Το 2019, πριν ενσκήψει ο κορωνοϊός, ο κύκλος εργασιών της «πλαστικής ομορφιάς» παρουσίαζε σημαντική αύξηση: 7,1% σε σχέση με το 2018, αλλά 20,6% σε σύγκριση με το 2015. Περίπου 11,3 εκατ. επεμβάσεις αισθητικής χειρουργικής πραγματοποιήθηκαν εκείνη τη χρονιά σε όλο τον κόσμο και άλλες 13,6 εκατ. αναίμακτες.
Θα περίμενε κανείς η πανδημία να αποτελέσει τροχοπέδη σε αυτή την ανοδική πορεία. Κι όμως, τα στοιχεία δείχνουν το εντελώς αντίθετο. Η ζήτηση αυξήθηκε την τελευταία διετία και, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Allied Market Research, μέχρι το 2030 η διεθνής βιομηχανία του νυστεριού και των ενέσιμων θα απολαμβάνει πρωτοφανή άνθηση: ο ετήσιος τζίρος της θα έχει φθάσει τα 201 δισ. δολάρια, από τα 67,3 δισ. που είναι σήμερα.
Στην κούρσα αναζήτησης του κάλλους και της διατήρησης της νεότητας οι Αμερικανοί είναι πλέον πρωταθλητές, αφήνοντας στη δεύτερη θέση (με μικρή διαφορά, πάντως) τους κάποτε πρωτοπόρους Βραζιλιάνους. Ενώ το 1997 στις ΗΠΑ οι χειρουργικές πράξεις μετά βίας πλησίαζαν τις 900.000, πέρυσι ο αριθμός τους εκτοξεύθηκε στο 1,5 εκατ., με τις μη επεμβατικές μεθόδους, όπως τα μπότοξ, οι θεραπείες ανανέωσης κυττάρων και τα ενέσιμα εμφυτεύματα, να έχουν ξεπεράσει τα 5,5 εκατ. Εκπληξη προκαλεί και το γεγονός ότι σχεδόν το 75% των πελατών των πλαστικών χειρουργών που αποφάσισαν να βελτιώσουν την εμφάνισή τους ήταν από οικογένειες με ετήσιο εισόδημα κάτω από 50.000 δολάρια, τη στιγμή μάλιστα που τα αμερικανικά ασφαλιστικά ταμεία δεν καλύπτουν τέτοιες επεμβάσεις.
Η εικόνα μας
Tι είναι αυτό, λοιπόν, που παρά τις δυσμενείς συγκυρίες (υψηλή μεταδοτικότητα του ιού, φόβος για νόσηση, lockdowns, περιοριστικά μέτρα) κάνει τους ανθρώπους να σπεύδουν στα ιατρεία των πλαστικών χειρουργών; Ή, μήπως, αυτά ακριβώς είναι που ανεβάζουν τη ζήτηση; Παίζει ρόλο αυτό που στην οικονομία ονομάζεται lipstick effect; Οτι δηλαδή σε περιόδους κρίσης οι καταναλωτές στρέφονται σε μικρές πολυτέλειες, για να νιώσουν καλύτερα και να ανεβούν ψυχολογικά;
Η «Κ» έθεσε τα συγκεκριμένα ερωτήματα στον δρα Τζον Αναστασάτο, τον Ελληνα πλαστικό χειρουργό που ζει και διαπρέπει στις ΗΠΑ (εδώ και λίγους μήνες δραστηριοποιείται και στην Αθήνα). Το 2007, όταν εγκαταστάθηκε στο Μπέβερλι Χιλς, στο κτίριο όπου βρισκόταν το δικό του ιατρείο υπήρχαν άλλοι 15 συνάδελφοί του. Και στη γύρω περιοχή τουλάχιστον 300, μπορεί και 400. Σήμερα η πυκνότητα τέτοιων κλινικών στην «πρωτεύουσα» της αισθητικής χειρουργικής είναι ακόμα μεγαλύτερη. Και όπως φαίνεται όλοι έχουν ένα μερίδιο από την πίτα.
«Το 2020 και το 2021 ήταν οι καλύτερες χρονιές μου κι αυτό ισχύει για πολλούς ακόμα πλαστικούς χειρουργούς που είχαν ήδη εδραιώσει ένα ισχυρό brand name. Οι δύο βασικοί περιοριστικοί παράγοντες για να αποφασίσει κανείς να υποβληθεί σε μια αισθητική επέμβαση συνήθως είναι η έλλειψη χρόνου –πρέπει να πάρει άδεια από τη δουλειά του– και χρημάτων. Στη διάρκεια της πανδημίας, όμως, αυτοί οι περιορισμοί υπερκεράστηκαν. Οι άνθρωποι, μη μπορώντας να ξοδέψουν αλλιώς στη διάρκεια των lockdowns, κατάφεραν να αποταμιεύσουν κάποια χρήματα και, επιπλέον, εργαζόμενοι από το σπίτι είχαν τη δυνατότητα να αναρρώσουν από μια επέμβαση μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα. Κι αν έπρεπε να κυκλοφορήσουν έξω, η μάσκα επίσης τους διευκόλυνε», επιβεβαιώνει ο κ. Αναστασάτος.
Μέχρι το 2030 ο ετήσιος τζίρος της διεθνούς βιομηχανίας του νυστεριού και των ενέσιμων θα έχει φθάσει τα 201 δισ. δολάρια, από τα 67,3 δισ. σήμερα.
«Και μια κοινωνιολογική παρατήρηση: η τόσο συχνή και διαδεδομένη πλέον επικοινωνία μέσω βιντεοκλήσεων έχει αλλάξει τον τρόπο που οι άνθρωποι βλέπουν τον εαυτό τους. Ξέρετε πόσοι ασθενείς μού ζητούν να βελτιώσω διάφορα στο πρόσωπό τους, γιατί δεν τους αρέσει η εικόνα τους στο Zoom ή στο Skype; Ο κορωνοϊός παρουσιάζει, λοιπόν, άλλο ένα “σύμπτωμα”: την αύξηση της ματαιοδοξίας, του ναρκισσισμού…».
Οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν πει «ναι» στις αισθητικές επεμβάσεις (αναίμακτες ή μη) τις θεωρούν αγαθά που βελτιώνουν την ψυχολογία και την ποιότητα της ζωής τους. Ισχύει, οπωσδήποτε. Δεν είναι μεμπτό να θέλουμε να μας ικανοποιεί αυτό που βλέπουμε στον καθρέφτη μας… Και ο εθισμός; Ποια είναι η κόκκινη γραμμή που χωρίζει το αναγκαίο, το λογικό από το υπερβολικό; Μπορεί ο πλαστικός χειρουργός να θέσει όρια; Πώς, τελικά, αντιμετωπίζει όσους περνούν το κατώφλι του ιατρείου του: ως ασθενείς ή ως πελάτες; Προς τα πού γέρνει η πλάστιγγα;
«Η άποψή μου είναι ότι σε κάθε επάγγελμα υπάρχει ο νόμος του 10%: αυτό είναι το ποσοστό όσων βλέπουν τη δουλειά τους ως λειτούργημα. Βέβαια, η πλαστική χειρουργική εμφανίζει μια ιδιαιτερότητα: δεν έχεις να κάνεις με ασθενείς, αλλά με υγιείς ανθρώπους που οικειοθελώς υποβάλλονται στη διαδικασία μιας χειρουργικής πράξης –και στη συχνά επώδυνη αποθεραπεία– για να υλοποιήσουν ένα όνειρο, ένα όραμα που έχουν για τον εαυτό τους», επισημαίνει ο κ. Αναστασάτος. Και συνεχίζει: «Αλλη μία ιδιαιτερότητα, ίσως η πιο σημαντική, είναι πως το αποτέλεσμα δεν κρίνεται αντικειμενικά. Αν ρωτήσετε, για παράδειγμα, δέκα γυναίκες ποιο είναι το ιδανικό στήθος, θα πάρετε δέκα διαφορετικές απαντήσεις. Η ομορφιά είναι καθαρά υποκειμενική, λοιπόν. Ομορφος νιώθεις όταν αισθάνεσαι καλά με την εικόνα σου, όταν ανταποκρίνεται στον δικό σου ορισμό του κάλλους. Από τη στιγμή που το κατάλαβα, έγινα καλύτερος χειρουργός».
Τι προτιμούν
Στις πιο δημοφιλείς αισθητικές χειρουργικές επεμβάσεις διεθνώς συγκαταλέγονται η λιποαναρρόφηση (για άνδρες και γυναίκες), η αυξητική στήθους, η βλεφαροπλαστική, η κοιλιοπλαστική και η ανόρθωση/μείωση στήθους. Από τις αναίμακτες, το προβάδισμα έχουν οι ενέσεις νευροτοξίνης, τα δερματικά εμφυτεύματα, οι θεραπείες προσώπου (χημική απολέπιση κ.ά.), η αποτρίχωση (με λέιζερ) και οι θεραπείες σύσφιξης δέρματος (επίσης με λέιζερ). Ενα επίσης ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι ο μέσος όρος εκκίνησης για αισθητικές βελτιώσεις είναι πλέον τα 13 χρόνια (για κορίτσια, σε ποσοστό άνω του 90%).
Βέβαια, οι περισσότερες ιατρικές πράξεις σε όλο τον κόσμο αφορούν τα ενέσιμα. Στοιχεία για την Ελλάδα δυστυχώς δεν υπάρχουν – greek statistics και εδώ. Στο «Top 5» των επιλογών το πιο πιθανό είναι ότι η χώρα μας δεν θα διαφοροποιείται. Αν σε κάτι διαφέρει η ελληνική αγορά «πλαστικής ομορφιάς» είναι ίσως αυτό που παρατηρείται και σε κάποιες άλλες χώρες: λόγω της πολύ αυξημένης ζήτησης και του οικονομικού δέλεαρ, ένα μεγάλο μέρος των ενέσιμων θεραπειών γίνεται από μη ειδικούς, ακόμα και κατ’ οίκον. Ετσι και στοιχεία δεν καταγράφονται και μαύρο χρήμα διακινείται.
«Η κατάσταση ειδικά με τα ενέσιμα είναι τραγική, διακυβεύεται η ασφάλεια των ασθενών και, δυστυχώς, δεν υπάρχει κανένας έλεγχος από πλευράς πολιτείας», λέει ο πλαστικός χειρουργός Ηλίας Αθανασόπουλος, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής και Αισθητικής Χειρουργικής. «Αν και έχουμε κάνει πολλές παρεμβάσεις –και εμείς και η Δερματολογική Εταιρεία– και μολονότι πολλοί Ελληνες αναζητούν σωστούς και αξιόπιστους γιατρούς, το φαινόμενο παροχής υπηρεσιών αμφίβολης ποιότητας από μη εξειδικευμένους παρόχους παραμένει ανεξέλεγκτο. Κάτι πρέπει να γίνει!».
Η διεθνής αύξηση της ζήτησης καταγράφεται και στην Ελλάδα; «Η αγορά της αισθητικής πλαστικής χειρουργικής εξαρτάται άμεσα από τα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα», απαντάει ο κ. Αθανασόπουλος. «Πράγματι, στη διάρκεια των lockdowns η ζήτηση ήταν πολύ μεγάλη. Εκτοτε υπάρχουν αυξομειώσεις. Και σίγουρα υπάρχουν παρενέργειες του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης. Από τις αρχές Ιουλίου, τα νοσήλια των κλινικών έχουν αυξηθεί κατά 30% – 40%. Αν συνυπολογίσετε και το κόστος των υλικών χειρουργείων, που επίσης είναι ακριβότερα, καταλαβαίνετε το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε: αν θα καταφέρουμε να απορροφήσουμε τις αυξήσεις ή θα τις μετακυλίσουμε στους ασθενείς και σε ποιο βαθμό…».
Δύο γυναίκες καταθέτουν την εμπειρία τους
Ελευθερία Θεοδώρου, εκπαιδευτικός, 54 ετών
Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να «τραβηχτώ»
Μισός αιώνας ζωής και κάτι ψιλά. Οδεύω ολοταχώς για τα 54. Σκέψου ότι υπήρξαν εποχές που πίστευα ότι οι πενηντάρες είναι γριές…
Ο χρόνος κυλάει σαν το νεράκι. Αμείλικτος. Και μια ωραία πρωία, πριν από λίγες μέρες, εκεί που τακτοποιούσα τα συρτάρια του γραφείου μου, μέσα στον κακό χαμό έπεσα πάνω σε μια ταλαιπωρημένη φωτογραφία από τα φοιτητικά μου χρόνια. Με έπιασε αμέσως η παρόρμηση να κοιταχτώ στον καθρέφτη. Αυτό που είδα ήταν στενάχωρο. Πού στο καλό πήγε εκείνο το νεανικό, αδύνατο και καλοσχηματισμένο μουτράκι; Το βράδυ δεν είχα ύπνο.
Στο μυαλό μου κλωθογύριζαν εικόνες. Ανάμεσά τους το πρόσωπό μου σημαδεμένο από τον χρόνο. Κι όμως, ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να «τραβηχτώ» για να δείχνω νεότερη.
∆εν είναι που φοβάμαι τα χειρουργεία. Ούτε που ζοριζόμαστε οικονομικά. Αλλού είναι η ουσία: όσα έζησα. Οι άνθρωποί μου. Τα παιδιά μου που μεγαλώνουν κι ανοίγουν τα φτερά τους. Τι αξία έχει μπροστά σε όλα αυτά μια ρυτίδα παραπάνω;
Εγειρα στο μπράτσο του και έκλεισα τα μάτια. «Μαζί θα γεράσουμε», μου είπε κάποτε κι αυτό είναι τελικά το μόνο που θα ζητούσα, αν μπορούσα, από τον χρόνο.
Μαρία Παναγιωτάκη, 47 ετών, επιχειρηματίας
Αυτός ο δρόμος δεν έχει επιστροφή
Η συμφιλίωση με τον καθρέφτη είναι μια διαδρομή πολύ διαφορετική για τον καθένα. Οταν αποφάσισα να κάνω το πρώτο μου μπότοξ μόλις είχα βγει από έναν επώδυνο χωρισμό, ο οποίος είχε «γράψει» στο πρόσωπό μου, κυρίως στο μεσόφρυδο – η ρυτίδα του θυμού, όπως αποκαλείται. Τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Οταν πείστηκα να κάνω και πλέγματα νημάτων, ε, τότε πια ένιωσα το θαύμα της αισθητικής επέμβασης σαν το μαγικό ραβδάκι της νεράιδας του παραμυθιού. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που λένε «σαν να έχει κοιμηθεί για ώρες και δείχνει ξεκούραστη»· χωρίς χαλάρωση και έντονες ρυτίδες. Ποτέ δεν μπήκα στη διαδικασία να κάνω κάτι περισσότερο. Οπως να βάλω υαλουρονικό στις παρειές ή να φουσκώσω τα χείλη μου. Μέτρον άριστον. Βλέπω συχνά την υπερβολή, κυρίως στην τηλεόραση. ∆εν φταίνε, όμως, πάντα οι γυναίκες που οδηγούνται στην υπερβολή. Η αντίδραση σε ό,τι δεν ικανοποιεί την επικρατούσα αισθητική, την κυρίαρχη, είναι έντονη και προσβλητική στον δημόσιο διάλογο. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σπάνια ανεβαίνει φωτογραφία χωρίς φίλτρο. Στην πραγματική ζωή η φωνή, το ταμπεραμέντο, η προσωπικότητα, καλύπτουν τις ατέλειες του προσώπου και του σώματος. Στην ψηφιακή ζωή ωραιοποιούμε όσο περισσότερο γίνεται την εικόνα μας. Κι αυτός ο δρόμος δεν έχει επιστροφή.