Χαίρονται ή κλαίνε οι τραπεζίτες με τις προωθούμενες μεγάλες ρυθμίσεις «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων; Οποιος απαντήσει το πρώτο ή το δεύτερο, θα βιαστεί. Κι αυτό, γιατί η ιστορία έχει μεγάλη και ενδιαφέρουσα ουρά. Προσέξτε:
Υπό κανονικές συνθήκες και με τη ρύθμιση για τη νομική προστασία τους –έναντι πιθανών μελλοντικών αστικών και ποινικών ευθυνών– να αργεί, οι τραπεζίτες θα πρέπει λογικά να κλαίνε. Κι αυτό, γιατί δεν αποκλείεται όποιος βάλει (ή έβαλε ήδη) την υπογραφή του κάτω από σύμβαση που προβλέπει μεγάλη ρύθμιση μετά «κουρέματος», αύριο-μεθαύριο να βρεθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης, έχων και αστικές ευθύνες: Δηλαδή, να καλύψει το «κούρεμα» με την προσωπική του περιουσία. Πέραν των άλλων πιθανών εμπλοκών που θα έχει.
Γιατί θα συμβεί αυτό; Διότι στις τέσσερις συστημικές τράπεζες, μετά τις ανακεφαλαιοποιήσεις που έγιναν, έχουν μπει χρήματα του Δημοσίου. Οπότε, μπορεί κανείς να κατηγορηθεί για απιστία έναντι του Δημοσίου και να μπλέξει από τη στιγμή που θα υπογράψει για τη «διαγραφή» αυτών των κεφαλαίων…
Η άλλη όψη
Ομως, υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Τι λέει; Οτι κανείς τραπεζίτης, λογικά, δεν θα πρέπει να έχει κανένα πρόβλημα να υπογράψει μια αναδιάρθρωση, πάντα μετά «κουρέματος», από τη στιγμή που για τα περισσότερα από αυτά τα δάνεια υπάρχουν προβλέψεις έως και 100% έναντι πιθανών επισφαλειών. Δηλαδή, θεωρούνται –λίγο ώς πολύ– ξεγραμμένα. Οπότε, από τη στιγμή που μέσω της αναδιάρθρωσης θα εισπραχθεί ένα μεγάλο μέρος του «ξεγραμμένου» ποσού, η τράπεζα μόνο κέρδος θα έχει. Κατ’ επέκταση και το Δημόσιο. Γιατί λοιπόν να μην προχωρήσει στο «κούρεμα»;
Θεωρητικά και οι δύο απόψεις, με μια πρώτη ματιά, δείχνουν να είναι σωστές. Ομως, πρακτικά, κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Οπότε, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, απαιτείται και δεύτερη ανάγνωση. Για παράδειγμα, τι θα γίνει στην περίπτωση που ο ωφελημένος από το «κούρεμα» αποδειχθεί ότι ήταν «στρατηγικός κακοπληρωτής» ή αλλιώς «μπαταχτσής»; Δηλαδή, μπορούσε να πληρώσει το δάνειό του –με βάση τα πραγματικά περιουσιακά του στοιχεία– αλλά προτιμούσε να μην το κάνει, προσδοκώντας ακριβώς σε αυτό το «κούρεμα»; Και τι απαντάς, σε αυτή την περίπτωση, σε όλους εκείνους που αποπλήρωναν, κυριολεκτικά με τα χίλια ζόρια, τα δικά τους δάνεια όλο αυτό τον καιρό της μεγάλης κρίσης;
Δύσκολη ερώτηση, που ζητεί ωστόσο άμεσα απαντήσεις. Μία απ’ αυτές υποστηρίζει ότι «κατ’ αρχάς το φαινόμενο των “στρατηγικών κακοπληρωτών” δεν είναι τόσο διευρυμένο όσο λέγεται και γράφεται τον τελευταίο καιρό (σ.σ. ένας στους επτά ή ακόμα και ένας στους πέντε), ενώ και τα κριτήρια αναγνώρισής τους είναι δυσδιάκριτα».
Δηλαδή, υπάρχουν όντως οι… συνειδητοί μπαταχτσήδες, αλλά υπάρχουν και εκείνοι που δεν βρίσκονται στα όρια της ανέχειας, ωστόσο, για λόγους τακτικής επιλέγουν να καλύψουν άλλες ανάγκες (όπως για παράδειγμα τις ανελαστικές οικογενειακές), από το να πληρώσουν το δάνειο ή την εισφορά στο Ταμείο. Δηλαδή, έχουν κάποια χρήματα, αλλά ιεραρχώντας τις υποχρεώσεις δεν τοποθετούν στην κορυφή τους την τράπεζα. «Αυτούς, λοιπόν, πώς τους αντιμετωπίζεις, ως στρατηγικούς κακοπληρωτές;» είναι το κρίσιμο ερώτημα.
Κατά περίπτωση
Το συμπέρασμα απ’ όλο αυτό το ιδιότυπο πινγκ πονγκ επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων ως προς το δύσκολο θέμα που μας απασχολεί; Οτι οι γραμμές είναι δυσδιάκριτες, αλλά όχι πάντα και για το σύνολο των περιπτώσεων. Υπάρχουν και κάποιες που δύσκολα κρύβονται πίσω από κριτήρια και μπορούν να είναι πιο εύκολα διακριτές. Το αν είναι πολλές ή λίγες μένει να το αποδείξουν οι ίδιες οι τράπεζες, κατόπιν σχετικού ελέγχου.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, κάτι θα πρέπει να γίνει άμεσα, για να μπορέσει κάποια στιγμή η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα να ξαναπάρει μπρος. Και οι τράπεζες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα συμβάλλουν αποφασιστικά σε αυτή την εξέλιξη, λειτουργώντας κατά τρόπο ορθολογιστικό και ενισχύοντας τον υγιή ανταγωνισμό, επιφυλάσσοντας για όλους τους ίδιους όρους παιχνιδιού.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τίποτα δεν μπορεί να προαχθεί σε μια χώρα, όταν οι ίδιοι οι τραπεζίτες παραδέχονται ότι «αν βρεθεί κάποιος σήμερα που μπορεί να βάζει υπογραφές κάτω από τέτοιου είδους αναδιαρθρώσεις, θα πρέπει να είναι πολύ γενναίος…».