Η πολεοδομική και χωροταξική μεταρρύθμιση της δεκαετίας του ’80 προέκυψε έπειτα από μια ενδιαφέρουσα δημόσια συζήτηση, στην οποία συμμετείχαν τα μεγαλύτερα μυαλά της εποχής. Μέσα από αυτόν τον έντονο διάλογο προέκυψαν οι ρυθμίσεις του Στέφανου Μάνου και του Αντώνη Τρίτση. Σήμερα βλέπουμε την κατεδάφιση αυτού του θεσμικού πλαισίου με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς να γνωρίζουμε τις συνέπειες.
Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι όλα βαίνουν καλώς στην πολεοδομική και τη χωροταξική νομοθεσία. Πράγματι οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση του σχεδιασμού είναι μεγάλες και ο πολίτης συχνά εγκλωβίζεται σε καταστάσεις, χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς ισχύει. Ομως η ανάδευση των επιπέδων του σχεδιασμού, που επιχειρεί σήμερα το υπουργείο Περιβάλλοντος, δεν έχει νόημα. Δεν υπάρχει στρατηγική, μόνο η πρόθεση να καταργηθεί η γραφειοκρατία και να εξυπηρετηθούν οι επενδύσεις. Ομως χωρίς σταθερό, διαχρονικό χωροταξικό σχεδιασμό, που να ισχύει για όλους, οι επενδυτές θα «κονταροχτυπιούνται» έπειτα από λίγα χρόνια. Οι εύκολες τροποποιήσεις με απόφαση του εκάστοτε υπουργού ή με έγκριση του πολιτικά διορισμένου γ.γ. της Αποκεντρωμένης Διοίκησης καταργούν κάθε έννοια ασφάλειας δικαίου, την οποία οι σοβαροί επενδυτές αποζητούν.
Οσον αφορά τις προτεινόμενες αλλαγές στις χρήσεις γης, δεν μπορώ να φανταστώ με ποιο τρόπο συνδέονται με την εκταμίευση της δόσης. Απ’ ό,τι διαβάζω, ο κ. Ράιχενμπαχ ζητεί κτηματολόγιο, ζητεί δασικούς χάρτες και πολεοδομικό σχεδιασμό, όχι αποχαρακτηρισμό εκτάσεων και αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των πόλεών μας. Επομένως, οι ρυθμίσεις εκπορεύονται από δικά μας, εγχώρια συμφέροντα και όχι από την ανάγκη εκσυγχρονισμού.
Το σχέδιο νόμου προτείνει μια γραμμική ανάπτυξη, επάνω στους βασικούς οδικούς άξονες. Πρόκειται για μια εντελώς παρωχημένη αντίληψη για τον σχεδιασμό. Εξάλλου είδαμε πώς η Αττική Οδός άλλαξε τη γεωγραφία της Αττικής. Αλήθεια, αυτή είναι η «βιώσιμη ανάπτυξη» που αναφέρεται στον τίτλο του σχεδίου νόμου; Οσο για τις περιοχές αμιγούς κατοικίας, πράγματι θα έπρεπε να δοθεί περιθώριο ώστε να εξυπηρετούνται καθημερινές χρήσεις γειτονιάς και όχι να «φορτώνονται» στους διπλανούς δήμους. Δεν χρειάζεται, όμως, αυτοί που έχουν ένα καλό επίπεδο ζωής να εξαναγκαστούν σε υποβιβασμό, επειδή κάποιοι θέλουν να εισέλθουν σε επιχειρηματικά παρθένες περιοχές.
Συμπερασματικά, την περίοδο αυτή βομβαρδιζόμαστε με μια σειρά θεσμικών αλλαγών, με πολύ περιορισμένη διαβούλευση. Κοινός παρονομαστής τους είναι η απουσία ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού. Ως συνέπεια, οι ρυθμίσεις αυτές που έχουν στόχο να αυξήσουν τις επενδύσεις, τελικά θα οδηγήσουν σε σύγκρουση τους επενδυτές. Και θα έχουν σοβαρές επιπτώσεις στον τρόπο που λειτουργούν οι πόλεις μας, στο περιβάλλον, στο τοπίο.
*Καθηγητής Πολεοδομίας Χωροταξίας στο ΕΜΠ.