Το νέο κυπριακό πρόβλημα

Πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, ο κυπριακός ελληνισμός βρίσκεται μπροστά σε δεδομένα που δύσκολα ανατρέπονται. Το κατεχόμενο κομμάτι του νησιού έχει σχεδόν πλήρως αφελληνιστεί, ενώ ο πληθυσμός των εποίκων και άλλων διαβιούντων συνεχώς αυξάνεται

3' 46" χρόνος ανάγνωσης

Πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, ο κυπριακός ελληνισμός βρίσκεται μπροστά σε δεδομένα που δύσκολα ανατρέπονται. Το κατεχόμενο κομμάτι του νησιού έχει σχεδόν πλήρως αφελληνιστεί, ενώ ο πληθυσμός των εποίκων και άλλων διαβιούντων συνεχώς αυξάνεται. Η τουρκική πλευρά δεν διατηρεί απλά το στρατιωτικό πλεονέκτημα στο νησί, αλλά προσπαθεί να αποκτήσει σταδιακά τον έλεγχο της νεκρής ζώνης πέριξ της Πύλας και του Αγίου Δομετίου. Η διπλωματική αναγνώριση των Κατεχομένων από φιλικές προς την Τουρκία χώρες είναι μάλλον θέμα χρόνου. Με απλά λόγια, τα πράγματα είναι κακά και μπορεί να γίνουν χειρότερα.

Η αλήθεια είναι ότι η Λευκωσία έχει ξεμείνει από καλές ιδέες σχετικά με την επίλυση του Κυπριακού. Η κυπριακή ηγεσία εστιάζει πλέον σε διαδικαστικά θέματα προκειμένου να μη χρεωθεί την ευθύνη του αδιεξόδου. Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες κάνει μια ειλικρινή προσπάθεια για να προωθήσει την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων, αλλά το κλίμα δεν είναι ιδιαίτερα θετικό. Η διεθνής κοινότητα έχει άλλες προτεραιότητες και έχει γενικά ατονήσει το ενδιαφέρον για το διαιρεμένο νησί. Η Ευρωπαϊκή Ενωση επικεντρώνει την προσοχή της στον πόλεμο της Ουκρανίας επειδή νιώθει απειλούμενη από τον ρωσικό αναθεωρητισμό. Οι ΗΠΑ έχουν σιωπηρά αποδεχθεί την κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο, διότι δεν επηρεάζει ζωτικά αμερικανικά συμφέροντα.

Παρά τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και τις καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Αγκυρα δεν έχει σκοπό να διαπραγματευθεί μια λύση του Κυπριακού με βάση το διεθνές δίκαιο. Η τουρκική ηγεσία έχει ξεκαθαρίσει ότι συζητάει μόνο τη λύση των δύο κρατών και τίποτα λιγότερο. Η Τουρκία θα αλλάξει την πολιτική της έναντι της Λευκωσίας μόνο αν πιεστεί πραγματικά πολύ ή πειστεί ότι θα κερδίσει κάτι πολύ σημαντικό. Τίποτα από τα δύο δεν πρόκειται να συμβεί στο προβλέψιμο μέλλον. Ούτε υπάρχει εκεί έξω μια δύναμη που θα ασκήσει αφόρητη πίεση στην Αγκυρα για να υποχωρήσει από τις μαξιμαλιστικές της θέσεις ούτε υπάρχει κάτι χειροπιαστό να προσφερθεί ως αντάλλαγμα (π.χ. είσοδος στην Ε.Ε.) για να υιοθετήσει μια εποικοδομητική στάση.

Υπό αυτές τις συνθήκες, Αθήνα και Λευκωσία πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τη στρατηγική τους τουλάχιστον για το υπόλοιπο της δεκαετίας. Πρωταρχικός μας στόχος πρέπει να είναι η οικονομική, διπλωματική και στρατιωτική θωράκιση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η κυπριακή οικονομία διαρκώς αναβαθμίζεται, αλλά πρέπει να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική και ανθεκτική. Η συνεργασία με το Ισραήλ και την Αίγυπτο χρειάζεται να επεκταθεί και στον ενεργειακό τομέα. Η ενίσχυση της Εθνικής Φρουράς συνιστά μια στρατηγική αναγκαιότητα που πρέπει να επιδιωχθεί με την αμέριστη υποστήριξη της Ελλάδας. Επιπλέον, υπάρχει και ένα ζήτημα που χρίζει ιδιαίτερης προσοχής και αντιμετώπισης. Για πολλούς αιώνες ο ελληνισμός υπερτερούσε δημογραφικά στο νησί έναντι του μουσουλμανικού στοιχείου. Αυτό φαίνεται δυστυχώς να αλλάζει τα τελευταία χρόνια. Αν μπορούμε να αντλήσουμε ένα δίδαγμα από την κατάσταση στην οποία έχουν βρεθεί οι χριστιανοί στον γειτονικό Λίβανο είναι ότι οι δημογραφικοί συσχετισμοί καθορίζουν καταλυτικά το πολιτικό πλαίσιο συνύπαρξης διαφορετικών εθνοτικών ή θρησκευτικών ομάδων.

Μεταξύ μιας κακής λύσης που θα υπονομεύσει το μέλλον του κυπριακού ελληνισμού και μιας μη λύσης, που νομοτελειακά οδηγεί στη διχοτόμηση, μπορούμε να επιδιώξουμε μια μικρή λύση που θα επικεντρωθεί σε συγκεκριμένα θέματα.

Σε κάθε περίπτωση, για ηθικούς και πρακτικούς λόγους, πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια για την επίλυση του Κυπριακού. Μεταξύ μιας κακής λύσης που θα υπονομεύσει το μέλλον του κυπριακού ελληνισμού και μιας μη λύσης, που νομοτελειακά οδηγεί στη διχοτόμηση, μπορούμε να επιδιώξουμε μια μικρή λύση που θα επικεντρωθεί σε συγκεκριμένα θέματα. Eνα από αυτά είναι η επιστροφή της κλειστής πόλης της Αμμοχώστου με αντάλλαγμα τη μερική άρση του αποκλεισμού των Κατεχομένων, χωρίς να εισέλθουν οι δύο πλευρές σε μια νέα ατέρμονη συζήτηση για τις εγγυήσεις και την πολιτική ισότητα.

Στο τελευταίο του βιβλίο ο Νέος Ρεαλισμός (Εκδόσεις Παπαζήση, 2024), ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Κύπρου Χάρης Γεωργιάδης κάνει μια τολμηρή πρόταση. Αντί να βάζουμε κάθε φορά τον πήχυ των προσδοκιών μας πολύ ψηλά, θα ήταν καλύτερα να επιδιώξουμε μια βήμα προς βήμα διαπραγμάτευση με την Αγκυρα όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν. Χωρίς αυταπάτες ή ηττοπάθεια, η ελληνική πλευρά δύναται να πάρει πρωτοβουλίες για μια αμοιβαία επωφελή διαπραγμάτευση με την Τουρκία.

Κανείς δεν υποστηρίζει ότι θα είναι εύκολη μια τέτοια προσπάθεια. Πριν από πενήντα χρόνια, ασχέτως ποιος ευθύνεται περισσότερο και ποιος λιγότερο, ο ελληνισμός υπέστη μια ντροπιαστική ήττα στην Κύπρο. Λόγω δικών μας σφαλμάτων, κυρίως, χάθηκε εθνικό έδαφος και χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν ή προσφυγοποιήθηκαν. Για να σώσουμε ό,τι σώζεται χρειάζεται ψυχραιμία και αποφασιστικότητα. Αυτό επιτάσσει το εθνικό μας συμφέρον και αυτό οφείλουν να πράξουν οι πολιτικές ηγεσίες στην Αθήνα και τη Λευκωσία.

Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT