Τι χρώμα έχει το «ναι» και τι χρώμα έχει το «όχι»; Για εμένα, τότε, μιλάμε για το 2015, το «ναι» έπρεπε να είχε χρώμα κόκκινο. Το κόκκινο της παλιάς Αθήνας και των χωριών μας. Το κεραμίδι που μας σκέπαζε, για να γίνω και λίγο μελό. Και το «όχι» να είναι το μαύρο της άρνησης.
Η συμμαχία όμως του «ναι» δεν με άκουσε. Μάταια προσπαθούσα όλο το βράδυ να τους πείσω. Οι αφίσες που βγήκαν ξημέρωμα από το τυπογραφείο ήταν βαμμένες σε χρώματα που φώναζαν «είμαι συντηρητικός Ευρωπαίος». Και εγώ δεν ήμουν. Και το «όχι» ήρθε και θρονιάστηκε στο πάντα θελκτικό σε περιόδους κρίσης κόκκινο της αντίστασης.
Το αποτέλεσμα το θυμάστε: 60% «όχι». 40% «ναι» – και πολύ λέω. 60% «όχι» σε ένα ερώτημα τόσο ακαταλαβίστικο όπως αυτά των εισαγωγικών εξετάσεων, που μόνο οι φροντιστές τα καταλαβαίνουν. Λίγοι είπαν «όχι» για να βγούμε πραγματικά από την Ευρώπη. Οι περισσότεροι ήταν της σχολής «οι φλώροι οι Ευρωπαίοι πρέπει να μας πληρώνουν μόνο και μόνο για να τους κάνουμε παρέα». Και, τέλος πάντων, είναι ωραίο να είσαι επαναστάτης όταν οι ηγέτες σου σε διαβεβαιώνουν ότι δεν θα έχει κανένα κόστος.
Πού τα θυμήθηκα τώρα όλα αυτά; Φταίει ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης και η γιαγιά του. Με φώναξαν για μια χαλαρή συνέντευξη και εκεί που μιλάγαμε για podcast, τσιγγάνικους έρωτες, τον Μίκη και τα πορτοκάλια της Κρήτης, ο Ιεροκλής σοβάρεψε και με ρώτησε «τι έκανες στον πόλεμο Σταύρο;» «Στην πολιτική» μου είπε, αλλά εγώ «στον πόλεμο» άκουσα. Χαμογέλασα και πήρε φόρα: «Πες μας κανένα μυστικό. Τι έγινε την επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος στο Προεδρικό; Πώς έγινε ξαφνικά το “όχι”, “ναι”;».
Και όλοι γύρω μας, κάμεραμαν, ηχολήπτης, σκηνοθέτης, φωτιστής, σοβάρεψαν… Ναι, παιδιά, τέτοιες μέρες ήταν πριν από έξι χρόνια που ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα. Και μας έδωσε μία εβδομάδα διορία για να πούμε «ναι» ή για να πούμε «όχι». Τα είχαν σκεφθεί όλα, εκτός από τις συνέπειες της δικής τους απάντησης.
Κάποια στιγμή θα γράψω αναλυτικά για εκείνες τις 10 μέρες του σύγχρονου χορού του Ζαλόγγου. Πώς ξύπνησε ο πρώτος χορευτής λίγο πριν από την πτώση; Γιατί δεν σάλπισε τελικά η υποχώρηση την Τετάρτη πριν από το δημοψήφισμα; Αλλά ψάχνω μια τρύπα στον χρόνο να τα γράψω και να τα συζητήσουμε, μήπως και γίνουμε σοφότεροι. Χωρίς τις φωνές και τις βρισιές των κομμάτων. Οχι ότι φοβάμαι όλο αυτό το κομματικό τουρλουμπούκι, αλλά… με έχουν κουράσει. Και τη γιαγιά την έχουν κουράσει. «Εχω φάει πολύ ξύλο, γιατί είπα στις γριές θα σε ψηφίσω και με δείρανε», μου εξομολογήθηκε.
Οι ρόλοι όμως εκείνες τις 10 μέρες εναλλάσσονταν με σφοδρότητα. Κακοί που παρίσταναν τους καλούς. Καλοί που ζούσαν για το κακό. Ρόλοι που έπρεπε να παραμεριστούν το πρωί της Δευτέρας, όταν μετά τη σαρωτική νίκη τού «όχι» συναντηθήκαμε στο μεγάλο τραπέζι του Προεδρικού Μεγάρου. Η διορία άλλωστε των ωσεί παρόντων Γιούνκερ και Ολάντ, πρόεδρος της Γαλλίας τότε –οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι «την είχαν κάνει»–, ήταν τόσο πιεστική που άκουγες και τον ήχο των λεπτών. Ο κίνδυνος να μεταφερθεί στο Προεδρικό η μάχη της πλατείας και ο ένας να «χαστουκίζει» τον άλλον ήταν μεγάλος. Να «χαστουκίζει» όπως το κάνουν στις θεατρικές παραστάσεις, πλαφ στην παλάμη, αλλά το κοινό να το πιστεύει. Να χειροκροτεί ή να κλαίει. Γι’ αυτό και πρότεινα να φύγουν οι πρακτικογράφοι, να «κατέβει» η παράσταση πριν ανέβει. Και μου έκανε θετική εντύπωση που το δέχτηκε αμέσως ο Μεϊμαράκης και συμφώνησε και ο πρόεδρος Παυλόπουλος και είπε το «ναι» και ο Τσίπρας.
Και ξαφνικά οι φωνές χαράς του Λαφαζάνη στον διάδρομο. Είχε κανονίσει συνομιλία Πούτιν – Τσίπρα και κάποιοι από την αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ, αγκαλιασμένοι μέχρι και εντός του Προεδρικού, είχαν αρχίσει να βλέπουν ρούβλια. Οπως τα μάτια του Σκρουτζ βλέπουν δολάρια.
Το τηλεφώνημα λοιπόν έγινε και ο Τσίπρας επέστρεψε σκυφτός –όπως σκυφτός είχε εξέλθει– στη συνάντηση των αρχηγών. Και ήταν ειλικρινής: «Μίλησα στον πρόεδρο Πούτιν (παύση), δεν μπορεί να κάνει κάτι ο ίδιος (παύση), αλλά αν θέλουμε θα μιλήσει θετικά για εμάς στη Μέρκελ»!
Ναι, για εμένα αυτή ήταν η στιγμή της απόλυτης κατάρρευσης του ψέματος που είχε κυριαρχήσει στη χώρα. Οχι μόνο η μαμά αρκούδα δεν είχε μέλι για τους Ελληνες, αλλά μας έσπρωχνε στην αγκαλιά της γριάς μάγισσας. Ολα τα παραμύθια μαζεμένα να εκτοξεύονται στα μεθυσμένα από την επιτυχία τού «όχι» πρόσωπα των Ελλήνων.
Ξυπνήσαμε; Μάλλον. Ποτέ βέβαια δεν μπορείς να είσαι σίγουρος μ’ αυτά. Και τώρα τι; Περήφανος Ευρωπαίος; Η ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν μας θέλει επαναπαυμένους με τα χέρια ψηλά.
Τα λάθη της ευρωπαϊκής ηγεσίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας είναι παιδαριώδη. Και επιμένουν να μας καλούν να πανηγυρίζουμε επειδή παραγγείλανε όλοι μαζί τα εμβόλια. Επιτυχία πολυεθνικής.
Οπως ακατανόητα είναι τα μπρος-πίσω στο μεταναστευτικό και ντροπιαστική η στάση της Ευρώπης απέναντι στους κάθε λογής Αγιατολάχ. Ούγγρους, Λευκορώσους αλλά και τους εισαγόμενους που θεωρούν ότι στην Ευρώπη έχει θέση ο μισογυνισμός τους και οι θεοκρατικές τους προκαταλήψεις. Και μαζί ένα βραδυκίνητο και πολυδάπανο Ευρωκοινοβούλιο. Και μια παντελής, θαρρείς, απουσία σχεδίων για τα προβλήματα αλλά και τις ευκαιρίες που είναι μπροστά μας.
Μα, δεν είναι σημαντικό που ο Ρομπέρ Σουμάν είναι ένα βήμα πριν από την αγιοποίηση; Ο Πάπας, λέει, αναγνώρισε επιτέλους τις ηρωικές αρετές του. Μην αλλάξετε τους τόνους και πάτε στον ρομαντικό συνθέτη – μιλάω για τον Σουμάν που το σχέδιό του θεωρείται η ληξιαρχική πράξη γέννησης της Ενωμένης Ευρώπης.
Ομως τα φωτοστέφανα από τα εικονίσματα των παππούδων της Ε.Ε. δεν είναι αυτό που μας λείπει αυτό το καλοκαίρι, έπειτα από ένα φθινόπωρο, ένα χειμώνα, μια άνοιξη παραλυσίας. Αλλα πράγματα έχουμε ανάγκη. Γιατί «πού να βρω γυναίκα να σου μοιάζει», που αναρωτιέται και ο Γκολές αλλά και ο Μαραβέγιας.
«Πού να βρω μια να σου μοιάζει, τη ζωή μου έχεις χαράξει». Εσένα έχουμε Ευρώπη. Και εσένα πρέπει να αλλάξουμε.
Ακούστε εδώ ολόκληρο το podcast: