Κρας τεστ στην Κύπρο για τα ελληνοτουρκικά

Κρας τεστ στην Κύπρο για τα ελληνοτουρκικά

Σε ορόσημο για την περαιτέρω πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων μπορεί να αναδειχθεί η 20ή Ιουλίου, 50ή επέτειος από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο

4' 42" χρόνος ανάγνωσης

Σε ορόσημο για την περαιτέρω πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων μπορεί να αναδειχθεί η 20ή Ιουλίου, 50ή επέτειος από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Τότε θα κριθεί εάν θα υπάρξει σημαντική επιβάρυνση σε ρητορικό επίπεδο ή οι δίαυλοι μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας θα παραμείνουν ενεργοί ενόψει της σχεδιαζόμενης συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη.

Ο Ταγίπ Ερντογάν επισκέπτεται παραδοσιακά τη συγκεκριμένη ημέρα τα Κατεχόμενα, αλλά φέτος στη Λευκωσία αναμένεται να μεταβεί, για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργικής θητείας του, προκειμένου να παραστεί στις εκδηλώσεις μνήμης, και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Είναι προφανές πως ο πρωθυπουργός θα σηκώσει το γάντι και θα απαντήσει σε όσα τυχόν εμπρηστικά αναφέρει ο Τούρκος πρόεδρος, με συνομιλητές του να προεξοφλούν ήδη μια ιδιαίτερα δύσκολη «συνύπαρξη» των δύο ηγετών στο νησί.

Η απόφαση του Κυρ. Μητσοτάκη να ανταποκριθεί στην πρόσκληση του Ν. Χριστοδουλίδη και να επισκεφθεί την Κύπρο είχε ληφθεί πριν από τις πρόσφατες ευρωεκλογές.

Ομως πλέον εκ των πραγμάτων μπορεί να αποτελέσει και όχημα προκειμένου να απαντηθούν στο «πεδίο» τυχόν κριτικές επισημάνσεις που θα διατυπωθούν για τους χειρισμούς της κυβέρνησης στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής κατά την αυριανή εκδήλωση στην οποία θα τοποθετηθούν οι Κ. Καραμανλής και Αντ. Σαμαράς. Πάντως, κυβερνητικά στελέχη σημειώνουν πως οι όποιες θέσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών «θα καταγραφούν με προσοχή» και βεβαίως είναι a priori «σεβαστές».

Σε κάθε περίπτωση, το κεφάλαιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων αποτελεί εσχάτως πηγή προβληματισμού για το Μέγαρο Μαξίμου, παρά τη νηνεμία στο Αιγαίο.

Η –με ευθύνη της Αγκυρας– εικόνα «παλινδρόμησης» στα ελληνοτουρκικά εκτιμάται ότι προσλαμβάνει μόνιμα χαρακτηριστικά, περιορίζοντας την προοπτική ουσιαστικού διαλόγου.

Σχέδιο δεξιάς «επούλωσης»

Νέα δεδομένα στον πολιτικό σχεδιασμό του Μεγάρου Μαξίμου δημιουργεί η ανάδειξη ενός πολυεπίπεδου «τόξου δυσαρεστημένων» εντός της Ν.Δ., που διαφαίνεται πως επιδιώκουν να μετακινήσουν την κυβέρνηση προς δεξιότερη κατεύθυνση και πιο σκληρές θέσεις στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Ο Κυρ. Μητσοτάκης είναι σαφές πως δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τη στρατηγική των ανοιγμάτων και της διεύρυνσης που οδήγησε τη Ν.Δ. σε διαδοχικές εκλογικές νίκες. Ομως, ορισμένες προσαρμογές για την επούλωση των εσωκομματικών πληγών είναι πλέον πολύ πιθανές. Η πρώτη –που ήταν στην ατζέντα και είχε αρχίσει να αναπτύσσεται αμέσως μετά τις ευρωεκλογές και πριν από τη συνεδρίαση της «γαλάζιας» Κ.Ο.– αφορά μεταβολή του κυβερνητικού προσανατολισμού, που πλέον θα εστιάζει αποκλειστικά στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης των άμεσων προβλημάτων του πολίτη. Αντιθέτως, στο ορατό μέλλον θα αποφευχθούν ιδεολογικά φορτισμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως όχημα για «αντάρτικα» από «γαλάζιους» βουλευτές. Χαρακτηριστικό σχετικό παράδειγμα είχε αποτελέσει –πέραν του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών– η τροπολογία που είχε κατατεθεί στα τέλη του 2023 περί μηχανισμού παροχής άδειας διαμονής για εργασία σε παράνομους μετανάστες, με την οποία είχαν διαφωνήσει δημοσίως έξι βουλευτές της Ν.Δ. και ο Αντ. Σαμαράς.

Η δεύτερη «προσαρμογή» έχει ως επίκεντρο την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο Κυρ. Μητσοτάκης φέρεται ιδιαίτερα ενοχλημένος με το άνοιγμα της σχετικής συζήτησης, την οποία χαρακτηρίζει άκαιρη, παραπέμποντας για τις αποφάσεις του στις αρχές του νέου χρόνου. Ομως πολλοί θεωρούν πως η ανανέωση της θητείας της Κατερίνας Σακελλαροπούλου απομακρύνεται όχι επειδή ο πρωθυπουργός δεν είναι ικανοποιημένος από την άσκηση των καθηκόντων της, αλλά για «πρακτικούς» λόγους: βουλευτές του «τόξου δυσαρεστημένων» είναι πολύ πιθανό να μην την ψηφίσουν –με ορισμένους να προεξοφλούν ήδη τη στάση τους–, ενώ το Μέγαρο Μαξίμου δεν μπορεί να προσβλέπει ως αντιστάθμισμα σε μια ευρύτερη συναίνεση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και συγκεκριμένα από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, όπως είχε συμβεί κατά την εκλογή της το 2020. Τα δύο κόμματα, ανεξαρτήτως των εξελίξεων στο εσωτερικό τους, δεν αναμένεται να προσφέρουν στην κυβέρνηση συναίνεση, ακόμη κι αν αυτή αφορά το πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Ποιος θέλει την ανασύνθεση

Τα μετεκλογικά μποφόρ σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ είναι πολλά, αλλά η πραγματική μάχη στην Κουμουνδούρου και στη Χαριλάου Τρικούπη θα πρέπει να αναμένεται από τα τέλη Αυγούστου, μετά τα μπάνια του λαού: το τρίμηνο μέχρι το τέλος του έτους θα καθορίσει τις εξελίξεις στα δύο κόμματα και κυρίως την προοπτική –και τον τρόπο– ανασύνθεσης της Κεντροαριστεράς, καθώς είναι προφανές πως με τα υφιστάμενα δεδομένα η πολιτική ηγεμονία του Κυρ. Μητσοτάκη δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί παρά τη σημαντική υποχώρηση των ποσοστών της Ν.Δ. στις πρόσφατες ευρωεκλογές. Αυτό που μένει να απαντηθεί τους επόμενους μήνες είναι εάν οι εξελίξεις περί την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ –ανεξαρτήτως τελικού νικητή– θα είναι το προωθητικό «καύσιμο» για το κόμμα προκειμένου να αποτελέσει τον κεντρικό πυλώνα της Κεντροαριστεράς. Οπως και τον τρόπο με τον οποίο θα επηρεάσουν τον ευρύτερο χώρο οι αναμενόμενες τεκτονικές συγκρούσεις στον ΣΥΡΙΖΑ με φόντο το επερχόμενο συνέδριο. Εάν κανένα από τα δύο κόμματα δεν βρει τον «βηματισμό» του, πολλοί εκτιμούν πως η συζήτηση για τη συνολικότερη ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς με «υπέρβαση» των ηγεσιών τους θα προσλάβει νέα δυναμική – ήδη ήταν σε εξέλιξη συλλογή υπογραφών πρώην βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΔΗΜΑΡ υπέρ του εγχειρήματος, που ευλόγως «πάγωσαν» λόγω των «έκτακτων» εξελίξεων σε Χαριλάου Τρικούπη και Κουμουνδούρου.

Μάλιστα, με αφορμή το επιχειρούμενο rebranding του Αλ. Τσίπρα, την πρεμιέρα του ινστιτούτου του, αλλά και τους διαύλους επικοινωνίας που φέρεται να έχει οικοδομήσει με τον Γ. Παπανδρέου, συζητείται πως ο πρώην πρωθυπουργός θα μπορούσε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην προσπάθεια για ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Τη σχετική φημολογία επιτείνει το γεγονός ότι πλέον ο Στ. Κασσελάκης εμφανίζεται να κινείται σταθερά με όρους «πατροκτονίας» –όπως είχε καταγραφεί η σχέση του Αλ. Τσίπρα με τον Αλ. Αλαβάνο– έναντι του προκατόχου του. Πάντως, αναφορικά με τα σενάρια περί ολικής επαναφοράς του στην κεντρική πολιτική σκηνή, ο Αλ. Τσίπρας έχει ένα πλεονέκτημα και ένα μειονέκτημα: το πλεονέκτημα είναι πως μόλις θα συμπληρώσει τα 50 του χρόνια. Το μειονέκτημα, ότι εάν επιδίωκε να επιστρέψει άμεσα, θα κινδύνευε με μια πέμπτη διαδοχική ήττα από τον Κυρ. Μητσοτάκη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT