O Μίκης για δικτατορία και μεταπολίτευση

O Μίκης για δικτατορία και μεταπολίτευση

10' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα σκληρά και καθοριστικά χρόνια της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης διέρχεται ο δεύτερος και τελευταίος τόμος του βιβλίου «Αξιος εστί», που εκδίδεται αύριο από τον Εκδοτικό Οργανισμό Λιβάνη και τις Εκδόσεις ΣΚΑΪ. Στον δεύτερο αυτό τόμο, ο Μίκης Θεοδωράκης ολοκληρώνει τη διήγηση της ζωής του στον ΣΚΑΪ 100,3, ξεκινώντας από τα χαράματα της 21ης Απριλίου και φτάνοντας μέχρι την αυγή του 21ου αιώνα.

Μετά την Ελλάδα του μεσοπολέμου, της κατοχής, του εμφυλίου, της πρώτης περιόδου Καραμανλή, εκείνης του Γεωργίου Παπανδρέου και της προετοιμασίας της πτώσης της δημοκρατίας, που κυριαρχούν στον πρώτο τόμο, στον δεύτερο, μέσα από τα μάτια του Μίκη Θεοδωράκη, ο αναγνώστης θα περιπλανηθεί σε ένα εντελώς διαφορετικό ιστορικό σκηνικό: Την επταετία και τη μεταπολίτευση, αλλά και τη μοναδική παγκόσμια πορεία του Μίκη Θεοδωράκη, που με τη μουσική και την αντιστασιακή του δράση έγινε ο πιο διάσημος Ελληνας σε ολόκληρο τον πλανήτη, καθώς και μέγα κεφάλαιο της διεθνούς Αριστεράς.

Σε αυτή την προδημοσίευση της «K», δεν ήταν δυνατόν να συμπεριληφθεί παρά ένα ελάχιστο τμήμα των διηγήσεων που περιλαμβάνονται στις περίπου 700 σελίδες του «Αξιος εστί II». Το θεματικό εύρος αυτών των διηγήσεων, η εντελώς ιδιαίτερη γοητεία τους, αλλά, κυρίως, οι ανατροπές που φέρνουν σε πολλές επικρατούσες «αλήθειες» με τις οποίες πορεύτηκε η Ελλάδα από τη δικτατορία μέχρι σήμερα, ίσως κάνουν πολλούς από εμάς να σκεφτούν ξανά κάποιες από τις κυρίαρχες «εύκολες βεβαιότητες».

Ομως, εκείνο που είναι απόλυτα σίγουρο, είναι ότι η «εμπειρία Θεοδωράκη», όπως αναδύεται μέσα από αυτές τις διηγήσεις του κορυφαίου Ελληνα -που σε αυτό το βιβλίο για πρώτη φορά μιλάει συνολικά γι’ αυτά τα χρόνια-, αποτελεί μια μεγάλη οδό για έναν κόσμο όπου μουσική σημαίνει ευτυχία και κάθαρση και πολιτική σημαίνει ευθύνη και διακινδύνευση. Δηλαδή, για έναν αληθινά διαφορετικό κόσμο.

Παίζοντας «Χατζιδάκι» στη Ζάτουνα

Οι χωροφύλακες εν τω μεταξύ πρώτη φορά έβλεπαν πιάνο. Πώς θα το ανεβάζαμε επάνω στο σπίτι; Ηταν τόσος ο ενθουσιασμός, που ακόμη και οι χωροφύλακες βοήθησαν να μεταφερθεί? μια και δυο το ανέβασαν – ήταν… αξιοθέατο γι’ αυτούς.

Το έβαλαν, λοιπόν, εκεί σε μια γωνία. Εγώ το κοίταζα καλά καλά. Μου είπε τότε η Μυρτώ: «Γιατί δεν παίζεις;».

«Κοίταξε, προβληματίζομαι. Μήπως είναι παγίδα που μου επέτρεψαν να το πάρω; Αν κάτσω να παίξω… τι θα παίξω; Θεοδωράκη δεν θα παίξω; Ομως, είμαι απαγορευμένος? υπάρχει και ειδικό διάταγμα του Αγγελή…».

Εβγαιναν διάφορες απαγορευτικές διαταγές. H δέκατη τρίτη διαταγή του αρχηγού του Επιτελείου, Αγγελή (που κρεμάστηκε στο κελί του στον Κορυδαλλό), ήταν εναντίον της μουσικής μου και όριζε ότι οποιοσδήποτε ακούει ή εκτελεί ή αγοράζει δίσκους του αρχικομμουνιστή Θεοδωράκη θα πηγαίνει στρατοδικείο. H πρώτη ποινή που επιβλήθηκε ήταν σε μια φοιτήτρια, ονόματι Σταθοπούλου, δεκαοχτώ χρόνια φυλακή, γιατί βρέθηκαν στο πικάπ της «δίσκοι του κομμουνιστή Θεοδωράκη».

Είπα λοιπόν: «Τώρα είμαστε μια χαρά εδώ πέρα με τα παιδιά μας. Αν με πάνε με διαταγή του Αγγελή στο στρατοδικείο, θα με βάλουν φυλακή, θα απομακρυνθώ από εσάς. Μήπως είναι παγίδα το πιάνο;».

Η Μυρτώ μού έλεγε ότι αυτά ήταν σαχλαμάρες… Εγώ όμως δίσταζα. Κάποια στιγμή, βέβαια, κάθισα στο πιάνο και αναρωτήθηκα: «Και τώρα τι παίζω; Ας παίξω Χατζιδάκι». Και έτσι το πρώτο κομμάτι που έπαιξα στη Ζάτουνα ήταν το «Εκεί, ψηλά στον Υμηττό». Ακουγαν, λοιπόν, από κάτω οι χωροφύλακες και μου έλεγαν: «Παίξτε, κύριε Θεοδωράκη». Κι αφού είπα κάνα δύο φορές «Εκεί ψηλά, εκεί ψηλά, εκεί ψηλά στον Υμηττό», μου έρχεται η έμπνευση και αρχίζω το πρώτο τραγούδι: «Είμαι Ευρωπαίος, έχω δύο αφτιά, το ‘να μόνο ακούει απ’ τ’ ανατολικά». Τότε, ό,τι γινότανε στην Τσεχοσλοβακία ή στη Σοβιετική Ενωση και λοιπά από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οι Δυτικοί το είχαν πρωτοσέλιδο, ενώ για τη δική μας χούντα είχαν καταπιεί τη γλώσσα τους!

Ετσι, λοιπόν, κάποια στιγμή με ρώτησαν: «Μα τι τραγούδια παίζετε;».

«Χατζιδάκι παίζω» – φυσικά αυτοί δεν ήξεραν όλα τα τραγούδια του Χατζιδάκι. Οπότε βάφτισα όλα τα καινούργια μου τραγούδια «Χατζιδάκις» για να… μην πάω φυλακή, παίζοντας και ακούγοντας Θεοδωράκη! Ετσι, όταν τελείωνα ένα τραγούδι έβγαινα στο μπαλκόνι και έλεγα στους φρουρούς μου: «Χατζιδάκις…».

Τσαουσέσκου: Γυρίστε να βοηθήσετε τον Παπαδόπουλο

Τηλεφώνησε, λοιπόν, ο Λουίτζι Λόνγκο όταν ήμουν με τον Τσαουσέσκου, και μου είπε: «Ηρθε απάντηση από τη Μόσχα. Σε δέχονται να πας ως πρόεδρος του Πατριωτικού Μετώπου».

Μάλιστα.

Ναι, ναι. Είπα λοιπόν στον Τσαουσέσκου, παρουσία και του Δρακόπουλου: «Σύντροφε γραμματέα, η Μόσχα δέχθηκε τους όρους μας, να με δεχτεί ως πρόεδρο του Πατριωτικού Μετώπου».

«Ε, αυτό θέλω κι εγώ», είπε. «Αν η Μόσχα σού δώσει πράσινο φως, εγώ σού τα δίνω όλα, και ραδιόφωνο και ό,τι θες. Να πας στο καλό…».

Ετσι, λοιπόν, σε πολύ εύθυμη και χαρούμενη ατμόσφαιρα, σηκώθηκε ο Τσαουσέσκου να μας ξεπροβοδίσει μέχρι την έξοδο. Αυτά δεν τα προέβλεπε το πρωτόκολλο… Είχε ελαφρύνει η ατμόσφαιρα. Στο κεφαλόσκαλο, την ώρα που δίναμε τα χέρια, στρέφεται και μας λέει: «Μια συμβουλή έχω να σας δώσω: Να γυρίσετε στην Αθήνα και να βοηθήσετε τον Παπαδόπουλο να κάνει τη νέα Ελλάδα».

Χριστέ μου!

«Σύντροφε, πριν από λίγους μήνες ήμουν φυλακή στην Ελλάδα», του είπα.

«Αυτά πρέπει να τα ξεχάσετε», μου απάντησε. «Εχει αποδειχθεί τελευταία ότι οι στρατιωτικοί είναι φορείς προόδου. Πάρτε παράδειγμα τον Νάσερ, το Ιράν… τον Παπαδόπουλο».

Αυτά ακούγονται τώρα εξωπραγματικά, αλλά μην ξεχνάτε ότι τότε είχε αναγγελθεί η επίσκεψη του Τσαουσέσκου στην Ελλάδα, και θα λάμβανε χώρα τις μέρες του Πολυτεχνείου. Ηταν ο πρώτος ξένος πολιτικός ηγέτης που θα ερχόταν επισήμως στην Ελλάδα, και αυτή την επίσκεψη τη ματαίωσε το Πολυτεχνείο και έτσι σώθηκε και η τιμή του KKE Εσωτερικού, που εξακολουθούσε να πιστεύει ότι ο Τσαουσέσκου ήταν σπουδαίος ηγέτης μέχρι το τέλος του. Αλλά όλα αυτά που είπα είδες πως δένουν.

Οταν γυρίζαμε με τον Μπάμπη στο ξενοδοχείο, επειδή θα είχαμε αμέσως μετά μια σύσκεψη στη Ρώμη, τον ρώτησα: «Αυτά, Μπάμπη, θα τα πούμε στη σύσκεψη;».

«Οχι», μου απάντησε, «δεν μπορούμε να πούμε κάτι που ακούσαμε ανεπισήμως».

«Μα τα όσα είπε δεν είναι εσωτερικής κατανάλωσης», επέμεινα. «Ανήκουν στην Ιστορία. Πρέπει να ξέρουμε με ποιους συνεργαζόμαστε και ποιο είναι πραγματικά το καθεστώς της Ρουμανίας».

Στη σύσκεψη, λοιπόν, που ακολούθησε στη Ρώμη, θυμάμαι μίλησα για τα όσα ειπώθηκαν στη Ρουμανία. Τα εξέθεσα λεπτομερώς. Τα άκουσαν όλα τα στελέχη μας που πήραν μέρος σε κείνη τη σύσκεψη που έμεινε ιστορική…

Ηταν η αρχή του τέλους;

Εγινα πάρα πολύ επικίνδυνος για την ηγεσία, διότι τους έλεγα πράγματα που δεν ήθελαν να ακούσουν.

«Κύριε Πρόεδρε, έρχομαι από τους Αμερικανούς»!

Τελικά, τα γεγονότα εξελίχθηκαν πολύ γρήγορα. Γυρίζοντας στο Παρίσι, πήγα στο σπίτι του Καραμανλή. Είχα πλέον όλα τα επιχειρήματα, αλλά έλειπε ώς τότε το τελικό, ότι δηλαδή οι Αμερικανοί, ο βασικός παράγοντας, δεν ήθελαν τη χούντα. Τι άλλο ήθελε πια;

Κλείσαμε αμέσως ραντεβού και όταν άνοιξε την πόρτα του σπιτιού ο Θόδωρος, ο Καραμανλής με περίμενε όρθιος στο χολ.

«Καλημέρα, κύριε Πρόεδρε», είπα.

«Γεια σου, Μίκη. Τι νέα μάς φέρνεις;», ρώτησε ο Καραμανλής.

«Σας παρακαλώ, καθίστε».

«Γιατί να καθίσω;».

«Καθίστε, γιατί με αυτό που θα σας πω, θα πέσετε κάτω».

«Θα το ακούσω και όρθιος».

«Επιμένετε;».

«Επιμένω!».

«Κύριε Καραμανλή, έρχομαι από την Ουάσιγκτον».

«Τι εννοείς;».

«Εχω μήνυμα από τους Αμερικανούς».

«Είδες τους Αμερικανούς;».

«Βεβαίως. Κάθισα τρεις μέρες μαζί τους».

«Μα αυτοί είναι βρόμικοι, παιδί μου» – Ετσι ακριβώς μού είπε.

«Μα τι λέτε, κύριε Πρόεδρε; Ακούστε παρακάτω». Αυτά λέγονταν ενόσω ήμασταν όρθιοι, δεν είχαμε καθίσει ακόμη. «Με κάλεσαν ακριβώς γιατί πρότεινα τη «λύση Καραμανλή» πριν από καιρό. Το πρόβλημά τους είναι ότι δεν μπορούν να έρθουν σε επαφή μαζί σας, και έτσι έστειλαν εμένα για να σας μιλήσω».

«Και τι θέλεις; Να γυρίσω εγώ πίσω ως άνθρωπος των Αμερικανών;».

«Μα δεν εννοώ αυτό».

«Οχι, δεν φτάνει να βγει μόνο ένας Θεοδωράκης και ένας Μητσοτάκης να πουν «λύση Καραμανλή». H «λύση Καραμανλή» υπάρχει, την έχω εγώ. Πού είναι όμως όλοι οι άλλοι;».

«Μα, θα σας γράψουν…». Εν τω μεταξύ, αναρωτιόμουν πότε θα φτάσουν τα γράμματα.

Τότε μου δήλωσε ο Καραμανλής. «Εως ότου μιλήσουν και οι άλλοι, εγώ δεν κουνιέμαι. Βλέπεις τις βαλίτσες αυτές; Είναι έτοιμες, αύριο πάω διακοπές».

Αυτόν τον νεκρό δεν θα μου τον πάρετε!

Πήγα στο σπίτι του Κακογιάννη. Ηταν εκεί η Φλέμινγκ, ο Ανδρέας, αγκαλιές, φιλιά…

Πρώτη φορά μετά τη χούντα;

Ναι. Του είπα λοιπόν: «Αργησα, με συγχωρείς πάρα πολύ, αλλά συνέβη κάτι συνταρακτικό. Εδώ η οργάνωση του Παρισιού, μαζί με την οργάνωση του Μιλάνου, του Πατριωτικού Μετώπου, έστειλαν στην Αθήνα τον Τσικουρή μαζί με μια Ιταλίδα να βάλουν μια βόμβα μπροστά στην αμερικανική πρεσβεία και σκοτώθηκαν. Και εδώ είναι αναστατωμένοι, διότι φοβούνται μήπως η χούντα έχει τα ονόματά τους. Ηρθαν στο σπίτι μου και με βρήκαν τα παιδιά». Εγινε έξαλλος τότε ο Ανδρέας και δίνει μια γροθιά στο τραπέζι…

Αλά Μπρέζνιεφ;

Ολοι οι ηγέτες δίνουν γροθιά στο τραπέζι. Χτύπησε το τραπέζι και είπε: «E, αυτόν δεν θα μου τον πάρετε!».

Τι εννοούσε δηλαδή;

Εννοούσε ότι είχαμε πάρει τον Λαμπράκη, είχαμε πάρει τον Πέτρουλα, δεν θα παίρναμε κι αυτόν τον νεκρό. «Δεν θα μου τον πάρετε!», επανέλαβε.

Την ήξερε την υπόθεση;

Την ήξερε. «Ανδρέα», του είπα, «ποιον δεν θα πάρουμε; O Τσικουρής είναι του Πατριωτικού Μετώπου».

«Καθόλου. O Τσικουρής είναι δικός μου».

«Τη βόμβα αυτή ποιος τη μετέφερε;»

Κοίταξε τότε την Αμαλία Φλέμινγκ και είπε: «Αμαλία, γνωρίζεις ότι εγώ την είχα στον χαρτοφύλακά μου και την πήγα;».

Τι να πει η Αμαλία… «Ναι, Ανδρέα».

«Αμαλία, δεν είχαμε συζητήσει μαζί για το πόσα τζάμια θα έσπαγαν στην αμερικανική πρεσβεία;».

Λέει η Αμαλία: «Ναι, Ανδρέα».

«Τι να σου πω, εγώ δεν το γνωρίζω προσωπικά το θέμα», είπα, «γιατί αυτές οι υποθέσεις με τις βόμβες και γενικά τα δυναμικά χτυπήματα ανήκουν σ’ έναν τομέα τον οποίο χειρίζεται προσωπικά ο Αντώνης ο Μπριλάκης. Εγώ δεν έχω σχέση μ’ αυτά. Λοιπόν, θα μιλήσω με τον Μπριλάκη και αύριο, που θα ιδωθούμε, θα δούμε τι συμβαίνει. Ούτως ή άλλως, εγώ σε πιστεύω», του είπα, «πιστεύω ότι τα παιδιά ή δεν ξέρουν τι τους γίνεται ή μου είπαν ψέματα. Σου ζητώ συγγνώμη».

Συναντηθήκαμε λοιπόν την άλλη μέρα, σε ένα διαμέρισμα, εμείς, η αντιπροσωπεία του ΠΑΜ, και ο Ανδρέας με την αντιπροσωπεία του ΠΑΚ. Ηλιόλουστη μέρα, χαρά, χαιρετούρες, γιατί ξέρεις έτσι γινόταν πάντα όταν συναντιόμασταν μεταξύ μας. Κάποια στιγμή, λοιπόν, είπα του Ανδρέα: «Για έλα εδώ». Φωνάζω και τον Αντώνη. «Ελα και πες στον Ανδρέα αυτά που μου είπες».

Οπότε ρωτάει τον Ανδρέα ο Αντώνης: «Ανδρέα, σοβαρά μιλούσες χθες;»

«Οτι η βόμβα είναι δική σου…;».

«Τι;» λέει ο Ανδρέας, «αστειευόμουνα». Τα έχασα εγώ, πρώτη φορά έβλεπα τον Ανδρέα να κάνει τέτοια αστεία. «Αστειευόμουν», έτσι όπως σ’ το λέω.

Δεν ήθελε τον Ανδρέα στη φυλακή

Ο Παπανδρέου, στις δύσκολες μέρες που περνούσε, είχε επισκεφτεί τον Μητσοτάκη στο γραφείο του και του είχε πει: «Κώστα, έτσι κι έτσι, θέλουν να με βάλουν στη φυλακή». Και του είπε και ποιοι ήταν αυτοί. Εμένα μου είπε ο Μητσοτάκης ότι του απάντησε: «Δεν θα το επιτρέψω». Ηθελαν κάποιοι να βάλουν τον Ανδρέα σε ένα αυτοκίνητο και να τον πάνε στον εισαγγελέα, οπότε βγήκε ο Μητσοτάκης, ως πρωθυπουργός, και δήλωσε: «Οχι, δεν έχει τέτοια υποχρέωση ο Παπανδρέου να προσαχθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Να πάει ο εισαγγελέας στο σπίτι του»…

Ηταν όμηροι μιας παθολογίας που την είχε καλλιεργήσει βασικά ο ίδιος ο Παπανδρέου για να πολωθούν τα πράγματα… O λαός μπερδεύτηκε όταν σε μια στιγμή είδε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά -από τη μια μεριά η διαφθορά με τον Κοσκωτά, από την άλλη μεριά η τρομοκρατία- και προσπαθούσε να βρει τι συνέβαινε. Κατάλαβαν, βέβαια, αργότερα, όταν έγινε η κυβέρνηση Ζολώτα, αλλά και εκεί δεν είχαν μια θέληση να βάλουν τελεία και παύλα στο παρελθόν. Στο κάτω κάτω για το παρελθόν δεν ήταν αυτοί υπεύθυνοι, οι πηγές της σύγκρουσης ήταν πολύ παλιές. Πάθη, Εμφύλιος, αντικομμουνισμός, όλα αυτά, ναι, υπήρξαν, αλλά ας έλεγαν: «Να τα βάλουμε κάτω και να δούμε ποιο είναι το στίγμα σήμερα. Ολοι κάνουμε λάθη, και οι κομμουνιστές και οι δεξιοί και οι κεντρώοι. Λοιπόν, ας βάλουμε μια ταφόπετρα στο παρελθόν, να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα». Αυτό όμως δεν αρχίζει με ειδικά δικαστήρια, και πράξεις εκδίκησης? αυτά είναι σαχλαμάρες. Στέκουν τάχα πολιτικά δικαστήρια σήμερα;

Αναρωτιέμαι αν η συγκεκριμένη δίκη κατέληξε στο αποτέλεσμα που γνωρίζουμε όλοι, της διαφθοράς με μία ψήφο με πολιτική παρότρυνση. Αν ο Μητσοτάκης θέλησε να δώσει ένα μήνυμα και στη Δικαιοσύνη, να το πω έτσι ωμά, για να μην καταδικάσει. Είναι αλήθεια;

Βεβαίως, η κυβερνητική επιτροπή, στην οποία συμμετείχα και εγώ, είχε την άποψη ότι δεν έπρεπε να καταδικαστεί ο Ανδρέας – το λέω ξεκάθαρα αυτό. Συνεδριάσαμε στου Μαξίμου και θυμάμαι ότι συμφωνήσαμε ομόφωνα.

Πώς έγινε δηλαδή;

Επρόκειτο να βγει σε μια εβδομάδα η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου και ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος, υπουργός Δικαιοσύνης, έκανε την εισήγηση: «Βεβαίως η απόφαση είναι των δικαστικών», είπε, «αλλά και οι δικαστικοί θέλουν κάποια άποψη από την κυβέρνηση». Ετσι έγινε μια διαλογική συζήτηση, μίλησαν όλοι, και συμφωνήσαμε ότι φυσικά έπρεπε να αθωωθεί ο Παπανδρέου.

Ο Μητσοτάκης ανακεφαλαίωσε ότι δεν ήταν δυνατόν να καταδικαστεί ένας πρώην πρωθυπουργός – το είπε καθαρά. Μετά βγήκε αυτό το αποτέλεσμα της αθώωσης του Παπανδρέου, με διαφορά μιας ψήφου, 7-6. Πρόκειται για ιστορική μαρτυρία, την οποία καταθέτω και μπορούν να τη βεβαιώσουν όσοι πήραν μέρος σε εκείνη τη συνεδρίαση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT