Ας ξεκινήσουμε από τα δεδομένα της ιστορίας: Η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη βγει ανεπισήμως και έχει προσεγγίσει τράπεζες για το δύσκολο έργο της επιστροφής της χώρας στις αγορές. Το επιβεβαίωσε στην «Κ» Ελληνας τραπεζίτης ο οποίος προσεγγίσθηκε στη βάση της λογικής: «Να προετοιμαστούμε, για να μπορούμε να κινηθούμε αμέσως μόλις το αποφασίσουμε».
Υπ’ αυτήν τη λογική, λοιπόν, χρονικά όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά για το πότε μπορεί να γίνει η έξοδος. Αν και, όπως εκτιμά ξένος –αυτή τη φορά– τραπεζίτης, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι «ακόμη και μιας μικρής έκδοσης θα πρέπει να προηγηθεί ένας σοβαρός κύκλος παρουσιάσεων (roadshows) στο εξωτερικό». Οπερ σημαίνει ότι οι πιθανότητες για να γίνει η έκδοση τον Ιούλιο περιορίζονται σημαντικά, γιατί απλώς δεν προλαβαίνουν.
Ομως, δεν εξαφανίζονται. Και αυτό γιατί, όπως σημειώνει Ελληνας τραπεζίτης και πάλι, «τέλη του μήνα η S&P θα δώσει στη δημοσιότητα τη δική της νέα αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας». Τι συνεπάγεται αυτό; «Αν είναι θετική, όπως ήταν της Moody’s, το δέλεαρ θα είναι μεγάλο και δεν αποκλείεται τότε η κυβέρνηση να μη θέλει να χάσει το μομέντουμ. Και άρα να κινηθεί».
Από την άλλη, πάλι, οι δανειστές ζητούν από την Αθήνα «να μη βιαστεί», αλλά αντιθέτως «να περιμένει» πριν κάνει την έκδοση. Για να σιγουρευτεί ότι δεν θα την πληρώσει πανάκριβα. Η προτροπή είναι άμεση και δείχνει να μη σηκώνει αντιρρήσεις, καθώς ο κίνδυνος είναι υπαρκτός. Την απόφαση όμως θα τη λάβει η κυβέρνηση. Και αυτή δείχνει να ανυπομονεί, γιατί έχει ανάγκη να αρχίσει να «χτίζει» πάνω στο δικό της success story, της επιστροφής στην κανονικότητα.
Εχει όμως πάντα και τις ανησυχίες της, που λειτουργούν ως αντίβαρο και θα την κάνουν να το σκεφτεί δύο και τρεις φορές. Γιατί ξέρει, για παράδειγμα, ότι ο πήχυς στο επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου θα πρέπει να σπάσει προς τα κάτω το όριο του 5%, πριν κάνει οτιδήποτε. Ποιος το λέει; Κατ’ αρχάς, η λογική, αφού οτιδήποτε παραπάνω είναι ακριβό, και, κατά δεύτερον, η πολιτική. Οταν η κυβέρνηση Σαμαρά έκανε τη δική της έξοδο στις αγορές, στα τέλη της άνοιξης του 2014, το συγκεκριμένο όριο είχε σπάσει προς τα κάτω, έστω και οριακά.
Ενώ τώρα…
Βεβαίως υπάρχει και εναλλακτικό σενάριο: Να κλείσει τώρα με ανταλλαγή η υποχρέωση με το «ομόλογο Σαμαρά» που λήγει και να γίνει μια «καθαρή» έξοδος αργότερα μέσα στον χρόνο, πιθανότατα τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο, όταν οι συνθήκες θα έχουν ωριμάσει. Η κυβέρνηση, κάνοντας χρήση του επικοινωνιακού της χαρίσματος, μπορεί να ονομάσει την τωρινή αναχρηματοδότηση «έξοδο» και να την πανηγυρίσει εκ του ασφαλούς, μειώνοντας το ρίσκο και διατηρώντας ευχαριστημένους τους δανειστές. Το θέμα, όμως, είναι αν μπορεί να δείξει την απαιτούμενη εγκράτεια. Οσοι, πάντως, έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνούν με εκείνους που «τρέχουν» το project από ελληνικής πλευράς επιμένουν ότι «τα σενάρια που έχουν στο μυαλό τους είναι δύο, αυτό του Ιουλίου και αυτό του Σεπτεμβρίου». Και συνεχίζουν: «Αν τα συζητήσεις μαζί τους, αντιλαμβάνεσαι ότι το πρώτο (σ.σ.: του Ιουλίου) ακούγεται πιθανό όπως το αναλύουν. Ομως, δεν μπορεί, θα φοβηθούν να κινηθούν άμεσα».
Πάντως, πολύ μεγάλη προεργασία δεν θα χρειαστεί, όποτε και αν γίνει η κίνηση. Το πιθανότερο, για παράδειγμα, είναι πως με δύο roadshows αυτό το κεφάλαιο τουλάχιστον θα κλείσει.