Το εύλογο ενδιαφέρον της Αθήνας για το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών εξηγείται από το σύνολο των εκκρεμοτήτων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, είτε πρόκειται για αμιγώς εθνικές, όπως τα ελληνοτουρκικά, είτε για ευρύτερες, που ωστόσο αφορούν την Ελλάδα με διάφορους τρόπους, όπως οι πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή. Σε πολλούς τομείς η ελληνοαμερικανική σχέση παραμένει στενή, ιδίως στον αμυντικό τομέα. Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι πέρα από τις διευκολύνσεις των αμερικανικών δυνάμεων στη Σούδα, αμερικανική παρουσία υφίσταται στη Λάρισα, ενώ η Αλεξανδρούπολη έχει αποδειχθεί τα τελευταία δυόμισι χρόνια εξαιρετικά κρίσιμη για την υποστήριξη και μεταφορά στρατιωτών και υλικού από και προς την ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και την Ουκρανία.
Για την Αθήνα στοίχημα αποτελεί η ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης, ώστε το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών να μην έχει τόσο βαρύνουσα σημασία.
Ως προς τα μεγάλα προγράμματα περαιτέρω ενίσχυσης της αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας – ΗΠΑ, το πιο στρατηγικό αφορά, βεβαίως, την προμήθεια 20 αεροσκαφών πέμπτης γενιάς τύπου F-35, το πρώτο από τα οποία αναμένεται να προσγειωθεί στην Ανδραβίδα στα τέλη της δεκαετίας. Ηδη προχωράει το πρόγραμμα της ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων με συνολικά 35 ελικόπτερα Black Hawk (UH-60), που αναμένεται να παραδοθούν στην Ελλάδα σε δύο φάσεις, το 2027 και το 2028. Ενδιαμέσως θα «τρέξουν» ορισμένα ακόμη μικρότερα προγράμματα, ενώ αναζητούνται λύσεις για το αποκαλούμενο «πακέτο Μπλίνκεν» από τα πλεονάζοντα υλικά του αμερικανικού στρατού, που έως τώρα δεν έχει ικανοποιήσει την Αθήνα σε κανένα επίπεδο. Εντός της τετραετίας του νέου προέδρου των ΗΠΑ (2025-29) αναμένεται να τεθούν και τα θεμέλια για τον τρόπο που θα προχωρήσει η επί της αρχής συμφωνία μεταξύ Αθήνας και Ουάσιγκτον για το πρόγραμμα των νέων φρεγατών του αμερικανικού ναυτικού (Constellation), διά του οποίου η Ελλάδα επιθυμεί να προμηθευτεί έως 7 πλοία, αλλά και να αποτελέσει και τον κόμβο επισκευής του συνόλου του συγκεκριμένου στόλου. Πρόκειται, βεβαίως, για ένα υπό ανάπτυξη πρόγραμμα που δεν πρόκειται να αποδώσει καρπούς, παρά μετά την παρέλευση μιας δεκαετίας.
Για την Αθήνα, πάντως, βασικό στοίχημα είναι η ενδυνάμωση της Ευρώπης και η ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας της, προκειμένου οι αμερικανικές εκλογές να μην αποτελούν κάθε τέσσερα χρόνια ένα «θρίλερ» επιδείνωσης ή ενδυνάμωσης των σχέσεών της με τον υπερατλαντικό σύμμαχο. Ενδεικτικές είναι και οι χθεσινές τοποθετήσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος βρέθηκε στο Ναύπλιο στο πλαίσιο της εκδήλωσης «Εθνική στρατηγική για την περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη. Συζητάμε, αποφασίζουμε, προχωράμε, μαζί για την Αργολίδα». Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι «ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η γεωπολιτική ωρίμανση της Ευρώπης αποτελεί σήμερα το μεγάλο ζητούμενο. Εδώ βλέπετε πώς οι αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται στις Βρυξέλλες έχουν τελικά πολύ μεγάλη σημασία γι’ αυτά τα οποία συμβαίνουν σε όλα τα κράτη-μέλη, και στη χώρα μας, σε εθνικό αλλά και σε περιφερειακό επίπεδο». Ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε τις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες στην περιοχή της Βαλένθιας, αλλά και την ανάγκη η Ευρώπη να είναι έτοιμη για την προσαρμογή στην κλιματική κρίση. «Θέλω να θυμίσω ότι 2,1 δισ. ευρώ δαπανά η ελληνική κυβέρνηση για να μπορέσουμε να μεταμορφώσουμε ουσιαστικά τις υποδομές πολιτικής προστασίας, για να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε ακριβώς τέτοια καιρικά φαινόμενα». Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε ότι όλα αυτά θα απασχολήσουν την Ευρώπη ανεξαρτήτως αποτελέσματος στις αμερικανικές εκλογές. «Γι’ αυτό και επιμένω τόσο πολύ στην ανάγκη η Ευρώπη να επενδύσει στη στρατηγική της αυτονομία και να μπορεί να έχει και στη διάθεσή της τους απαραίτητους πόρους και να μπορούν όλα τα κράτη-μέλη να υλοποιούν αυτές τις πολιτικές, οι οποίες είναι απαραίτητες σε έναν κόσμο ο οποίος αλλάζει και δυστυχώς όχι πάντα προς το καλύτερο», ανέφερε ενδεικτικά.