Ο Παύλος Ιωαννίδης, που έφυγε χθες σε ηλικία 97 ετών από τη ζωή, ήταν ένας τους «3 Greeks», τους τρεις Έλληνες που βίωσαν όσο λίγοι την ιλιγγιώδη άνοδο του Ωνάση, την εισβολή του στον χώρο της πολιτικής αεροπορίας και την επικράτησή του στους αιθέρες με την Ολυμπιακή των 6 κύκλων και 5 ηπείρων.
Γενικός διευθυντής της Ολυμπιακής στα χρόνια της ακμής της και κυβερνήτης – εκπαιδευτής μιας ολόκληρης γενιάς πιλότων της πολιτικής αεροπορίας, υπήρξε δίπλα στον Ωνάση, από τα πρώτα βήματα του μεγιστάνα έως την επώδυνη προσγείωση, όταν ο Αριστοτέλης έχασε τον μοναχογιό του, Αλέξανδρο – Σωκράτη. Και ήταν ένας από τους τρεις εκτελεστές της διαθήκης του Ωνάση, καθώς και της Χριστίνας αλλά και της δημιουργίας του ιδρύματος που δημιουργήθηκε προς τιμήν του πρόωρα χαμένου Αλέξανδρου.
«Από το ύψος του 1 μ. 93 εκ. ο Παύλος Ιωαννίδης είδε πολλά, γνώρισε ακόμη περισσότερα αλλά κρατούσε μακριά την περιέργεια όλων όσοι ήθελαν, μέσω εκείνου, να μάθουν για τον Ωνάση, τις επιχειρηματικές του εξελίξεις, τα πολλά μυστικά μιας πολυτάραχης ζωής στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας και της δημοσιότητας επί δεκαετίες» έγραφε το 2007 η Ελένη Μπίστικα στην «Καθημερινή».
Ώσπου το 2007 αποφάσισε να ανοίξει τον φάκελο της δικής του ζωής, με την έκδοση του βιβλίου «Κι αν δεν είσαι θα γίνεις…».
Ηταν η φράση που καθόρισε την πορεία του Ιωαννίδη, από τα χρόνια της Κατοχής και του Εμφύλιου, έως την αποτροπή της ανατίναξης από τους Γερμανούς του φράγματος του Μαραθώνα, τη γνωριμία του και τη σχέση του με τον Αριστοτέλη Ωνάση, τη φιλία του με τον Αλέξανδρο και τη Χριστίνα, έως τις δικαστικές διαμάχες με τον Τιερύ Ρουσέλ για τη διαχείριση της περιουσίας της ανήλικης τότε Αθηνάς και την δημιουργία του Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου.
«Ο φάκελος που άνοιξε, όμως, αφορά τη δική του ζωή, διεκδικεί το δικαίωμα να μιλήσει και για τα χρόνια της αντίστασης όταν βγήκε στο βουνό, και στη συνέχεια έφυγε για το Κάιρο όπου τον βρήκε ο πατέρας του και τον έφερε πίσω, για να ξαναφύγει και να ενταχθεί στην Force 133 και να γνωρίσει από κοντά τους θρυλικούς Eddy Myers και Chris Woodhouse τους αντάρτες του ΕΛΑΣ και του Ζέρβα, στην εποχή της ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοπόταμου και του Ασωπού. Και να μας δείξει πως, τελικά, η ζωή είναι που αποφασίζει τι θα γίνουμε.
Από μικρό παιδί είχε αγάπη για τη θάλασσα, τον έψαχνε ο πατέρας του να τον γράψει στο γυμνάσιο κι εκείνος κρυβόταν, χωμένος σε μια βάρκα, στη Βούλα. Κι όταν στον δρόμο της διαφυγής, μέσω Τσεσμέ Τουρκίας για Κάιρο διανυκτέρευσε μαζί με τον Bob Morton και τον Mac Intyrg σε ένα σπίτι στη Νέα Ερυθραία, μια κυρούλα είδε μέσα στον ροβυθένιο καφέ του πως «εσύ, παιδί μου, είσαι αεροπόρος, θα πας ψηλά».
«Μα εγώ θέλω να μπω στο Πολεμικό Ναυτικό, να είμαι στη θάλασσα». Κι εκείνη ανασήκωσε τους ώμους της και του είπε, «Κι αν δεν είσαι, θα γίνεις…», φράση που αποδείχθηκε προφητική.
Ο Παύλος Ιωαννίδης, ήταν εξαιρετικά φειδωλός στις απαντήσεις του σχετικά με τον Ωνάση, και τα πρόσωπα του κύκλου του».
Έλεγε το 2007 με την ευκαιρία της παρουσίασης του βιβλίου του: «Συχνά στο παρελθόν φίλοι και γνωστοί μου έλεγαν ότι δεν θα έπρεπε αυτή την ενδιαφέρουσα πορεία που μου χάρισε η ζωή να την πάρω μαζί μου φεύγοντας. Τελικά αποφάσισα να τη μοιραστώ με όλους εσάς (…) Κάλυψα στη διάρκεια της ζωής μου μια μεγάλη απόσταση δίνοντας προσωπικούς, επαγγελματικούς, κοινωνικούς και εθνικούς αγώνες. Πολλές φορές έφτασα ή και ξεπέρασα τα όρια της αντοχής μου. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό γιατί μπόρεσα να προσφέρω, στάθηκα όρθιος σε κρίσιμες στιγμές, είδα δύσκολες αποστολές να πραγματοποιούνται και στόχους να εκπληρώνονται…Η μοίρα μου ήταν να γίνω αεροπόρος. Εκπαιδεύτηκα για την Πολεμική Αεροπορία στην Αγγλία, και, στη συνέχεια, αφιερώθηκα στην πολιτική αεροπορία, που συνέβαλε σημαντικά στη μεταπολεμική οικονομική ανάπτυξη της πατρίδας μας».