«Ιστορικής σημασίας» χαρακτηρίζει τη συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Ζόραν Ζάεφ ο μεσολαβητής των Ηνωμένων Εθνών, Μάθιου Νίμιτς, μιλώντας στην «Κ» λίγο πριν από την άφιξή του στην Αθήνα και στα Σκόπια, όπου το επόμενο τριήμερο θα έχει επαφές με τις δύο κυβερνήσεις για την προώθηση της πρωτοβουλίας του.
Εκτιμά ότι αναπτύσσεται «δυναμική λύσης» και δηλώνει αισιόδοξος ότι σε συνεργασία με τη διεθνή κοινότητα –υπάρχει συντονισμός κινήσεων των Ηνωμένων Εθνών με την Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο– θα πετύχει μια κοινά αποδεκτή συμφωνία. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζει ότι υπάρχουν διαφορετικές θέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες, αλλά και εντός αυτών, μεταξύ των κομμάτων και στις κοινωνίες, και ζητεί από όλους να είναι ρεαλιστές και να κάνουν συμβιβασμούς.
«Η συνάντηση μεταξύ των πρωθυπουργών Τσίπρα και Ζάεφ στο Νταβός ήταν θετική και σημαντική, μια πραγματικά ιστορικής σημασίας συνάντηση, εάν οδηγήσει τελικά στην επίλυση των σημαντικών διαφορών μεταξύ των δύο γειτόνων», τονίζει, και προσθέτει: «Είναι πλέον καιρός να εντατικοποιηθούν οι συνομιλίες σχετικά με τους όρους μιας συνολικής συμφωνίας, με προσοχή στα θέματα που επισημάνθηκαν από τους δύο πρωθυπουργούς. Σύμφωνα με την πρόθεσή τους, έρχομαι στην Αθήνα και στα Σκόπια για συνομιλίες ώστε να προωθήσουμε τη διαδικασία. Πιστεύω ότι υπάρχει τώρα μια δυναμική για την εξεύρεση λύσεων».
Το χρονοδιάγραμμα
Ο κ. Νίμιτς, ο οποίος ασχολείται με το θέμα για περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, αρχικά ως εκπρόσωπος των ΗΠΑ υπό τον τότε μεσολαβητή του ΟΗΕ Σάιρους Βανς και στη συνέχεια ως ειδικός απεσταλμένος του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ ο ίδιος, προδιαθέτει για ένα σφιχτό χρονοδιάγραμμα: «Γίνονται ήδη συγκεκριμένα βήματα, ώρα να εντείνουμε τις διαπραγματεύσεις, να επισπεύσουμε και να φθάσουμε σε συμφωνία. Μπορούμε να προχωρήσουμε σε ταχεία διαδικασία για να επιτύχουμε ένα θετικό αποτέλεσμα μέσα σε λίγους μήνες, ίσως νωρίτερα». Στον ΟΗΕ ελπίζουν ότι θα έχει επιτευχθεί συμφωνία μέχρι τον Απρίλιο, ενώ οι Σύνοδοι Κορυφής της Ε.Ε. τον Ιούνιο και, κυρίως, του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο, λειτουργούν ως καταληκτικές ημερομηνίες.
Οι πέντε ονομασίες που κατέθεσε στις δύο πλευρές ο κ. Νίμιτς πριν από δέκα ημέρες είναι «Δημοκρατία της Νέας Μακεδονίας», «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», «Δημοκρατία της Aνω Μακεδονίας», «Δημοκρατία της Μακεδονίας του Βαρδάρη» και «Δημοκρατία της Μακεδονίας (Σκόπια)». Εχοντας συζητήσει διεξοδικά το θέμα με πολλές και διαφορετικές κυβερνήσεις και από τις δύο χώρες τα τελευταία 25 χρόνια, ο διεθνής μεσολαβητής έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ζητούμενο αλλά και εφικτό είναι μια σύνθετη ονομασία, κάτι που επίσημα υποστηρίζει η Αθήνα εδώ και πολλά χρόνια, και που μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Ζόραν Ζάεφ στην ΠΓΔΜ, αποδέχεται πλέον και η γειτονική χώρα.
Προτείνει ευρεία χρήση της νέας ονομασίας από τη στιγμή που η ΠΓΔΜ θα ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά όχι πριν από την ολοκλήρωση της ένταξης. Στο μεσοδιάστημα υποστηρίζει τη χρήση της νέας ονομασίας σε διεθνείς οργανισμούς και fora.
Επίσης, σε μια άλλη πτυχή της συνολικής πρότασης που κατέθεσε εισηγείται κάθε χώρα να έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί είτε τη σλαβική ονομασία, είτε την αγγλική, είτε να τη μεταφράζει σε όποια γλώσσα επιθυμεί. Αν για παράδειγμα επιλεγεί το «Νέα» ή το «Ανω Μακεδονία», πολλές χώρες θα χρησιμοποιούν την αγγλική ονομασία «Republic of New Macedonia» ή «Republic of Upper Macedonia» και άλλες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, θα μπορούν να χρησιμοποιούν τη σλαβική ονομασία «Republika Nova Makedonija» ή «Republika Gorna Makedonija».
Στο ίδιο πλαίσιο και σε ό,τι αφορά την αλλαγή του συντάγματος, ο κ. Νίμιτς θεωρεί ότι αυτό εναπόκειται στην πολιτική ηγεσία της ΠΓΔΜ και στους συνταγματολόγους της χώρας, όπως τόνισε χαρακτηριστικά πηγή του ΟΗΕ.
Αντιδράσεις
Ο μεσολαβητής αναγνωρίζει τις δυσκολίες που υπάρχουν όπως δείχνουν οι αντιδράσεις που παρατηρούνται στο εσωτερικό και των δύο χωρών, από κόμματα της αντιπολίτευσης αλλά και σημαντικά τμήματα των δύο λαών. Στη μεν ΠΓΔΜ, ο πρόεδρος της χώρας Γκιόργκι Ιβάνοφ ανήκει στο εθνικιστικό κόμμα του τέως πρωθυπουργού Νίκολα Γκρούεφσκι, που ήταν αντίθετος σε κάθε συμβιβασμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ο ίδιος ο διαπραγματευτής της χώρας για το θέμα της ονομασίας, Βάσκο Ναουμόφσκι, δήλωσε πως οι προτάσεις που παρουσίασε ο κ. Νίμιτς «απέχουν πολύ από μια αξιοπρεπή λύση». Αντίστοιχα, στην Ελλάδα, όχι μόνο εγείρει σοβαρές ενστάσεις η αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά υπάρχουν ηχηρές διαφοροποιήσεις και εντός της κυβέρνησης, με τη στάση των Ανεξαρτήτων Ελλήνων.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο κ. Νίμιτς σέβεται μεν τις ευαισθησίες της κάθε πλευράς, αλλά διαμηνύει ότι απαιτούνται ρεαλισμός και παραχωρήσεις. «Πρέπει όλοι να αναγνωρίσουμε ότι οι θέσεις των δύο κυβερνήσεων δεν θα είναι οι ίδιες σε σχέση με πολλά από τα ανοικτά ζητήματα και ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και στις δύο χώρες από τους πολιτικούς ηγέτες και γενικά από τον πληθυσμό σε αυτό το θέμα οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπόψη. Ως εκ τούτου, πρέπει να είμαστε ρεαλιστές ότι απαιτείται συμβιβασμός».
«Συνολικά πιστεύω ότι υπάρχει τώρα μια γενική επιθυμία στις δύο χώρες και γενικότερα στη διεθνή κοινότητα να επιλυθούν τα ανοικτά ζητήματα μεταξύ των δύο γειτόνων και ότι είναι δυνατή η εξεύρεση λύσεων. Αυτή είναι μια ιστορική ευκαιρία που όλοι πρέπει να αξιοποιήσουμε».
Ο μεσολαβητής εντάσσει την προσπάθειά του στο πλαίσιο μιας ευρύτερης γεωπολιτικής προσέγγισης. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια διευθέτηση θα ενισχύσει την ασφάλεια της Ευρώπης και θα αποφέρει οφέλη στους πολίτες και των δύο εθνών. Ηδη, μέσω ενεργειών που σημειώθηκαν από τους πρωθυπουργούς, λαμβάνονται συγκεκριμένα βήματα, γεγονός που αποτελεί θετική εξέλιξη από μόνο του. Πιστεύω πραγματικά ότι μπορεί να επιτευχθεί η επίλυση των διαφορών, δεδομένης της νέας δυναμικής που υπάρχει αυτή τη στιγμή».
Τέλος, λίγο πριν από την άφιξή του στις δύο χώρες εκφράζει «την ευγνωμοσύνη ολόκληρου του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών στους δύο πρωθυπουργούς για την έκφραση της εμπιστοσύνης τους στον ρόλο του ΟΗΕ ως παράγοντα διευκόλυνσης αυτής της διαδικασίας».