Η «Αττική Οδός» ολιγώρησε, όταν στο ξεκίνημα της κακοκαιρίας δεν ζήτησε από την Τροχαία το κλείσιμο του δρόμου. Στη συνέχεια υπερεκτίμησε τις επιχειρησιακές της δυνατότητες, θεωρώντας ότι όλα θα τελείωναν μέσα σε λίγες ώρες. Και αποδείχθηκε ανεπαρκής τόσο στη διαχείριση των εγκλωβισμένων οχημάτων όσο και στην ανακούφιση των χιλιάδων επιβατών τους. Από την άλλη πλευρά, οι ξεχωριστές συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν υπό την αιγίδα δύο υπουργείων, που εν προκειμένω οι αρμοδιότητές τους εφάπτονται, αναδεικνύουν τα προβλήματα συντονισμού του υφιστάμενου σχήματος, που δεσμεύθηκε να «θεραπεύσει» ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δημιουργώντας μια «νέα» Πολιτική Προστασία.
Αυτά φαίνεται να είναι τα βασικά συμπεράσματα από τον πρωτοφανή αποκλεισμό χιλιάδων ανθρώπων μέσα στην Αττική Οδό από τη Δευτέρα έως και την Τρίτη. Συμπεράσματα που προκύπτουν από τις μαρτυρίες ανθρώπων που συμμετείχαν στις συσκέψεις που προηγήθηκαν της κακοκαιρίας, την εμπειρία ανθρώπων που έχουν χειριστεί ανάλογες καταστάσεις, από πολιτικά πρόσωπα και, φυσικά, εκ του αποτελέσματος. Πιο συγκεκριμένα:
– Το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας πραγματοποίησε δύο μεγάλες συσκέψεις, την Παρασκευή και την Κυριακή. Σε αυτές συμμετείχαν εκπρόσωποι των παραχωρημένων αυτοκινητοδρόμων, πέντε περιφερειάρχες –ανάμεσα στους οποίους οι Αττικής και Στερεάς Ελλάδας–, πέντε υπουργοί – υφυπουργοί και τρεις γενικοί γραμματείς, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ και άλλοι. Ανάμεσα στα κυβερνητικά στελέχη δεν ήταν εκπρόσωπος του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ενώ η Αστυνομία και η Τροχαία είχαν «μεσαίου επιπέδου» εκπροσώπηση. Την Κυριακή πραγματοποιήθηκε και μία ακόμα σύσκεψη, με εκ των πραγμάτων διαφορετικό εν μέρει αντικείμενο. Αυτή τη φορά υπό το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, με τη συμμετοχή όλης της ηγεσίας της Αστυνομίας και της Τροχαίας. Οι απαιτούμενες διορθωτικές κινήσεις που εξαγγέλθηκαν από την κορυφή της κυβέρνησης για στρατηγική αλλαγή στο «σύνθετο» μοντέλο Πολιτικής Προστασίας είναι, όπως προαναφέρθηκε, δηλωτικές.
– Σε αυτές τις συσκέψεις δεν παρευρέθη εκπρόσωπος του υπουργείου Υποδομών, που έχει στην ευθύνη του τις οδικές παραχωρήσεις και γνωρίζει καλά τις συμβατικές υποχρεώσεις τους και τις επιχειρησιακές τους ικανότητες.
Η ηγεσία του παραχωρησιούχου φαίνεται ότι υπερεκτίμησε τις δυνατότητές της, πιθανότατα επειδή είχε αντιμετωπίσει επιτυχώς ανάλογα περιστατικά στο παρελθόν.
– Στη σύσκεψη της Κυριακής προτάθηκε από τους παραχωρησιούχους να απαγορευθεί από το βράδυ της Κυριακής η διέλευση φορτηγών στους αυτοκινητοδρόμους. Η πρόταση αυτή επιβεβαιώνεται από διαφορετικά άτομα που συμμετείχαν στις συσκέψεις, διαψεύστηκε, ωστόσο, από το υπουργείο Πολιτικής Προστασίας. Η απόφαση να μην απαγορευθούν εκ των προτέρων τα φορτηγά αποδείχθηκε στην πράξη λανθασμένη: πολλές εταιρείες που βρίσκονται πέριξ του αεροδρομίου κάλεσαν τους υπαλλήλους τους τη Δευτέρα να παραλάβουν προϊόντα προς διανομή. Μερικές ώρες αργότερα, βαρέα οχήματα «δίπλωσαν» μέσα στην Αττική Οδό.
– Οταν αυτό συνέβη, οι υπεύθυνοι της «Αττικής Οδού» δεν ζήτησαν, όπως όφειλαν, από την Τροχαία να κλείσει η πρόσβαση στον αυτοκινητόδρομο. Αντιθέτως, στις 8 το πρωί απαγορεύθηκε η κυκλοφορία φορτηγών στην εθνική οδό μετά τον κόμβο Καλυφτάκη, με αποτέλεσμα πολλά από αυτά να εισέλθουν στην Αττική Οδό, όπου η κυκλοφορία απαγορεύθηκε στις 2 μ.μ. Εδώ εντοπίζεται ένα δεύτερο λάθος, καθώς εκείνη την κρίσιμη στιγμή ουδείς αντιλαμβανόταν τους αυτοκινητοδρόμους ως συγκοινωνούντα δοχεία, αλλά ως μεμονωμένους άξονες. Ως αποτέλεσμα, από τις 7 π.μ. έως τις 2 μ.μ. είχαν μπει με την προσέγγιση που ακολουθούσε η «Αττική Οδός» στον αυτοκινητόδρομο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της εταιρείας, 68.000 Ι.Χ. και 5.700 φορτηγά. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι υπήρξε μεγάλος δισταγμός ως προς την ευθύνη για το κλείσιμο του άξονα. Η εντολή να κλείσει η Αττική Οδός δόθηκε από την Τροχαία στις 4 μ.μ., όταν ήταν πια αργά.
– Oταν τα προβλήματα άρχισαν να συσσωρεύονται, ήδη πριν από το μεσημέρι, η ηγεσία της «Αττικής Οδού» υπερεκτίμησε τις δυνατότητές της, πιθανότατα επειδή είχε αντιμετωπίσει επιτυχώς ανάλογα περιστατικά (προφανώς όχι της ίδιας έντασης) στο παρελθόν, όμως αποδείχθηκε ανεπαρκής. Χαρακτηριστικό είναι ότι το μεσημέρι η «Αττική Οδός» καθησύχασε τον υπουργό Πολιτικής Προστασίας Χρήστο Στυλιανίδη ότι το πρόβλημα θα είχε αντιμετωπιστεί μέσα σε λίγες ώρες, κάτι που ο ίδιος ανέφερε δημόσια την ίδια ημέρα. Ομοίως καθησύχασε την Πολιτική Προστασία και την Πυροσβεστική, που φαίνεται να προειδοποιούσαν ήδη από τις 11 π.μ. («Κ», 28.1.22).
– Η έλλειψη συντονισμού φάνηκε και στη διαχείριση των χιλιάδων εγκλωβισμένων στον αυτοκινητόδρομο. Κατ’ αρχάς, η Αττική Οδός ήταν ουσιαστικά εκτός μάχης, με την κυβέρνηση να διατάσσει το απόγευμα τη συνδρομή του στρατού (θα ήταν ενδιαφέρον αν το Δημόσιο αναζητούσε το κόστος αυτής της κινητοποίησης από την εταιρεία). Κατά δεύτερον, όλες οι προσπάθειες εστιάσθηκαν στο άνοιγμα του αυτοκινητοδρόμου και δεν πραγματοποιήθηκε εγκαίρως επιχείρηση απεγκλωβισμού από τους κόμβους της Αττικής Οδού πριν το πρόβλημα γιγαντωθεί και αρχίσουν οι οδηγοί να εγκαταλείπουν τα αυτοκίνητά τους. Σύμφωνα με αρκετούς εμπλεκομένους, θα μπορούσε για παράδειγμα να είχε ζητηθεί η συντονισμένη κίνηση μηχανημάτων της περιφέρειας, των δήμων και του στρατού στον κόμβο της Κάντζας, ώστε να αποχιονιστεί το παράπλευρο δίκτυο και να διοχετευθούν από εκεί τα οχήματα. Αντιθέτως, η Περιφέρεια Αττικής απέτυχε να κρατήσει ανοιχτή… τη λεωφόρο Μαραθώνος. Η «Αττική Οδός» ήταν απούσα και στην ανακούφιση των εγκλωβισμένων, για την οποία μερίμνησαν ο στρατός και η πυροσβεστική.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 43 της σύμβασης παραχώρησης (που κυρώθηκε με τον Ν. 2445/1996), η ευθύνη για την «ομαλή και ανεμπόδιστη διεξαγωγή της κυκλοφορίας» ανήκει στον ανάδοχο. Με δεδομένο ότι ο διαγωνισμός για τη νέα παραχώρηση του οδικού άξονα βρίσκεται σε εξέλιξη (η παρούσα σύμβαση λήγει το 2024), το ερώτημα είναι αν και πώς τα διδάγματα αυτής της ιστορίας θα αποτυπωθούν με σαφή τρόπο στη νέα σύμβαση.