Διαβάζουμε ότι «πάνω από 200 αγγλόφωνα προγράμματα προπτυχιακών, μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών σχεδιάζουν τα ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ), ζητώντας χρηματοδότηση από δράση του ΕΣΠΑ».
Το έστω και καθυστερημένο ενδιαφέρον της χώρας μας για ουσιαστικές συνεργασίες με ξένα, διεθνώς αναγνωρισμένα, πανεπιστήμια, μπορεί να δώσει ευκαιρίες για καλύτερη λειτουργία των ελληνικών πανεπιστημίων. Αίφνης, ευκαιρία θα ήταν αν η χρηματοδότηση αυτών των αγγλόφωνων προγραμμάτων μπορούσε να μην εξαρτάται πάλι από «το ΕΣΠΑ» και τo κράτος. Οπως στα περισσότερα αμερικανικά πανεπιστήμια, μέρος του (αξιοπρεπούς) μισθού του καθηγητή του αγγλόφωνου προγράμματος θα μπορούσε να προέρχεται από την επιτυχημένη συμμετοχή του σε ανταγωνιστικά ερευνητικά προγράμματα. Η οικονομική διαχείριση του θεσμού των «Επωνύμων Εδρών» ή ακόμη των Συλλόγων Αποφοίτων (Alumni) είναι μια άλλη δυνατότητα χρηματοδότησης που τα ξένα πανεπιστήμια χρησιμοποιούν ευρέως ώστε να μειωθεί η ανάγκη για απόλυτη οικονομική εξάρτηση των πανεπιστημίων μας από την εκάστοτε κυβέρνηση που συχνά οδηγεί σε παρεμβάσεις.
Είναι ευκαιρία να αρχίσουν επιτέλους οι διάφορες εξωακαδημαϊκές πιέσεις για κάποιον υποψήφιο, να φαντάζουν, όπως στα ξένα πανεπιστήμια, περίεργες, αποκρουστικές και αρνητικές για τον υποψήφιο. Επίσης, τα ενδοακαδημαϊκά εκλεκτορικά σώματα να σταματήσουν την «παράδοση» που θέλει ευνοϊκή στάση για κάποιο «δικό μας παιδί» ή συγγενή άλλου καθηγητού.
Μία άλλη σημαντική ευκαιρία με αυτές τις συνεργασίες είναι η ανάδειξη της αυστηρής ακαδημαϊκής κουλτούρας σε θέματα «εντιμότητας» (integrity) που ισχύει στα αναγνωρισμένα διεθνώς πανεπιστήμια. Το σοβαρότατο «αμάρτημα» της λογοκλοπής (plagiarism) οδηγεί υποχρεωτικά σε προσωρινή ή μόνιμη απομάκρυνση του φοιτητή από αυτά τα πανεπιστήμια. Ανάλογα αυστηρή είναι η αντίδραση των πανεπιστημίων σε θέματα δημοσιεύσεων επιστημονικής έρευνας φοιτητών και καθηγητών. Η δημοσίευση ψεύτικων ευρημάτων (fabrication), η παραποίηση των αποτελεσμάτων (falcification), η συμμετοχή ως συγγραφέων στις δημοσιεύσεις καθηγητών που δεν έχουν συμμετάσχει στον σχεδιασμό, η ανάλυση ή συγγραφή μιας εργασίας, είναι μερικά από τα σοβαρά θέματα ακαδημαϊκής εντιμότητας που τα ελληνικά ΑΕΙ αξίζει να ξανασυζητήσουν.
Πρέπει να σχεδιασθούν και να υλοποιηθούν από ανεξάρτητη ομάδα έμπειρων ακαδημαϊκών, που να βασίζεται κυρίως στους Ελληνες της διασποράς.
Ακόμη και θέματα όχι τόσο σημαντικά όπως η συνταξιοδότηση των πανεπιστημιακών καθηγητών θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν διαφορετικά αν μαθαίναμε και εκμεταλλευόμαστε τις διαδικασίες που ισχύουν στα καλά ξένα πανεπιστήμια. Στο Πανεπιστήμιο του Berkeley, π.χ., οι καθηγητές περνάνε κάθε τρία χρόνια από επιθεώρηση της ακαδημαϊκής τους πορείας (reviews). Αν δεν δείξουν ουσιαστική πρόοδο, π.χ. στο ερευνητικό τους έργο, τους διευκολύνουν στον καλύτερο τρόπο της πρώιμης συνταξιοδότησής τους. Αντίθετα στο Πανεπιστήμιο του Harvard, ένας καλός καθηγητής δεν έχει ηλικία συνταξιοδότησης και μπορεί να συνεχίζει να διδάσκει όσο χρονικό διάστημα επιθυμεί! Να θυμίσω ότι το μεν Πανεπιστήμιο του Berkeley είναι «κρατικό», το δε Harvard είναι «ιδιωτικό» μη κερδοσκοπικό και ότι και τα δύο θεωρούνται από τα καλύτερα πανεπιστήμια στον κόσμο.
Είναι αλήθεια ότι όσοι, εδώ και πολλά χρόνια, γράφουμε υπέρ της δημιουργίας σοβαρών μη κερδοσκοπικών αγγλόφωνων πανεπιστημιακών σχολών (όπως, π.χ., αγγλόφωνων Ιατρικών Σχολών) βλέπουμε με επιφύλαξη αυτή την ξαφνική στροφή για τη δημιουργία «200 αγγλόφωνων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων», τα οποία μάλιστα θα βασίζονται αποκλειστικά στο εν ενεργεία ακαδημαϊκό προσωπικό των ΑΕΙ που με πολλές δυσκολίες συντηρεί την αξιοπρεπή λειτουργία των ελληνικών προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων.
Πιστεύω ότι τα καινούργια αγγλόφωνα προγράμματα πρέπει να σχεδιασθούν και να υλοποιηθούν από ανεξάρτητη ομάδα (faculty) έμπειρων ακαδημαϊκών, που να βασίζεται κυρίως στους Ελληνες της διασποράς. Πολλοί από αυτούς υπηρετούν σήμερα στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου σε ηγετικές θέσεις, ενώ η καρδιά τους παραμένει στην Ελλάδα. Το κάλεσμά τους από την πολιτεία, με την ευκαιρία της λειτουργίας των αγγλόφωνων προγραμμάτων στα ελληνικά ΑΕΙ, θα ήταν ευκαιρία για την αντιστροφή του brain drain και τη βελτίωση του επιπέδου της ελληνικής ανώτατης παιδείας.
* Ο κ. Δημήτρης Λινός είναι καθηγητής Χειρουργικής και πρεσβύτερος.