Το παρασκήνιο της διαδοχής Καραμανλή

Το παρασκήνιο της διαδοχής Καραμανλή

Τρεις ανέκδοτες αφηγήσεις από τα απομνημονεύματα του Γιάννη Μπούτου (1925-2004)

13' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Γιάννης Μπούτος (1925-2004) διετέλεσε μέλος πολλών κυβερνήσεων από το 1961, κατέχοντας θέσεις υπουργού, υφυπουργού και βουλευτή. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής το 1950 με το Κόμμα Φιλελευθέρων και αργότερα με την ΕΡΕ και τη Νέα Δημοκρατία, ενώ το 1990 εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με το ΠΑΣΟΚ. Τέλος, διετέλεσε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος από το 1993 έως το 1994, παραιτούμενος σε ένδειξη διαμαρτυρίας για κυβερνητικές παρεμβάσεις στο έργο του.

Το πρώτο μέρος των απομνημονευμάτων του Η ζωή μου, Α΄ Τόμος 1925-1974 θα κυκλοφορήσει το επόμενο διάστημα από τις εκδόσεις Κέδρος, σε επιμέλεια Χρήστου Αναστασίου και Περικλή Μπούτου.

Τα αποσπάσματα που ακολουθούν και αφορούν το άνοιγμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή στις Νέες Πολιτικές Δυνάμεις το 1974, τις διαδικασίες ανάδειξης του Γεωργίου Ράλλη στην αρχηγία του κόμματος το 1980 και το παρασκήνιο πίσω από την υπουργοποίηση των Μιλτιάδη Έβερτ και Στέφανου Μάνου, γεγονότα που παρακολούθησε από κοντά ο Γιάννης Μπούτος, περιλαμβάνονται στον ανέκδοτο ακόμα δεύτερο τόμο των απομνημονευμάτων του.

Το «αυτογκόλ» του Πεσμαζόγλου 

Όταν επέστρεψε ο Καραμανλής το 1974, απέβλεπε στην ανεύρεση νέων ανθρώπων από την Περιφέρεια – ιδιαίτερα από τη Μακεδονία. Τούτο προέκυψε από τις ανάγκες της στιγμής. Ήθελε να έχει την εκπροσώπηση του ευρύτερου δυνατού φάσματος πολιτικών δυνάμεων (γι’ αυτό κι έμεινε εκτός ο Παπαληγούρας τότε) – πλην βεβαίως του χώρου που εκπροσώπησε μεταγενέστερα το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ. Είχε δώσει μάλιστα οδηγίες για μια καταγραφή των πιο αξιόλογων νέων πολιτικών ή προσωπικοτήτων, διότι θεωρούσε ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει και άτομα εκτός πολιτικής. Πήρε ορισμένα στελέχη, όπως ήταν ο Τζιτζικώστας, ο Ταταρίδης, ο Ροδίου – άτομα που δεν αποτελούσαν βέβαια λαμπρές περιπτώσεις, εμπλούτισαν όμως τον πολιτικό κόσμο με νέο αίμα. Ταυτόχρονα, έκανε και μια κίνηση προς την πλευρά των Νέων Πολιτικών Δυνάμεων, των Πεσμαζόγλου, Μαγκάκη, Πρωτόπαππα, ατόμων με ευρύτερη κοινωνική απήχηση, με πνευματική αξία και το φωτοστέφανο των αντιστασιακών. Ορισμένοι απ’ αυτούς ήταν αποδεδειγμένης ικανότητας· λόγου χάρη ο Πεσμαζόγλου, ο οποίος είχε μεν τα ελαττώματά του, είχε όμως συμβάλει στη διαπραγμάτευση για τη σύνδεση της Ελλάδας με την ΕΟΚ. Ο Καραμανλής είχε μεγάλη αδυναμία στις Νέες Πολιτικές Δυνάμεις και ζήτησε τη συμμετοχή τους στους συνδυασμούς της ΝΔ.

Το παρασκήνιο της διαδοχής Καραμανλή-1
Ο Γιάννης Μπούτος με τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου. Σύμφωνα με τον πρώτο, οι όροι που έθετε ο δεύτερος για τη συνεργασία του με τη «νεογέννητη» ΝΔ ήταν «υπερφίαλοι». Ο Πεσμαζόγλου «ζήτησε το ένα τέταρτο των υποψηφίων στους συνδυασμούς της ΝΔ να είναι κατ’ επιλογή των Νέων Πολιτικών Δυνάμεων. Ζητούσε την υπουργοποίηση πέντε στελεχών του, ανάλογο αριθμό υφυπουργών, ανάλογη συμμετοχή στις διοικήσεις των τραπεζών». (Φωτογραφία: Αρχείο «Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλη»)

Toν ρόλο της προσέγγισης προς τις Νέες Πολιτικές Δυνάμεις τον ανέλαβε τότε –κατ’ εντολήν του Καραμανλή– ο Τάκης Λαμπρίας. Ο ίδιος, κατόπιν, μου διηγήθηκε ορισμένα από εκείνα που διημείφθησαν μεταξύ αυτού και του Πεσμαζόγλου κατά τις επαφές τους. Ο Πεσμαζόγλου εκτιμούσε ότι μπορούσε να εξασφαλίσει τότε το 15 με 17% περίπου των ψήφων του ελληνικού λαού και πρόβαλε όρους εντελώς απαράδεκτους και υπερφίαλους. Για τη συμμετοχή στη ΝΔ πρότεινε συνεργασία, αφού προηγουμένως θα είχε επιτευχθεί συμφωνία πάνω σε ένα πρόγραμμα πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής δράσης. Επιπλέον, ζήτησε το ένα τέταρτο των υποψηφίων στους συνδυασμούς της ΝΔ να είναι κατ’ επιλογή των Νέων Πολιτικών Δυνάμεων. Μετά τις εκλογές, κι εφόσον το αποτέλεσμα θα ήταν ευνοϊκό, ζητούσε την υπουργοποίηση πέντε στελεχών του, ανάλογο αριθμό υφυπουργών, ανάλογη συμμετοχή στις διοικήσεις των τραπεζών και την επάνδρωση των νομαρχιών με ανθρώπους της επιλογής του. Απέβλεπε δηλαδή στη δημιουργία ενός αυτοδύναμου πολιτικού σχηματισμού προώθησης των προοδευτικών προγραμμάτων και ιδεών τους, εποχούμενου στο άρμα της ΝΔ. Αυτή η επιδίωξη έδειχνε ακριβώς πόσο μακριά από την πολιτική πραγματικότητα βρίσκονταν.

Ο Καραμανλής τότε ήταν κυρίαρχος, απολαμβάνοντας της εμπιστοσύνης της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Η δε πρόταση Πεσμαζόγλου ήταν βαθύτατα πολιτική, συνεπώς απαράδεκτη. Εάν γίνονταν δεκτοί οι όροι, ο Καραμανλής θα μεταβαλλόταν σε όμηρο μιας μικρής μεν, αλλά ικανού αριθμού μελών Κοινοβουλευτικής Ομάδας, η οποία με την απειλή απόσυρσης της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης θα μας εκβίαζε σε κάθε περίπτωση διαφωνίας. Και εν πάση περιπτώσει, πολιτικοί του διαμετρήματος, του χαρακτήρα και της πείρας του Καραμανλή, με ξεκαθαρισμένες και οριστικές απόψεις για τα πολιτικά πράγματα της χώρας, δεν πράττουν καθ’ υπαγόρευσιν των αδόκιμων πολιτικών συνεργατών τους.

«Εάν γίνονταν δεκτοί οι όροι Πεσμαζόγλου, ο Καραμανλής θα μεταβαλλόταν σε όμηρο μιας μικρής μεν, αλλά ικανού αριθμού μελών Κοινοβουλευτικής Ομάδας η οποία θα μας εκβίαζε σε κάθε περίπτωση διαφωνίας».

Όπως ήταν φυσικό, η απάντηση ήταν αρνητική. Διεμήνυσε όμως ότι «βεβαίως υπάρχει θέση στον συνδυασμό για τον κ. Πεσμαζόγλου, αν θα ήθελε να συμμετάσχει· διατηρούσε ωστόσο το προσωπικό δικαίωμα να αποφασίζει αυτός και μόνο ως προς τη συμμετοχή των άλλων. Με την απάντηση αυτή έληξαν οι διαπραγματεύσεις απότομα και άκαρπα. Τα στελέχη των ΝΠΔ έχασαν έτσι την ευκαιρία να ανανεώσουν τη συντηρητική παράταξη εκ των ένδον. Το πόσο εξωπραγματικές και υπερβολικές ήταν οι επιδιώξεις και οι αξιώσεις αυτές αποδείχθηκε και από το εκλογικό αποτέλεσμα. Το ποσοστό που συγκέντρωσαν οι ΝΠΔ ήταν μια ψυχρολουσία σε όσους συμμετείχαν στην κίνηση.

Είναι φανερό ότι οι προτάσεις των ΝΠΔ προς τον Καραμανλή ήταν προϊόν συλλογικής απόφασης και επομένως έφεραν όλοι από κοινού την ευθύνη της διαμόρφωσής της. Συνεπαρμένοι από την αύρα της όποιας αντιστασιακής τους δράσης και αποβλέποντας στην ανανέωση του πολιτικού κόσμου, την ανανέωση δηλαδή του παλαιοκομματισμού από νέες κοινωνικές δυνάμεις, τις οποίες οι ίδιοι νόμιζαν ότι εκπροσωπούσαν αποκλειστικά, οδηγήθηκαν σε ασυμβίβαστη στάση και διογκωμένες προτάσεις.

Από την άλλη πλευρά, οι πολιτικές κατευθύνσεις και το πρόγραμμά τους είχαν περισσότερο ακαδημαϊκό χαρακτήρα. Ήταν μια ελιτίστικη στάση απέναντι σε παραδοσιακά θέματα και πολιτική, ξεκομμένη από τις ζωτικές πολιτικές απαιτήσεις και τις κοινωνικές προοπτικές της εποχής. Σκέπτομαι τώρα, πολύ συχνά, πόσο διαφορετική, πιθανότατα πιο ομαλή, θα ήταν η πορεία αυτής της χώρας, αν οι ΝΠΔ είχαν ξεπεράσει τις προσωπικές τους αναστολές απέναντι στη «συντηρητική» παράταξη του Καραμανλή, όπως επανειλημμένα τούς είχα συμβουλεύσει να πράξουν, παρότι αυτό ήταν εναντίον των προσωπικών μου πολιτικών συμφερόντων. Αδίκησαν έτσι τον εαυτό τους, τη ΝΔ και τελικά τον τόπο.

Το παρασκήνιο της διαδοχής Καραμανλή-2
Δεύτερος από αριστερά, με άλλα στελέχη της ΝΔ. Διακρίνονται οι Αχιλλέας Καραμανλής, Γεώργιος Ράλλης, Κωστής Στεφανόπουλος. (Φωτογραφία: Αρχείο «Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλη»)

Αυτή η αποτυχία της συμφωνίας έβλαψε σίγουρα και τη ΝΔ. Η χρυσή αυτή ευκαιρία πέρασε ανεκμετάλλευτη: ο πολιτικός ρεαλισμός τούς επέβαλλε –κι ήταν επιταγή ιστορική τότε αυτή– να διαλύσουν τις λογής λογής πολιτικές δυνάμεις, να μπουν μέσα στη ΝΔ και με την παρουσία και το έργο τους να επηρεάσουν εκ των ένδον, κι όχι σαν τάχα «φύλακες» με ξέχωρη απ’ την παράταξη γραμμή. Αυτό ήταν ένα σημαντικό στοιχείο για τη Μεταπολίτευση: όχι μόνο έχασαν την ευκαιρία να προσφέρουν, αλλά και στέρησαν από τη ΝΔ τη δυνατότητα μιας ανανέωσης του στελεχιακού της δυναμικού.

Οι «απεσταλμένοι» του Αβέρωφ, ο Εβερτ και ο Μάνος

Όπως ήταν φυσικό, είχα γίνει δέκτης προτάσεων να υποστηρίξω κάποιον από τους δύο επίδοξους διαδόχους του Καραμανλή. Ο μεν Ράλλης δεν είχε χρειαστεί να καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια. Τόσο λόγω των προσωπικών αντιλήψεών μου όσο και της πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας την οποία είχα, ήμουν διατεθειμένος από την πρώτη φάση να υποστηρίξω την υποψηφιότητά του.
Με προσέγγισαν όμως οι άνθρωποι του Αβέρωφ. Μάλιστα μου έκαναν δελεαστικές προτάσεις. Με πλησίασε ο Πέτρος Μολυβιάτης, ο οποίος ως φίλος του Αβέρωφ ενδιαφερόταν για την εκλογή του. Το αντάλλαγμα θα ήταν η θέση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος ή η θέση του υπουργού Συντονισμού σε περίπτωση κατά την οποία τις επόμενες εκλογές κερδίσει η ΝΔ με επικεφαλής τον Αβέρωφ. Ο Μολυβιάτης ενήργησε εκείνη τη στιγμή αυτοβούλως και νομίζω ότι αυτό αποτελεί απόδειξη ότι ο Καραμανλής δεν είχε ανάμειξη. Περίπου τις ίδιες προτάσεις, αλλά με έμφαση στην ανάληψη του υπουργείου Συντονισμού, μου έκανε ο τότε γενικός γραμματέας του υπουργείου Γεωργίας, Ζήσης, που ήταν προστατευόμενος του Αβέρωφ και είχε διοριστεί ως γενικός γραμματέας με την επίμονη αξίωση του Αβέρωφ προς τον Καραμανλή. Ήρθε στο γραφείο μου στο υπουργείο Γεωργίας και μου είπε: «Κύριε υπουργέ, τώρα σ’ αυτές τις εκλογές δεν φαντάζομαι να ψηφίσετε άλλον πλην του Αβέρωφ, ο οποίος σας εκτιμά πάρα πολύ και θέλει τη συνεργασία σας και αναλαμβάνει και την υποχρέωση σε περίπτωση επιτυχίας να σας χρίσει υπουργό Συντονισμού». Του λέω: «Ζήση μου [Ζήσης ήταν και το όνομα και το επίθετό του], το πρόβλημα δεν με απασχολεί. Φοβάμαι όμως ότι οι πολιτικές μου αντιλήψεις με διαφοροποιούν από το στρατόπεδο Αβέρωφ και θα μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να υποστηρίξω την υποψηφιότητά του».

Πέραν των άλλων, με είχε ξενίσει και το γεγονός το ότι στο επιτελείο του Αβέρωφ δραστηριοποιούνταν όλοι αυτοί οι νεαροί οι οποίοι προσήγγιζαν τους βουλευτές είτε παρακλητικά, είτε εκφοβιστικά, είτε με διάφορες υποσχέσεις, προς άγραν ψήφων, όπου ενέπιπτε και η δική μου περίπτωση προσέγγισης από τον Ζήση. Ήταν μια κίνηση φοβερά χαμηλής αισθητικής αξίας, ο γενικός γραμματέας να επισκέπτεται το γραφείο του υπουργού του και να του υποδεικνύει το τι θα πρέπει να πράξει στη διαδικασία εκλογής αρχηγού του κόμματος, όταν μάλιστα γνώριζε ότι εγώ την εποχή εκείνη ήμουν από τα ανερχόμενα ηγετικά στελέχη της ΝΔ. Ήταν δηλαδή όχι απλώς χαμηλής αισθητικής αξίας, το θεώρησα προσβλητικό και απαράδεκτο.

Δεύτερο γεγονός το οποίο με είχε απωθήσει και το οποίο έδειχνε μια δόση ασυνεννοησίας στο στρατόπεδο Αβέρωφ, ήταν η ακράτεια παροχής υποσχέσεων προς πάσα κατεύθυνση και για κάθε πράγμα. Γνώριζα, π.χ., ότι ο Αβέρωφ είχε δηλώσει σε φίλους του ότι, αν κέρδιζε τις εκλογές, ο μελλοντικός υπουργός Συντονισμού θα ήταν ο Θανάσης Κανελλόπουλος με τον οποίο συνδεόταν με φιλία και τον οποίο, καλώς ή κακώς, εκτιμούσε πάρα πολύ.

Γι’ αυτόν τον λόγο, για να τελειώσω τη δυσάρεστη αυτή συνάντηση με τον γενικό μου γραμματέα, του είπα: «Κοίταξε, Ζήση, αυτά τα οποία μου λες δεν λύνονται δι’ απεσταλμένων. Και νομίζω ότι, αν θέλετε με την απαιτούμενη σοβαρότητα τη συνεργασία μου, τα όσα μου λες να μου τα διατυπώσει σε μια τετ α τετ συνάντηση ο ίδιος ο κ. Αβέρωφ». Και ήταν πάρα πολύ λογικό. Ήμαστε και οι δύο υπουργοί και δεν ήμουν από τους υπουργούς που σ’ αυτά τα επτά χρόνια δεν είχα προσφέρει. Μάλιστα μπορώ να πω, οι περισσότεροι ενώ με κατηγορούσαν για έναν δύστροπο και δύσκολο χαρακτήρα, το σύνολο σχεδόν των βουλευτών και των στελεχών του χώρου μου είχαν την εντύπωση ότι ήμουν ένας από τους πιο επιτυχημένους υπουργούς της κυβέρνησης Καραμανλή.

Τα παραπάνω μού ενδυνάμωσαν τη θέση μου να υποστηρίξω Ράλλη και το εκδήλωσα και πρακτικά. Έκανα μια δεξίωση στο σπίτι μου μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές, στην οποία κάλεσα, με τις συζύγους τους, όλους τους βουλευτές οι οποίοι είχαν εκδηλωθεί υπέρ του Ράλλη και φρόντισα να καλέσω και ορισμένους οι οποίοι μέχρι τη στιγμή εκείνη εθεωρούντο επαμφοτερίζοντες, για να τους δώσω μια ευκαιρία επαφής με τον Ράλλη, που ήταν το τιμώμενο πρόσωπο. Ήταν μια πράξη που λίγοι τολμούσαν να κάνουν, να βγουν ανοικτά υπέρ κάποιου.

Το παρασκήνιο της διαδοχής Καραμανλή-3
Ο Γεώργιος Ράλλης την περίοδο της πρωθυπουργίας του. Ο Μπούτος εκτιμά ότι «οι περισσότερες ψήφοι οι οποίες δόθηκαν στον Ράλλη ήταν ψήφοι συμπαθείας. Υπέρ του λειτούργησε το επιχείρημα “δώστε και στον χαμένο μία ψήφο”». Τελικά, ο Ράλλης δεν έχασε. (Φωτογραφία: Αρχείο «Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλη»)

Μάλιστα, δεν αρκέστηκα απλώς και μόνο στη δεξίωση την οποία έκανα ή στη φανερή διατύπωση της προτίμησής μου προς το πρόσωπό του, αλλά κάλεσα και συγκεκριμένους βουλευτές, μεταξύ των οποίων και τον Έβερτ, στον οποίο είπα: «Κοίταξε, Μίλτο, η θέση μου είναι κοντά με τον Ράλλη και, αν έρθεις κοντά, σου εξασφαλίζω το Υπουργείο Οικονομικών. Ξέρω ότι θα πάρω το Υπουργείο Συντονισμού, νομίζω ότι θα μπορέσουμε να συνεργαστούμε καλά. Είναι μια λαμπρή ευκαιρία για σένα».

«Κάλεσα και συγκεκριμένους βουλευτές, μεταξύ των οποίων και τον  Έβερτ, στον οποίο είπα: “Κοίταξε, Μίλτο, η θέση μου είναι με τον Ράλλη και αν έρθεις κοντά, σου εξασφαλίζω το Υπουργείο Οικονομικών”».

Όταν βέβαια φτάσαμε στο τέρμα και ο Ράλλης αποφάσισε τη σύνθεση της κυβερνήσεώς του, έβαλε τον  Έβερτ στο Υπουργείο Βιομηχανίας και τον Μάνο στο Υπουργείο Οικονομικών, θεωρώντας ότι ο Μάνος είναι πιο ικανός και πιο αποτελεσματικός. Και κάλεσε τον Έβερτ για να του ανακοινώσει τη μεταβολή. Αλλά ο Έβερτ επέμεινε στην ανάληψη του Υπουργείου Οικονομικών, όπως του είχε υποσχεθεί, και τελικά το επέτυχε, οπότε έλαχε σ’ εμένα το δυσάρεστο καθήκον να ειδοποιήσω τον Μάνο ότι αντί του Υπουργείου Οικονομικών αναλαμβάνει το Υπουργείο Βιομηχανίας, προς μεγάλη του βέβαια δυσαρέσκεια. Οπότε του είπα: «Κοίταξε, Στέφανε, ή παίρνεις το Υπουργείο Βιομηχανίας ή μένεις εκτός κυβερνήσεως». Με τον Ράλλη δεν συζήτησα καθόλου ποιο υπουργείο θα μου ανέθετε. Νομίζω ότι αυτό ήταν αυτονόητο. Όχι μόνο αυτό, ήμουν και ο ίδιος στη στενή ομάδα που αποφάσισε τη σύνθεση της κυβέρνησης.

Η αγωνία του Ράλλη και η διαφορά της μίας ψήφου

Αξίζει επίσης να μνημονεύσουμε ότι την ημέρα της εκλογής του διαδόχου του Καραμανλή σε μια τεταμένη ατμόσφαιρα στην Αίθουσα Γερουσίας της Βουλής, συνέβησαν πράγματα τα οποία δεν ξέρω κατά πόσο έχουν καταγραφεί και αν έχουν αναλυθεί επαρκώς. Όπως συνήθως, καθόμουν στα τελευταία έδρανα της αίθουσας, έχοντας δίπλα μου τον τότε υφυπουργό Σταύρο Ταταρίδη, με τον οποίο μας συνέδεε και προσωπική φιλία. Εκτιμούσα την εντιμότητα και ευθύτητα του χαρακτήρα του. Είχα δε την εντύπωση ότι δεν ήταν καμωμένος για την πολιτική, γιατί ήταν πολύ μαλακός άνθρωπος. Αλλά ήταν άνθρωπος που σε κέρδιζε με την πραότητα, τη γλυκύτητα και τη φιλική του διάθεση. Τον παρακάλεσα να καθίσει δίπλα μου την ώρα της καταμέτρησης. Σημείωνε τις ψήφους προς Αβέρωφ και Ράλλη, τραβώντας γραμμές που έκλειναν ένα τετράγωνο και με μία διαγώνια συμβόλιζε τον αριθμό 5. Οι συμμετέχοντες βουλευτές ήταν 175. Φτάνοντας στην καταμέτρηση περίπου του εκατοστού πεντηκοστού ψηφοδελτίου, με περίπου 25 δηλαδή ακόμα ψηφοδέλτια να απομένουν, ο Αβέρωφ προηγείτο του Ράλλη κατά 16 ψήφους. Έριξα μια ματιά στα έδρανα όπου κάθονταν οι δυο τους. Ο Ράλλης ήταν κατακόκκινος και κατηφής, ενώ το πρόσωπο του Αβέρωφ έλαμπε. 

Είπα στον Ταταρίδη: «Μην τα μετράς, εχάσαμε». Και βυθίστηκα σ’ ένα πέλαγος απαισιόδοξων και μαύρων σκέψεων, γιατί έβλεπα τον εαυτό μου σαφώς εκτός κυβερνήσεως. Ή εν πάση περιπτώσει να μου προσφέρεται κάποιο υπουργείο το οποίο θα ήταν μειωτικό για μένα. Τόσο μειωτικό, σε σημείο που να με ανάγκαζε να μην το αποδεχθώ. Και μάλλον έκλινα προς αυτή την άποψη παρά στην άποψη του απευθείας εξοβελισμού μου.

Δεν υποτιμώ κανένα υπουργείο και θεωρώ ότι τα υπουργεία δεν είναι μεγάλα ή μικρά. Υπάρχουν δηλαδή μεγάλοι και μικροί, ικανοί ή ανίκανοι υπουργοί. Όλα τα υπουργεία έχουν σημαντικά αντικείμενα για τον τόπο. Αν όμως με διόριζε υφυπουργό Αθλητισμού ή υπουργό Βορείου Ελλάδος, ποιος θα ήταν ο ρόλος μου; Να μετέχω σε δοξολογίες και καταθέσεις στεφάνων; Δεν μου πήγαινε. Εκεί που έκανα αυτές τις σκέψεις, αισθάνομαι να με γραπώνει από τον αριστερό μου μηρό ο Σταύρος. Τον κοιτάω και του λέω: «Ρε Σταύρο, παράτα με». «Ρε Γιάννη», μου λέει, «κάτι συμβαίνει! Δες εδώ τι γίνεται, η διαφορά είχε μειωθεί στις 5! Βγαίνει συνεχώς Ράλλης!». Και –ω του θαύματος– στις εναπομείνασες 24 περίπου ψήφους ο Ράλλης παίρνει τις 20 και ο Αβέρωφ μόλις τις 4. 17 ο Ράλλης, 4 ο Αβέρωφ. Αυτό ήταν εναντίον κάθε στατιστικού κανόνα πιθανοτήτων. Γιατί σ’ ένα σύνολο 175, το τελευταίο δείγμα των 20 να είναι σε πλήρη δυσανολογία με τις μέχρι τότε τιμές, είναι πρωτάκουστο. Οπότε βεβαίως και η δική μου διάθεση άλλαξε, όπως επίσης η κατήφεια μεταπήδησε στον Αβέρωφ και έλαμψε το πρόσωπο του Ράλλη. Έτσι ο Ράλλης πήρε 78 ψήφους έναντι 77 του Αβέρωφ.

Το παρασκήνιο της διαδοχής Καραμανλή-4
Ο Ευάγγελος Αβέρωφ την περίοδο που ήταν πρόεδρος της ΝΔ. Ο Μπούτος περιγράφει το παρασκήνιο την πρώτη φορά που ο Αβέρωφ είχε αποπειραθεί να αναδειχθεί στην ηγεσία του κόμματος με αντίπαλο τον Γεώργιο Ράλλη. «Με είχε ξενίσει και το γεγονός ότι προσήγγιζαν τους βουλευτές είτε παρακλητικά, είτε εκφοβιστικά, είτε με διάφορες υποσχέσεις, προς άγραν ψήφων». (Φωτογραφία: Αρχείο «Κωνσταντίνου Γ. Καραμανλη»)

Και το αξιοσημείωτο ήταν ότι η διάταξη του καταστατικού του κόμματος που όριζε ότι αρχηγός εκλέγεται με το ήμισυ των ψήφων συν 1, δεν ικανοποιείτο. Γιατί ο Ράλλης είχε πάρει το ήμισυ των ψήφων συν μισό του περιττού αριθμού 175 του συνόλου. Στον λόγο της αποδοχής του ο Ράλλης ήταν φυσικό να μη μνημονεύσει την καταστατική αυτή διάταξη. Αλλά φαίνεται ότι και ο Αβέρωφ ο ίδιος δεν είχε την αυτοκυριαρχία να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα. Και νομίζω ότι αδίκησε τον εαυτό του εκείνη τη στιγμή, διότι του έλειψαν αυτό που λένε οι Αγγλοσάξονες, τα guts. Τώρα καταλαβαίνω και το σοκ το οποίο υπέστη, διότι προς στιγμήν και λίγα λεπτά προ της ανακοινώσεως του τελικού αποτελέσματος, εθεωρείτο βέβαιος αρχηγός και πρωθυπουργός της χώρας.

«Η διάταξη του καταστατικού που όριζε ότι αρχηγός εκλέγεται με το ήμισυ των ψήφων συν 1, δεν ικανοποιείτο. Ο Αβέρωφ, όμως, δεν είχε την αυτοκυριαρχία να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα. Του έλειψαν αυτό που λένε οι Άγγλοσάξονες, τα guts».

Η εκτίμησή μου ήταν ότι, εάν πηγαίναμε σε δεύτερη εκλογή, θα την κέρδιζε αναμφισβήτητα ο Αβέρωφ. Διότι οι περισσότερες ψήφοι οι οποίες δόθηκαν στον Ράλλη ήταν ψήφοι συμπαθείας. Υπέρ του οποίου λειτούργησε το επιχείρημα «δώστε και στον χαμένο μία ψήφο». Σε επαναληπτική εκλογή ο Αβέρωφ θα έπαιρνε τουλάχιστον 20 με 25 βουλευτές περισσότερους από τον Ράλλη. Υπήρχε άλλωστε η εντύπωση ότι ο Αβέρωφ είχε κατορθώσει, καλώς ή κακώς –εγώ πιστεύω κακώς–, να δημιουργήσει την εικόνα του senior statesman, ενώ ο Ράλλης, με μια άρθρωση που τον αδικούσε, με τις φωνές του και τον αυθορμητισμό του, δεν ενέπνεε ως προσωπικότητα τον κόσμο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT