Κάθε υπηρεσία και τα «δικά της» δεδομένα

Κάθε υπηρεσία και τα «δικά της» δεδομένα

Το σπασμένο «τηλέφωνο» μεταξύ των φορέων του Δημοσίου που δεν μοιράζονται τα αποτελέσματα των μετρήσεων και των ερευνών τους και πώς σκοπεύει να το διορθώσει η κυβέρνηση

8' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν αρχές Σεπτεμβρίου, έναν χρόνο πριν. Λίγες ημέρες είχαν περάσει από τις καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία και στην –εκ των υστέρων– διαδικασία αναζήτησης ευθυνών προέκυψε το εξής ελληνικό παράδοξο: η ΕΜΥ (Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία) είχε προβλέψει σωστά τα καιρικά φαινόμενα στη Θεσσαλία, αλλά δεν υπήρχε η δυνατότητα οι μετεωρολογικές αυτές προγνώσεις να μεταφραστούν από τους αρμόδιους επιστήμονες (γεωλόγους, υδρολόγους, μηχανικούς, πολεοδόμους κ.ά.) σε συνέπειες επί του πεδίου, γιατί δεν υπήρχε συνεργασία. Μπορεί να γνωρίζαμε ότι θα πέσει τεράστια ποσότητα νερού σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά κανένας δεν είχε ασχοληθεί να υπολογίσει πού θα πάει αυτό το νερό, ποιες είναι οι πιθανότητες να σημειωθούν πλημμύρες και τι θα μπορούσε να γίνει προληπτικά, γιατί η ΕΜΥ, το Εθνικό Αστεροσκοπείο και η Πολιτική Προστασία δεν είχαν συνεργασία που να προϋποθέτει τον διαμοιρασμό των πληροφοριών μέσα από συγκεκριμένα και καθορισμένα πρωτόκολλα.

Αλλαγή μετ’ εμποδίων

Η κυβέρνηση, υπό τις νέες συνθήκες κλιματικής κρίσης, αποφάσισε την υπαγωγή της ΕΜΥ και του Εθνικού Αστεροσκοπείου στο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Φυσικά οι αντιδράσεις ήταν μεγάλες, όπως συμβαίνει σε κάθε αλλαγή της υφιστάμενης δομής στο Δημόσιο. Οκτώ μήνες μετά την ψήφιση του σχετικού νόμου η κατάσταση παραμένει «μεταβατική». Δηλαδή δεν έχουν εκδοθεί τα Προεδρικά Διατάγματα (Π.Δ.) και οι Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις (ΚΥΑ) που αφορούν το οργανόγραμμα και τον τρόπο λειτουργίας του νέου συστήματος. «Πιστεύω ότι σε 6-12 μήνες θα έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες. Η ΕΜΥ έχει τον πρώτο ρόλο στην έκδοση προγνώσεων και των προειδοποιήσεων προς το κοινό. Το Αστεροσκοπείο έχει το ερευνητικό κομμάτι» λέει στην «Κ» ο Δημήτρης Ζιακόπουλος, μετεωρολόγος και μέλος της επιτροπής εκτίμησης κινδύνου του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. «Θέλουμε να φτιαχτεί μια εθνική βάση δεδομένων με έδρα το υπουργείο και από εκεί να παίρνουν όλοι οι δημόσιοι φορείς ό,τι θέλουν».

Πολύτιμα στοιχεία που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στη χάραξη καινοτόμων πολιτικών παραμένουν θαμμένα κάτω από τη βαριά σκιά της γραφειοκρατίας.

Η εμπλοκή με την ΕΜΥ και την Πολιτική Προστασία είναι ενδεικτική της υστέρησης της ελληνικής πολιτείας στη συλλογή και την αξιοποίηση δημόσιων δεδομένων, τα οποία ακόμη κι όταν συλλέγονται δεν είναι προσβάσιμα σε εκείνους που θα μπορούσαν να τα αξιοποιήσουν. Οι δημόσιοι οργανισμοί αναζητούν ο ένας από τον άλλον δεδομένα μέσα από γραφειοκρατικές, αργές και πολλές φορές ατελέσφορες διαδικασίες. Φορείς που έχουν στα χέρια τους στοιχεία δεν κρατούν αρχεία γιατί κανείς δεν τους το έχει ζητήσει. Οι ερευνητές χρησιμοποιούν γνωστούς και βάζουν «μέσον» για να φτάσουν στα δεδομένα που χρειάζονται. Παράλληλα, μεγάλο ποσοστό της επιστημονικής πληροφορίας που παράγεται από ερευνητικές εργασίες στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ιδρύματα καταλήγει στον κάλαθο της αιώνιας λήθης. Την ίδια στιγμή, η Ε.Ε. βρίσκεται πολλά βήματα πιο μακριά εξερευνώντας τις δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης, η ανάπτυξη της οποίας τρέφεται από δεδομένα. Στο πλαίσιο αυτό ζητάει από τα κράτη-μέλη προτάσεις έτσι ώστε η αξιοποίηση των πληροφοριών μέσω τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ) να μπορεί να παράγει απτά αποτελέσματα για την υγεία, την οικονομία, τις μεταφορές, τη ζωή των πολιτών. Το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής βρίσκεται στο τελικό στάδιο προετοιμασίας του σχεδίου, το οποίο θα παρουσιαστεί το φθινόπωρο, για τη δημιουργία κεντρικού φορέα συγκέντρωσης δεδομένων, σε μια προσπάθεια να εδραιωθεί η αντίληψη των ανοιχτών δεδομένων τουλάχιστον ανάμεσα στους φορείς του Δημοσίου.

Νόμος και «παράθυρα»

Και όμως, η Ελλάδα έχει ένα πρωτοπόρο νομικό πλαίσιο όσον αφορά τα δεδομένα. Εκτός από τη λειτουργία της Διαύγειας, υπάρχει νομοθεσία (4305/2014) που ορίζει ότι «οι φορείς του Δημοσίου προβαίνουν στην καταγραφή και αξιολόγηση των συνόλων εγγράφων, πληροφοριών και δεδομένων που βρίσκονται στην κατοχή τους ανά κατηγορίες, προς τον σκοπό ανοικτής τους διάθεσης».

«Στην πράξη όμως το νομικό πλαίσιο που έχουμε δεν επιτελεί τον σκοπό του. Ο κάθε φορέας μπορεί να πει δεν έχουμε τους πόρους, δεν έχουμε τεχνογνωσία, δεν έχουμε προσωπικό. Θα πρέπει να υπάρξει μια προτεραιοποίηση, ποια είναι τα πιο σημαντικά δεδομένα και αρχικά να ανοίξουμε αυτά τουλάχιστον», λέει στην «Κ» ο Διομήδης Σπινέλης, καθηγητής στο τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ιστορίες ερευνητικής τρέλας

«Σε ένα συνέδριο με πλησίασε ένας ιδιώτης γεωπόνος, θυμάμαι ήταν από τα Γιάννενα. Μιλήσαμε λίγο και κατάλαβα ότι με αναζήτησε γιατί είχα το ίδιο όνομα με έναν υπάλληλο του υπουργείου Γεωργίας που έκανε μελέτες σε σχέση με τα ποτάμια και τις λίμνες της Ελλάδας. Ο υπάλληλος είχε συνταξιοδοτηθεί πλέον αλλά είχε δουλέψει πολύ, επί 30 χρόνια έκανε μελέτες, μάζευε στοιχεία. Ξέρετε πού είναι όλα αυτά; Πιθανότατα σε κάποιο κοντέινερ ή και πουθενά. Μπορέσαμε να βρούμε μόνο μια μελέτη», περιγράφει ο ερευνητής με αντικείμενο τη γεωπληροφορική και την υδρολογία Κωνσταντίνος Σούλης. Πριν από κάποια χρόνια ζήτησε τις παροχές των ποταμών από τη ΔΕΗ η οποία τις μετρούσε για να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες για τη λειτουργία των υδροηλεκτρικών εργοστασίων. «Μπήκα σε μια μεγάλη αίθουσα και έπρεπε να αναζητήσω στις ταινίες που βγάζουν τα όργανα αυτό που ήθελα. Γραφήματα 30 ετών να τα κάνεις αριθμούς».

«Δεν έχουμε πρόσβαση ούτε σε απλά νούμερα»

Δεδομένα στον κάλαθο των αχρήστων; Η ιστορία των Eλλήνων επιστημόνων. Ο εδαφολογικός χάρτης της Ελλάδας φτιάχτηκε πριν από περίπου 15 χρόνια, επιστημονική δουλειά που κράτησε χρόνια και χρειάστηκε πολλά κονδύλια. Αναρτήθηκε σε ένα site που δεν «δούλεψε» ποτέ.

Κάθε υπηρεσία και τα «δικά της» δεδομένα-1

Ο Ηλίας Δημητρίου, ερευνητής στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), εξηγεί ότι πολλές φορές υπάρχουν δεδομένα αλλά κανείς δεν το γνωρίζει ότι υπάρχουν. Σε εφαρμογή της οδηγίας πλαίσιο για τα νερά έχει δημιουργηθεί ένα εθνικό δίκτυο παρακολούθησης για την οικολογική ποιότητα των υδάτων της χώρας. Τα αποτελέσματα δημοσιοποιούνται στην ιστοσελίδα του υπουργείου Περιβάλλοντος, ενώ συνοδεύονται και από δείκτες ποιοτικών δεδομένων και όρια ασφαλείας της στάθμης, ώστε να μπορεί να τα κατανοήσει και κάποιος μη ειδικός. Ωστόσο, ελάχιστες περιοχές φαίνεται να έχουν ενδιαφερθεί για την ποιότητα των νερών τους. «Στην αξιοποίηση των δεδομένων είμαστε πίσω. Η Περιφέρεια Θεσσαλίας μετά τον “Daniel” και ο Δήμος Τρικάλων τα χρησιμοποιεί», λέει ο κ. Δημητρίου.

Την τελευταία 15ετία έχουν βελτιωθεί πολύ τα πράγματα, αλλά όπως φαίνεται είμαστε ακόμη πολύ μακριά από αυτό που θα έπρεπε να συμβαίνει. «Πολλοί δημόσιοι οργανισμοί και φορείς αντλούν τη δύναμή τους από το ότι δεν παρέχουν δεδομένα και πληροφορίες και έτσι παραμένουν οι μόνοι κάτοχοι της αλήθειας και της γνώσης», αναφέρει στην «Κ» κυβερνητικό στέλεχος. «Αυτό δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί. Τα δεδομένα που έχει οποιαδήποτε υπηρεσία έχουν παραχθεί με δαπάνη του κράτους. Είναι δημόσιο αγαθό. Ο,τι παρήχθη δεν είναι ιδιοκτησία κανενός προσωπικά, δεν μπορούν να τα παρακρατούν», επισημαίνει.

Ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος είναι βιοκλιματολόγος στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η έρευνά του εστιάζεται στην επίδραση του κλίματος στους έμβιους οργανισμούς. «Στην Ελλάδα παράγουμε πολλές ερευνητικές εργασίες, γίνεται πολύ αξιόλογη ερευνητική δουλειά. Παραδίδουμε τις εργασίες μας σε αυτόν που μας τις ζήτησε, αλλά τα παραδοτέα μας αν δεν είναι δημοσιεύσεις –που πολλές φορές δεν είναι– δεν συγκεντρώνονται κάπου, δεν μπορείτε να τα βρείτε σε ένα site για παράδειγμα. Εσείς ως δημοσιογράφος δεν μπορείτε να βρείτε τις εκατοντάδες μελέτες που έχουν γίνει για τα ελληνικά δάση. Και είναι μεγάλο κρίμα», τονίζει. «Σ’ αυτό το τοπίο μπορεί κάποιος να ξεκινήσει την ίδια έρευνα, γιατί απλώς δεν ξέρει ότι έχει γίνει στο παρελθόν. Δαπάνη χρόνου και κεφαλαίων χωρίς να πηγαίνει κάτι μπροστά», προσθέτει.

Τα δεδομένα, ακόμη και τα απλά στοιχεία, όπως π.χ. μετρήσεις διελεύσεων από έναν δρόμο, πολλές φορές στην Ελλάδα «δεν δίνονται στο κοινό ανοιχτά και ελεύθερα», σημειώνει. «Για πάρα πολλά πράγματα που έχουν μετρηθεί για να βγουν συμπεράσματα έχει ξοδευτεί χρόνος και χρήμα. Μετά τα παρουσίασε κάποιος στο διδακτορικό του σε 20 ανθρώπους και τελείωσε».

Αλλά και όταν υπάρχουν ανοιχτά δεδομένα είναι πολύ δύσκολο να τα βρεις. «Αν μου ζητήσει κάποιος στοιχεία από ένα ερευνητικό πρόγραμμα, εκτός από λίγες περιπτώσεις –που δεν έχουν σχέση με τη δική μου έρευνα– πρέπει να τα δώσω. Ομως, δεν είναι δυνατόν να μπαίνει κάποιος και να ψάχνει τι κάνει ο κάθε ερευνητής και να στέλνει μέιλ ζητώντας δεδομένα. Δεν μπορεί να γίνεται έτσι. Θα μπορούσε εύκολα να υπάρχει ένα αποθετήριο γνώσης και να έχουμε την υποχρέωση από τον νόμο τα ερευνητικά έργα που έχουν δημιουργηθεί με εθνικά ή ευρωπαϊκά κονδύλια να ανεβαίνουν εκεί».

Σχέδιο για κοινή «τράπεζα» data το φθινόπωρο

Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Δημήτρης Παπαστεργίου εξηγεί ότι το φθινόπωρο αναμένεται να παρουσιάσει το κυβερνητικό σχέδιο για τη σύσταση κεντρικού φορέα συλλογής και διαχείρισης δεδομένων.

«Επεξεργαζόμαστε στο υπουργείο μια πρόταση για το πώς μπορούν να αξιοποιηθούν τα δεδομένα που έχουμε εμείς, αλλά και όλο το Δημόσιο για την ανάπτυξη αποτελεσματικών πολιτικών. Τα δεδομένα είναι πλούτος για όλους τους τομείς πολιτικής. Στη φορολογική πολιτική η διασταύρωση στοιχείων θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολύ πιο δίκαιο σύστημα από αυτό που υπάρχει σήμερα. Με αφορμή όσα συνέβησαν στην Αττική θα μπορούσες –για παράδειγμα– να χρησιμοποιήσεις όλα τα δεδομένα από τις πυρκαγιές που έχουν συμβεί στην περιοχή τα τελευταία 20 χρόνια και να βγάλεις πολύ χρήσιμα συμπεράσματα», τονίζει ο κ. Παπαστεργίου. «Η δύναμη βρίσκεται στα δεδομένα και το Δημόσιο θα μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει ορθά για να χαράξει δημόσιες πολιτικές. Ποια ασθένεια εμφανίζεται περισσότερο σε μια συγκεκριμένη περιοχή; Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην αιτία. Μήπως έχει σχέση με τη διατροφή; Ή τις συνθήκες», λέει ο υπουργός.

Ο κ. Παπαστεργίου τονίζει επίσης ότι ήρθε η ώρα να αξιοποιήσουμε τη δύναμη των δεδομένων που έχει το Δημόσιο. «Ποιο είναι το αξεπέραστο πλεονέκτημα της Google; Εχει δεδομένα για σένα, ξέρει τι προτιμάς για φαγητό, τι βιβλία διαβάζεις, πώς διασκεδάζεις, τι έχεις ψάξει, ξέρει τις συνήθειές σου. Τα δεδομένα είναι μεγάλη δύναμη. Οσον αφορά το Δημόσιο, βέβαια, αναφερόμαστε πάντα σε ανώνυμα δεδομένα».

Οι δημόσιοι φορείς θα συνεργαστούν; «Το κράτος θα πρέπει να εξηγήσει στους φορείς του, όπως το κάναμε και με την ανάπτυξη του gov.gr, ότι τα στεγανά έχουν τελειώσει. Δεν είναι δουλειά του κάθε φορέα να αποφασίσει τι θα κάνει τα δημόσια δεδομένα που έχει».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT