Του ανταποκριτή μας στην Κωνσταντινούπολη, Μανώλη Κωστίδη. «Εγινε το πρώτο βήμα και ουσιαστικός διάλογος κι ας υπάρχουν διαφορές». Αυτό ήταν το μήνυμα που έστελναν τουρκικές πηγές μετά τη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν στην Αθήνα. Oι δύο υπουργοί φαίνεται πως δεν έμειναν μόνο στα θέματα της βελτίωσης των σχέσεων. «Αγγιξαν» τα ζητήματα των διαφορών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά αφήνοντας την πιο αναλυτική διαπραγμάτευση για αργότερα.
Θεωρείται, όμως, σημαντικό ότι για πρώτη φορά οι δύο πλευρές έβαλαν στο τραπέζι και τα ζητήματα που αφορούν και την υφαλοκρηπίδα, διαπιστώνοντας ότι οι πάγιες θέσεις είναι σταθερές και αμετάβλητες.
Το κλίμα που επικράτησε στις συναντήσεις των δύο υπουργών και των αξιωματούχων των δύο χωρών χαρακτηρίζεται «εξαιρετικό». Η ύπαρξη των διαφορών ήταν ξεκάθαρη από τις δηλώσεις των δύο υπουργών. Πηγές της «Κ» αναφέρουν πως Αθήνα και Αγκυρα προτίμησαν να αφήσουν το ζήτημα του Αιγαίου να ωριμάσει για να μην «τορπιλιστεί» η διαδικασία προσέγγισης, που σήμερα έχει φέρει ως αποτέλεσμα το κλίμα εμπιστοσύνης στις δύο ακτές του Αιγαίου.
«Πιθανόν λίγο μετά επανέλθει η συζήτηση. Ομως, αυτό θα μπορούσε να συμβεί αφού φύγουν τα φώτα της δημοσιότητας που βρίσκονται σήμερα πάνω από το θέμα», μας ανέφερε αξιόπιστη διπλωματική πηγή. Το σκεπτικό που επικρατούσε στην τουρκική αποστολή και πριν από τη συνάντηση, συνοψίστηκε σε μία φράση: «Το modus vivendi (τρόπος συμβίωσης) που επικρατεί το τελευταίο διάστημα στα ελληνοτουρκικά, πρέπει να γίνει modus operandi (τρόπος δράσης)».
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας έδειχνε ικανοποιημένος μετά τις συνομιλίες που είχε με τον Ελληνα ομόλογό του. Πληροφορίες αναφέρουν πως αμφότεροι είχαν θετική διάθεση στις συνομιλίες και η τουρκική πλευρά ήταν πρόθυμη να προχωρήσουν οι συνομιλίες σε κάθε επίπεδο παρά τις γνωστές διαφορές.
«Ακόμη και αν δεν επιλυθούν τα υπάρχοντα προβλήματα, μόνο η διατήρηση του υπάρχοντος κλίματος στις σχέσεις των δύο χωρών είναι μεγάλο επίτευγμα», μας έλεγε διακεκριμένος δημοσιογράφος της γειτονικής χώρας, για να προσθέσει πως «και οι δύο χώρες βλέπουν ότι στην παρούσα συγκυρία η ένταση δεν ωφελεί καμία πλευρά».