Λάμψη, ταλέντο και μετά κενό

Ενας ολόκληρος χρόνος αβεβαιότητας, συγκρούσεων και νοσηρότητας έχει απαξιώσει τον ΣΥΡΙΖΑ εκλογικά, οργανωτικά και ηθικά. Δεν είναι πια ο κύριος των εξελίξεων στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς και Αριστεράς

7' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εν αρχή ην το γνωστικό κενό. Η μη καλή γνώση της χώρας, του διεθνούς περιβάλλοντος, του ίδιου του κόμματός του. Αυτό είναι το πρώτο διακριτικό γνώρισμα της ηγεσίας Κασσελάκη. Ετσι, ο ηγέτης που τόσο απρόσμενα βρέθηκε στην κορυφή έπεσε σε μια μάχη που θα μπορούσε –προκαλώντας ο ίδιος πρόωρη εκλογή ηγεσίας– να μη χάσει. Αυτή η έλλειψη εμπειρίας και γνώσεων συνόδευσε όλη την πορεία του. Σημάδεψε και την πτώση του. Ηγέτης που δεν αποτρέπει, ενώ μπορεί, μομφή προς το πρόσωπό του, ακριβώς γιατί δεν γνωρίζει τους συσχετισμούς στην Κεντρική Επιτροπή που ο ίδιος διευθύνει, δεν είναι αποτελεσματικός ηγέτης. Και δεν έχει σοβαρό επιτελείο. Τελεία.

Φυσικά, ο Κασσελάκης είχε ιδέες και πεποιθήσεις. Είχε, επίσης, λάμψη και ταλέντο. Η υπερεστίαση όμως στις ιδέες και στο ταλέντο τυφλώνει την ανάλυση. Και αποκρύβει τις τεράστιες ευθύνες εκείνου του στενού αρχικού κύκλου στελεχών που οργάνωσε και στήριξε την υποψηφιότητα Κασσελάκη ενώ γνώριζε από πρώτο χέρι την έλλειψη γνώσεων και εμπειρίας του νέου υποψηφίου. Αυτός ο στενός πρώτος κύκλος έπαιξε στα ζάρια την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ. Το «συγγνώμη, έκανα λάθος», ως να επρόκειτο για εσφαλμένη δήλωση σε μικροθέμα επικαιρότητας, δημιουργεί χαμόγελα. Το «συγγνώμη, είχα συμφέρον» θα ανταποκρινόταν καλύτερα στην περίπτωση.

Ο ηττημένος

Χωρίς να υπεισέλθουμε στη βαρετή εξιστόρηση γνωστών γεγονότων, θα αρκεστούμε σε ορισμένα σημεία.

Ο Στέφανος Κασσελάκης διαμόρφωσε –κυρίως ενόψει των ευρωεκλογών– ένα αφήγημα για τη χώρα καλύτερο από εκείνο πολλών εκ των ανταγωνιστών του, ιδίως του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Αριστεράς. Παρήγαγε, επίσης, προτάσεις πολιτικής, όχι ιδιαίτερα επεξεργασμένες αλλά συχνά ελκτικές. Η δε επικοινωνιακή του προσέγγιση (δεν γράφω «στρατηγική») έξυπνα εστιάστηκε στο «σύγχρονο», στο «νέο» και, όπως έγραψαν οι ερευνητές Δημήτρης Ελαφρόπουλος και Αλεξάνδρα Γεωργακοπούλου, στην «κατασκευή αυθεντικότητας».

Ο Κασσελάκης κατανοούσε την πολιτική ως μια «στρατηγική προσωπικότητας» που αποσκοπούσε, σε συνδυασμό με τα προγραμματικά big issues που προωθούσε, να διεμβολίσει οριζόντια τα εκλογικά ακροατήρια των ανταγωνιστικών κομμάτων. Η πολιτική ήταν μια προεδρικού –και μάλιστα αμερικανικού– τύπου συνεχής εκλογική εκστρατεία. Ο συλλογικός τρόπος του ήταν «ξένος». Η δράση του ήταν ένα αδιάκοπο one man show.

Ο ατομικισμός στην άσκηση της εσωκομματικής εξουσίας αλλά και ο πόλεμος στη γραφειοκρατία υπήρξαν το προϊόν αυτής της αντίληψης. Αναμφίβολα, η κομματική γραφειοκρατία είναι φορέας στασιμότητας και έλλειψης καινοτομίας, και ειδικά στον παραδοσιακά πολυτασικό ΣΥΡΙΖΑ, παραγωγός τακτικισμού, φραξιών και ιδιοτέλειας. Ταυτόχρονα, όμως, η γραφειοκρατία, σε όλα τα κόμματα, και στον ΣΥΡΙΖΑ, ενσαρκώνει τη θεσμοποίηση και την κυριαρχία του κανόνα απέναντι στους προύχοντες και στους ανεξέλεγκτους αρχηγούς και αρχηγίσκους. Ιστορικά δε στην Ευρώπη η γραφειοκρατικοποίηση των μεγάλων κομμάτων της Αριστεράς αντιπροσώπευσε την πρόοδο σε σύγκριση με τα χαοτικά, πολυκεντρικά και χωρίς δομημένες δημοκρατικές λειτουργίες «κόμματα προυχόντων» ή «κόμματα ελίτ». Eτσι, η γραφειοκρατία περιορίζει, από τη μια, τη δημοκρατία και είναι, από την άλλη, αυτή που τη διασφαλίζει και την κάνει να λειτουργεί.

Ο «τρόπος» όμως Κασσελάκη, που ταύτιζε τη δημοκρατία με την «αδιαμεσολάβητη» επικοινωνία με τη βάση, οδηγούσε μοιραία στη σταδιακή μεταμόρφωση του ήδη αρχηγικού ΣΥΡΙΖΑ σε ένα από τα πιο αρχηγοκεντρικά κόμματα στην Ευρώπη. Η δυναμική υπερσυγκέντρωσης των εξουσιών, με δεδομένη την ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγούσε αναπόφευκτα σε έκρηξη των εσωτερικών συγκρούσεων και της εσωστρέφειας – άρα, και σε μειωμένη εκλογική αποτελεσματικότητα. Αυτό και έγινε. Τι σημαίνει, σε αυτό το πλαίσιο, το «δεν με άφησαν να ασκήσω την πολιτική μου»; Πόσα στελέχη με αυτοσεβασμό, και για πόσο καιρό, θα δέχονταν να γίνουν η ηχώ και οι αναμεταδότες θέσεων που μάθαιναν από το TikTok και την τηλεόραση και οι οποίες επιπλέον άλλαζαν συχνά; Αν ο Κασσελάκης είχε οδηγήσει το κόμμα στο 30%, ναι, θα υπήρχαν πολλοί πρόθυμοι. Η στήριξη όμως του στελεχικού δυναμικού προϋποθέτει συμμετοχή (κάποια έστω συμμετοχή) στην απόφαση ή, τουλάχιστον, συμμετοχή στην ίδια οργανωτική και πολιτική κουλτούρα. Τα προηγούμενα όμως δεν κατανοήθηκαν διότι υπερέβαιναν το λογισμικό Κασσελάκη, που ταύτιζε την «αδιαμεσολάβητη» επικοινωνία με τη δημοκρατία και την πολιτική με τη μόνιμη προεδρική εκστρατεία. Oπως δεν κατανοήθηκε γιατί ένας ηγέτης που εξελέγη από τη βάση μπορεί να χάσει την εξουσία από τα στελέχη, για να παραφράσω τον Πάνο Κολιαστάση. Τα κόμματα έχουν δραματικά αλλάξει σε σύγκριση με το παρελθόν. Παραμένουν όμως κοινότητες ανθρώπων και δεν είναι ούτε δίκτυα επαγγελματιών γραφειοκρατών ούτε λογαριασμοί στο Διαδίκτυο.

Πόσα στελέχη με αυτοσεβασμό, και για πόσο καιρό, θα δέχονταν να γίνουν η ηχώ και οι αναμεταδότες θέσεων που μάθαιναν από το TikTok και την τηλεόραση και οι οποίες επιπλέον άλλαζαν συχνά;

Συνολικά, η ηγεσία Κασσελάκη, παρά την έλξη που άσκησε σε τμήμα του πληθυσμού (όχι μόνο λαϊκίστικο, όπως έδειξε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών), δεν είχε βάθος και δεν απέκτησε βάρος. Ακόμη και οι καλύτερες όψεις της πνίγηκαν στην αμετροέπεια, στις ιδεολογικές πιρουέτες, στα παρορμητικά μπρος-πίσω, στην εύκολη προσφυγή στον λαϊκισμό και, φυσικά, σε αυτό που ονομάστηκε life style. Επιπρόσθετα, ο Κασσελάκης, θα το διατυπώσω χωρίς περιστροφές, απέτυχε στην επικοινωνία. Η γενικά σωστή επικοινωνιακή «προσέγγιση» δεν μετατράπηκε ποτέ σε δομημένη επικοινωνιακή στρατηγική. Και αυτό παρά τη λάμψη και τα χαρίσματά του. Τελικά, η ηγεσία του καταγράφηκε ως αβαθής και, κυρίως, α-πνευματική.

Οι νικητές

Δεν υπάρχει νέος πολιτικός κύκλος, όπως αυτός που άνοιξε στην Ελλάδα το 2012, χωρίς την άρθρωση εναλλακτικής πρότασης. «Οι κρίσιμες εκλογές εξαρτώνται από ιδέες», έχει γράψει η Σούζαν Μπάρσι, συνοψίζοντας την αμερικανική ιστορία των εκλογών ρήξης και ανατροπής. Ωστόσο, η άσκηση της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ επέφερε, κυρίως λόγω των ευρωπαϊκών καταναγκασμών, τη γρήγορη κατάρρευση του αριστερού αφηγήματος. Οδήγησε επίσης στη διαμόρφωση μιας ισχυρής εικόνας περιορισμένης διαχειριστικής αποτελεσματικότητας. Συνεπώς, η τρίτη περίοδος του ΣΥΡΙΖΑ, αυτή της αντιπολίτευσης 2019-2023, θα όφειλε να έχει στο επίκεντρό της, ως απόλυτη και επείγουσα προτεραιότητα, την επαναδιατύπωση, μετά το ταυτοτικό τραύμα της διακυβέρνησης, των στόχων του κόμματος. Η συγκρότηση ενός ισχυρού αριστερού μεταρρυθμιστικού προφίλ και η διατύπωση ενός μεγάλου αφηγήματος για τη χώρα ήταν τα διακυβεύματα της νέας περιόδου.

Αυτά όμως δεν συνέβησαν ή δεν συνέβησαν επαρκώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2019-2023 αυτοκτόνησε στην αντιπολίτευση. Αντί για τη διατύπωση των νέων «Στόχων του έθνους», κυριάρχησαν οι προγραμματικές μικροδιορθώσεις, οι τακτικές χωρίς στρατηγική και ο επιθετικός στερεοτυπικός λόγος. Ο Αλέξης Τσίπρας υπήρξε ο πρωτεργάτης και φέρει βαριά την ευθύνη αυτού του καταστροφικού «κενού διαστήματος» στον ΣΥΡΙΖΑ. Οι δε σημερινοί «87», το πολακιστάν, αλλά και σημαντικότατο τμήμα των σημερινών στελεχών της Νέας Αριστεράς, ούτε κατάλαβαν ούτε διαισθάνθηκαν το τι σήμαινε η μακρά συγκυρία που άνοιξε το 2019. Ή ήταν σε άλλη χώρα, ή ήταν ιδιοτελείς (ή ανιδιοτελείς, δεν αλλάζει) υποστηρικτές του αρχηγού (αντί να τον βοηθήσουν ή να τον στριμώξουν), ή απλώς ήταν περιορισμένης πολιτικής διορατικότητας, όπερ και πιθανότερο. Ενα δε μεγάλο τμήμα τους εκπροσώπησε πιο βαθιά τις πολιτικές «αυτοκτονίας στην αντιπολίτευση» και ήταν πιο βαθιά μέσα στο λάθος από ό,τι ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας. Δεν είναι τυχαίο ότι η εμφάνιση Κασσελάκη έκανε τα στελέχη αυτά, ανεξαρτήτως ηλικίας, να φαίνονται ξεπερασμένα, «γκρίζα» και παλαιά.

Ο Κασσελάκης απέτυχε στην επικοινωνία. Η γενικά σωστή επικοινωνιακή «προσέγγιση» δεν μετατράπηκε ποτέ σε δομημένη επικοινωνιακή στρατηγική. Τελικά, η ηγεσία του καταγράφηκε ως αβαθής και, κυρίως, α-πνευματική. 

Μπορούν τα στελέχη αυτά να σώσουν τον ΣΥΡΙΖΑ; Η πολιτική επιφυλάσσει εκπλήξεις, αλλά δεν είναι αυτό το πιθανό σενάριο. Είναι δε χαρακτηριστικό της περιορισμένης διορατικότητάς τους ότι η μόνη νέα θέση που κάπως έχουν διατυπώσει αναφέρεται στη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ. Είναι πρωτόγνωρο, ενώ το κόμμα τους βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση, να μην αποδίδουν κεντρική έμφαση στην επιθετική ιδεολογική και οργανωτική ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός και αν έχουν στο μυαλό τους «κάτι άλλο». Δηλαδή τον Αλέξη Τσίπρα. Αναμφίβολα, αν ο Τσίπρας προσανατολίζεται σε μια στρατηγική «μεγάλης επιστροφής», χρειάζεται την ύπαρξη ενός φιλικού κόμματος που θα στηρίξει μια τέτοια επιστροφή. Αυτή βέβαια η συζήτηση δεν μπορεί να γίνει εδώ. Εδώ ας ειπωθεί το αυτονόητο για τους «87»: δεν μπορεί να υπάρξει επιτυχημένο κόμμα αν το κόμμα αυτό λογοδοτεί σε ηγέτη που δεν έχει συμφέρον να είναι ο ηγέτης του. Και, επίσης, δεν μπορεί να υπάρξει επιτυχημένο κόμμα χωρίς στρατηγική για τον εαυτό του και τη χώρα.

Εξαρτημένος από τον ανταγωνιστή

Ενας ολόκληρος χρόνος αβεβαιότητας, συγκρούσεων και νοσηρότητας έχει απαξιώσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Οχι μόνο εκλογικά και οργανωτικά, αλλά και ηθικά. Εχει επίσης απαξιώσει και τα στελέχη του – όλων ανεξαιρέτως των πλευρών. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν είναι γνωστό αν ο Κασσελάκης θα είναι εκ νέου υποψήφιος. Ο,τι όμως και αν γίνει, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάψει να είναι ο κύριος των εξελίξεων στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς και Αριστεράς. Εξαρτάται στρατηγικά από τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ. Οι δε πασοκογενείς, χωρίς διακριτή φωνή την περίοδο 2019-2023, έχουν μετατραπεί στους πιο γνήσιους και θορυβώδεις εκφραστές αυτής της στρατηγικής εξάρτησης (κάτι σαν το παλαιό «ΠΑΣΟΚ και δημοκρατικές δυνάμεις»).

Με τόσο ανοιχτές τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ, καμία πρόβλεψη δεν μπορεί να γίνει. Αυτό που όμως μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα είναι ότι η ελληνική Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της, δεν βρίσκεται απλώς σε κρίση επιρροής και ταυτότητας. Το πράγμα είναι πιο βαρύ. Ολα δείχνουν –από την απουσία ιδεών στον ΣΥΡΙΖΑ, τις θολές συριζαϊκές στρατηγικές συνεργασίας (χωρίς παραλήπτη), μέχρι την καλοκαιρινή σιωπή λόγω διακοπών της Νέας Αριστεράς (με την εξαίρεση του Αλέξη Χαρίτση)– ότι η διαύγεια έχει χαθεί και τα μυαλά έχουν σκοτεινιάσει. Η πραγματικότητα μοιραία και σύντομα θα επαναφέρει τη λογική και την τάξη. Ισως και τη διαύγεια. Με σημαντικό το κόστος γι’ αυτούς που αντί να προηγούνται έπονται.

*O κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής Ανάλυσης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT