Παραλία με τη μάσκα «υπό μάλης» για άμεση χρήση, θερινό σινεμά χωρίς διάλειμμα και με κενά καθίσματα να χωρίζουν τις παρέες, βαλίτσα διακοπών με self tests και εξόδους με λίγους στενούς φίλους και χωρίς μουσική, τουλάχιστον μέχρι νεωτέρας. Και το φετινό καλοκαίρι, η σκιά της πανδημίας της COVID-19 επιβάλλει την τήρηση του τρίπτυχου μάσκα, αποστάσεις, πλύσιμο χεριών, την αποφυγή κάθε είδους συνωστισμού, τη διατήρηση της «κοινωνικής μας φούσκας» και αυστηρούς κανόνες σε δραστηριότητες που για πολλούς μήνες μας έλειψαν, όπως μία βραδινή έξοδος σε ένα εστιατόριο, μία κοινωνική συγκέντρωση, ένα θερινό σινεμά ή μία θεατρική παράσταση. Μπορεί ο εμβολιασμός του ενήλικου πληθυσμού έναντι της COVID-19 να προχωράει γρήγορα και οι αρμόδιοι να εκτιμούν ότι μέσα στο καλοκαίρι θα μπορεί να έχει εμβολιαστεί το 70% του πληθυσμού, ωστόσο οι ειδικοί επιστήμονες συνιστούν προσοχή και υπομονή για «να μη χάσουμε τα κεκτημένα. Αυτά που κερδίσαμε με κόπο τον χειμώνα».
«Σε σχέση με το περυσινό καλοκαίρι εφέτος έχουμε σημαντικές διαφορές», τονίζει στην «Κ» ο καθηγητής Κλινικής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, Χαράλαμπος Γώγος, και εξηγεί: «Τώρα έχουμε μεγαλύτερη επιδημιολογική φόρτιση». Μπορεί το τελευταίο πανδημικό κύμα να υποχωρεί σταθερά, ωστόσο ο αριθμός των ημερήσιων διαγνώσεων, των διασωληνωμένων ασθενών και των θανάτων παραμένει υψηλός σε σχέση με πέρυσι. Την τελευταία εβδομάδα ο μέσος όρος των ημερήσιων κρουσμάτων ήταν 1.600, και των θανάτων 42, ενώ προχθές 521 ασθενείς ήταν διασωληνωμένοι σε ΜΕΘ.
«Από την άλλη, έχουμε και νέα θετικά δεδομένα», σημειώνει, «ένα είναι αναμφίβολα οι εμβολιασμοί. Οσοι έχουν ήδη γίνει αλλά κυρίως η δυναμική τους. Επίσης, οι διαγνωστικές δυνατότητες είναι μεγαλύτερες. Εχουμε μοριακά τεστ σε επάρκεια, τα rapid tests έχουν πλέον υψηλό βαθμό αξιοπιστίας, και διαθέτουμε το μεγάλο όπλο των self tests που γίνονται μαζικά και τα οποία παρεμβαίνουν εκεί που δεν “πάνε” τα άλλα, δηλαδή στους ασυμπτωματικούς. Και φυσικά έχουμε καλύτερα εργαλεία επιδημιολογικής επιτήρησης. Τώρα έχουμε καλύτερους προγνωστικούς δείκτες για να μπορούμε να προλαβαίνουμε μεγάλη διασπορά του ιού και να παρεμβαίνουμε όταν χρειάζεται, όχι οριζόντια, αλλά κατά περιοχές. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η γονιδιωματική επιτήρηση με την έγκαιρη διάγνωση μεταλλαγμένων στελεχών». Σύμφωνα με τον καθηγητή, η τριάδα «μάσκες, αποστάσεις, πλύσιμο χεριών», αλλά και η σύσταση για κλειστές παρέες παραμένει και αυτό το καλοκαίρι.
«Να αποφεύγουμε τους μεγάλους συνωστισμούς με αγνώστους. Και εάν βρεθούμε σε ένα τέτοιο περιβάλλον να φοράμε μάσκα. Ας μένουμε μακριά από περιστάσεις όπου επικρατεί συνωστισμός και δεν μπορούμε να φοράμε μάσκα», τονίζει στην «Κ» ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, Θανάσης Εξαδάκτυλος. Χωρίς υπερβολές. «Η μάσκα στην παραλία συνεχώς, είναι υπερβολή. Δεν μπορείς να κυκλοφορείς στην παραλία με μάσκα εκτός και εάν πρέπει να πας στο μπαρ για να πάρεις κάτι», σημειώνει και προσθέτει, «μπορούμε να κάνουμε το μπάνιο μας στη θάλασσα και να επιστρέφουμε στην ομπρέλα με την παρέα μας. Εάν θέλουμε να χαιρετήσουμε ή να συνομιλήσουμε με κάποιον γνωστό μπορούμε να το κάνουμε από δύο μέτρα απόσταση».
Οι κανόνες
Στο ίδιο πλαίσιο είναι και οι συστάσεις του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, που τονίζει ότι θα πρέπει να αποφεύγουμε τις πολυσύχναστες περιοχές κολύμβησης, να τηρούμε δύο μέτρα απόσταση από άγνωστα άτομα, μέσα και έξω από το νερό, να φοράμε τη μάσκα όταν μετακινούμαστε στην παραλία, όπως από και προς το μπαρ, το ντους κ.ά., και να αποφεύγουμε την κοινή χρήση αντικειμένων με άλλους.
Κανόνες έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές και για άλλες δραστηριότητες. Ετσι, στα θερινά σινεμά, η πλειονότητα των οποίων προς το παρόν έχει μία προβολή ανά ημέρα, αγοράζουμε εισιτήριο μόνο ηλεκτρονικά, φοράμε πάντα μάσκα και δεν περιμένουμε το διάλειμμα, γιατί οι προβολές πλέον γίνονται χωρίς αυτό. Καθόμαστε ανά δύο και με κενές θέσεις να μας χωρίζουν από τις άλλες παρέες.
Στα εστιατόρια και στα καφέ καθόμαστε αναγκαστικά σε εξωτερικό χώρο, και χωρίς μουσική –τουλάχιστον προς το παρόν–, ενώ καλό είναι να φροντίσουμε να είμαστε σε παρέες έξι ή λιγότερων ατόμων εάν θέλουμε να βρεθούμε όλοι στο ίδιο τραπέζι. Στην αναμονή τραπεζιού φοράμε πάντα τις μάσκες. Και στα ζωντανά θεάματα ο κανόνας είναι ότι καθόμαστε με αποστάσεις, υποχρεωτικά με μάσκες, δεν υπάρχει διάλειμμα, και σε οποιαδήποτε ουρά (κατά την είσοδο, για το κυλικείο, το μπαρ) κρατάμε 1,5 μέτρο απόσταση. Υποχρεωτική είναι η χρήση ηλεκτρονικού εισιτηρίου και ο έλεγχός του γίνεται ανέπαφα με scanner. Το επόμενο διάστημα αναμένονται πιο σαφείς οδηγίες για τους γάμους και τις βαπτίσεις, με τους διοργανωτές ήδη να ανησυχούν για το ότι θα γίνονται χωρίς μουσική. Για τη συμμετοχή μας ωστόσο σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις όπου το λάθος στην τήρηση των μέτρων γίνεται εύκολα, οι ειδικοί συστήνουν ιδιαίτερη προσοχή ή ακόμα και τη διενέργεια ενός self test πριν από τη συμμετοχή μας σε αυτά. Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι το τεστ είναι υποχρεωτικό (self test, rapid ή μοριακό) και πριν από το ταξίδι με πλοίο, για όσους δεν έχουν εμβολιαστεί πλήρως και όταν το ταξίδι γίνει πριν περάσουν δύο εβδομάδες από την ολοκλήρωση του εμβολιαστικού σχήματος.
«Πάνω από όλα είναι η δημόσια υγεία για να έχουμε ένα καλοκαίρι ασφαλές», τονίζει ο κ. Γώγος. «Υπομονή χρειάζεται. Είναι λάθος οι πολίτες να θεωρούν ότι έχουμε απόλυτη ελευθερία. Ας κρατήσουμε λοιπόν τα κεκτημένα. Αυτά που κερδίσαμε με τόσο κόπο όλο τον χειμώνα».
Πού θα παραμείνει ο «πολιτισμός της μάσκας»
Προσδοκίες για απαλλαγή από την υποχρέωση μάσκας έχει δημιουργήσει η επιτάχυνση των εμβολιασμών στη χώρα μας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Υγείας και των επικεφαλής του προγράμματος «Ελευθερία», έως το τέλος Ιουνίου θα μπορεί να έχει εμβολιαστεί έναντι της COVID-19 το 70% του πληθυσμού, υπό την προϋπόθεση ότι οι παραδόσεις των εμβολίων από τις φαρμακευτικές εταιρείες θα γίνουν απρόσκοπτα και θα υπάρχει συμμετοχή των πολιτών. Ωστόσο, οι ειδικοί τονίζουν ότι ακόμη και να επιτευχθεί το λεγόμενο τείχος ανοσίας του πληθυσμού με τον εμβολιασμό, «ο πολιτισμός της μάσκας» θα παραμείνει σε κάποιες περιπτώσεις.
«Το “πετάμε τις μάσκες” είναι μια μεγάλη κουβέντα», επισημαίνει στην «Κ» ο καθηγητής κλινικής παθολογίας Χαράλαμπος Γώγος και εξηγεί: «Σίγουρα σε εσωτερικούς χώρους όπου όλοι είναι εμβολιασμένοι, ο φόβος για μετάδοση του ιού εάν δεν γίνεται χρήση μάσκας είναι μικρότερος. Αλλά και σε εξωτερικούς χώρους θα μπορούν να χαλαρώσουν κάποιες δραστηριότητες, αλλά μόνο όταν φθάσει το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης τουλάχιστον στο 70%. Και φυσικά σε “δύσκολους χώρους”, όπως είναι τα νοσοκομεία, οι μονάδες χρονίων πασχόντων, όπου νοσηλεύονται ασθενείς με υποκείμενα νοσήματα και για τους οποίους η ανοσία από τα εμβόλια μπορεί να μην είναι όσο υψηλή είναι στα υγιή άτομα, πάντα θα υπάρχει η υποχρέωση της χρήσης της μάσκας. Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι το μέτρο της μάσκας θα χαλαρώσει σίγουρα κάποια στιγμή, αλλά ο πολιτισμός της μάσκας θα παραμείνει σε συγκεκριμένους χώρους».
Σύμφωνα με τον ίδιο, πάντως, το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης που απαιτείται για το τείχος ανοσίας ενδέχεται να αλλάξει, αφού εξαρτάται από το πόσο μεταδοτικός είναι ο ιός. «Μπορεί με τα νέα στελέχη όπως το βρετανικό, που έχει ήδη επικρατήσει, ή και το ινδικό, που κερδίζει έδαφος στην Ευρώπη, ο στόχος του 70% να πρέπει να αναπροσαρμοστεί σε 80% ή 85%», υπογραμμίζει.
Η πανδημία έβλαψε σοβαρά και την προσπάθεια κατά του καπνίσματος
Eμπόδιο στην προσπάθεια καταπολέμησης του καπνίσματος έβαλε η COVID-19. Τα ιατρεία διακοπής του καπνίσματος, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, ανέστειλαν προσωρινά τη λειτουργία τους, ενώ η ανατροπή της καθημερινότητας όλων δεν αποτέλεσε την κατάλληλη συνθήκη για διακοπή ή έστω μείωση του καπνίσματος, με τους ειδικούς να λαμβάνουν μάλιστα ενδείξεις ότι ενδεχομένως να αυξήθηκε η χρήση των προϊόντων καπνού εν μέσω πανδημίας, γεγονός που καθιστά το μήνυμα της φετινής 31ης Μαΐου (Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος), «Δεσμεύομαι και σταματώ», απόλυτα επίκαιρο.
Είναι ενδεικτικά τα συμπεράσματα μελέτης σε ιατρονοσηλευτικό προσωπικό του ΕΣΥ, σύμφωνα με τα οποία, κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας το 9% των καπνιστών αύξησε την ημερήσια χρήση τσιγάρων.
Πάντως, τουλάχιστον έως το 2019 η καπνιστική συνήθεια στη χώρα μας είχε πτωτική πορεία, ειδικά στους νέους, για τους οποίους «το κάπνισμα είναι πλέον εκτός μόδας». Σύμφωνα με έρευνα του ευρωπαϊκού προγράμματος ESPAD σε μαθητικό πληθυσμό, η πλειονότητα των ελληνόπουλων 16 ετών (67,6%) ανέφερε το 2019 ότι δεν έχει καπνίσει ποτέ τσιγάρο, το 15,1% ότι κάπνισε τσιγάρο τις τελευταίες 30 ημέρες πριν από την έρευνα και το 8,1% ότι καπνίζει καθημερινά. Τα ποσοστά αυτά είναι αισθητά χαμηλότερα σε σχέση με τα αντίστοιχα δύο δεκαετιών πριν. Το 1999, στην ίδια έρευνα, το 35,2% των 16χρονων στη χώρα μας είχε καπνίσει τσιγάρο τις τελευταίες 30 ημέρες και το 23,4% κάπνιζε καθημερινά.
«Την περίοδο της πανδημίας της COVID-19, το μόνο νοσοκομείο που κράτησε ανοιχτό το ιατρείο διακοπής του καπνίσματος είναι ο “Ευαγγελισμός”», επισημαίνει στην «Κ» η αναπληρώτρια καθηγήτρια Πνευμονολογίας του ΕΚΠΑ, μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας και τέως πρόεδρος της Ομάδας Προαγωγής Υγείας, Ιατρικής Εκπαίδευσης και Διακοπής Καπνίσματος της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας, Παρασκευή Κατσαούνου. Σύμφωνα με την ίδια, και η ζήτηση από τους πολίτες για διακοπή του καπνίσματος μειώθηκε. Οπως τονίζει, «παρότι ο χώρος που είναι το ιατρείο στον “Ευαγγελισμό” βρίσκεται σε ξεχωριστό κτίριο και δεν έχει σχέση με θαλάμους νοσηλείας ασθενών, παρατηρήσαμε ότι υπήρχε αναβολή στα αιτήματα για παροχή υπηρεσιών από καπνιστές που ήθελαν να διακόψουν το κάπνισμα, καθώς απέφυγαν να επισκεφθούν το νοσοκομείο. Την ίδια αναβλητικότητα άλλωστε είδαμε και από ασθενείς με σοβαρά προβλήματα υγείας. Ενημερώσαμε ότι συνεχίζουμε να παρέχουμε υπηρεσίες και υλοποιήσαμε διαδικτυακές συνεδρίες με ομάδες καπνιστών, με πολύ καλά αποτελέσματα. Αλλά και πάλι, είμαστε μόνο ένα νοσοκομείο που παρείχε αυτές τις υπηρεσίες τον τελευταίο χρόνο». Σημειώνεται ότι στο ιατρείο διακοπής καπνίσματος της Α΄ Κλινικής Εντατικής Θεραπείας του «Ευαγγελισμού» είναι σε εξέλιξη ερευνητικό πρόγραμμα διακοπής καπνίσματος για πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη, στο πλαίσιο του οποίου έχουν αναπτυχθεί και παρεμβάσεις μέσω Διαδικτύου. Οι παρεμβάσεις αυτές εν μέσω πανδημίας επεκτάθηκαν σε όλα τα άτομα που λαμβάνουν βοήθεια από το ιατρείο για να διακόψουν το κάπνισμα.
Αναφορικά με την επίδραση της πανδημίας στην καπνιστική συνήθεια, η κ. Κατσαούνου σημειώνει ότι «η εκτίμησή μας είναι πως μέσα στην πανδημία κάποιοι έχουν αυξήσει το κάπνισμα». Σύμφωνα με την ίδια, αυτό φάνηκε και σε πρόσφατη έρευνα σε ιατρονοσηλευτικό προσωπικό επτά νοσοκομείων αναφοράς της COVID-19 για τις επιπτώσεις του πρώτου κύματος στην ψυχική υγεία των υγειονομικών.
Σύμφωνα με την έρευνα, ένας στους τρεις συμμετέχοντες είναι καπνιστής και το 9% αύξησε την ποσότητα των τσιγάρων που κάπνιζε καθημερινά κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος. «Οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερες, κάποιοι θεώρησαν το κάπνισμα ως εκτόνωση και δύσκολα κάποιος θα αποφάσιζε σε μια περίοδο που είναι πιεσμένος να το διακόψει. Ειδικά εάν δεν είχε τρόπο να βρει βοήθεια».
Οι μελέτες
Αρνητικό ρόλο έπαιξε και η δημοσιοποίηση κάποιων μελετών στην αρχή της πανδημίας, σύμφωνα με τις οποίες στο σύνολο των νοσηλευομένων το ποσοστό των καπνιστών ήταν χαμηλότερο από αυτό του γενικού πληθυσμού, με κάποιους να κάνουν λόγο ακόμα και για προστατευτική δράση του καπνίσματος έναντι της COVID-19. Αυτό όχι μόνο δεν επιβεβαιώθηκε, αλλά, όπως κατέδειξαν νεότερες μελέτες, οι καπνιστές με COVID-19 είχαν υψηλότερο φορτίο συμπτωμάτων και περισσότερες πιθανότητες να χρειαστούν νοσηλεία σε σχέση με τους μη καπνιστές. Mετα-ανάλυση μελετών που διεξήγαγε η Α΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του ΕΚΠΑ στο «Ιπποκράτειο» έδειξε ότι το κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο για βαρύτερη νόσο κατά 34%. «Ομως οι πρώτες μελέτες απενοχοποίησαν πολλούς καπνιστές. Ετσι, πιθανόν κάποιοι να συνέχισαν να καπνίζουν και κάποιοι να βρήκαν μια μέση λύση, του ηλεκτρονικού τσιγάρου», σημειώνει η κ. Κατσαούνου, που επισημαίνει ότι συγκεκριμένα στοιχεία αναμένεται να δώσει μελέτη που σχεδιάζεται να υλοποιήσει η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία, η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία και το Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας.
«Το σίγουρο όμως είναι ότι τα πράγματα δεν πήγαν καλά για τη διακοπή του καπνίσματος. Και τώρα που επανερχόμαστε σε μια κανονικότητα, ό,τι αναβάλαμε λόγω της COVID-19 καλό είναι να το προγραμματίσουμε».