Οσο τα βλέμματα συνεχίζουν να είναι στραμμένα στην Ουκρανία, το ρολόι χτυπάει αντίστροφα για μια άλλη ωρολογιακή βόμβα στην πίσω αυλή μας.
Σε λιγότερο από ένα μήνα, η διεθνής κοινότητα θα προσπαθήσει να αποσοβήσει τον κίνδυνο μιας καταστροφικής διαρροής πετρελαίου στην Ερυθρά Θάλασσα που απειλεί την παγκόσμια ναυτιλία και μπορεί να προκαλέσει τη χειρότερη οικολογική καταστροφή που έχει βιώσει η ευρύτερη περιοχή, όσο και ένα νέο κύμα μεταναστών. Εχουμε πλέον μόνο λίγες εβδομάδες για να εξασφαλίσουμε τη συμμετοχή μας, ως χώρα, στην ιστορική αυτή διεθνή προσπάθεια στην καρδιά του σημαντικότερου θαλάσσιου περάσματος της ευρύτερης περιοχής μας. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Υεμένη
Για αιώνες, το λιμάνι Χοντέιντα της Υεμένης ήταν γνωστό ως ένα από τα κύρια εμπορικά κέντρα της Ερυθράς Θάλασσας. Την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σχεδόν κάθε σταγόνα καφέ που έπιναν οι Ευρωπαίοι προερχόταν από την Υεμένη. Η Χοντέιντα μαζί με το μικρότερο λιμάνι της Μόκας –το οποίο είναι πλέον συνώνυμο του αγαπημένου ροφήματος– μεσουρανούσαν την περίοδο του αραβικού μονοπωλίου των καβουρδισμένων αυτών σπόρων που τροφοδοτούν τον πρωινό μας εθισμό.
To άρωμα καφέ στην Υεμένη έσβησε μέσα στη δυσωδία του εμφυλίου πολέμου το 2011, όταν ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος Χάντι απέτυχε να διασφαλίσει την εξουσία. Ο Χάντι ήρθε αντιμέτωπος με τους εξτρεμιστές ισλαμιστές αντάρτες Χούτις, οι οποίοι είναι υποστηριζόμενοι από το Ιράν, και με άλλες σχισματικές ομάδες στα νότια της χώρας, οι οποίες είναι πλέον κυρίως υποστηριζόμενες από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η στρατιωτική επέμβαση της Σαουδικής Αραβίας (Σ.Α.) το 2015 στην Υεμένη για την υποστήριξη του Χάντι ήταν αναμενόμενη, καθώς δεν θα μπορούσε η ηγέτιδα του αραβικού κόσμου να επιτρέψει να είναι τα νότα της εκτεθειμένα σε μια Υεμένη που κινδυνεύει να γίνει υποχείριο του ορκισμένου εχθρού της, του Ιράν.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ο μακροχρόνιος αποκλεισμός που επέβαλε η Σ.Α. στη Χοντέιντα ήταν ένας από τους κύριους λόγους που η κατάσταση στην Υεμένη είναι απελπιστική εδώ και χρόνια. Μέσα σε όλη αυτή την τραγωδία, έρχεται να προστεθεί η ωρολογιακή βόμβα του δεξαμενόπλοιου «Σάφερ», το οποίο κινδυνεύει να δώσει τη χαριστική βολή σε μια χώρα που ήδη βιώνει μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις παγκοσμίως.
Μια βόμβα ονόματι «Σάφερ»
Τα τελευταία πέντε χρόνια, το γηρασμένο δεξαμενόπλοιο «Σάφερ» έχει εγκαταλειφθεί ανοιχτά του λιμένα Χοντέιντα, γεμάτο με πάνω από ένα εκατομμύριο βαρέλια αργού πετρελαίου, αρκετό για να γεμίσει 87 πισίνες ολυμπιακών διαστάσεων. Η υπόθεση του «Σάφερ» κρύβει μέσα της όλη τη σκοτεινή πολυπλοκότητα του εμφυλίου πολέμου της Υεμένης, καθώς οι αντιμαχόμενες πλευρές το χρησιμοποιούν ως διαπραγματευτικό χαρτί για χρόνια.
Το «Σάφερ» είναι μόνιμα αγκυροβολημένο στα ανοιχτά της Χοντέιντα, στο νότιο τμήμα της Ερυθράς Θάλασσας, από το μακρινό 1987. Για περίπου τέσσερις δεκαετίες η κρατική εταιρεία πετρελαίου της Υεμένης χρησιμοποιούσε το «Σάφερ» ως δεξαμενή για τη μεταφορά πετρελαίου από άλλα δεξαμενόπλοια στην ξηρά μέσω υποθαλάσσιου αγωγού.
Τον Μάρτιο του 2015, το δεξαμενόπλοιο έπεσε στα χέρια των ανταρτών Χούτις και από τότε είναι ουσιαστικά εγκατελειμμένο στη μοίρα του, χωρίς συντήρηση και με ελάχιστο πλήρωμα. Ως αποτέλεσμα, το σκουριασμένο σκαρί του «Σάφερ», το οποίο ναυπηγήθηκε το 1976, έχει αρχίσει να χάνει τη δομική του ακεραιότητα και τα μηχανήματά του έχουν παύσει να λειτουργούν. Τα συστήματα πυροπροστασίας δεν είναι σε λειτουργία και τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλαπλές μικρές διαρροές.
Τον Μάιο του 2020, το μηχανοστάσιο πλημμύρισε και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι η κατάσταση ήταν τόσο τραγική που ενώ κανονικά η επισκευή θα απαιτούσε τέσσερις ώρες, τελικά χρειάστηκαν πέντε ημέρες συνεχούς εργασίας λόγω της χείριστης κατάστασης του σκάφους. Ισως η καθυστέρηση να είχε να κάνει επίσης με το ότι οι Χούτις πιθανολογείται ότι έχουν ποντίσει νάρκες στα νερά γύρω από το «Σάφερ», καθώς θέλουν να εξασφαλίσουν ότι κανείς δεν θα έχει πρόσβαση στο πετρέλαιό τους, κάτι που δυσχεραίνει την εξωτερική υποστήριξη με δύτες.
Η επικείμενη καταστροφή
Ειδικοί εκτιμούν ότι ο κίνδυνος έκρηξης είναι πολύ μεγάλος και οι πιθανές συνέπειες τεράστιες, καθώς σε περίπτωση ατυχήματος η διαρροή στην κλειστή λεκάνη της Ερυθράς Θάλασσας θα ήταν τέσσερις φορές μεγαλύτερη της ιστορικής διαρροής του «Εξον Βαλντέζ» στην Αλάσκα το 1989. Σύμφωνα με το χείριστο σενάριο, όλα τα λιμάνια της Υεμένης στην Ερυθρά Θάλασσα θα έκλειναν για άγνωστο διάστημα, στερώντας το φαγητό και την αναγκαία ανθρωπιστική βοήθεια σε εκατομμύρια άτομα. Η διαρροή θα επηρέαζε επίσης την παροχή νερού, καθώς θα έβγαζε εκτός λειτουργίας τα κέντρα αφαλάτωσης που βρίσκονται στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας.
Σε πρόσφατη επικοινωνία μας, ο Ειδικός Συντονιστής των Ηνωμένων Εθνών για την Υεμένη, David Gressly, επιβεβαίωσε ότι μια μεγάλη διαρροή «θα διέκοπτε τη διέλευση από το κρίσιμο ναυτιλιακό πέρασμα του Μπαμπ αλ-Μαντάμπ, στη νότια είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας, και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να επεκταθούν μέχρι τη Σαουδική Αραβία, την Ερυθραία, το Τζιμπουτί και τη Σομαλία, αναλόγως των καιρικών συνθηκών». Ο αντίκτυπος θα ήταν ανυπολόγιστος σε πολύ ευαίσθητα οικοσυστήματα, μπλοκάροντας επίσης τη ναυτιλία σε κρίσιμα περάσματα όπως του Κέρατος της Αφρικής και του Σουέζ.
Ενα πιθανό κλείσιμο του στενού Μπαμπ αλ-Μαντάμπ, ή ακόμα και της διώρυγας του Σουέζ, θα έφερνε ημερήσιες απώλειες για το παγκόσμιο θαλάσσιο εμπόριο από 6 έως 10 δισεκατομμύρια δολάρια, καθώς περίπου ένα 10% του παγκοσμίου εμπορίου διοχετεύεται μέσω αυτών των στενών. Το σενάριο αυτό το ζήσαμε πέρυσι, όταν το γιγαντιαίο πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων «Ever Given» μπλόκαρε το Σουέζ για έξι ημέρες. Είναι άγνωστο πόσο θα ήταν το αντίστοιχο διάστημα σε ένα πιθανό ατύχημα του «Σάφερ».
Ο Gressly τόνισε επανειλημμένως ότι μια πιθανή διαρροή θα κατέστρεφε τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλη την περιοχή. Ολα τα παραπάνω συνηγορούν στο ότι μια τέτοια κρίση θα είχε ως αποτέλεσμα μια νέα αύξηση μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη, όπως έχουμε δει επανειλημμένως στο πρόσφατο παρελθόν.
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της Frontex, κατά τον Ιανουάριο του 2022, τουλάχιστον 16.000 μετανάστες από τις περιοχές περιμετρικά της Υεμένης εντοπίστηκαν να προσπαθούν να εισέλθουν στην Ευρώπη παράτυπα, κυρίως μέσω της κεντρικής Μεσογείου. Είναι αδύνατο να υπολογιστεί ποια θα ήταν η αύξηση της μεταναστευτικής ροής έπειτα από μια μεγάλη καταστροφή του «Σάφερ».
Ειδικοί υπολογίζουν ότι το κόστος της αντιμετώπισης της διαρροής και του καθαρισμού θα ανερχόταν στα 20 δισεκατομμύρια δολάρια. Το ερώτημα είναι ποιος θα τα πλήρωνε.
Η Ελλάδα πρέπει να είναι παρούσα στο συνέδριο δωρητών που οργανώνει ο ΟΗΕ για την αποσόβηση του κινδύνου μιας καταστροφικής διαρροής από το τάνκερ «Σάφερ» στην Υεμένη.
Σύμφωνα με τον κ. Γεώργιο Πετρόπουλο, ο οποίος είναι ο αναπληρωτής επικεφαλής του Γραφείου Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ στην Υεμένη, «είναι πολύ πιο φθηνό, συνετό και ασφαλές να δράσουμε τώρα και να αποτρέψουμε το χειρότερο, από το να κληθούμε να ανταποκριθούμε στις κολοσσιαίες και μακρόχρονες οικολογικές και οικονομικές επιπτώσεις μιας διαρροής».
Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιος θα αναλάβει το κόστος των περίπου 75-100 εκατομμυρίων δολαρίων που απαιτούνται για να εκτελεστεί η επιχείρηση αδρανοποίησης της βόμβας «Σάφερ» ασφαλώς. Το τεχνικό μέρος το έχει αναλάβει ολλανδική εταιρεία, το πολιτικό σκέλος ο ΟΗΕ και απομένει το οικονομικό.
Ο κ. Πετρόπουλος ανέφερε ότι το πρόβλημα είναι ότι, αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι για την επιχείρηση και τόνισε πως η παγκόσμια κοινότητα έχει ευθύνη να αποτρέψει μια νέα ανθρωπιστική και οικολογική καταστροφή.
Το συνέδριο των δωρητών
Στις 16 Φεβρουαρίου, ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για την Υεμένη, Martin Griffiths, ενημέρωσε το Συμβούλιο Ασφαλείας ότι έχει υπάρξει μια αρχική συμφωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη για την επιχείρηση μετάγγισης πετρελαίου από το «Σάφερ».
Φυσικά, λόγω του εμφυλίου πολέμου, τίποτα δεν είναι εξασφαλισμένο, παρ’ όλα αυτά τα μάτια τώρα είναι στραμμένα στο συνέδριο δωρητών που οργανώνει ο ΟΗΕ στο τέλος Μαρτίου, όπου διάφορα ενδιαφερόμενα κράτη θα κάνουν δωρεές για να χρηματοδοτήσουν την επιχείρηση. Η Ελλάδα πρέπει να είναι παρούσα.
Το υπουργείο Εξωτερικών έχει ενημερωθεί αρμοδίως για το επικείμενο συνέδριο δωρητών και μακάρι να ήταν αυτό μέρος της συζήτησης στη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, με την πρέσβη της Υεμένης σε Ιταλία και Ελλάδα στις 8 Φεβρουαρίου.
Γιατί μας αφορά
Μπορεί στον πολύ κόσμο η Υεμένη να φαντάζει μακριά, στην πραγματικότητα, όμως, αυτή η υπόθεση μας αφορά ως χώρα σε πολλαπλά επίπεδα.
Εδώ και λίγα χρόνια, η Ελλάδα επιδιώκει ενεργά μια ουσιαστική επιστροφή στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, τόσο αναπτύσσοντας νέες συμμαχίες όσο και προσπαθώντας να δίνει το «παρών» ποιοτικά στη διαχείριση προβλημάτων.
Μέσα σε μόλις δύο χρόνια υποστηρίξαμε έμπρακτα τις ανάγκες αεράμυνας της Σαουδικής Αραβίας –της οποίας η κύρια απειλή είναι το Ιράν και οι Χούτις– με την αποστολή συστοιχίας πυραύλων «Πάτριοτ», προσφέραμε άμεσα βοήθεια προς την Αίγυπτο για την αντιμετώπιση της κρίσης του «Ever Given», και πριν από λίγες ημέρες ο κ. Δένδιας γνωστοποίησε μια νέα δωρεά της Ελλάδας για την ανοικοδόμηση του λιμένα της Βεγγάζης στη Λιβύη.
Αν θέλει η Ελλάδα να συνεχίσει να επικαλείται τον ηγετικό της ρόλο στην παγκόσμια ναυτιλία και να υποστηρίζει την αυξανόμενη παρουσία της στη Μέση Ανατολή, πρέπει να στηρίξει έμπρακτα τις προσπάθειες των Ηνωμένων Εθνών για το «Σάφερ».
Η περίπτωση του «Σάφερ» είναι ιδανική ώστε να υπάρξει μια νέα σύμπραξη ελληνικών Αρχών και ενώσεων που έχουν συμφέροντα στην ασφαλή διέλευση από την Ερυθρά Θάλασσα, όπως της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών. Ισως αυτή θα μπορούσε να είναι η πρώτη διεθνής πρωτοβουλία της νεοεκλεγείσας, πρώτης γυναίκας προέδρου της ιστορικής ενώσεως, σε συνεργασία με το υπουργείο Εξωτερικών.
Αυτή η επιχείρηση θα προστατεύσει ένα κρίσιμο πέρασμα για τη ναυτιλία μας και θα προλάβει μια σειρά από αρνητικές συνέπειες που εκτιμάται ότι θα γίνουν αισθητές και από την κοινωνία, όπως περαιτέρω πιθανή αύξηση τιμών πετρελαίου, αύξηση κόστους των θαλασσίων μεταφορών και νέο κύμα μεταναστών. Η συγκεκριμένη κρίση μπορεί και πρέπει να αποφευχθεί και η Ελλάδα πρέπει είναι μέρος της λύσης.
Σε αντίθεση με την Τουρκία που προσπαθεί να αυξήσει την πολιτική της επιρροή συνήθως δημιουργώντας προβλήματα, είτε χειροτερεύοντας ήδη υπάρχοντα, η Ελλάδα αποδεικνύει ότι η νέα διεθνής παρουσία της σημαίνει ενεργή συνεργασία με εταίρους για την αντιμετώπιση ουσιαστικών ζητημάτων παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Θα ήταν κρίμα να δώσει το «παρών» η Τουρκία στο συνέδριο και όχι εμείς.
Επίσης, μια συμμετοχή μας στο συνέδριο των δωρητών θα ενισχύσει το πολιτικό μας κεφάλαιο στα Ηνωμένα Εθνη και θα ήταν καθοριστική για την προσπάθεια της χώρας να καταλάβει μια θέση ως μη μόνιμο μέλος στο Συμβούλιο Ασφαλείας για τη διετία 2025-26.
Τέλος, μια σημείωση στο τακτικό επίπεδο θα ήταν η αξιοποίηση του εκτεταμένου δικτύου πολύ καταρτισμένων Ελλήνων που δουλεύουν σε νευραλγικά πόστα σε διεθνείς οργανισμούς και ανθρωπιστικές οργανώσεις σε περιοχές ενδιαφέροντος. Η χώρα μας έχει πολλά να κερδίσει αν αναπτύσσαμε ένα μηχανισμό καταγραφής όλων των Ελλήνων που δουλεύουν στο διεθνές πεδίο, σε κρίσιμες περιοχές και οργανισμούς. Υπάρχουν πολλοί οι οποίοι θα ήθελαν να παρέχουν ουσιαστική υποστήριξη στις διεθνείς προσπάθειες της χώρας από το πόστο τους, αλλά έγκειται στην πρωτοβουλία και δυνατότητα των Αρχών να τους εντοπίσει και να τους ενεργοποιήσει. Αυτό θα ήταν, επίσης, πολύ σημαντική βοήθεια και για τις διπλωματικές μας αποστολές ανά τον κόσμο, οι οποίες είναι υποστελεχωμένες. Ισως η επιχείρηση για το «Σάφερ» να ενδείκνυται ακόμα και γι’ αυτόν τον λόγο.
* Ο κ. Νικόλας Κατσίμπρας διδάσκει στο πρόγραμμα επίλυσης συγκρούσεων του Πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης, είναι σύμβουλος Διεθνών Σχέσεων και πρώην αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού.