Εκκλησιαστική περιουσία: Οσοι πιστοί επενδυτές προσέλθετε

Εκκλησιαστική περιουσία: Οσοι πιστοί επενδυτές προσέλθετε

Μια νέα προσπάθεια για την αξιοποίηση της λιμνάζουσας περιουσίας της ξεκινάει η ηγεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος

7' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μια νέα προσπάθεια για να κινηθεί δυναμικά το ζήτημα αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας τίθεται πάλι σε κίνηση. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος επέλεξε το συγκεκριμένο θέμα ως κεντρικό στην εισήγησή του προς τη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου. Επιστράτευσε, μάλιστα, τη ρήση του Δημοσθένη «Δει δε χρημάτων και άνευ τούτων ουδέν έστι γενέσθαι των δεόντων», για να υπογραμμίσει την ανάγκη η Εκκλησία να αξιοποιήσει την περιουσία της προκειμένου να εξασφαλίσει την απαραίτητη για τις δράσεις της χρηματοδότηση. «Από το 100% σκορπίσθηκε το 96% αυτής. Εναπομένει σήμερα το 4%. Αυτό αξιοποιούμενο θα βοηθήσει στους στόχους της Εκκλησίας», ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος.

Ως πρώτο βήμα και δοκιμαστικό σχήμα για τον τρόπο αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας θεωρείται η επένδυση στο Σχιστό. «Στις πολλές συζητήσεις μας με τον πρωθυπουργό της χώρας μας κ. Κυριάκον Μητσοτάκην, καταλήξαμε ότι σήμερα είναι ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε να συνεργασθούν Πολιτεία – Εκκλησία σε πολλούς τομείς προς ωφέλεια των δύο φορέων και κυρίως για τη στήριξη του λαού μας στον τομέα της κοινωνικής Πρόνοιας. Συμφωνήσαμε να αρχίσουμε τη συνεργασία μας από το εκκλησιαστικό κτήμα Σχιστό – Σκαραμαγκάς», ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος, μιλώντας για αλλαγή στις σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας.

Στην παρουσίαση του έργου στο Σχιστό ο πρωθυπουργός, μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ότι «έχουμε αποδείξει ότι έχουμε τη βούληση και τη διάθεση να επιλύσουμε χρόνιες εκκρεμότητες που ταλανίζουν την Εκκλησία της Ελλάδος και που θα μπορέσουν να σηματοδοτήσουν, στα πλαίσια των συνταγματικά κατοχυρωμένων διακριτών ρόλων μας, ένα καινούργιο κεφάλαιο πάντα προς όφελος του ελληνικού λαού και των Ελλήνων πολιτών», ενώ χαρακτήρισε «στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης» να έχει η Εκκλησία τη δυνατότητα να εκμεταλλεύεται την ακίνητη περιουσία της και μέσα από τα έσοδα να στηρίζει το κοινωφελές έργο της.

Aφετηρία το 2009

Η προσπάθεια συμπόρευσης Πολιτείας και Εκκλησίας για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας ξεκίνησε το 2009 με πρόταση του Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου προς τον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, η οποία όμως δεν προχώρησε στην πράξη, δεδομένης και της εξαιρετικά δύσκολης συγκυρίας που ακολούθησε. Το 2013, επί κυβερνήσεως Αντώνη Σαμαρά, ανακοινώθηκε ότι επιτεύχθηκε συμφωνία και με τον νόμο 4146/2013 επετράπη στα νομικά πρόσωπα της Εκκλησίας της Ελλάδος να αξιοποιούν τα ακίνητά τους, με το Δημόσιο να λαμβάνει τα μισά έσοδα από τις παραχωρήσεις ακινήτων. Το 2014 αποφασίστηκε να ιδρυθεί εταιρεία στην οποία μετέχουν με 50% η Αρχιεπισκοπή Αθηνών και με 50% το Δημόσιο, για τη διαχείριση των ακινήτων της Αρχιεπισκοπής. Ολα αυτά «παγώνουν» με την αλλαγή κυβέρνησης. Το 2018 παρουσιάζεται από τον κ. Ιερώνυμο και τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα το Κοινό Ανακοινωθέν Εκκλησίας – Πολιτείας, το οποίο προβλέπει τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας που θα διοικείται από πενταμελές συμβούλιο και θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μετά αμφισβητούμενων μεταξύ ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που η ίδια εθελοντικά θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο.

Εκκλησιαστική περιουσία: Οσοι πιστοί επενδυτές προσέλθετε-1

Δικαστικός αγώνας για έξι μεγάλα ακίνητα

Την πρόθεση της Εκκλησίας να κινηθεί δυναμικά για τη διευθέτηση εκκρεμοτήτων σε σχέση με περιουσία που σε πολλές περιπτώσεις είναι διεκδικούμενη, υπογράμμισε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών στην πρόσφατη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου. Μάλιστα ο κ. Ιερώνυμος, αναφερόμενος στο έργο του Σχιστού, μίλησε για «πραγματική πρόθεση» της κυβέρνησης για επίλυση χρόνιων ζητημάτων που απασχολούν την Εκκλησία της Ελλάδος. Και έγινε πολύ συγκεκριμένος ως προς τις κινήσεις της Εκκλησίας προσεχώς, σε σχέση με τις διεκδικήσεις της. Αρχής γενομένης από τη διαμάχη με τον Δήμο Βούλας – Βάρης – Βουλιαγμένης. Ανακοίνωσε την πρόθεση της Εκκλησίας να ασκήσει αγωγή κατά του ελληνικού Δημοσίου και να ζητήσει αποζημίωση. Προσδιόρισε τις απώλειες εισοδήματος κατ’ έτος σε 20 εκατ. ευρώ. Ο Αρχιεπίσκοπος προανήγγειλε αντίστοιχες κινήσεις και για άλλες περιπτώσεις, αναφέροντας ονομαστικά εκείνες της Φασκομηλιάς, των Λεγραινών, της Βάρης, της Στροφυλιάς, του Κοκκιναρά, του Φλαμουρίου Μαγνησίας. 

Πρόκειται για χρονίζουσες περιπτώσεις διεκδικήσεων από την Εκκλησία, που προσκρούουν σε παραχωρητήρια που εκδόθηκαν από το κράτος, σε εκτάσεις που για χρόνια βρίσκονται σε καθεστώς χρησικτησίας, σε άλλες που έχουν απαλλοτριωθεί από τοπικές αρχές και σε κάποιες που βρίσκονται σε περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί δασικές. Η υλοποίηση του κτηματολογίου έφερε σε πολλές περιοχές την Εκκλησία απέναντι είτε σε ιδιώτες είτε σε τοπικές αρχές και αναζωπύρωσε διεκδικήσεις και αντιπαραθέσεις. Αναφορικά με τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρθηκε ο κ. Ιερώνυμος, η αντιπαράθεση με τον Δήμο Βούλας – Βάρης – Βουλιαγμένης κρατάει χρόνια και έχει περάσει από διάφορες φάσεις. Ο δήμος, με επιχείρημα ότι πρέπει να διαφυλαχθεί το ισοζύγιο πρασίνου της πόλης, έχει προχωρήσει σε ορισμένες απαλλοτριώσεις εκτάσεων της Εκκλησίας, ενώ δεν έχει προχωρήσει στις αναγκαίες πολεοδομικές ρυθμίσεις για άλλες εκτάσεις. Υπολογίζεται ότι στη Βουλιαγμένη η αντιδικία αφορά εκτάσεις συνολικά περίπου 200 στρεμμάτων. 

Ο λόφος της Φασκομηλιάς εκτείνεται πάνω από τη λίμνη Βουλιαγμένης. Πρόκειται για έκταση συνολικά 1.300 στρεμμάτων, η αξιοποίηση της οποίας έχει επίσης ανακινηθεί στο παρελθόν από την πλευρά της Εκκλησίας. Αν όχι ολόκληρη η έκταση, σίγουρα περίπου 250 στρέμματα για τα οποία εκδηλώθηκε πριν από λίγα χρόνια ενδιαφέρον και από Ρώσους επενδυτές. Από τον δήμο και φορείς της περιοχής ως αντίλογος επιστρατεύεται το Προεδρικό Διάταγμα προστασίας της λίμνης Βουλιαγμένης ως μνημείο της φύσης. 

Στα Λεγραινά η διεκδίκηση της Εκκλησίας αφορά έκταση συνολικά περίπου 15.000 στρεμμάτων και το ζήτημα αναδείχθηκε έντονα πρόσφατα, με τη διαδικασία κτηματογράφησης. Οπως αναφέρει ο δήμαρχος Λαυρεωτικής, Δημήτρης Λουκάς, η Εκκλησία προσέφυγε στην επιτροπή ενστάσεων του κτηματολογίου για μια σειρά από εκτάσεις που δηλώθηκαν στην κτηματογράφηση είτε από τον δήμο είτε από ιδιώτες. Σύμφωνα με τον ίδιο, πρόκειται για εκτάσεις που είχαν δοθεί με παραχωρητήρια από το υπουργείο Γεωργίας σε διάφορες φάσεις, από τη δεκαετία του 1930 μέχρι τη δεκαετία του 1960, ενώ ο δήμος επικαλείται χρησικτησία για περίπου 4.000 στρέμματα και 9.000 στρέμματα θεωρούνται δασική έκταση στον δρυμό Σουνίου. Η επιτροπή ενστάσεων του κτηματολογίου δικαίωσε την Εκκλησία, που διεκδικεί τις εκτάσεις με παλαιότερους τίτλους, ήδη από την οθωμανική περίοδο και τώρα δήμος και ιδιώτες ετοιμάζονται να κινηθούν δικαστικά μόλις κυρωθεί η απόφαση. 

Η υπόθεση του Κοκκιναρά Πεντέλης αφορά δασική έκταση 3.747 στρεμμάτων. Ο οικοδομικός συνεταιρισμός Μικρασιατών «Το Αργεννον» υποστηρίζει ότι είχε αγοράσει την έκταση από την Εκκλησία το 1958 καταβάλλοντας 9 εκατ. δραχμές. Η έκταση δεν κατακυρώθηκε στον συνεταιρισμό, που μπήκε σε διαδικασία διεκδίκησης. Ο Δήμος Κηφισιάς στην πορεία προσέφυγε στο ΣτΕ για να προσβάλει το συμβόλαιο αγοράς, ενώ έπειτα από μεγάλη πυρκαγιά η έκταση κηρύχθηκε αναδασωτέα. Το 1996 η Εκκλησία επανήλθε με προκήρυξη για την αξιοποίηση της έκτασης. 
Στην προστατευόμενη περιοχή Στροφυλιάς – Κοτυχίου οι ιερές μονές Μεγάλου Σπηλαίου και Ταξιαρχών διεκδικούν, η πρώτη έκταση 11.000 στρεμμάτων στα διοικητικά όρια της Αχαΐας και η δεύτερη περίπου 4.500 στρέμματα στην Ηλεία. Η διεκδίκηση έχει εξελιχθεί σε χρόνια δικαστική διαμάχη με οικολογικές οργανώσεις και φορείς της περιοχής, που θεωρούν ότι η έκταση θα πρέπει να τελεί υπό ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας. 
Στο Φλαμούρι Μαγνησίας, στο ανατολικό Πήλιο, η τοπική μονή διεκδικεί συνολικά περίπου 80.000 στρέμματα από τα οποία περίπου 15.000 είναι εκτάσεις που καλλιεργούνται από αγρότες της περιοχής. 

«Πιλότος» το πρότζεκτ του Σχιστού

Σαν ένα «μικρό Ελληνικό» παρουσιάζεται από πολλούς το έργο ανάπτυξης των 3.000 στρεμμάτων στο Σχιστό. Οι εμπορικές και οικονομικές χρήσεις, σύμφωνα με το σχέδιο, θα συνδυαστούν με ένα ολοκληρωμένο πρότζεκτ οικιστικής ανάπτυξης, ενώ προβλέπεται να διαμορφωθεί χώρος πρασίνου συνολικής έκτασης περίπου 1.200 στρεμμάτων. 

Ειδικότερα, το σχέδιο περιλαμβάνει την κατασκευή γραφείων και κατοικιών, αποθηκών και χώρων στάθμευσης, κέντρου logistics, εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου, ιατρικού κέντρου, εμπορικού κέντρου και σταθμών εξυπηρέτησης αυτοκινητιστών, χώρους για τοποθέτηση και λειτουργία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, πιθανότατα φωτοβολταϊκών. Προβλέπεται επίσης η κατασκευή κοιμητηρίων για Εβραίους και μουσουλμάνους, ώστε να ικανοποιηθεί ένα πάγιο αίτημα πολλών ετών προς την πολιτεία. Ο διευθύνων σύμβουλος της «Σχιστό Α.Ε.», Θανάσης Χριστόπουλος, αναφέρει ότι βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη οι ενημερωτικές συναντήσεις με τους όμορους δήμους και με φορείς της περιοχής, προκειμένου να εξηγηθεί στην πλήρη διάστασή του το έργο, να απαντηθούν ερωτήσεις και ανησυχίες, να λειανθούν τυχόν ενστάσεις και να ενσωματωθούν στον σχεδιασμό παρατηρήσεις και τροποποιήσεις που ενδεχομένως θα προκύψουν, καθώς και κάποια ανταποδοτικά οφέλη προς τους δήμους. 

Η εκτίμηση είναι ότι το αργότερο σε δύο χρόνια θα ολοκληρωθεί το ειδικό σχέδιο χωρικής ανάπτυξης (ΕΣΧΑΔΑ) και θα μπορεί να προχωρήσει το έργο χωρίς να τίθεται ζήτημα προσφυγών ή περαιτέρω καθυστερήσεων. 

Οι δύο κύριες χρήσεις αφορούν το κέντρο logistics, με τα σχέδια να προσανατολίζονται σε υπόγειο χώρο εμπορευματοκιβωτίων με χωροθέτηση τέτοια που σε ευθεία γραμμή θα απέχει μόλις 3 χιλιόμετρα από το λιμάνι του Πειραιά. 

Το ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί για χρήση των υποδομών αυτών όταν το έργο ολοκληρωθεί είναι τεράστιο, και από την Ελλάδα και από το εξωτερικό. Ολες οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ έχουν ήδη ενδιαφερθεί. Η μικρή απόσταση από το λιμάνι, η γειτνίαση με κεντρικούς οδικούς άξονες και η συγκέντρωση μεγάλων αποθηκευτικών χώρων, που θα δώσει απάντηση στον κατακερματισμό σε διαφορετικές μικρές αποθήκες και χώρους ψυγείων, προκρίνονται ως συγκριτικά πλεονεκτήματα. 

Η δεύτερη κύρια χρήση αφορά την οικιστική ανάπτυξη. Ο κ. Χριστόπουλος αναφέρει ότι το ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί θα κάλυπτε εκατοντάδες χιλιάδες τετραγωνικά. Το σχέδιο αφορά έναν πλήρως οργανωμένο και αυτόνομο οικισμό, με δικά του καταστήματα και υποδομές, ώστε να καλύπτονται πλήρως οι ανάγκες των κατοίκων. Προβλέπεται επιπλέον και η λειτουργία ξενοδοχείου. 

Το πρότζεκτ στο Σχιστό, το οποίο γίνεται σε συνεργασία με το ΤΑΙΠΕΔ, θεωρείται «test drive» της συνεργασίας Εκκλησίας και Δημοσίου για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας και στόχος είναι να λειτουργήσει ως οδηγός για την υλοποίηση και άλλων επενδυτικών σχεδίων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT