Τις προηγούμενες εβδομάδες δημιουργήθηκε με τη συμμετοχή ΜΜΕ μια απίστευτη ασφυκτική κατάσταση εναντίον των μέτρων περιορισμού που ίσχυσαν με σκαμπανεβάσματα και αλλαγές από τον Νοέμβριο. Η συναισθηματική θέση που προβλήθηκε ήταν να ανοίξουμε την οικονομία και την κοινωνία, γιατί τα (σωτήρια) μέτρα δεν δουλεύουν (προφανώς δουλεύουν), άρα, χαμένοι για χαμένοι, ας ανοίξουμε εδώ και τώρα και ό,τι θέλει ας γίνει. Δεν γίνεται χειρότερα (γίνεται).
Στον δημόσιο διάλογο αναφέρθηκε ότι ένα κομμάτι της κοινωνίας εφαρμόζει όλα τα μέτρα πιστά και βλέπει την προσπάθεια να κινδυνεύει από μια μειοψηφία που δεν πειθαρχεί. Μερικοί ένιωσαν προδομένοι από κυβέρνηση και κοινωνία, και απείλησαν να σταματήσουν την υπακοή. Τα ΜΜΕ έβγαλαν και γιατρούς που στην αγανάκτησή τους είχαν πει ένα λόγο παραπάνω, για να υποστηρίξουν ότι δεν μπορούμε να έχουμε διαφορετικά μέτρα και σταθμά. Οι περισσότεροι ειδικοί, όταν πιέστηκαν για το άνοιγμα, είπαν ότι δεν είναι δυνατόν να ανοίξουμε με τέτοιο μεγάλο κύμα σε εξέλιξη και με τα νοσοκομεία στο χείλος της καταστροφής. Μερικοί όμως επιμένουν ότι αυτός είναι ο σωστός δρόμος. Το κύριο επιχείρημά τους είναι ότι αυτά τα μέτρα δεν δουλεύουν. Αρα να τα καταργήσουμε.
Είναι προφανές ότι αυτό είναι λάθος, γιατί η απομόνωση, το lockdown, η καραντίνα δουλεύουν μια χαρά. Το ένα τέταρτο του πλανήτη που τα εφήρμοσε σωστά έχει ξεφορτωθεί τον κορωνοϊό και έχει πιάσει πάλι τη ζωή του. Ωραία, λένε οι αρνητές, τα μέτρα δουλεύουν στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία, αλλά εδώ είναι Βαλκάνια και δεν δουλεύουν, το ξέρουμε εκ του αποτελέσματος. Η απάντηση είναι ότι δουλεύουν μια χαρά, όχι τέλεια, γιατί δεν υπάρχει καλή συμμόρφωση. Επίσης, γιατί με τις μεταλλάξεις και τον χειμώνα ο ιός έγινε πολύ πιο επιθετικός και μεταδίδεται με την παραμικρή απροσεξία και λάθος στις ανθρώπινες επαφές. Εχουμε λοιπόν νέα μεγαλύτερη απειλή και θα πρέπει να αυξήσουμε την άμυνα και την προστασία, αντί να χαλαρώσουμε.
Πώς είμαστε σίγουροι ότι τα μέτρα δουλεύουν, αλλά ατελώς; Ας δούμε τι έγινε στην Πορτογαλία, που είχε ένα τεράστιο επιδημικό κύμα πρόσφατα. Η Πορτογαλία είχε πολύ καλή πορεία, όπως η Ελλάδα, μέχρι τα Χριστούγεννα, οπότε άνοιξαν την οικονομία τους για πέντε ημέρες για ψώνια. Επειδή ήδη είχαν το βρετανικό στέλεχος, αυτό μεταδόθηκε αστραπιαία, όπως γίνεται τώρα και στην Ελλάδα, και είδαν τα νοσοκομεία τους να γεμίζουν και ανθρώπους να πεθαίνουν στα ασθενοφόρα από τη μια ημέρα στην άλλη. Η Ελλάδα απέφυγε αυτή τη μοίρα, λόγω του ολοκαυτώματος της Θεσσαλονίκης, όπου θρηνήσαμε συνολικά περίπου 5.000 θανάτους σε ένα μήνα. Αυτό βοήθησε με την επαναφορά του αγίου φόβου στον πληθυσμό που υπήκουσε για άλλη μία φορά στα μέτρα περιορισμού.
Οι αρνητές της επιστημονικής ανάλυσης επιμένουν λέγοντας ότι, δεδομένου ότι τα μέτρα δεν δουλεύουν ικανοποιητικά, θα συνεχίσουμε να έχουμε αύξηση μέχρι το καλοκαίρι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν πώς δημιουργούνται και σταματούν τα διαδοχικά επιδημικά κύματα. Επειδή η ελληνική κοινωνία είναι τώρα πολύ ευαισθητοποιημένη, ήδη υπάρχουν ενδείξεις ότι το τρίτο κύμα θα καμφθεί αργά μεν, αλλά θα καμφθεί, λόγω των μέτρων και επειδή τα υποψήφια θύματα λιγοστεύουν (αυτό λέγεται «θερισμός» από τον ιό).
Υπάρχει και η πρόταση για ελεγχόμενο άνοιγμα με στόχο τη μείωση της μετάδοσης. Αυτή η πρόταση βασίζεται στην πράγματι περίεργη θεωρία ότι ανοίγοντας «προσεκτικά» οικονομία, σχολεία κ.λπ., τα κρούσματα θα πέσουν αντί για να αυξηθούν. Ο λόγος, κατ’ αυτούς που το προτείνουν, είναι ότι οι πολίτες που δεν τηρούσαν τα μέτρα πριν, τώρα, που θα ανοίξουμε «προσεκτικά», θα τα τηρήσουν. Δεν υπάρχει φυσικά κανενός είδους ένδειξη ότι άνοιγμα μπορεί να γίνει «προσεκτικά» και ότι θα υπάρξει μείωση μετάδοσης. Οι πολίτες θα συνεχίσουν να συμπεριφέρονται το ίδιο. Η ακόμη πιο περίεργη ιστορία που προβάλλεται είναι ότι επειδή πολλές μολύνσεις γίνονται στο σπίτι, να βγούμε στις πλατείες ώστε να κόψουμε τις μεταδόσεις στο σπίτι. Αυτό είναι λίγο αστείο ως πρόταση, γιατί η μετάδοση στο σπίτι γίνεται από μέλη της οικογένειας που κολλάνε τον ιό στη δουλειά τους ή αλλού, και τον φέρνουν στο σπίτι.
Η αλήθεια είναι ότι είμαστε στην κορυφή του πανδημικού κύματος, και όταν έχουμε τέτοιο πρόβλημα, δεν ρίχνουμε λάδι στη φωτιά γιατί θα θεριέψει και θα μας καταπιεί, θα έχουμε άμεσα πολύ περισσότερα κρούσματα και θανάτους.
Η επιθυμία να κάνουμε κάτι καλύτερο εναντίον του ιού είναι κατανοητή και καλοδεχούμενη. Αλλά δεν πρέπει να κάνουμε τα πράγματα χειρότερα! Πρέπει να δεχτούμε ότι σε πολλές περιπτώσεις η πραγματικότητα βάζει διλήμματα που δεν έχουν ευτυχή κατάληξη. Να θυμόμαστε ότι σε μερικές καταστάσεις πρέπει να διαλέξουμε μεταξύ μιας κακής λύσης και μιας χειρότερης, άρα η κακή είναι προτιμητέα. Η κακή αλλά αναγκαία λύση είναι σε αυτήν την περίπτωση να κρατήσουμε τα περιοριστικά μέτρα με περισσότερη συμμετοχή και ενθουσιασμό, για να περάσουμε με όσο λιγότερο κόστος το παρόν πανδημικό κύμα.
Ενα ευχάριστο και ελπιδοφόρο μήνυμα είναι πως η κοινωνία ξεπέρασε πια αυτές τις ώρες αβεβαιότητας και αμφιβολίας για την αναγκαιότητα των μέτρων και θα ξεπεράσει και το τρίτο κύμα. Προχωράμε με τα όπλα που έχουμε, δεν παραδινόμαστε.
* Ο κ. Γιώργος Παυλάκης είναι γιατρός – ερευνητής.