ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ-ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Το καμπανάκι του συναγερμού για την εξέλιξη της πανδημίας στην Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο έκρουσαν προ ολίγου η επίτροπος Υγείας Στέλλα Κυριακίδου και η επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), Αντρέα Αμόν.
Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν, ενημέρωσαν για τη νέα έκθεση αποτίμησης κινδύνου για τον νέο κορωνοϊό του ECDC, σύμφωνα με την οποία τα κρούσματα παρουσιάζουν αυξητική τάση «ανά την Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο από τον Αύγουστο και μετά» και ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί «δεν έχουν υπάρξει πάντα επαρκή για τη μείωση ή τον έλεγχο» της διασποράς. Είναι συνεπώς «κρίσιμο», σημειώνεται, «τα κράτη-μέλη να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα με το πρώτο ίχνος νέων ξεσπασμάτων. Αυτό περιλαμβάνει ενίσχυση των τεστ και της ιχνηλάτησης, βελτίωση της παρακολούθησης δημόσιας υγείας, εξασφάλιση καλύτερης πρόσβασης σε προσωπικό προστατευτικό εξοπλισμό και φάρμακα και επαρκούς δυνατότητας περίθαλψης, σύμφωνα με τις δράσεις που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιούλιο».
Σε δήλωσή της, η κ. Κυριακίδου τόνισε: «Η σημερινή έκθεση αποτίμησης κινδύνου δείχνει σαφώς ότι δεν μπορούμε να μειώσουμε την επαγρύπνηση. Με μερικά κράτη-μέλη να βιώνουν περισσότερα κρούσματα από ό,τι την κορύφωση [της επιδημίας] τον Μάρτιο, είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι αυτή η κρίση δεν ανήκει στο παρελθόν. Βρισκόμαστε σε μία αποφασιστική καμπή, και όλοι πρέπει να δράσουν αποφασιστικά και να χρησιμοποιήσουν τα διαθέσιμα εργαλεία». Όπως πρόσθεσε, «αυτή είναι ίσως η τελευταία μας ευκαιρία να αποτρέψουμε μία επανάληψη όσων συνέβησαν την περασμένη άνοιξη».
Η Δρ. Αμόν, από την πλευρά της, υπενθύμισε ότι «έως ότου υπάρξει ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο», πρέπει να δοθεί έμφαση στα γνωστά μέτρα αποτροπής της διασποράς: ταχύς εντοπισμός κρουσμάτων, απομόνωση, πλύσιμο των χεριών κοινωνική απόσταση.
Η έκθεση ωστόσο δείχνει ότι η χρήση μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων (πλύσιμο χεριών, μάσκες κ.ά.) «δεν έχει υπάρξει επαρκής για τη μείωση ή τον έλεγχο της διασποράς». Σε ορισμένες χώρες, η αναζωπύρωση εστιάζεται σε νεότερους πληθυσμούς, που μεταφράζεται κυρίως σε ήπια ή ασυμπτωματικά κρούσματα, αλλά σε άλλες έχει ήδη οδηγήσει σε αύξηση των νεκρών μεταξύ των πιο ηλικιωμένων. «Η τρέχουσα επιδημιολογική κατάσταση συνιστά αυξανόμενο ρίσκο για ομάδες υψηλού κινδύνου και εργαζόμενους στον υγειονομικό τομέα και απαιτεί άμεσες, στοχευμένες δράσεις δημόσιας υγείας».