1η Μαρτίου 2010. Πέντε μήνες μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας, ο Γ. Παπανδρέου ετοιμάζεται να λάβει νέα μέτρα λιτότητας, πριν ταξιδέψει σε Βερολίνο, Παρίσι και Ουάσιγκτον. Στην Αθήνα βρίσκεται ο καινούργιος επίτροπος Νομισματικών Υποθέσεων Ολι Ρεν. Παρόλο που το ΔΝΤ δεν έχει ακόμα γίνει δεκτό επισήμως στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, μαζί με τον επίτροπο είναι και ο υποδιευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος του Ταμείου, Πόουλ Τόμσεν, αλλά και ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Γιούργκεν Σταρκ – εκπρόσωποι των θεσμών που θα μετεξελιχθούν σε λίγες εβδομάδες στην τρόικα. Ο σκοπός τους είναι να συζητήσουν ποια μορφή θα μπορούσε να πάρει ένα ενδεχόμενο πακέτο στήριξης για τη χώρα μας, αλλά και να διαπιστώσουν τι είναι διατεθειμένη να κάνει η Ελλάδα.
Ο κ. Τόμσεν θυμάται αυτή τη συνάντηση καλά. Οπως είχε πει στους «Νέους Φακέλους»: «Το σημαντικότερο ήταν ότι δεν υπήρχε η εικόνα ενός δωματίου γεμάτο από καπνό, όπου εμείς λέγαμε θέλουμε αυτό και η κυβέρνηση έλεγε “όχι, δεν το θέλουμε”. Τίποτα τέτοιο. Σκεφτόμασταν όλοι τα ίδια, από την αρχή».
Ο πραγματικός σκοπός της επίσκεψης δεν γίνεται γνωστός. Επισήμως ο Ολι Ρεν έχει έρθει για να δώσει το «πράσινο φως» στα μέτρα που είναι έτοιμη να πάρει η κυβέρνηση. «Προτρέπω την ελληνική κυβέρνηση να αποφασίσει και να ανακοινώσει πρόσθετα μέτρα τις επόμενες μέρες, όσο το δυνατόν γρηγορότερα γίνεται», λέει ο επίτροπος στη συνέντευξη Τύπου που παραχωρεί στην Αθήνα. Προσθέτει δε, ότι εφόσον η κυβέρνηση κάνει ό,τι είναι απαραίτητο, «η Ευρωζώνη είναι έτοιμη να αναλάβει αποφασιστική και συντονισμένη δράση για να διασφαλίσει τη σταθερότητά της». Ο κ. Ρεν τελειώνει τη συνέντευξη Τύπου ευχόμενος «καλό κουράγιο» στα ελληνικά. Κανείς δεν ήξερε τότε πόσο ακριβώς κουράγιο θα χρειαζόταν.
Πριν φύγει, ο κ. Ρεν έχει μία 40λεπτη συνάντηση με τον Γ. Παπανδρέου. Ο πρωθυπουργός δεσμεύεται στον επίτροπο ότι η κυβέρνηση θα πάρει όποια μέτρα απαιτούνται για να βγει από την κρίση, αλλά του ζητάει συγχρόνως και «έμπρακτη αλληλεγγύη από πλευράς της Ε.Ε.». Στη συνέχεια συγκαλεί έκτακτο υπουργικό συμβούλιο για την αμέσως επόμενη μέρα.
Το κλίμα στο έκτακτο υπουργικό είναι βαρύ. Η συνεδρίαση γίνεται στη Βουλή και ο Γ. Παπανδρέου ξεκινάει λέγοντας ότι με τη λήψη αυτών των μέτρων το πρόβλημα παύει να είναι ελληνικό, εννοώντας ότι η Ευρώπη θα πρέπει να δείξει έμπρακτα την αλληλεγγύη της. Ζητάει τη στήριξη των υπουργών του, λέγοντας ότι «οι αποφάσεις δεν είναι για κανέναν από εμάς ευχάριστες», αλλά ότι «σε τέτοιες συνθήκες, δεύτερες σκέψεις δεν υπάρχουν». Τον λόγο παίρνει ο Γ. Παπακωνσταντίνου, που παρουσιάζει τα μέτρα, ύψους 5,5 δισ. ευρώ: αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, περικοπή 30% σε επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και διακοπών στον δημόσιο τομέα, αύξηση φόρων κατανάλωσης σε καύσιμα, πετρέλαιο κίνησης, τσιγάρα και αλκοόλ, φόροι πολυτελείας σε αυτοκίνητα και σκάφη, επιβολή έκτακτης εισφοράς και καθιέρωση συντελεστή 45% για τα εισοδήματα άνω των 100.000 ευρώ είναι τα πιο σημαντικά. Τα μέτρα πρέπει να ψηφιστούν εντός δύο ημερών.
«Υστατη λύση» το ΔΝΤ
Ο πρωθυπουργός αναφέρεται και στην «ύστατη λύση» του ΔΝΤ σε περίπτωση που η Ε.Ε. ολιγωρήσει. Η αναφορά στο ΔΝΤ προκαλεί αργότερα συζήτηση μεταξύ των υπουργών, καθώς αρκετοί θεωρούν ότι η προσφυγή σε θεσμό εκτός της Ε.Ε. είναι λάθος. Οι περισσότεροι υπουργοί βγαίνοντας από το υπουργικό συμβούλιο τηρούν στάση παρόμοια με αυτή του υπουργού Αμυνας Ευάγγελου Βενιζέλου, που δηλώνει μεν έξω από τη Βουλή ότι στηρίζει τα μέτρα, αλλά συμπληρώνει ότι «θα προτιμούσε να έχουν ληφθεί νωρίτερα και αν ήταν δυνατόν από τον Οκτώβριο».
Ακολουθεί μία άνευ προηγουμένου επίθεση του κοινοβουλευτικού εκπρόσωπου του ΠΑΣΟΚ Χρ. Παπουτσή κατά του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Φ. Σαχινίδη την ημέρα ψήφισης των μέτρων. «Σε ποια κυβέρνηση νομίζετε ότι είστε υφυπουργός;» ρωτά με οργισμένο ύφος ο κ. Παπουτσής. «Στην καρέκλα στην οποία κάθεστε σήμερα έχουν βρεθεί διαπρεπείς πολιτικοί στο παρελθόν», συνεχίζει ο κ. Παπουτσής, απευθυνόμενος στον εμβρόντητο κ. Σαχινίδη. «Δεν σας το επιτρέπουν κάτι τέτοιο τα εκατομμύρια ψηφοφόρων που έστειλαν το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση κι εσάς στη σημερινή σας θέση!».
Για τον Φ. Σαχινίδη εκείνη η συνεδρίαση της Βουλής έχει μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη του λόγω της σφοδρότητας της επίθεσης. Ωστόσο τότε η ανησυχία ήταν μία: να υπερψηφιστούν τα μέτρα, για να τα χρησιμοποιήσει ο κ. Παπανδρέου στη συνάντησή του με την κ. Μέρκελ ως επιχείρημα για να την πείσει να συναινέσει στη δημιουργία μηχανισμού στήριξης.
Η συνεδρίαση ολοκληρώνεται και το νομοσχέδιο ψηφίζεται. Ο κ. Σαχινίδης αμίλητος σχεδόν δραπετεύει από το κτίριο του Κοινοβουλίου. Πίσω του, κάποιοι από τους ελάχιστους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που ήταν παρόντες στο επεισόδιο, σχολίαζαν: «Ο Χρήστος [Παπουτσής] τα έλεγε στον καημένο τον Σαχινίδη, αλλά στόχος του ήταν ο Παπακωνσταντίνου!».
Εν τω μεταξύ, η αντιπολίτευση ανεβάζει τους τόνους της αντιπαράθεσης. Η συναινετική στάση που είχε κρατήσει ο Αντ. Σαμαράς για λίγες ημέρες σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ. Ο νέος πρόεδρος της Ν.Δ. δηλώνει μετά την εξαγγελία των μέτρων ότι «άργησαν απελπιστικά πέντε μήνες». Παράλληλα όμως, επιτίθεται στην κυβέρνηση για λάθος μείγμα πολιτικής, «που δεν μας βγάζει από την κρίση αλλά βαθαίνει την ύφεση».
«Κατανόηση» από την Αγκελα Μέρκελ
Στις 5 Μαρτίου, δύο ημέρες αφού έχει ανακοινώσει το νέο πακέτο μέτρων λιτότητας, ο Γιώργος Παπανδρέου ταξιδεύει στο Βερολίνο. Μιλώντας στο γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων την προηγούμενη μέρα, έχει δηλώσει: «Η Ελλάδα δεν ζητάει δεκάρα από τον Γερμανό φορολογούμενο. Ζητάμε πολιτική υποστήριξη, όχι οικονομική βοήθεια».
Ο πρωθυπουργός γνωρίζει το αρνητικό κλίμα που υπάρχει στη Γερμανία απέναντι στην άσωτη –όπως παρουσιάζεται από μερίδα του γερμανικού Τύπου και από δεξιούς πολιτικούς– Ελλάδα. Η Bild, η εφημερίδα με τη μεγαλύτερη κυκλοφορία στην Ευρώπη, προειδοποιεί τη γερμανική κυβέρνηση να μην ενδώσει σε αιτήματα οικονομικής βοήθειας. Δημοσκόπηση, που έχει δημοσιευθεί την προηγουμένη της επίσκεψής του, τοποθετεί στο 84% το ποσοστό των Γερμανών που διαφωνούν με την ιδέα της οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα.
Τι συζητούν
Η πρώτη συνάντηση, στην αίθουσα συσκέψεων της καγκελαρίας, διαρκεί μόλις μισή ώρα και αφορά τι θα πουν οι δύο ηγέτες στη συνέντευξη Τύπου που ακολουθεί. Η καγκελάριος, παρότι προσηνής, είναι αμετακίνητη: εξηγεί στον πρωθυπουργό ότι δεν μπορεί να δώσει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για οικονομική βοήθεια λόγω των περιορισμών που θέτει τόσο το γερμανικό σύνταγμα όσο και η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Η επιρροή του Γενς Βάιντμαν, βασικού οικονομικού συμβούλου της και παρόντος στη συνάντηση, είναι εμφανής. Ο κ. Παπανδρέου επιμένει ότι χρειάζεται μία δήλωση – εγγύηση προς τις αγορές ότι η Γερμανία θα παρέμβει υπέρ της Ελλάδας αν χρειαστεί. Εκείνη τον παραπέμπει στη σοφία των αγορών, που θα καταλάβουν τα μέτρα που εξήγγειλε και θα ηρεμήσουν. Ο πρωθυπουργός, μεταξύ σοβαρού και αστείου, της λέει ότι, παρότι σοσιαλιστής, καταλαβαίνει τις αγορές καλύτερα από εκείνη, επειδή η καγκελάριος μεγάλωσε σε κομμουνιστικό καθεστώς. Της τονίζει ότι με τη διστακτική της στάση παίζει με τη φωτιά.
Στη συνέντευξη Τύπου, η κ. Μέρκελ χαρακτηρίζει τα ελληνικά μέτρα «εξαιρετικά σημαντικό βήμα» και δηλώνει ότι η Γερμανία δείχνει «κατανόηση» για την Ελλάδα, αλλά δεν προχωρά σε τίποτα πιο χειροπιαστό. Δημοσιογράφος της Bild ρωτά τον κ. Παπανδρέου αν προτίθεται να πουλήσει ελληνικά νησιά. Ο πρωθυπουργός απαντά με νόημα ότι στα νησιά έχει γραφτεί η ιστορία της Ελλάδας, ότι υπέστησαν ξένη κατοχή και ότι δεν είναι προς πώληση.
Οι δύο ηγέτες και οι αντιπροσωπείες τους δειπνούν στη συνέχεια στην καγκελαρία. Η κ. Μέρκελ επιμένει ότι δεν μπορεί να δεσμευτεί. Σημειώνει μάλιστα ότι δεν είναι ακριβώς στο ίδιο μήκος κύματος με τον υπουργό Οικονομικών της. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, παρών κι αυτός στο δείπνο, είναι την περίοδο εκείνη πιο συνειδητοποιημένος από την καγκελάριο όσον αφορά την ανάγκη μιας ευρωπαϊκής απάντησης στην ελληνική κρίση. Σε αντίθεση με την κ. Μέρκελ, ήταν μάλιστα σαφώς πιο επιφυλακτικός απέναντι στην ιδέα εμπλοκής του ΔΝΤ, απέναντι στην οποία, όπως δηλώνει στην «Κ» ο Γιοργκ Ασμουσεν, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών τότε, ο κ. Παπανδρέου «δεν ήταν αντίθετος». Γενικότερα πάντως, όπως σημειώνει ο κ. Ασμουσεν, «σε αυτή τη φάση δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τη συστημική φύση του προβλήματος. Θεωρούσαμε ακόμα ότι αφορούσε μόνο μία χώρα που είχε αλλοιώσει τα στατιστικά της στοιχεία».
Μετά το γεύμα, Μέρκελ, Παπανδρέου, Σόιμπλε και Παπακωνσταντίνου πίνουν έναν καφέ. Στον πιο στενό αυτό κύκλο, τα πράγματα τίθενται ευθέως. Η καγκελάριος ρωτά πόσο αντέχει η Ελλάδα, αναφέροντας και το πολιτικό της πρόβλημα – την εκλογική αναμέτρηση στο κρατίδιο της Β. Ρηνανίας – Βεστφαλίας, στις 9 Μαΐου. Η απάντηση που λαμβάνει είναι ότι πρέπει να δημιουργηθεί το ταχύτερο δυνατό ένας μηχανισμός με σαφείς δεσμεύσεις.
Οι υποσχέσεις του Σαρκοζί
Δύο μέρες αργότερα, υποδέχεται τον πρωθυπουργό στο Μέγαρο των Ηλυσίων ο Νικολά Σαρκοζί. Το κλίμα είναι διαφορετικό. Ο Γάλλος πρόεδρος, σε κατάσταση μόνιμης υπερδιέγερσης, επικρίνει την κ. Μέρκελ που, όπως λέει, δεν έχει καταλάβει πόσο επείγουσα είναι η κατάσταση. Αναφέρει μάλιστα ότι θα προτείνει στη Γερμανίδα καγκελάριο να επισκεφθούν από κοινού την Ελλάδα και να εκφράσουν μαζί τη στήριξή τους. Ο υπερκινητικός κ. Σαρκοζί κοντοστέκεται μόνο όταν μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας τον ρωτά στα γαλλικά αν θα μπορούσε να πάρει τα μισά από τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση Παπανδρέου. Στο σημείο εκείνο, βυθίζεται σε μία πελώρια πολυθρόνα και παραδέχεται ότι δεν θα μπορούσε.
Οταν προκύπτει στη συζήτηση η πιθανότητα συμμετοχής του ΔΝΤ, είναι κάθετος: δεν πρέπει το Ταμείο να συμμετάσχει σε εσωτερικές υποθέσεις της Ευρωζώνης. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο – η Γαλλία θα «καθαρίσει» την ελληνική υπόθεση, χωρίς τη συνδρομή του Γάλλου γενικού διευθυντή του Ταμείου. Το Παρίσι μάλιστα είναι θετικό –ενώ οι Γερμανοί ήταν πολύ πιο επιφυλακτικοί– στο ενδεχόμενο πρόσβασης της Ελλάδας σε έναν μηχανισμό βραχυπρόθεσμου δανεισμού, από 4-5 χώρες της Ευρωζώνης, σε περίπτωση που κλείσουν οι αγορές πριν στηθεί ο επίσημος μηχανισμός στήριξης.
Στη δημόσια τοποθέτησή του, ο κ. Σαρκοζί είναι πολύ πιο θερμός από την κ. Μέρκελ. «Η ελληνική κυβέρνηση πήρε τα μέτρα που της ζητήθηκαν», δηλώνει. «Τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης πρέπει τώρα να είναι έτοιμα να λάβουν τα δικά τους. […] οι κερδοσκόποι πρέπει να γνωρίζουν ότι η αλληλεγγύη έχει νόημα».
Ωστόσο τα σύννεφα δεν διαλύονται. Η ελληνική πλευρά τονίζει στον Γάλλο πρόεδρο ότι πρέπει στη Σύνοδο Κορυφής στα τέλη του μήνα να υπάρξει συγκεκριμένο νούμερο στο τραπέζι. Ο κ. Σαρκοζί συμφωνεί, αλλά δεν θα καταφέρει να πείσει την καγκελάριο. Το ΔΝΤ, κατόπιν απαίτησης του Βερολίνου, θα αποτελέσει μέρος του επίσημου μηχανισμού. Η απόφαση λαμβάνεται λίγες μέρες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου, σε διαπραγματεύσεις μεταξύ των κ. Ασμουσεν, Βάιντμαν και Κορσέπιους (συμβούλου ευρωπαϊκών υποθέσεων της καγκελαρίου) από τη γερμανική πλευρά, και των Ραμόν Φερναντέζ (γενικού διευθυντή του υπουργείου Οικονομικών) και Ξαβιέ Μουσκά (προσωπάρχη του Ν. Σαρκοζί) από τη γαλλική. Η κοινή επίσκεψη Μέρκελ – Σαρκοζί στην Αθήνα δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ…
Απροετοίμαστη, η Ευρώπη αποφασίζει τη συμμετοχή του Ταμείου
Ενώ η Αθήνα εκείνες τις μέρες φαίνεται επιτέλους να έχει αφυπνιστεί, στις Βρυξέλλες επικρατεί χάος. «Η Ευρώπη σε εκείνη τη φάση ήταν παντελώς απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει μια κρίση. Ηταν σαν να είχε πιάσει φωτιά σε ένα από τα σπίτια της και η ίδια να μην έχει ούτε καν πυροσβεστική», σημειώνει υψηλόβαθμος Ευρωπαίος αξιωματούχος.
Η ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων δεν ήταν ποτέ το δυνατό σημείο της Ευρώπης. Ιδιαίτερα τότε όμως, η αργοπορία είχε τεράστιο κόστος. «Δίναμε πάντα την αίσθηση ότι ήμασταν πίσω από τις αγορές. Ποτέ δεν δώσαμε την εντύπωση ότι ήμασταν μπροστά», όπως δήλωσε στους «Νέους Φακέλους» ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ.
«Η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη δεν ήταν καλά εξοπλισμένη θεσμικά για να αντιμετωπίσει κάτι τέτοιο, γιατί κυριαρχούσε η αντίληψη ότι αν όλοι τηρούσαν τους κανόνες, δεν θα προέκυπταν τέτοιες καταστάσεις», σημειώνει στην «Κ» ο πρόεδρος του Euroworking Group Τόμας Βίζερ.
Ο Γ. Παπακωνσταντίνου, έχοντας λάβει τα μέτρα του Μαρτίου, είναι σε θέση να ζητήσει πια από τους εταίρους του ένα σχέδιο για τη χαλιναγώγηση των αγορών. Αλλά η γερμανική κυβέρνηση, όπως έχει αναδείξει ο οικονομολόγος Ντάνιελ Γκρος, σύμβουλος τότε στο υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας, γνωρίζει ελάχιστα την ελληνική οικονομία. Η αναβλητική στάση των Γερμανών προκαλεί τον εκνευρισμό του προέδρου του Eurogroup. «Νευρίαζα με σχόλια που έκανε κάποιες φορές ο γερμανικός Τύπος και οι Γερμανοί πολιτικοί για τους Ελληνες. Αυτό ήταν απαράδεκτο», έχει πει στους «Νέους Φακέλους».
Ο κ. Γιουνκέρ βέβαια είναι και ο ίδιος αρκετά επιφυλακτικός σχετικά με την παροχή βοήθειας προς την Ελλάδα. Ακόμα και μέσα στον Μάρτιο χρησιμοποιεί το επιχείρημα ότι ο κ. Παπανδρέου δεν έχει ζητήσει οικονομική βοήθεια. «Δεν νομίζω ότι θα χρειαστεί να δράσουν (τα μέλη της Ευρωζώνης)», λέει χαρακτηριστικά, μετά την επίσκεψη του Γ. Παπανδρέου στο Λουξεμβούργο. Οσο για το θέμα της προσφυγής στο ΔΝΤ, ο κ. Γιουνκέρ ανήκει ξεκάθαρα στο ΔΝΤ-φοβικό στρατόπεδο, μαζί με τον Νικολά Σαρκοζί, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και σύσσωμη την ΕΚΤ. «Ημουν ανάμεσα σε αυτούς που δεν ήθελαν το ΔΝΤ γιατί σκεφτόμουν ότι είμαστε μια ευρωπαϊκή ομάδα με κοινό νόμισμα και πρέπει να το ξεπεράσουμε αυτό χωρίς τη στήριξη του ΔΝΤ. Θυμάμαι να λέω ότι όταν η Καλιφόρνια έχει προβλήματα, οι ΗΠΑ δεν ζητούν βοήθεια από το ΔΝΤ, αλλά δίνουν μια συνολική εθνική απάντηση σε ένα τοπικό πρόβλημα», θα σχολιάσει σχετικά στους «Νέους Φακέλους» ο κ. Γιουνκέρ.
Οι δηλώσεις του Γ. Παπανδρέου εκείνη την περίοδο έχουν σκοπό να προκαλέσουν κινητοποίηση στους ευρωπαϊκούς κύκλους για να βρεθεί λύση χωρίς το Ταμείο. Συγχρόνως, ο Γ. Παπακωνσταντίνου τονίζει στους εταίρους ότι αν δεν βοηθήσουν άμεσα, δεν θα μπορέσει η Ελλάδα να πληρώσει το ομόλογο των 8,5 δισ. ευρώ που λήγει τον Μάιο και ότι η καθυστέρησή τους θα οδηγήσει σε εμπλοκή του ΔΝΤ. Ωστόσο, δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι ο ίδιος ο κ. Παπανδρέου δεν έβλεπε αρνητικά το ενδεχόμενο συμμετοχής του Ταμείου, υπό την προσωπική διαχείριση του Σοσιαλιστή και φιλέλληνα Ντομινίκ Στρος-Καν.
Στην Ουάσιγκτον, ο Ελληνας εκπρόσωπος του ΔΝΤ Παναγιώτης Ρουμελιώτης κάνει τις επαφές που του έχει ζητήσει ο πρωθυπουργός ώστε να μη βρεθεί η χώρα απροετοίμαστη μπροστά στις εξελίξεις. Το Ταμείο έχει ήδη κινητοποιηθεί για το ενδεχόμενο να υπάρξει επίσημο αίτημα για συνδρομή σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα στήριξης της Ελλάδας.
Στα μέσα Μαρτίου αρχίζουν και διαρρέουν πληροφορίες ότι ετοιμάζεται σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας που θα αποφασιστεί από όλους τους αρχηγούς κρατών της Ευρώπης στη Σύνοδο Κορυφής στις 25-26 Μαρτίου. Η Αγκελα Μέρκελ έχει ήδη εξασφαλίσει τη συναίνεση των Γάλλων στη συμμετοχή του ΔΝΤ, ως αντάλλαγμα για την απόφαση να δεχθεί τη δημιουργία μηχανισμού έκτακτης χρηματοδότησης για την Ελλάδα.
Η Σύνοδος Κορυφής
Την ημέρα πριν από το Συμβούλιο, Μέρκελ και Σαρκοζί συναντιούνται για δύο ώρες και γράφουν ένα προσχέδιο εντός του πλαισίου του οποίου επιθυμούν να κινηθεί η απόφαση του Συμβουλίου. Την επόμενη ημέρα, λίγο πριν από την έναρξη της συνεδρίασης, το παρουσιάζουν στον πρόεδρο της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ, στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν βαν Ρομπέι και στον Ελληνα πρωθυπουργό. Οι υπόλοιποι ηγέτες, μεταξύ των οποίων ο Ισπανός πρωθυπουργός Χοσέ Λουίς Θαπατέρο, του οποίου η χώρα είναι η προεδρεύουσα του Συμβουλίου εκείνο το εξάμηνο, αλλά και ο Ολλανδός Γιαν Πέτερ Μπαλκενέντε, εξοργίζονται που έχουν τεθεί εκτός της διαδικασίας.
Το βασικό σημείο της απόφασης του Συμβουλίου είναι ότι τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης είναι έτοιμα να συνεισφέρουν σε συντονισμένο διμερή δανεισμό, στο πλαίσιο μηχανισμού που θα περιλαμβάνει ουσιαστική χρηματοδότηση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά στον οποίο η πλειονότητα της χρηματοδότησης θα είναι ευρωπαϊκή.
Ο κ. Παπανδρέου δηλώνει ικανοποιημένος από την έκβαση της συνόδου. Ο Χέρμαν βαν Ρομπέι ισχυρίζεται ότι ο κίνδυνος κρίσης ρευστότητας στην Ελλάδα αποσοβήθηκε, ενώ ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζ.-Μ. Μπαρόζο, ακόμα πιο ενθουσιώδης, μίλησε για «ιστορική» συμφωνία. Παρά τις θριαμβολογίες, δεν είναι η αρχή του τέλους του «ελληνικού κινδύνου». Είναι το τέλος της αρχής.