Η υποψηφιότητα της Αννας Διαμαντοπούλου για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ μόνο αδιάφορη δεν είναι για τους ήδη συμμετέχοντες στην προεκλογική διαδικασία, καθώς όλοι αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για εξέλιξη που μεταβάλλει σημαντικά τα δεδομένα.
Και κάποιοι από αυτούς καλωσορίζουν την υποψηφιότητα της πρώην επιτρόπου ως ένα στοιχείο που αναμφίβολα θα εμπλουτίσει τη διαδικασία και θα συνεισφέρει και στην πολιτική συζήτηση για την επόμενη ημέρα. Για ορισμένους άλλους, πάντως, πιθανότατα η υποψηφιότητα Διαμαντοπούλου θα επηρεάσει δυσμενώς τις προοπτικές της υποψηφιότητάς τους.
Η πρώην υπουργός εκτιμάται πως μπορεί να προσελκύσει παλαιούς ψηφοφόρους του κόμματος που στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις στράφηκαν προς τη Ν.Δ.
Ουδείς αμφιβάλλει ότι η προεκλογική αντιπαράθεση για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αποκτά περισσότερο πολιτικά χαρακτηριστικά, ξεφεύγει από τη σύγκριση προσωπικοτήτων και μπαίνει στο τραπέζι με περισσότερο ουσιαστικούς όρους η συζήτηση για τον προσανατολισμό του κόμματος, το κοινό στο οποίο απευθύνεται, το κεντρικό πολιτικό μήνυμα, αλλά και σε σχέση με τη συζήτηση για την ανάγκη ανασύνθεσης της Κεντροαριστεράς.
Ηδη ως ένα ισχυρό χαρακτηριστικό της κ. Διαμαντοπούλου προκρίνεται η «κυβερνησιμότητα» που εκπέμπει, το γεγονός, δηλαδή, ότι πρόκειται για ένα πολύ έμπειρο πολιτικό στέλεχος, με σημαντική διαδρομή και θητεία σε καίριες θέσεις την εποχή της παντοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ. Υπό μία έννοια πρόκειται για μια υποψηφιότητα που μπορεί να ενεργοποιήσει στους ψηφοφόρους του κόμματος τη μνήμη των παλαιών, καλών ημερών.
Πέραν αυτού, κατά κοινή ομολογία πρόκειται για μια υποψηφιότητα που, υπό όρους, θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά το αποτύπωμα της εσωκομματικής διαδικασίας του ΠΑΣΟΚ. Οπως σχολιάζει έμπειρο στέλεχος του κόμματος, η κ. Διαμαντοπούλου μπορεί αποτελεσματικότερα από τους υπολοίπους υποψηφίους να απευθυνθεί στο κεντρώο – κεντροδεξιό ακροατήριο, το οποίο μετακινήθηκε τα τελευταία χρόνια σε σημαντικούς αριθμούς προς την πλευρά της Ν.Δ., αλλά δεν έχει αποκοπεί από τις πολιτικές καταβολές του στο ΠΑΣΟΚ.
«Πρόκειται για μια κεντροδεξιά υποψηφιότητα, που τη χρειάζεται το ΠΑΣΟΚ για να δυναμώσει», σχολιάζει σχετικά. Εφόσον αυτή η εκτίμηση επιβεβαιωθεί, η κ. Διαμαντοπούλου θα μπορούσε να προσελκύσει στην εσωκομματική εκλογική διαδικασία ψηφοφόρους που διαφορετικά δεν θα ασχολούνταν με τις κάλπες στο ΠΑΣΟΚ. Το ερώτημα είναι πόσοι είναι αυτοί οι ψηφοφόροι και πώς θα μπορούσε να επηρεάσει το αποτέλεσμα της κάλπης μια τέτοια εξέλιξη. Επίσης, κατά πόσον η υποψηφιότητα Διαμαντοπούλου μπορεί να διεμβολίσει τις υπόλοιπες υποψηφιότητες και ειδικότερα το «δίδυμο» Νίκου Ανδρουλάκη – Χάρη Δούκα, που δημοσκοπικά τουλάχιστον εμφανίζεται να υπερέχει των υπολοίπων υποψηφίων.
Κατά κοινή ομολογία ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται να ευνοείται από μια εκλογική διαδικασία που θα μείνει εντός των «κομματικών τειχών». Από έναν αριθμό ψηφοφόρων, δηλαδή, που δεν θα είναι πολύ μεγάλος και θα προέρχεται από τις τάξεις του κόμματος. Αντίθετα, εάν η εκλογική διαδικασία ανοίξει και καταφέρει να προσελκύσει το ενδιαφέρον ενός ευρύτερου ακροατηρίου, που θα φθάσει μέχρι την κάλπη, τότε θεωρείται ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει μικρότερες πιθανότητες επανεκλογής. Υπό αυτή την έννοια, η υποψηφιότητα Διαμαντοπούλου, και η απήχηση που προεξοφλείται ότι θα έχει, μόνο αδιάφορη δεν είναι. Πέραν αυτών δίνει ένα επιπλέον ενδιαφέρον στις συμμαχίες που θα διαμορφωθούν για τον δεύτερο γύρο των εκλογών για την ανάδειξη ηγεσίας.