Eνας περιπατητής ανέκφραστος και μόνος με τις σκέψεις του φοράει ένα επικερωμένο, αδιάβροχο μπουφάν, πουλόβερ και τραγιάσκα. Κρατάει μια μαγκούρα, ανηφορίζει σε οροπέδιο της Αττικής και πέφτει πάνω σε έναν βοσκό. Διασταυρώνονται για λίγο τα βλέμματά τους, αλλά ο βοσκός προχωράει αδιάφορα προς τη στάνη του. «Δεν με γνωρίζεις;», ακούει μια γνώριμη φωνή και γυρίζει απότομα. «Πρόεδρε, εσύ είσαι; Τι κάνεις εδώ;». Αυτός είναι μόνο ένας από τους αστικούς μύθους που κυκλοφορούν για τον Κώστα Καραμανλή.
Ο πρώην πρωθυπουργός αρέσκεται στους μεγάλους περιπάτους στη φύση, όπως του αρέσει και το ψάρεμα με βάρκα στα ανοιχτά της Ραφήνας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει καμφθεί η αδυναμία του στην ταβέρνα με καλή παρέα, με γέλια και με χωρατά. Είναι κι αυτός ένας άνθρωπος με αντιφάσεις. Συνδυάζει τη μεγάλη κοινωνικότητα με την έφεση στη μοναχικότητα, πολλές φορές μέσα στην ίδια ημέρα. Πάνω απ’ όλα, λένε οι φίλοι του, είναι καλός πατέρας και συμμετέχει ενεργά στο μεγάλωμα των παιδιών του από τα μικρά τους χρόνια, χωρίς ουδέποτε να το διαφημίζει (ίσως δεν θέλει να χαλάσει την εικόνα του παλαιάς κοπής pater familias που μπορεί πολλοί να έχουν γι’ αυτόν).
«Γαλλικός» στωικισμός
Πολλοί λένε ότι όποιος γνωρίζει τον Καραμανλή τον συμπαθεί αμέσως, ειδικά αν τον πετύχει στις καλές του και αρχίσει να μιλάει για την πολιτική, για τους παλιόφιλους στο κόμμα και για άλλα θέματα, πασπαλίζοντας την κουβέντα με λαϊκές εκφράσεις, με αυτοσαρκασμό και με κανένα «γαλλικό», συχνά κρατώντας ένα μπεγλέρι και πάντα με αυτή τη βαριά εκφορά του λόγου, αλλά και με ένα ύφος «δεν βαριέσαι» – δηλαδή ότι στο τέλος «δεν τρέχει και τίποτα». Eνα ύφος ανάμεσα στη στωικότητα, στην υπερηφάνεια και στον πεσιμισμό.
Κάποιοι άλλοι επιμένουν ότι η πρωθυπουργική του διαδρομή, μια πυκνή πενταετία πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, δεν συγκαταλέγεται στις λαμπρές περιόδους διακυβέρνησης και ότι έχει ευθύνες για τις οποίες δεν μίλησε ποτέ. Eχασε τις εκλογές του 2009 και για τα επόμενα 14 χρόνια που ήταν βουλευτής (2009-2023) δεν πήρε ποτέ τον λόγο στη Βουλή. Και τώρα που δεν είναι βουλευτής μοιάζει σαν να βρήκε τη φωνή του.
Ποια είναι η σκοπιμότητα; Ολοι οι συνομιλητές του βεβαιώνουν ότι δεν στοχεύει στην Προεδρία της Δημοκρατίας (αν και αυτό δεν πείθει πλέον τους πάντες). Η επικρατούσα άποψη είναι ότι θέλει την ησυχία του. Σαν άλλος Αρχιμήδης στην παραλία, αξιώνει από τους Ρωμαίους: «Μη μου τους κύκλους τάραττε». Τότε γιατί ταράζει εκείνος τους κύκλους του Μητσοτάκη; Γιατί παρέα με τον Αντώνη Σαμαρά πετροβολούν τα τζάμια του Μαξίμου;
Ολοι οι συνομιλητές του βεβαιώνουν ότι δεν στοχεύει στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Η επικρατούσα άποψη είναι ότι θέλει την ησυχία του.
Ο Καραμανλής είναι ένα πολιτικό αίνιγμα που εν πολλοίς παραμένει άλυτο. Η βουδιστική σιωπή του (που σπάει μόνο από τις επιλεκτικές παρεμβάσεις του) δεν βοηθάει στην επίλυση του αινίγματος. Πολλοί αναρωτιούνται γιατί αυτός, ο ρήτορας που όλα τα μαχαιρώνει, δεν μπήκε ποτέ στην κουβέντα για να κατατροπώσει όσους του φορτώνουν ευθύνες για όσα ακολούθησαν τη διακυβέρνησή του. Μια απάντηση είναι ότι δεν μίλησε ποτέ λόγω «σεμνότητας και ταπεινότητας» (ας θυμηθούμε το συνθηματικό δίπτυχο της εποχής του). Ισως η σιωπή να είναι ένα σήμα αποδοχής των ευθυνών που ίσως πιστεύει ότι του αναλογούν. Μια άλλη απάντηση είναι ότι η διατήρηση της σιωπής προϋποθέτει δύναμη και αυτοκυριαρχία μεγαλύτερη από εκείνη που χρειάζεται ο λόγος.
Μια τρίτη απάντηση είναι ότι ο Καραμανλής πιστεύει σε μια «εναλλακτική αφήγηση» για την εποχή του, αλλά θεωρεί ότι είναι ακόμη άκαιρο να επωμιστεί ο ίδιος την υποστήριξή της. Την αφήνει σε δημοσιεύματα και εκδόσεις που εκπορεύονται από τον στενό κύκλο των πιστών του και ανήκουν στο είδος του βαλκανικού νουάρ. Σε αυτές τις αφηγήσεις εμφανίζεται ένας Καραμανλής – θύμα μαύρων επιχειρήσεων των Αμερικανών (υποκλοπές 2006, Δεκέμβρης 2008, απόπειρα δολοφονίας κ.ά.).
Ο λόγος των αλλεπάλληλων σαμποτάζ αποδίδεται στην πολιτική του για τη σύνδεση της Ελλάδας με τους ρωσικούς αγωγούς ενέργειας.
Παράλληλα, ο Καραμανλής σιγοντάρει μια ερμηνεία σύμφωνα με την οποία η κατρακύλα προς τη χρεοκοπία οφείλεται σε τρεις λόγους: Πρώτον, στην άρνηση του ΠΑΣΟΚ να παράσχει συναίνεση στην κυβέρνηση Καραμανλή των 151 βουλευτών για τη λήψη περιοριστικών μέτρων τον Μάρτιο του 2009.
Δεύτερον, στη μη λήψη μέτρων λιτότητας από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τον Οκτώβριο του 2009 και στην ανακοίνωση παροχών 1 δισ. ευρώ (που επικαλέστηκε πρόσφατα στη Βουλή και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στέλνοντας έτσι ένα σαφές μήνυμα εκεχειρίας προς την πλευρά Καραμανλή, που δεν γνωρίζουμε αν θα γίνει αποδεκτό).
Τρίτον, στη μετεκλογική αλλαγή καταγραφής των δημοσιονομικών μεγεθών και στη μεταφορά στο έλλειμμα του προϋπολογισμού των ελλειμμάτων όλων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης (ΔΕΚΟ). Σύμφωνα με τους απολογητές του, αυτή η μέθοδος προκάλεσε το σκάσιμο της ελληνικής φούσκας. «Ο Καραμανλής θέλει να σπάσει το κλισέ ότι αυτός χρεοκόπησε την Ελλάδα», λέει στην «Κ» πηγή που γνωρίζει τις ανησυχίες του πρώην πρωθυπουργού.
Εθνος αμεταρρύθμιστον
Στις ιδιωτικές συζητήσεις του ο Καραμανλής ήδη από την εποχή που ήταν πρωθυπουργός –όπως βεβαιώνουν πρώην υπουργοί του– έδινε την εντύπωση ότι πίστευε πως η Ελλάδα είναι δύσκολα κυβερνήσιμη και σχεδόν καθόλου μεταρρυθμίσιμη.
Οτι ένας πρωθυπουργός και μια κυβέρνηση πολύ δύσκολα μπορούν να «στρίψουν το καράβι» όταν υπάρχουν πελατειακό κράτος, διάχυτος λαϊκισμός, μια Δικαιοσύνη που μπορεί να ακινητοποιήσει για χρόνια αποφάσεις της διοίκησης, πανίσχυρα σωματεία και μέσα ενημέρωσης ενισχυμένης ελευθεριότητας (ας θυμηθούμε την αλησμόνητη φράση του για τους «νταβατζήδες» που κυβερνούν τη χώρα).
«Ο Καραμανλής θέλει να σπάσει το κλισέ ότι αυτός χρεοκόπησε την Ελλάδα», λέει πηγή που γνωρίζει τις ανησυχίες του πρώην πρωθυπουργού.
Λέγεται ότι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ανέπτυξε έναν πολιτικό μηδενισμό και από ένα σημείο και μετά σχεδόν «τα παράτησε». Ο αντίλογος είναι ότι δεν συγκρούστηκε καθόλου με το πελατειακό κράτος, αντίθετα επέτρεψε τη συμβιωτική σχέση της Ν.Δ. με αυτό, ενώ καθόλου δεν υστέρησε στο ράγκμπι του λαϊκισμού. Ενας άλλος αντίλογος είναι ότι προηγούμενοι και επόμενοι πρωθυπουργοί μπορεί να αντιμετώπισαν ίδια ή μεγαλύτερα εμπόδια, αλλά κατόρθωσαν να επιδείξουν μεγαλύτερη δημιουργικότητα.
Η αποχώρηση από τη Βουλή το 2023 λέγεται ότι οφείλεται (και) στο γεγονός πως τον χάλασε πολύ η υπόθεση των υποκλοπών.
Πάντως η απομάκρυνση από το Κοινοβούλιο μοιάζει σαν να τον απελευθέρωσε. Παρά τις αυξημένες υποχρεώσεις και τα συχνά ταξίδια που κάνει ως πρόεδρος του Δ.Σ. της Συνεταιριστικής Ενωσης Καπνοπαραγωγών Ελλάδος (ΣΕΚΕ), ακούμε συχνά τη φωνή του. Προσεχώς θα μιλήσει σε δύο παρουσιάσεις βιβλίων φίλων του δημοσιογράφων (αύριο Δευτέρα στη Θεσσαλονίκη στην παρουσίαση του βιβλίου του δημοσιογράφου Βαγγέλη Πλάκα «Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η Θεσσαλονίκη» και στις 24 Νοεμβρίου στην Πάτρα στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Χαρβαλιά «Γιαβόλ! Αίμα, λήθη και υποτέλεια»).
Η πιο ενδιαφέρουσα ομιλία μάλλον θα γίνει στις 8 Δεκεμβρίου στην εκδήλωση για την 80ή επέτειο της Απελευθέρωσης της Καρπάθου που οργανώνει ο Παγκαρπαθιακός Σύλλογος. Είναι πιθανό να υποστηρίξει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει σε μονομερή ανακήρυξη ΑΟΖ στο Αιγαίο (ως πρώτο βήμα για την οριοθέτηση), όπως έκανε στο Ιόνιο και νοτίως των Κυθήρων το 2011. Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος έχει προχωρήσει στις νομικές επεξεργασίες με βάση τη Σύμβαση του Montego Bay και βρίσκεται όπως πάντα σε ανοιχτή γραμμή με τον πρώην πρωθυπουργό. Κάτι τέτοιο θα προκαλέσει πολλές συζητήσεις και –αν συμβεί– θα αναγκάσει την κυβέρνηση να απαντήσει.
Ποια είναι όμως η πραγματική αιτία της «Σιβηρίας» στις σχέσεις του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη; Πολλές είναι οι θεωρίες που διακινούνται. Μία από αυτές επικεντρώνεται στο ότι απλώς δεν ταιριάζουν. Ο Καραμανλής φοράει το κοστούμι του «Ελληνάρα», ενώ ο Μητσοτάκης του Ευρωπαίου. Χταποδάκι και ουζάκι ο πρώτος, τερίνα φουά γκρα και γκράπα ο δεύτερος. Πεζοπορία ο πρώτος, τένις ο δεύτερος. Και οι δύο φέρουν υπερηφάνως την ταυτοτική τους διαφορά σε όλα αυτά τα πεδία.
Υπάρχει όμως και μία πολιτική διαφορά. Ο Καραμανλής ανήκει στο ρεύμα της παραδοσιακής ευρωπαϊκής Δεξιάς που απαιτεί χειρόφρενο στις μεταναστευτικές ροές και βέτο στην αποδοχή της «πολυπολιτισμικότητας» και του «καταχρηστικού δικαιωματισμού» (όχι άλλα «Συμπόσια» του Πλάτωνος με βέρες ανάμεσα σε Φαίδρους και Αγάθωνες).
Πάνω απ’ όλα, η γνήσια Δεξιά Ελλάδας και Ευρώπης αξιώνει να βάλει νερό στο κρασί της η Δύση στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ο Μητσοτάκης ανήκει στη φιλελεύθερη ευρωπαϊκή Δεξιά που λατρεύει την πολυπολιτισμικότητα και τον δικαιωματισμό, ενώ από την αρχή του πολέμου υποστηρίζει τις αποφάσεις του ΝΑΤΟ σε βαθμό και με ύφος που συχνά θυμώνει τους υποστηρικτές του ξανθού γένους.
Κι εδώ κολλάνε και τα εθνικά θέματα. Ο Καραμανλής εκδηλώνει ζωηρή καχυποψία ότι στο όνομα των «ήρεμων νερών» μπορεί να δημιουργείται σταδιακά η εντύπωση μιας εν Αθήναις αποδοχής της διευρυνόμενης τουρκικής ατζέντας διεκδικήσεων. Και προειδοποιεί ότι είναι αδιανόητο να αποδεχθεί η χώρα μας ότι μπορεί να αποφανθεί το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης «περί του εύρους των χωρικών υδάτων ή ακόμη και της εδαφικής κυριαρχίας νησιών και βραχονησίδων» (όπως είπε χαρακτηριστικά στο Πολεμικό Μουσείο την 1η Ιουλίου). Μόνο που ένα τέτοιο σενάριο είναι εντελώς υποθετικό και στην κυβέρνηση θεωρούν ότι αυτοί οι φόβοι στοιχειοθετούν δίκη προθέσεων – και μάλιστα προθέσεων που ποτέ δεν υπήρξαν. Ολες αυτές οι διαφορές αποκρυσταλλώνονται ως αντίπαλες τάσεις μέσα στη Νέα Δημοκρατία.
Υστερόγραφα της Ιστορίας
Εν κατακλείδι πρόκειται για μια σύγκρουση ανάμεσα στην παραγκωνισμένη και μάλλον φθίνουσα σήμερα καραμανλική συνιστώσα, και στη δραστήρια, νεωτερική και δεσπόζουσα μητσοτακική πλευρά, που σε συνεργασία με τη μη καραμανλική Δεξιά (Βορίδης, Αδωνις, Πλεύρης κ.ά.) χτίζει επιρροή και εδραιώνεται στον έλεγχο του κόμματος. Ουσιαστικά δηλαδή παρακολουθούμε ένα φρέσκο ριμέικ της αιώνιας μάχης για την ψυχή της Ν.Δ., αλλά και μια αναμέτρηση ανάμεσα σε δύο πενταετίες. Είναι αναμενόμενο ο Καραμανλής να μη θέλει η δική του πενταετία να καταγραφεί οριστικά ως μια περίοδος αμφιλεγόμενη που διαμόρφωσε τις συνθήκες για μια εθνική περιπέτεια και την ίδια ώρα η πενταετία του Μητσοτάκη (που θα γίνει οκταετία) να περάσει στην Ιστορία ως μια εποχή προόδου και αποκατάστασης της ελληνικής κανονικότητας.