ψηφοφόρους με την ευκαιρία της εθνικής κάλπης να τους δώσουν αυτή τη δυνατότητα. Ετσι, ενώ το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας καταγράφηκε αντίστοιχα με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των προπορευόμενων κομμάτων (28,4%), ο ΣΥΡΙΖΑ ως δεύτερο κόμμα υστερεί διπλάσια από το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό για τα κόμματα που ακολουθούν (21,9%).

Αυτά τα στοιχεία μας δίνει το σύνολο της Ευρώπης στις πρόσφατες ευρωεκλογές και, προκειμένου να διανθίσουμε τη συζήτηση που τέθηκε αρχικά, θα πρέπει επίσης να σχολιαστούν τουλάχιστον οι περιπτώσεις που αποδίδουν με μεγάλη απόσταση τα πολύ μεγάλα ποσοστά στη λίστα των προπορευόμενων κομμάτων ανά χώρα. To Fidesz του Ορμπαν είναι έτσι ή αλλιώς απόλυτα κυρίαρχο στην Ουγγαρία, αν και το πρόσφατο 44,8% υπολείπεται κατά δέκα μονάδες από τις προηγούμενες επιδόσεις του. Στη Ρουμανία το 48,6% προκύπτει από την ενιαία λίστα υποψηφίων που αποφάσισαν να καταθέσουν το Σοσιαλδημοκρατικό και το Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα, και ουσιαστικά είναι άθροισμα δύο επιμέρους περίπου ισοδύναμων ποσοστών, ενώ η Μάλτα αποτελεί κατ’ εξοχήν δικομματική περίπτωση αποδίδοντας σε αυτές τις εκλογές 45,3% για το Εργατικό Κόμμα, έναντι 42% του χριστιανοδημοκρατικού Εθνικού Κόμματος.

Η αναφορά της Μάλτας, ως εξαίρεσης στα εμπεδωμένα πολυκομματικά συστήματα στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, θυμίζει φυσικά στους παλαιότερους τον πάλαι ποτέ αντίστοιχο ελληνικό δικομματισμό, από τον οποίο είναι βέβαιο ότι απέχουμε σήμερα, χωρίς όμως να είναι βέβαιο ότι μπορούμε να απαντήσουμε καταφατικά στο αρχικό ερώτημά μας. Οχι μόνο γιατί ούτε εμείς διαθέτουμε εμπεδωμένο πολυκομματικό σύστημα, αλλά κυρίως γιατί όλα αυτά κρίνονται εντέλει στις βουλευτικές εκλογές.

Ποια ήταν πραγματικά η «σύνθεση» της αποχής

Σύμφωνα με τα επίσημα εκλογικά αποτελέσματα γνωρίζουμε ότι στις πρόσφατες ευρωεκλογές ψήφισαν περίπου 1,24 εκατ. λιγότεροι ψηφοφόροι σε σχέση με τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές πριν από ένα χρόνο (3,98 εκατ. έγκυρα ψηφοδέλτια έναντι 5,22 εκατ.). Παράλληλα, από τα στοιχεία που παρέχει το exit poll γνωρίζουμε επίσης ότι το 5% όσων ψήφισαν τώρα στις ευρωεκλογές δεν είχε ψηφίσει πέρυσι. Σχεδόν δηλαδή 200.000 ψηφοφόροι οι οποίοι δεν ψήφισαν τότε, είτε γιατί δεν είχαν δικαίωμα ψήφου, είτε γιατί απείχαν. Επομένως, η απουσία σήμερα των ψηφοφόρων του Ιουνίου 2023 είναι περίπου 1,44 εκατ., αριθμός που προσεγγίζει ποσοστιαία το 28% του παρελθόντος εκλογικού σώματος.

Πώς κατανεμήθηκε όμως το ποσοστό αυτό σύμφωνα με την κομματική προέλευση; Από τα στοιχεία του exit poll είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι η αποχή αναλογεί σε λίγο πάνω από 29% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας, λίγο πάνω από 27% των ψηφοφόρων ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, με μια μέση αποτίμηση της τάξης του 27,5% για τους ψηφοφόρους όλων των άλλων κομμάτων. Επομένως, η κατανομή της αποχής εμφανίζεται χωρίς σημαντικές αποκλίσεις στην κομματική προέλευση, αν και η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να πλήττεται συγκριτικά λίγο παραπάνω.

Με αυτά τα δεδομένα και ακριβώς λόγω της ιδιαίτερα μεγάλης αποχής που σημειώθηκε (σχεδόν 1,5 εκατ.), η ανάλυση των ευρωεκλογών είναι πιο ρεαλιστική και έγκυρη όταν συμπεριλάβει την αποχή στη συμπεριφορά (%) των προηγούμενων ψηφοφόρων των κομμάτων. Σε αυτή την εικόνα παρατηρεί κανείς π.χ. ότι η Νέα Δημοκρατία ψηφίστηκε ξανά στις ευρωεκλογές περίπου από τους μισούς ψηφοφόρους της του Ιουνίου 2023, με κύριο όμως χαρακτηριστικό ότι σχεδόν το 29% από αυτούς δεν εμφανίστηκαν στις κάλπες, ενώ το 21% εμφανίστηκε και επέλεξε άλλο κόμμα. Με αναλογία μάλιστα που φαίνεται να αποδίδει δύο μονάδες λιγότερο στα θεωρούμενα κόμματα δεξιότερα της Ν.Δ. σε σχέση με τα υπόλοιπα (αριστερότερα) κόμματα.

Αυτή είναι πράγματι μια καλή βάση ανάλυσης για όλα τα κόμματα και μένει φυσικά να προσδιοριστεί στη συνέχεια η συμπεριφορά των απεχόντων, αλλά και όσων μετακινήθηκαν σε άλλα κόμματα. Με δεδομένο βέβαια ότι, όπως επανειλημμένα έχει αποδειχθεί, οι εκλογικές μετακινήσεις στις ευρωεκλογές κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρηθούν εν γένει σταθερές και μόνιμες.

*Ο κ. Πάνος Σταθόπουλος είναι διευθυντής Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT