Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, θα χρησιμοποιηθεί η μέθοδος του «αντιπυρός» για την αντιμετώπιση της μεγάλης πυρκαγιάς στο δάσος της Δαδιάς, η οποία μαίνεται για τέταρτη μέρα.
Τι ακριβώς είναι το «αντιπύρ»; Όπως είχε αποκαλύψει σε ρεπορτάζ της η «Κ», με τη μέθοδο αυτή δημιουργούνται αντιπυρικές ζώνες, καίγοντας κομμάτια του ίδιου του δάσους, έτσι ώστε η φωτιά να φτάσει και να σταματήσει στις ήδη καμένες εκτάσεις.
Από τον Έβρο που βρίσκεται σήμερα, ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Χρήστος Στυλιανίδης, έκανε λόγο για επανεξέταση και αναπροσαρμογή του σχεδίου για την κατάσβεση της πυρκαγιάς, με βάση τα νέα δεδομένα, έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί το δύσκολο ανάγλυφο της περιοχής, η αδυναμία πρόσβασης, οι συνεχείς αναζωπυρώσεις και οι εναλλαγές του ανέμου.
«Βρισκόμαστε, λοιπόν, στη διαδικασία διάνοιξης νέων προσβάσεων, νέων αντιπυρικών ζωνών, κυρίως στο νοτιοδυτικό μέτωπο που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη δυσκολία πρόσβασης και διαχείρισης. Με τις νέες εγκαταστάσεις των πυροσβεστικών δυνάμεων και τις νέες αντιπυρικές ζώνες, σιγά σιγά κερδίζουμε έδαφος. Εδώ και τρεις ημέρες η πυρκαγιά δεν μπορεί να επεκταθεί σε μια τόσο δύσκολη περιοχή – αυτό αποτελεί ένδειξη της δουλειάς που γίνεται στο πεδίο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Στυλιανίδης.
Οι δύο νέες μέθοδοι στη «φαρέτρα» της Πυροσβεστικής
Όπως είχε αναφέρει η «Κ», τον Ιούνιο δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ η ΚΥΑ με την οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χρήσης φωτιάς από το Πυροσβεστικό Σώμα, ως επιχειρησιακά αναγκαίου μέσου, για την κατάσβεση υπαίθριας εν εξελίξει πυρκαγιάς.
Υπεύθυνοι για τη χρήση της συγκεκριμένης μεθόδου θα είναι οι 590 πυροσβέστες των νεοσύστατων Ειδικών Μονάδων Δασικών Επιχειρήσεων (Ε.ΜΟ.ΔΕ), περισσότερο γνωστοί ως «δασοκομάντος».
Η χρήση της φωτιάς για την αντιμετώπιση δασικών πυρκαγιών προβλέπεται ως διαδικασία, μόνο όταν η φωτιά δεν μπορεί να ελεγχθεί με άλλα μέσα και εφόσον κρίνεται αναγκαία από τον επικεφαλής αξιωματικό της Πυροσβεστικής, που έχει την ευθύνη συντονισμού της επιχείρησης κατάσβεσης.
Πριν από την εφαρμογή του «αντιπύρ» (και της κατάκαυσης αντίστοιχα) καταρτίζεται ειδικό «Σχέδιο Εφαρμογής Αντιπυρός», ενώ ενημερώνονται η τοπική αυτοδιοίκηση, η Δασική Υπηρεσία και η Ελληνική Αστυνομία προκειμένου –εάν απαιτηθεί– να συνδράμουν το έργο των πυροσβεστών.
Μόνο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης για την προστασία από άμεσο κίνδυνο ζωής, ο επικεφαλής της Πυροσβεστικής μπορεί να προβεί σε χρήση της μεθόδου ελεγχόμενης καύσης χωρίς να συντάξει ειδικό «Σχέδιο Εφαρμογής Αντιπυρός».
Σύμφωνα με την ΚΥΑ, το αντιπύρ και η κατάκαυση εφαρμόζονται όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθοι όροι:
- Δεν δύναται να ελεγχθεί η πυρκαγιά με άλλα μέσα και συντρέχει επείγουσα ανάγκη αποτροπής κοινού κινδύνου για πρόσωπα, πράγματα ή το φυσικό περιβάλλον.
- Κρίνεται επιχειρησιακά αναγκαία η εφαρμογή της μεθόδου από τον Επικεφαλής του Συμβάντος στον τόπο της πυρκαγιάς
- Διενεργείται από ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος με τη συνδρομή κατά περίπτωση επαρκών δυνάμεων υποστήριξης.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ «αντιπυρός» και κατάκαυσης;
«Αντιπύρ ή backfire ορίζεται ως ελεγχόμενη φωτιά που τίθεται προς την πλευρά του μετώπου. Στόχος είναι η συνένωση του μετώπου της πυρκαγιάς με το μέτωπο του αντιπυρός, με απώτερο σκοπό την αυτόματη κατάσβεση ή τη μείωση του ρυθμού εξάπλωσης της φωτιάς».
Στην περίπτωση της κατάκαυσης (Burn Out) αντίστοιχα, οι πυροσβέστες βάζουν ελεγχόμενη φωτιά όχι στην πορεία του μετώπου αλλά στην περίμετρό του. Δημιουργούν ουσιαστικά αντιπυρικές ζώνες «ελαχιστοποιώντας», όπως περιγράφεται στο σχέδιο της ΚΥΑ, «την πιθανότητα η πυρκαγιά να υπερπηδήσει τη ζώνη με ακτινοβολία ή κηλίδες».
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr