Μάτια ερμητικά κλειστά;

Ποτέ η Άγκυρα δεν προσέφερε ούτε καν ενδείξεις, πόσο μάλλον αποδείξεις πως είναι έτοιμη να προχωρήσει σε έναν ωφέλιμο συμβιβασμό

3' 23" χρόνος ανάγνωσης

Διαβάζοντας το τελευταίο άρθρο του συναδέλφου και πρώην ΥΦΥΠΕΞ Χρήστου Ροζάκη («Μια νέα εποχή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις;») έθεσα στον εαυτό μου ένα ερώτημα. Θα προσπαθήσω να το απαντήσω απλά και κατανοητά. Υπενθυμίζοντας την τελική παρατήρηση του. «Εν κατακλείδι, η ευφορία του πρόσφατου παρελθόντος τείνει να εξανεμισθεί, αλλά τουλάχιστον έχουμε την ικανοποίηση ότι η Τουρκία, παρά την εμμονή της στις διεκδικήσεις της, τηρεί τους βασικούς όρους της Διακήρυξης των Αθηνών. Το ερώτημα είναι έως πότε»; Προσπερνώντας την επιλογή λέξεων, όπως ευφορία και ικανοποίηση, μπολιασμένες μάλιστα με πρώτο πληθυντικό, ερωτώ: Τι μήνυμα περνάει το άρθρο για την Ελλάδα, πρωτίστως σε εκείνους που ήδη το διάβασαν στην Τουρκία;

Απάντηση: Δείχνει το πνεύμα που υπάρχει σε μια μερίδα του κατεστημένου (με την ευχή να μην είναι το κυρίαρχο) και την αντίληψη του στην άσκηση πολιτικής έναντι της Τουρκίας. Μια αντίληψη που προϊδεάζει τον αναγνώστη στην Άγκυρα πως με την Αθήνα δεν είναι ανέφικτο να πράξουμε στο τέλος ότι θέλουμε. Είναι εξαρτημένη, χωρίς σχέδιο και αυτοπεποίθηση. Έτοιμη για τον οποιοδήποτε συμβιβασμό. Ταυτόχρονα, το μήνυμα είναι πως συμφέρει την Τουρκία να συνεχίσει να πιέζει όσο το δυνατόν περισσότερο με την πεποίθηση πως «έχουμε το περιθώριο να συνεχίσουμε να τους πιέζουμε χωρίς συνέπειες». Ως εκ τούτου, άνευ συνεπειών, τις επόμενες φορές θα ενοχλήσουμε περισσότερο. 

Αβίαστα προκύπτει και η απάντηση στο ερώτημα του κ. Ροζάκη «έως πότε;». Έως τη στιγμή που ο κ. Ερντογάν αποφασίσει πως η περίοδος της συγκυριακής τακτικής του αναδίπλωσης απέναντι μας έλαβε τέλος. Ποτέ άλλωστε η Άγκυρα δεν προσέφερε ούτε καν ενδείξεις, πόσο μάλλον αποδείξεις πως είναι έτοιμη να προχωρήσει σε έναν ωφέλιμο συμβιβασμό. Επιπλέον, κανείς ισχυρός δεν της ζήτησε να αποκηρύξει τον μεγαλοϊδεατισμό της και ούτε δημιουργήθηκε ή προσπαθήσαμε να σχεδιάσουμε, ένα δυτικό πλαίσιο πολυμερούς διαπραγμάτευσης που θα κουμπώσει και η Ελλάδα για να μπορέσουμε να διαπραγματευτούμε ως ίσοι προς ίσοι (βλ. «Υπεργολάβοι ή Αρχιτέκτονες;», Καθημερινή, 6/8/2023). Η πεπατημένη δεν λειτούργησε στο παρελθόν (βλ. 
«Η Πηνελόπη και η Χάγη», Καθημερινή 17/9/2023), πόσο μάλλον σήμερα. Με τη Νέα Τουρκία να σπρώχνει έναν γεωπολιτικό αναθεωρητισμό με ποιοτικές διαφορές από τον κεμαλικό εθνικισμό. Εξού και περισσότερο επικίνδυνο. Είναι δυνατόν ποτέ ένα κράτος που θέλει να αλλάξει το status quo, να δεχτεί να θέσει το μνημόνιο της «Γαλάζιας Πατρίδας» ενώπιον διεθνούς δικαιοδοτικού οργάνου που υφίσταται για την προάσπιση του ίδιου του status quo από τέτοιες ενέργειες; Δεν πρόκειται για πυρηνική φυσική αλλά για κοινή λογική.   

Η εξωτερική πολιτική περιλαμβάνει σχεδιασμό και διαχείριση. Λείπουν αρχιτέκτονες με γνώση και αυτοπεποίθηση. Ο τελευταίος που πέρασε ήταν ο αείμνηστος Γιάννος Κρανιδιώτης. Δίνοντας σάρκα και οστά στην κατά Μρεζίνσκι μίξη σκέψης με δράση. Αυτονόητο πως δεν βρισκόμαστε σε συνθήκες Ελσίνκι αλλά το Ελσίνκι ήταν ένα πρωτίστως δυτικό πλαίσιο που εκμεταλλεύτηκε εξαιρετικά ο Κρανιδιώτης για να κλειδώσει την ευρωπαϊκή πορεία της Κύπρου και να προετοιμάσει το έδαφος για μια μη ετεροβαρή συνεννόηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Παντρεύοντας κοινά συμφέροντα και διαμορφώνοντας επωφελείς ισορροπίες. Όταν έπεφταν τα τηλέφωνα από Κλίντον και Σιράκ προς τον Σημίτη για να προσφέρει πράσινο φως στην τουρκική υποψηφιότητα στην ΕΕ και μπροστά στην πίεση που δεχόταν η Αθήνα, ήταν ο Κρανιδιώτης που είπε: «Που θα πάει, θα τα καταφέρουμε». Και τα κατάφερε. 

Τέτοια πλαίσια έπρεπε ήδη να αναζητεί η Αθήνα. Προσαρμοσμένα στα νέα δεδομένα συνεργατικού ρεαλισμού (περιλαμβάνοντας και την ειδική σχέση ΕΕ-Τουρκίας). Δεν είμαστε αφελείς. Προφανώς αργότερα θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να βρεθούμε σε ένα τραπέζι διαπραγμάτευσης με την Τουρκία. Είμαστε οι πρώτοι που επιθυμούμε να συνεννοηθούμε. Φροντίζοντας όμως να έχουμε πρώτα μαχητικά διαπραγματευτεί το πλαίσιο εκλογίκευσης της με Αμερικανούς και Ευρωπαίους. Αν και επαναλαμβάνω πως μόνοι μας δεν μπορούμε προοπτικά να αποφύγουμε έναν πιθανότατα επώδυνο συμβιβασμό, με μάτια ερμητικά ανοικτά, παραμένουμε εθνικά υποχρεωμένοι για το ορατό μέλλον να συνεχίσουμε να επωμιζόμαστε το κόστος της δυσβάσταχτης με την Τουρκία σχέση. Με αδήριτη την ανάγκη μιας φιλότιμης και με αυτοπεποίθηση, ενεργητικής στρατηγικής που θα υλοποιήσει το μήνυμα προς όλους εμάς: «Που θα πάει, θα τα καταφέρουμε». Καταληκτικά, όχι, δεν πιστεύουμε πως η δική μας μικρή ελληνική στάνη δεν μπορεί να βγάλει άλλο γάλα. Είναι τότε που θα γράφουμε για μια νέα εποχή.   

*Ο κ. Σωτήρης Σέρμπος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT