Σε focus groups που διοργάνωσε η εταιρεία ερευνών qed για την «Κ», 14 νέοι ηλικίας 19-24 ετών δεν μπορούσαν να σκεφτούν αμέσως ένα λόγο για τον οποίο είναι χαρούμενοι που είναι Eλληνες. Πολύ γρήγορα και σχεδόν ενοχικά απέκλεισαν την ιδέα της περηφάνιας, μια έννοια που φάνηκε να θεωρούν συνυφασμένη με τον εθνικισμό, και έπειτα από διαδοχικές ερωτήσεις άρχισαν δειλά δειλά να ψάχνουν για κάποιες αχτίδες φωτός που να συνδέονται με τo γεγονός ότι έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα. Αναφέρθηκαν στην ιστορία της αρχαίας Ελλάδας, στην εγγύτητα που τους δίνει η παραμονή τους στη χώρα σε αρχαιολογικούς χώρους, στο φυσικό κάλλος της Ελλάδας.
Ψάχνοντας για κάποια επιπλέον αχτίδα στη νεότερη Ελλάδα, κάποιοι είπαν πως τους χαροποιεί η νοοτροπία των Ελλήνων, ζωγραφίζοντας την κοινωνική καρτ ποστάλ της συλλογικής μας ταυτότητας που κάνει τους Ελληνες αγαπητούς στους τουρίστες: η φιλοξενία, οι έξω καρδιά προσωπικότητες. Μέχρι εκεί όμως. Ολα τα υπόλοιπα, οι βασικοί παράγοντες που κρίνουν το βιοτικό επίπεδο ενός πολίτη –η επαγγελματική αποκατάσταση, η υγεία, η παιδεία κ.ά.– για αυτούς τους νέους φάνηκε να είναι βυθισμένα στον ζόφο. Δυστυχώς, δεν είναι μόνο αυτοί.
Σύμφωνα με τουλάχιστον τέσσερις πρόσφατες πανελλαδικές έρευνες κοινής γνώμης, οι νέοι της χώρας, δηλαδή το μέλλον της Ελλάδας, εμφανίζονται βαθιά απογοητευμένοι από τους πολιτικούς, από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, από τους θεσμούς, από τις προοπτικές τους. Είναι μια γενιά που μεγάλωσε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, μια γενιά που είδε τους γονείς της να χάνουν τη γη κάτω από τα πόδια τους, να δυσκολεύονται οικονομικά. Μια γενιά που σπουδάζει ή κάνει τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα εν μέσω μιας πρωτόγνωρης πανδημίας, εν μέσω εγκλεισμού και περιορισμών, υγειονομικού άγχους, μια γενιά που βρίσκεται στον προθάλαμο μιας ακόμα οικονομικής κρίσης πριν καλά καλά τελειώσει η προηγούμενη.
Το πρώτο συναίσθημα που ήρθε στο μυαλό στην πλειοψηφία των νέων ηλικίας 17-24 όταν ρωτήθηκαν ποια συναισθήματα τους διακατέχουν πιο έντονα σήμερα ως Ελληνα/Ελληνίδα ήταν η «αβεβαιότητα», σύμφωνα με πανελλαδική έρευνα του μη κυβερνητικού οργανισμού διαΝΕΟσις που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο. Στην πανελλαδική έρευνα της Κάπα Research που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο, το 82% των νέων ηλικίας 17-34 απάντησε πως νιώθει «ανασφάλεια/αβεβαιότητα» για το μέλλον, ενώ το 53% της ίδιας ηλικιακής ομάδας δήλωσε πως πιστεύει ότι «η Ελλάδα δύσκολα θα ξανασταθεί στα πόδια της». Σύμφωνα με έρευνα του Μαρτίου του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς σε συνεργασία με την Prorata, 47% των νέων 17-24 δήλωσαν ότι νιώθουν λίγο ή καθόλου σιγουριά για το προσωπικό τους μέλλον.
Αίσθημα παραμέλησης
Ο Αλέξης Ρουτζούνης, ερευνητικός διευθυντής της Κάπα Research, λέει στην «Κ» πως το πολιτικό σύστημα φαίνεται να επικεντρώνει την προσοχή του στις μεγαλύτερες ηλικίες, με αποτέλεσμα οι νέοι άνθρωποι της χώρας, «οι μεγάλοι ηττημένοι της προηγούμενης κρίσης», όπως τους αποκαλεί, να μένουν παραμελημένοι. «Κλεισμένοι στο σπίτι, με εισοδήματα χαμηλότερα των δεξιοτήτων τους και χαμένοι στις διάφορες πλατφόρμες τηλεργασίας και κοινωνικής δικτύωσης, βρίσκονται αντιμέτωποι με νέες αβεβαιότητες, έντονα συναισθήματα και αδιέξοδα», σημειώνει ο κ. Ρουτζούνης. Το ίδιο προκύπτει από τα λεγόμενα νέων στις προαναφερθείσες έρευνες, στα focus groups, σε μαρτυρίες άλλων στην «Κ». «Τα παιδιά αισθάνονται παραμελημένα», αναφέρει στην «Κ» ο Βασίλης Παυλόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Διαπολιτισμικής Ψυχολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σχετικά με την εθνική περηφάνια, ο ίδιος τονίζει πως αν ως χώρα επενδύαμε σε γεγονότα όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες ή πρωταθλήματα, γεγονότα, όπως λέει, ευχάριστα και καλοδεχούμενα που όμως δεν δίνουν προοπτική σε κοινωνικό επίπεδο, για να τη βρούμε, τώρα την ψάχνουμε σε ατομικές πρωτοβουλίες ή πρόσωπα όπως ο Γιάννης Αντετοκούνμπο ή ο Στέφανος Τσιτσιπάς. «Δεν υπάρχει μια αίσθηση συλλογικότητας ή διάθεσης να κάνουμε μαζί πράγματα που να έχουν μια προοπτική», σημειώνει.
Οι νέοι άνθρωποι, όσοι σήμερα είναι από 10 έως 39 ετών, αποτελούν πάνω από το 32% του πληθυσμού της χώρας, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού το 2011, ίσως και περισσότερο αν υπολογίσουμε πως λόγω υπογεννητικότητας και αύξησης θανάτων ο συνολικός πληθυσμός μπορεί να έχει μειωθεί από τα 10.816.286 που ήταν. Αυτή η γενιά, πολλά μέλη της οποίας έχουν ήδη φύγει στο εξωτερικό, αγνοείται και το νιώθει. Αυτή η γενιά, το μέλλον της Ελλάδας, έχει απογοητευτεί από τη χώρα της, δεν εμπιστεύεται τους θεσμούς της. Σύμφωνα με την έρευνα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, το 64% των νέων της ηλικιακής ομάδας 17-34 πιστεύει πως η ελληνική κοινωνία «μπορεί να γίνει καλύτερη με βαθιές αλλαγές». Το 87% των 17-34 εμπιστεύεται λίγο ή καθόλου τα πολιτικά κόμματα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα ΜΜΕ είναι 93%. «Αυτή είναι η πρώτη γενιά η οποία βιώνει μια υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου της μετά πολλές δεκαετίες αυξήσεων», λέει ο κ. Παυλόπουλος. Αυτή η γενιά, συμπληρώνει, βιώνει ένα αίσθημα αποστέρησης. Οταν συγκρίνουν τον εαυτό τους με άλλες γενιές νιώθουν αδικία. «Ως νέος στην Ελλάδα του 2021 νιώθω αρκετά δυσάρεστα συναισθήματα – απογοήτευση, ανασφάλεια για το μέλλον μου, απόγνωση», λέει στην «Κ» ο 21χρονος Νίκος Βασσάλος. «Το μέλλον μου δεν νομίζω ότι είναι εδώ». «Η Ελλάδα κάνει τα πάντα για να μην κρατήσει τα παιδιά της», δηλώνει η 25χρονη Αφροδίτη Βαλογιώργη, η οποία πιστεύει πως και Ελληνες που γύρισαν στη χώρα λόγω πανδημίας, θα προσπαθήσουν να ξαναφύγουν. Κοιτώντας στατιστικά στοιχεία από πρόσφατες έρευνες διαφορετικών εταιρειών, ακούγοντας νέους και ειδικούς, η «Κ» θέλει να δώσει φωνή στη νέα γενιά, επιχειρώντας να κατανοήσει τους λόγους της βαθιάς απογοήτευσής τους, τις ανησυχίες και τις όποιες ελπίδες τους έχουν απομείνει για το μέλλον.
Δύσκολη η εύρεση εργασίας και οι μισθοί στα… Τάρταρα
Η βασική πηγή απογοήτευσης των νέων σχετίζεται με τον βιοπορισμό και την επαγγελματική τους αποκατάσταση. Σύμφωνα με την έρευνα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς και της Prorata, με τίτλο «Νεολαία: Συνήθειες, Αντιλήψεις και Πολιτική Συμπεριφορά», για το 62% των νέων 17-34, ο παράγοντας μεγαλύτερης ανησυχίας για το μέλλον είναι οι χαμηλοί μισθοί και οι συνθήκες εργασίας.
Η συγκεκριμένη ανασφάλεια διακατείχε έντονα και τους συμμετέχοντες στα focus groups της qed για την «Κ». Για τους νέους της Generation Z ειδικά, οι χαμηλοί μισθοί και η αβεβαιότητα σχετικά με την επαγγελματική αποκατάσταση είναι η μόνη οικονομική πραγματικότητα της Ελλάδας που έχουν γνωρίσει. «Oσο θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι την Ελλάδα να έχει οικονομικά θέματα», αναφέρει ένας νέος. «Ζήσαμε πολλά γιατί τα πέρασαν οι γονείς μας», σημειώνει μια κοπέλα, λέγοντας πως αν δεν είχε βιώσει τα οικονομικά προβλήματα των γονιών της, «δεν θα είχα το άγχος να βρω μια σχολή, να τελειώσω, να έχω χρήματα – είμαστε μια γενιά που έχει επηρεαστεί από όλα αυτά».
Πολλοί από τους συμμετέχοντες δουλεύουν ή δούλευαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους, κάποιοι κάνοντας ακόμη και δύο δουλειές ταυτόχρονα, ούτως ώστε να ανεξαρτητοποιηθούν από τους γονείς τους οικονομικά ή ακόμα και να τους βοηθήσουν. «Είναι για πολύ λίγους επιλογή», αναφέρει ένας συμμετέχων σχετικά με την επιλογή να μη δουλεύει κανείς όσο σπουδάζει, «και είναι επιλογή που επιβαρύνει όλη την οικογένεια – είναι αρκετά δύσκολα τα πράγματα, υπάρχει αρκετά μεγάλη διαφορά σε συνθήκες, οικονομικές και κοινωνικές, από άλλες γενιές». «Νιώθω πολλή πίεση γιατί είναι μία χώρα που δεν επενδύει τόσο στους νέους», λέει στην «Κ» η 24χρονη Ειρήνη Καραπάνου, φοιτήτρια στατιστικής και εργαζόμενη σε μεζεδοπωλείο στα Βριλήσσια. Η πανδημία της έδωσε τον χρόνο να αφοσιωθεί στις σπουδές της, αλλά της δημιούργησε και επιπλέον άγχος για τη δουλειά που τη συντηρεί. «Οι ελπίδες μου δεν είναι πια σε αυτή τη χώρα – αν έβρισκα οποιαδήποτε ευκαιρία θα έφευγα στο εξωτερικό», τονίζει.
Η 24χρονη Εύα Χατζηαντώνη εργάζεται από τα 17 της ως σερβιτόρα στη Θεσσαλονίκη, ενώ παράλληλα σπουδάζει στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Οσον αφορά το μέλλον της χώρας, δεν νιώθει ούτε αισιόδοξη ούτε απαισιόδοξη. Δεν ισχύει το ίδιο και για το δικό της μέλλον όμως. «Η αστάθεια και η αβεβαιότητα που επικρατούν, τόσο στην προσωπική όσο και στην κοινωνική μου ζωή, δεν μου επιτρέπουν να κάνω μεγάλα βήματα, είτε αυτό σημαίνει κάποιο μεταπτυχιακό στο εξωτερικό ή και σε άλλη πόλη της Ελλάδας, είτε την εκκίνηση κάποιας επιχείρησης, είτε ακόμα και την εύρεση εργασίας που να καλύπτει αξιοπρεπώς τα θέλω μου, χρηματικά και μη», λέει στην «Κ», συμπληρώνοντας πως θα ήθελε να εξελιχθεί έχοντας ως βάση την πόλη της, κάτι που μάλλον είναι σχετικά δύσκολο, κι αν όχι για τη Θεσσαλονίκη, τότε σίγουρα για άλλες πόλεις της χώρας.
Ο Σάββας Ρομπόλης, ομότιμος καθηγητής Οικονομικών Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αναφέρει στην «Κ» πως η Αθήνα παράγει 25%-30% του ΑΕΠ της χώρας. «Αν κάνουμε αυτή τη συζήτηση σε νομούς, μιλάμε για τραγικά πράγματα, κάποιος άνεργος σε έναν νομό δεν μπορεί να βρει δουλειά, δεν υπάρχει επιχειρηματική δραστηριότητα στους νομούς», λέει, συμπληρώνοντας πως «οι εξειδικευμένοι άνθρωποι δεν μένουν στη χώρα» και ότι η επόμενη δεκαετία θα είναι πολύ δύσκολη καθώς θα δούμε ροές προς το εξωτερικό και από ανειδίκευτους νέους, λόγω τόσο της οικονομικής κρίσης όσο και της πανδημίας.
«Και άλλες χώρες περνούν την κρίση της πανδημίας, αλλά δεν είχαν 10 χρόνια οικονομική κρίση», δηλώνει, «ήρθε καπάκι δεύτερη κρίση και έχει επιδεινώσει την κατάσταση». Ο ίδιος αναφέρει πως βλέπει η ελληνική οικονομία να επιστρέφει στο επίπεδο που ήταν στο τέλος του 2019 το 2023 – «δεν είναι αισιόδοξο το μέλλον για τη νέα γενιά», σημειώνει. Και η νέα γενιά το νιώθει.
Διχάζει η αστυνομία στα πανεπιστήμια
Στα θέματα που προβληματίζουν τους νέους συγκαταλέγονται η κατάσταση στα πανεπιστήμια και τα ίσα δικαιώματα διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Στην ερώτηση «Συμφωνείτε με την τοποθέτηση ειδικής μονάδας, αποτελούμενης από αστυνομικούς, εντός των ελληνικών πανεπιστημίων;» που έγινε σε νέους 17-34 ετών στο πλαίσιο της έρευνας του Ινστιτούτου «Πουλαντζάς», το 53% απάντησε πως σίγουρα διαφωνεί, με το 21% να απαντά πως σίγουρα συμφωνεί.
Παρόλο που σε κάποιες περιπτώσεις οι απόψεις διίστανται, είναι ένα θέμα που απασχολεί πολύ τους νέους, και δη τους φοιτητές. «Βάζουν μες στα πανεπιστήμια μπαμπούλα, η αστυνομική βία έχει ξεφύγει τελευταία», λέει φοιτητής σε ένα από τα focus groups – «πόλεμο στους νέους στην πλατεία, πόλεμο στα πανεπιστήμια», σημειώνει.
«Εχει παραγίνει το κακό, έχουν περισσότερη εξουσία από ό,τι θα έπρεπε», λέει μια άλλη συμμετέχουσα σε διαφορετικό focus group, «δεν θεωρώ ότι τα πανεπιστήμια είναι χώρος όπου χρειάζεται αστυνομία». Η 23χρονη Ειρήνη, φοιτήτρια του ΑΠΘ, λέει στην «Κ» πως είναι «επιτακτική ανάγκη να μπει η αστυνομία στο πανεπιστήμιο». «Ως προπτυχιακή και πλέον ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια, δεν μπορώ να κυκλοφορήσω μόνη μου μόλις νυχτώσει, οι αίθουσές μας και τα εργαστήριά μας είναι βανδαλισμένα και μπορεί να κυκλοφορεί στο campus ο οποιοσδήποτε ανεξαρτήτως ιδιότητας», αναφέρει.
Το θέμα της αστυνομίας, ειδικά εξαιτίας της αυξημένης παρουσίας της για την επιτήρηση των μέτρων της πανδημίας και ιδιαιτέρως μετά τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης, απασχολεί και νέους που δεν σπουδάζουν. «Και μόνον η λέξη αστυνομία μού δημιουργεί φόβο», λέει στην «Κ» η 25χρονη Μαρία Φαραού. «Πιστεύω ότι θα έπρεπε κάποια στιγμή να αποφασίσουν ποιος θα ήθελαν να είναι ο ρόλος τους – είτε μαζί με τον πολίτη είτε απέναντι», σημειώνει. «Το παράδοξο σε όλη αυτή την κατάσταση είναι ότι, παρά την αυξημένη παρουσία αστυνομίας, προσωπικά δεν νιώθω καθόλου ασφαλής από πραγματικούς κινδύνους», τονίζει η 24χρονη Χάρις.
Η ίδια αναφέρει πως, ενώ είναι αισιόδοξη για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, παραμένει επιφυλακτική σχετικά με τη βελτίωση διάφορων κοινωνικών ζητημάτων, όπως η ισότητα των φύλων, η αναβάθμιση της παιδείας και του πολιτισμού, η προστασία δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, η περίθαλψη απόρων και αστέγων, η διαχείριση των προσφυγικών δομών, θέματα που εν γένει φαίνεται να απασχολούν τη νέα γενιά, παρόλο που μέλη αυτής δεν έδωσαν όσο προοδευτικές απαντήσεις θα περίμενε κάποιος στην έρευνα του People of Greece. Το 73% των 18-24 που έλαβαν μέρος, συμφώνησε με την πρόταση «όταν οι δουλειές είναι λίγες, οι Ελληνες θα πρέπει να έχουν προτεραιότητα σε μια δουλειά, παρά οι πρόσφυγες», ενώ το 61% της ίδιας ηλικιακής ομάδας διαφώνησε με το να μην αποκλείεται από τη δυνατότητα υιοθεσίας παιδιού ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι σε σταθερή σχέση.
Το 75% συμφώνησε πως οι καταγγελίες των σεξουαλικών παρενοχλήσεων είναι μια θετική εξέλιξη, ποσοστό όμως 5% χαμηλότερο από τη θετική απάντηση του συνόλου όλων των ηλικιακών ομάδων.
«Η διάκριση Αριστερά – Δεξιά δεν έχει νόημα»
Βάσει των στοιχείων που προκύπτουν από τις προαναφερθείσες έρευνες αλλά και από τις μαρτυρίες νέων ανθρώπων, η ενασχόλησή τους με την πολιτική, όταν αυτή υφίσταται, είναι αποκομματικοποιημένη λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης σε πολιτικούς, κόμματα και θεσμούς. Τα στοιχεία που προκύπτουν σχετικά με τον πολιτικό αυτοπροσδιορισμό των νέων είναι επίσης διαφωτιστικά, δείχνοντας πως αυτή η γενιά είναι απομακρυσμένη από το πολιτικό σύστημα, αλλά και από τις βάσεις με τις οποίες είναι δομημένο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει απαραίτητα πως είναι στο σύνολό της απολιτίκ.
Σύμφωνα με την «Πανελλαδική έρευνα κοινής γνώμης για την πανδημία του κορωνοϊού – 5o κύμα» του μη κυβερνητικού ερευνητικού οργανισμού διαΝΕΟσις, το 62,3% των νέων 17-24 ετών απάντησε πως η χώρα κινείται, γενικά, προς τη λάθος κατεύθυνση. Στην ίδια έρευνα, το 36,9% της ίδιας ηλικιακής ομάδας απάντησε πως δεν έχει καθόλου εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, με το 33,8% να απαντάει σχεδόν καθόλου. Το 67% των νέων της ηλικιακής ομάδας από 17 έως 34 απάντησε στην έρευνα της Κάπα Research ότι αξιολογεί αρνητικά/μάλλον αρνητικά τη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού από την κυβέρνηση, ενώ το ίδιο ακριβώς ποσοστό αξιολογεί αρνητικά/μάλλον αρνητικά και τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην πανδημία. Μόλις 5% των νέων της ηλικιακής ομάδας 18-24, που έλαβαν μέρος σε έρευνα του People of Greece τον Μάρτιο, δήλωσε πως έχει εμπιστοσύνη στο Κοινοβούλιο. Στην ερώτηση πολιτικής αυτοτοποθέτησης της ίδιας έρευνας, το 45% αυτής της ηλικιακής ομάδας απάντησε «τίποτα» ή «δεν ξέρω, δεν απαντώ». Στην έρευνα του Μαρτίου του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, το 30% των νέων 17-34 ετών που συμμετείχαν πιστεύει πως η διάκριση Αριστερά – Δεξιά «δεν έχει πλέον νόημα».
Οσοι νέοι μίλησαν στην «Κ» εμφανίστηκαν πολύ απογοητευμένοι από την παρούσα, αλλά και τη διαχρονική, πολιτική σκηνή, ανεξαρτήτως κομμάτων. Ο 21χρονος κ. Βασσάλος λέει πως θα ήθελε να δει μια κυβέρνηση που θα δώσει έμφαση στη μεσαία τάξη, στην υγεία και στην παιδεία. «Εχουμε μείνει πολύ πίσω ως Ελληνες, είμαστε πολύ κολλημένοι στον Εμφύλιο», σημειώνει, «θα έπρεπε να υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι νοιάζονται απλώς για τη χώρα και όχι αν είναι αριστεροί/δεξιοί». Ενας συμμετέχων σε μία από τις ομάδες συμπλήρωσε πως αυτό το δίπολο έχει ξεπεραστεί, ενώ θα ήθελε οι πολιτικοί να έχουν ένα μελλοντικό πλάνο για την ανάπτυξη της χώρας, όχι μόνο βραχυπρόθεσμα σχέδια που θα βελτιώσουν τη θητεία της εκάστοτε κυβέρνησης. Η συντριπτική πλειοψηφία τόνισε πως δεν εμπιστεύεται το πολιτικό σύστημα της χώρας. «Εχω χάσει τελείως την εμπιστοσύνη μου», λέει η κ. Καραπάνου, «όλες οι κυβερνήσεις υπόσχονται πράγματα που δεν τα κάνουν, ως νέοι νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε κάποιον, δεν μπορούμε να πιστέψουμε σε κάτι». «Η έλλειψη εμπιστοσύνης την οποία βλέπουμε να διογκώνεται στις διαδοχικές κρίσεις –οικονομική και πανδημίας– καταλήγει σε μια απονομιμοποίηση του συστήματος», λέει στην «Κ» ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Β. Παυλόπουλος, συμπληρώνοντας πως το κύριο αίσθημα πολλών νέων είναι ότι το σύστημα δεν τους εκφράζει. «Δεν είναι καλός προγνωστικός δείκτης», αναφέρει ο ίδιος, καθώς αυτή η απονομιμοποίηση οδηγεί ή σε μεταναστευτικές τάσεις ατόμων ή σε συλλογικές δράσεις που μπορεί να έχουν ακραία μορφή.
Περισσότερο, όμως, οι νέοι σημειώνουν πως οι ίδιοι και τα δικά τους θέλω δεν υπάρχουν πουθενά, κανείς δεν τους λογαριάζει, κανείς δεν τους ρωτάει, κανείς δεν τους ακούει. «Δεν μας εμπιστεύονται», αναφέρει ο 24χρονος Σάββας Σκοπελίτης, τονίζοντας πως οι νέοι είναι στο περιθώριο, «χωρίς να έχουν καν τη δυνατότητα να εκφέρουν γνώμη». «Βλέπεις τους κρατικούς θεσμούς να βάζουν όλη τους την ενέργεια σε πράγματα που αφορούν ελάχιστα ή καθόλου τους νέους, διατηρώντας το αίσθημα της ηττοπάθειας και της βίας, βία της ανεργίας, βία της απαξίωσης, βία της ανασφάλειας», λέει ο 24χρονος Νίκος Φωτίου.
Τα μέσα ενημέρωσης τους απογοητεύουν ολοένα και περισσότερο
Η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι οι έχοντες εξουσία είτε βρίσκονται απέναντι από τους νέους –πολλοί υποστηρίζουν πως η κυβέρνηση άδικα ρίχνει στη νεολαία την ευθύνη για την αύξηση των κρουσμάτων του κορωνοϊού– είτε τους αγνοούν. «Η επικοινωνία μεταξύ εξουσίας και λαού έχει χαθεί», λέει στην «Κ» η 24χρονη Εύα. «Τα συναισθήματα που κυριαρχούν μέσα μου θα έλεγα πως είναι αγανάκτηση, απογοήτευση και θυμός», σημειώνει. «Το χάσμα που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στους νέους και στην οποιαδήποτε κυβέρνηση είναι τεράστιο», αναφέρει η κ. Καραπάνου. Για τον 25χρονο ειδικευόμενο Γιώργο Τσουκάλη, το χάσμα που πρέπει να γεφυρωθεί είναι ακόμα μεγαλύτερο· είναι αυτό που δημιουργεί γενιές χωριστές, γενιές που «δεν καταλαβαίνουν η μία την άλλη».
Παρότι επικρατεί απομάκρυνση από τα κόμματα, η Μανίνα Κακεπάκη, πολιτική επιστήμονας και ερευνήτρια στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, που μαζί με την κοινωνική ψυχολόγο Κατερίνα Ηλιού έκανε μεγάλη διαδικτυακή έρευνα σε νέους ηλικίας 17-29 ετών πριν από ένα χρόνο, λέει στην «Κ» πως η νέα γενιά δεν είναι μουδιασμένη πολιτικά. «Μπορεί να κινητοποιούνται για άλλους λόγους, για δράσεις στη γειτονιά τους, για άλλα πράγματα που τους αφορούν, δεν σημαίνει ότι αυτές τις δράσεις δεν τις αντιλαμβάνονται ως πολιτικές», σημειώνει.
Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα της έρευνάς τους έχει να κάνει με το ότι για την πλειονότητα των συμμετεχόντων δεν φαίνεται ένα συγκεκριμένο πολιτικό γεγονός να συνέβαλε στη διαμόρφωση των πολιτικών τους απόψεων όσο «τα προσωπικά και οικογενειακά βιώματα», με έναν στους τέσσερις να επιλέγει αυτή την απάντηση. Αντίστοιχα, συμμετέχοντες στα focus groups ανέφεραν πως είναι αρνητικά προσκείμενοι απέναντι σε κάποιο κόμμα για οικογενειακούς λόγους, με άλλους συμμετέχοντες να λένε πως ρώτησαν τους γονείς τους τι να ψηφίσουν στις τελευταίες εκλογές. Μια νεαρή κοπέλα σημείωσε πως στις τελευταίες εκλογές έριξε λευκό γιατί δεν είχε επαρκώς διαμορφωμένη άποψη για την πολιτική πραγματικότητα.
Ενα από τα μείζονα θέματα αυτής της γενιάς είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, σε αντίθεση με το Διαδίκτυο. Σύμφωνα με την έρευνα του Μαρτίου του People of Greece, 8% των νέων 18-24 που έλαβαν μέρος απάντησε πως εμπιστεύεται τον Τύπο, ενώ 50% της ίδιας ηλικιακής ομάδας δήλωσε πως εμπιστεύεται το Διαδίκτυο. Το 93% των νέων 17-34 που συμμετείχαν στην έρευνα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς δήλωσε πως εμπιστεύεται λίγο ή καθόλου τα ΜΜΕ, ενώ το 63% του συγκεκριμένου γκρουπ ανέφερε πως ενημερώνεται 6-7 φορές την εβδομάδα από τα social media.
Στην πλειονότητά τους οι συμμετέχοντες στα focus groups δήλωσαν ότι δεν βλέπουν τηλεόραση γιατί εκνευρίζονται, δίνοντας παραδείγματα παραπληροφόρησης, ενώ έντονη ήταν η άποψη πως τα περισσότερα μέσα εξυπηρετούν συμφέροντα και άρα δεν μπορούν να τα εμπιστευτούν. «Τα media με απογοητεύουν ολοένα και περισσότερο», λέει η 24χρονη Χάρις, «προχειρότητα, έλλειψη πηγών, προπαγανδιστική προσέγγιση, στρατευμένη ερμηνεία είναι μερικές από τις αιτίες που με κάνουν να αποφεύγω την ενημέρωσή μου μέσω των συστημικών μέσων». Αρκετοί νέοι δήλωσαν ότι ενημερώνονται μέσω σελίδων στο Facebook, με τον κίνδυνο βέβαια να εκτίθενται μόνο σε συγκεκριμένες απόψεις και ειδήσεις, ενώ άλλοι μέσω Instagram και δημοσιεύσεων φίλων τους. Κάποιοι είπαν ότι ενημερώνονται ακόμα και μέσω Luben, παρόλο που σε ένα από τα focus groups κάποιοι ανέφεραν ότι μπορεί και αυτή η σελίδα να έχει πολιτική γραμμή, ή μέσω «Ράδιο Αρβύλα». «Σίγουρα δεν είναι τρόπος να ενημερώνεσαι», λέει ένας νέος, «αλλά ο κόσμος έχει κουραστεί να βλέπει ειδήσεις». Και όχι μόνο να βλέπουν ειδήσεις. Ο κόσμος και οι νέοι συγκεκριμένα έχουν κουραστεί γενικά, όπως προκύπτει και από πρόσφατα στοιχεία, αλλά και όπως λένε οι ίδιοι. Στην έρευνα της Κάπα Research του Φεβρουαρίου, 79% των νέων ηλικίας 17-34 απάντησε πως έχει κουραστεί πολύ ή αρκετά από τα περιοριστικά μέτρα. Το 85% της ίδιας ηλικιακής ομάδας δήλωσε πως νιώθει πλήξη. Στην έρευνα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, το 77% των ηλικίας 17-24 λέει πως ο τομέας τον οποίο η πανδημία τους έπληξε περισσότερο είναι η ψυχολογία τους.
«Εχουν “παγώσει” τις ζωές μας αλλά σε κακό σημείο», λέει μια 21χρονη. «Προσπαθώ να επιβιώσω όπως όλοι μας», δηλώνει μια κοπέλα. «Τη φοιτητική ζωή δεν θα τη ζήσω όσο θα ήθελα», αναφέρει ένας 21χρονος. «Προσπαθώ πολύ να επιμένω στα θετικά της κατάστασης και να μην επηρεάζομαι από τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μου, αλλά λογικό είναι κάποιες μέρες να μην τα καταφέρνω», σημειώνει η Εύα. Μια 24χρονη λέει πως τα πολλά μέτρα φέρνουν και αντίδραση και η αντίδραση αύξηση κρουσμάτων – «λογικό είναι να υπάρχει μια αύξηση, γιατί έχουμε μπουχτίσει». «Κανένας δεν μπορεί να διατηρήσει ένα lockdown έξι μηνών», αναφέρει μια 21χρονη – «είναι κακή εποχή να είσαι 20 και να βρίσκεσαι στο 2021».
Ο κ. Παυλόπουλος τονίζει πως οι νέοι άνθρωποι, παρόλο που είναι επί του παρόντος απογοητευμένοι, είναι έτοιμοι να επενδύσουν κάπου, όταν βρουν κάτι αληθινό. «Χρειάζεται πολιτική βούληση», λέει στην «Κ», «χρειάζεται να το βάλει κανείς στόχο».
«Κυριαρχεί η εκμετάλλευση»
«Η αστάθεια που χαρακτηρίζει το εργασιακό περιβάλλον της χώρας μας δεν μου δημιουργεί την αίσθηση σιγουριάς προκειμένου να χτίσω το μέλλον μου σε αυτήν», λέει στην «Κ» ο 25χρονος Θανάσης. Η 23χρονη Ειρήνη σπούδασε συντήρηση έργων τέχνης, ενώ τώρα κάνει το μεταπτυχιακό της στο χημικό τμήμα του ΑΠΘ. Ούτε εκείνη νιώθει αισιόδοξη για το μέλλον της στην Ελλάδα – «έχει εξαφανιστεί από το λεξιλόγιο η λέξη εργασία και κυριαρχεί η εκμετάλλευση, δεν υπάρχει αξιοκρατία και έλεγχος, αυτό επηρεάζει τόσο τη δική μου γενιά όσο και την επόμενη, και σίγουρα όσους ήδη ανήκουν στο εργατικό δυναμικό», αναφέρει. Από την άλλη, όσοι νέοι είναι πιο θετικοί σχετικά με το μέλλον τους, διευκρινίζουν πως αυτό είναι απόρροια είτε της προσωπικής τους φιλοσοφίας ή της εμπιστοσύνης που έχουν οι ίδιοι στις δυνατότητές τους, ανεξάρτητα από τις εξωτερικές συνθήκες. Η 21χρονη Ελένη Βαρδάκη λέει στην «Κ» πως η αισιοδοξία της για το δικό της μέλλον οφείλεται στην προσπάθεια να πετύχει τους στόχους που έχει ήδη θέσει, και στην τύχη να την υποστηρίζουν ψυχολογικά και οικονομικά οι γονείς της. «Θεωρώ ότι σαν άτομο θα τα καταφέρω όπου και αν είμαι, οπότε σκέφτομαι αυτό και κάπως καθησυχάζω τον εαυτό μου», αναφέρει στην «Κ» μια 25χρονη ειδικευόμενη γιατρός από τη Θεσσαλονίκη. Για την Ελλάδα, κανένας τους δεν είναι τόσο σίγουρος, και οι περισσότεροι επιστρέφουν ξανά και ξανά στα θέματα της διαφθοράς, της αναξιοκρατίας, της παντελούς έλλειψης εμπιστοσύνης στους πολιτικούς ανεξαρτήτως κόμματος, και στους επίσημους φορείς της χώρας, αλλά και σε άλλα θέματα που τους απασχολούν πολύ όπως η αστυνομία και ο ρόλος της.