Tι μας αφήνει το 2022 και τι φέρνει το 2023 – Γράφουν επτά άνθρωποι της «Κ» 

Tι μας αφήνει το 2022 και τι φέρνει το 2023 – Γράφουν επτά άνθρωποι της «Κ» 

Καθώς σε λίγες ώρες υποδεχόμαστε το νέο έτος, ας σκεφτούμε τι θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας αλλά και τι θα θέλαμε να φέρει το 2023.

14' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθώς σε λίγες ώρες υποδεχόμαστε το νέο έτος, ας σκεφτούμε τι θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας αλλά και τι θα θέλαμε να φέρει το 2023.

Μερικές ευχές για τη νέα χρονιά που ξημερώνει

Του Αλέξη Παπαχελά

Καθώς το 2022 μετράει ώρες, καλό είναι ρίξουμε μια ματιά προς τα πίσω και να σκεφθούμε τι από όσα μας άφησε θα προτιμούσαμε να μην ξαναζήσουμε την επόμενη χρονιά. Πρώτη ευχή στη σχετική μας λίστα, να τελειώσει ο πόλεμος που ξεκίνησε στην Ουκρανία. Γιατί επηρεάζει όλους μας, και το κόστος, ανθρώπινο και υλικό, είναι τεράστιο. Πρέπει να βρεθεί μια δύσκολη ισορροπία τώρα. Από τη μια να μην ταπεινωθεί η Ρωσία, γιατί θα ήταν λάθος και κανείς δεν πρέπει να το θέλει. Και από την άλλη να μην πάρουν το λάθος μήνυμα οι αυταρχικοί ηγέτες του πλανήτη, και προφανώς της γειτονιάς μας, ότι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς καμία επίπτωση. Δύσκολη εξίσωση.

Θα θέλαμε το 2023 να έχει λιγότερη ένταση στις σχέσεις μας με την Τουρκία. Το βλέπω δύσκολο, είτε πριν είτε μετά τις ελληνικές και τις τουρκικές εκλογές, να αποκατασταθούν οι σχέσεις σε ένα επίπεδο στοιχειώδους εμπιστοσύνης που θα μπορούσε να λύσει μακροχρόνια ζητήματα. Το στοίχημα είναι να αποφύγουμε το θερμό επεισόδιο, τη σύγκρουση. Αυτό ευχόμαστε για το 2023.

Λίγη αυτοσυγκράτηση στο πολιτικό μας παιχνίδι είναι αναγκαία, όσο ποτέ, καθώς μας βλέπουν και οι απέναντι και βγάζουν τα συμπεράσματά τους.

Κοιτώντας προς τα μέσα, το 2022 άφησε μια πικρή γεύση γιατί υπήρξαν θεσμικές αβαρίες από την πλευρά της κυβέρνησης. Χωρίς λόγο ή σοβαρή εξήγηση. Να ευχηθεί λοιπόν κανείς ότι όσοι έκαναν λάθη και είναι σε θέσεις ευθύνης έμαθαν από αυτά και θα αντιμετωπίζουν τους θεσμούς σαν θεμιτούς φραγμούς, όχι σαν ενοχλητικά εμπόδια. Αλλά και πως η αξιωματική αντιπολίτευση θα μείνει μακριά από τον κανιβαλισμό.

Το 2022 τελειώνει και σε ένα περιβάλλον ασύλληπτης και ανεξέλεγκτης τοξικότητας. Για πρώτη φορά μάλιστα δεν αφήνει κανέναν έξω από τον χορό, ούτε την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων· κανέναν. Είναι ένα κλίμα δηλητηριώδες που –χωρίς αμφιβολία– θα συνεχιστεί και θα κλιμακωθεί λίγο πριν κλείσουν οι κάλπες. Ας θυμόμαστε ένα πράγμα, η ευχή μας για το 2023. Οτι μας βλέπουν και οι απέναντι. Και βγάζουν τα δικά τους συμπεράσματα. Λίγη αυτοσυγκράτηση στο πολιτικό μας παιχνίδι είναι αναγκαία, όσο ποτέ.

Αγάπη και… λιγότερος πληθωρισμός

Του Πάσχου Μανδραβέλη

Επανεμφανίστηκε δείχνοντας τα δόντια του το 2021, αλλά τα έμπηξε για τα καλά στις τσέπες μας το 2022. Ο λόγος για τον πληθωρισμό, ένα οικονομικό μέγεθος που είχαμε ξεχάσει επειδή εμείς, της Ευρωζώνης, τον αφήσαμε να κοιμάται σιμά στο 2%. Τώρα τον βλέπουμε παντού· από τα ράφια των σούπερ μάρκετ μέχρι και τα δελτία ειδήσεων σαν κραυγή: «Μεγάλη ακρίβεια, ρε παιδάκι μου!».

Στους παλιότερους είναι γνωστός. Συμβίωσαν μαζί του για δύο δεκαετίες. Ο υψηλότερος ρυθμός αύξησης του «καλαθιού» που λέγεται Δείκτης Τιμών Καταναλωτή ήταν το 1974: 26,9%. Ηταν το αποτέλεσμα της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης, αλλά και της «χρηστής διαχείρισης της οικονομίας» που, κατά κάποιους, έκανε η χούντα. Ο δεύτερος υψηλότερος ήταν το 1980 με 24,9% λόγω της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης και του γεγονότος ότι η χώρα έμπαινε σε προεκλογική περίοδο. Στη δεκαετία των άγονων πειραματισμών με την οικονομία ο πληθωρισμός κυμάνθηκε από το 24,5% το 1981 στο 13,5% το 1988, για να ξανασκαρφαλώσει στο 20,4% το 1990 (Τράπεζα της Ελλάδος, εξέλιξη ετήσιων μεταβολών Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή). Μετά μια περίοδο σχετικής νηνεμίας και αποκλιμάκωσης λόγω ΟΝΕ, ήρθε η κρίση με αρνητικό πληθωρισμό και φέτος ξαναβλέπουμε διψήφια ποσοστά.

Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο, αλλά έχει και μερικά ιδιαίτερα και επαναλαμβανόμενα ελληνικά χαρακτηριστικά. Ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΚΤ), που μετράει το ίδιο καλάθι προϊόντων σε όλες τις χώρες του ευρώ, εμφανίστηκε το καλοκαίρι πολύ υψηλότερος του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Στην Ελλάδα η αύξηση ήταν κοντά στο 12% και στην Ευρώπη δεν έφτανε στο 9%. Τον Νοέμβριο η Ελλάδα ήταν στο 9% και ο μ.ό. της Ευρωζώνης στο 10%, κάτι που μπορεί να δείχνει ότι εξανεμίστηκαν όποια πλεονάσματα είχαν οι καταναλωτές μετά τις γενναίες κρατικές COVID επιδοτήσεις.

Ο ΕνΔΚΤ, όμως, μπορεί να συγκρίνει επαρκώς την Ελλάδα με τους άλλους της Ευρωζώνης, αλλά δεν λέει όλη την αλήθεια. Τον περασμένο μήνα ο ελληνικός γενικός δείκτης ήταν στο 9%, αλλά η αύξηση των τιμών στα τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά, που γεμίζουν το καλάθι των πλέον ευάλωτων νοικοκυριών, ήταν στο 14,9%· σχεδόν πέντε μονάδες περισσότερο από το food pass που δίνει η κυβέρνηση στο 80% των νοικοκυριών. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, η απώλεια αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών με μηνιαίο εισόδημα χαμηλότερο των 750 ευρώ φτάνει έως και το 40%· το ψωμί αυξήθηκε σε ένα χρόνο σχεδόν 19%, τα γαλακτοκομικά 25% κ.λπ.

Tι μας αφήνει το 2022 και τι φέρνει το 2023 – Γράφουν επτά άνθρωποι της «Κ» -1

Πάμε πάλι απ’ την αρχή με υπομονή

Του Θοδωρή Γεωργακόπουλου

Το 2022 υποτίθεται ότι θα ήταν η χρονιά μας. Δέκα χρόνια κρίσης περάσαμε, τη μεγαλύτερη οικονομική καταστροφή της πρόσφατης Ιστορίας. Ματώσαμε, διχαστήκαμε, πληρώσαμε, μα βγήκαμε. Τακτοποιήσαμε τις πρώτες εκκρεμότητες, πήραμε και μια δεκαετία χάριτος από τους δανειστές για να τακτοποιήσουμε και τις υπόλοιπες. Και μετά, η πανδημία. Αλλα δύο χρόνια στον «πάγο», κλεισμένοι στα σπίτια μας. Το αντέξαμε κι αυτό. Πάλι με απώλειες και τραύματα, αλλά το περάσαμε. Και μετά; Μετά υποτίθεται ότι θα ερχόταν ο καιρός μας. Η γαλήνη μετά τις καταιγίδες. Χωρίς αβάσταχτα χρέη, χωρίς μνημόνια, με τον παραγωγικό ιστό να έχει ως εκ θαύματος αντέξει, με 70 δισεκατομμύρια από τα ταμεία της Ε.Ε. επιπλέον, πιο ώριμοι και έτοιμοι από ποτέ (αν και, ομολογουμένως, αυτός ήταν ένας χαμηλός πήχυς) για μεταρρυθμίσεις, για επενδύσεις, για ανάπτυξη. Μας υποσχέθηκαν τα «roaring ’20s». Αντ’ αυτού, ο Πούτιν. 

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε και τίναξε στον αέρα τα πάντα. Ασφαλώς, κάποιοι θα πεταχτούν εδώ και θα πουν ότι σημάδια ανησυχητικά στην παγκόσμια οικονομία προϋπήρχαν, ότι για τον πληθωρισμό και την ακρίβεια και την υποβόσκουσα ύφεση δεν ευθύνεται αποκλειστικά ο Πούτιν. Αλλά ο πόλεμος στη γειτονιά μας ήταν ο καταρράκτης που ξεχείλισε το ποτήρι, και τώρα πάμε πάλι απ’ την αρχή, ξανά στη δίνη μιας τεράστιας, διεθνούς κρίσης, η τρίτη συνεχόμενη για εμάς, η δεύτερη συνεχόμενη εξωγενής. Γιατί δεν φταίγαμε για τον κορωνοϊό. Δεν φταίμε για τον Πούτιν. Είμαστε λαός με κρίματα κι ευθύνες, έχουμε κάνει λάθη και δίκαια πληρώσαμε, όταν πληρώσαμε. Αλλά τώρα δεν φταίμε. Είναι άδικο και κρίμα. 

Νομίζω ότι δεν έχει γίνει ευρύτερα αντιληπτό το πόσο έχουμε αλλάξει τα τελευταία 15 χρόνια. Αν Ελληνας χρονοταξιδιώτης από το 2008 εμφανιζόταν σήμερα ανάμεσά μας, κι έβλεπε το gov.gr, κινηματογραφικά συνεργεία από όλο τον κόσμο να γυρίζουν ταινίες, 40% της ενέργειας από ΑΠΕ, όλα τα παιδάκια σε παιδικούς σταθμούς από τα 4, το ERTFLIX, συντάξεις να βγαίνουν στην ώρα τους και data centers να φυτρώνουν ανά την επικράτεια, θα πάθαινε σοκ. Ασφαλώς, το Qatargate, οι υποκλοπές, ο Πάτσης, η αστυνομική βία είναι σημάδια τού ότι δεν έχουν αλλάξει όλα, εντελώς. Μα η πρόοδος που έχει γίνει είναι τεράστια (είπαμε, ο πήχυς ήταν χαμηλός) και δεν οφείλεται σε καμία κυβέρνηση, αλλά στην αδιόρατη, υπόγεια μα πραγματική ωρίμανση ενός λαού που υπέστη πολλά, έχασε πολλά και έμαθε κάτι. Και δικαιούται κάπως, κάποτε, μια επιβράβευση. 

Αντ’ αυτού, ο Πούτιν. Και ο άλλος, ο δικτάτορας της γειτονιάς μας που, όσο πιο ανασφαλής και ευάλωτος νιώθει στη δική του χώρα, τόσο πιο παρανοϊκά κι αφιονισμένα επιτίθεται στη δική μας. 

Καθώς ένα ταραχώδες 2023 ξημερώνει, με εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία, τον πόλεμο να συνεχίζεται και το φάσμα της ύφεσης στη Δύση, εμείς δεν μπορούμε παρά να παρακολουθούμε, να περιμένουμε και να ονειρευόμαστε, με όση υπομονή μάς έχει απομείνει, τα roaring ’20s που δικαιούμαστε.

Παιδική προστασία σε βάθος

Της Λίνας Γιάνναρου

Είναι νύχτα κι ένα αγόρι περπατά στους άδειους δρόμους μιας πόλης. Φωνάζει «βοήθεια». Στην αγκαλιά του κρατά το άψυχο αδελφάκι του. Από τα αδιανόητα που ακούσαμε στα αστυνομικά δελτία φέτος, ανελέητη χρονιά για τις αντοχές ενός μέσου ανθρώπου στη φρίκη και στη δυστυχία, είναι αυτή η σκηνή από το περιβόητο έγκλημα στην Ανδραβίδα που δεν φεύγει από το μυαλό, μόνιμη υπενθύμιση για τη σκληρότητα της εποχής απέναντι στα παιδιά. Eνα 12χρονο αγόρι που στις 2 Μαρτίου επέστρεψε σπίτι, βρήκε τους γονείς και τα αδέλφια του νεκρά και βγήκε στους δρόμους να ζητήσει βοήθεια. 

Το 2022 ξεκίνησε με την είδηση της δολοφονίας ενός 7χρονου αγοριού στην Κυψέλη από αυτούς που έπρεπε να το φροντίζουν και να το αγαπούν. Eκλεισε με τον ομαδικό βιασμό ενός 15χρονου παιδιού στο Iλιον από συνομηλίκους του. Μεσολάβησαν η δολοφονία μιας 17χρονης κοπέλας από το αγόρι της στο Περιστέρι, η δολοφονία ενός 16χρονου αγοριού από αστυνομικό στη Θεσσαλονίκη, η σεξουαλική κακοποίηση ενός 12χρονου κοριτσιού στον Κολωνό, η αυτοκτονία 14χρονου θύματος bullying, οι καταγγελίες για την «Κιβωτό του Κόσμου» και βέβαια η σύλληψη της Ρούλας Πισπιρίγκου. Η φετινή χρονιά ήταν και η χρονιά χαρακτηριστικής κλιμάκωσης της εφηβικής βίας. Σε όλη τη χώρα καταγράφηκαν δεκάδες υποθέσεις επιθέσεων παιδιών σε παιδιά, ενίοτε με μαχαίρια ή σιδηρογροθιές, υποθέσεις σεξουαλικής βίας μεταξύ συμμαθητών, δράση συμμοριών που ληστεύουν και κατατρομοκρατούν μικρούς και μεγάλους. 

Σε μεγάλο βαθμό η έξαρση της βίας απέναντι στα παιδιά αλλά και από τα παιδιά αποδίδεται στην πανδημία. Ο εγκλεισμός μάς εξαγρίωσε, οι επιπτώσεις του δεν έχουν ακόμη ξεδιπλωθεί στο σύνολό τους. Oμως τα περιστατικά απλώς φώτισαν τα κενά του συστήματος. Τι μάθαμε τελικά από όλα αυτά; Πού πάσχει το σύστημα παιδικής προστασίας; Τι θα φροντίσουμε να μην επαναληφθεί; Αν λειτουργούσαν οι διοικητικοί και ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους, για παράδειγμα, θα είχαμε την υπόθεση της «Κιβωτού»; Αν το σύστημα λειτουργούσε αποδοτικά και όλοι έκαναν τη δουλειά τους, θα είχε σωθεί το 12χρονο κορίτσι από τους μαστροπούς του; Oπως αποκάλυψε η Τάνια Γεωργιοπούλου στην «Κ» (16/10), ο Δήμος Αθηναίων διαθέτει 27 κοινωνικούς λειτουργούς στις υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας, ενώ στο μητρώο των κοινωνικών υπηρεσιών είναι εγγεγραμμένοι 32.000 άνθρωποι. 

Στα θετικά της δύσκολης χρονιάς που φεύγει, το ξεκαθάρισμα της κατάστασης στα ιδρύματα παιδικής προστασίας, καθώς για πρώτη φορά ορίστηκαν αυστηρές προδιαγραφές και σαφή κριτήρια ίδρυσης και λειτουργίας μονάδων παιδικής προστασίας και φροντίδας. Στα θετικά επίσης και η λειτουργία, κατόπιν μεγάλων καθυστερήσεων, του Σπιτιού του Παιδιού της Αθήνας, όπου θα μπορούν να καταθέτουν με ασφάλεια και παρουσία ειδικών τα παιδιά-θύματα σεξουαλικής κακοποίησης.

Οχι άλλος φόβος για τις γυναίκες

Της Ξένιας Κουναλάκη

«Είναι ένα έγκλημα πάθους», είπαν οι συνήγοροι του θύτη για μια από τις τελευταίες γυναικοκτονίες της χρονιάς. Δεκαεννέα ετών το κορίτσι που έπεσε νεκρό από μια σφαίρα στο κεφάλι, 25 ετών ο δράστης. Κάποια stories στο Instagram, μια σκηνή ζήλιας, ένας καβγάς και τέλος. Τόσο απλά. «Αδυναμίες… δεν είχες καμία. Είχα μια… αγαπούσα», έγραψε ο δολοφόνος. Η ιδιοκτησιακή σχέση των ανδρών με τα γυναικεία σώματα είναι η συνήθης αιτιολογία που ενδύεται προσχηματικά τα συναισθήματα της «αγάπης» και του «πάθους». 

Πάνω από 20 γυναικοκτονίες μετράει και φέτος η Ελλάδα, με το 2021 να αποτελεί χρονιά ρεκόρ (τριάντα συνολικά!) για την έξαρση των επιθέσεων κατά των γυναικών, τάση που αποδόθηκε στην εκτόξευση της ενδοοικογενειακής βίας στη διάρκεια της πανδημίας και των lockdowns. Παρά τις αρχικές ενστάσεις και επιφυλάξεις, σταδιακά ο όρος «γυναικοκτονία» άρχισε να εδραιώνεται στον δημόσιο λόγο, ένα πρώτο βήμα για την αναγνώριση και άρα την αντιμετώπιση του προβλήματος. 

Αν έκανα μια ευχή για το 2023, θα ήταν να αποσυνδεθεί το φύλο μου από τον φόβο. Κι αυτό δεν προϋποθέτει μόνο αλλαγή νοοτροπίας αλλά και ετοιμότητα της πολιτείας, τη δημιουργία κατάλληλων δομών και υπηρεσιών, στις οποίες θα μπορεί να καταφύγει μια γυναίκα που νιώθει πως απειλείται. Στις περισσότερες περιπτώσεις γυναικοκτονιών ο δράστης ανήκει στο οικογενειακό περιβάλλον. Συχνά έχει εκφράσει τις βίαιες διαθέσεις του, πριν από τη δολοφονία. Η αστυνομία αδρανεί είτε εσκεμμένα είτε από απλή ανεπάρκεια. Τα θύματα προτιμούν να σιωπήσουν για να αποφύγουν τα αντίποινα. Πού μπορεί να απευθυνθεί μια σύντροφος/σύζυγος/μητέρα/αδελφή που βιώνει την επιθετικότητα μέσα στο σπίτι της; Είναι οι Αρχές κατάλληλα εκπαιδευμένες να χειρίζονται τόσο ευαίσθητες υποθέσεις; Υπάρχουν ξενώνες και στρατηγικές απομάκρυνσης γυναικών από επικίνδυνα περιβάλλοντα; 
Τέλος: Mαθαίνουν τα παιδιά στο σχολείο πόσο παρωχημένη είναι η έμφυλη βία; Εχει διεισδύσει στην ποπ κουλτούρα η αποκήρυξη της σεξιστικής συμπεριφοράς; Γαλουχούνται οι σημερινοί ανήλικοι με πιο ρευστές, ανεκτικές και συμπεριληπτικές ταυτότητες φύλου; Η εξάλειψη της βίας σε βάρος των γυναικών ξεκινάει με την απονομιμοποίηση της μάτσο κουλτούρας και μάλιστα σε μικρή ηλικία. Η αλλαγή θα προέλθει από τα μικρά παιδιά.

Η Αθήνα αλλάζει, αλλά πώς;

Του Νίκου Βατόπουλου

Ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας άφησαν κάποια έργα στην Αθήνα του 2022. Περισσότερο, όμως, η χρονιά που φεύγει μας κληροδότησε και μια σειρά από αναπάντητα ερωτήματα για το μέλλον της πρωτεύουσας.

Στη μεγάλη εικόνα έχουμε την έναρξη των εργασιών στο Ελληνικό, τη συζήτηση για τη μεταφορά υπουργείων στην ΠΥΡΚΑΛ στον Υμηττό και την παράδοση του κέντρου της Αθήνας στον τουρισμό, ένα θέμα σύνθετο με πολλές παραμέτρους. Θα αρκούσαν αυτά τα τρία μεγάλα θέματα για να μιλήσει κανείς ανεξάντλητα για τη ζωή στην Αθήνα τα επόμενα χρόνια. Αλλά και σε μικρότερη κλίμακα, έχουμε τις πρωτοβουλίες του Δήμου Αθηναίων για την ανάπλαση της κάτω πλευράς της πλατείας Συντάγματος, την έναρξη κάποιων εργασιών στην Πανεπιστημίου και τις εξαγγελίες για τα έργα στον λόφο του Στρέφη και στον Λυκαβηττό. Στον ιδιωτικό τομέα έχουμε αναπλάσεις κτιρίων κυρίως για ξενοδοχειακή χρήση (όπως το ιστορικό Μέγαρο Καλλιμασιώτη στη Μητροπόλεως που ανοίγει ως ξενοδοχείο με την επωνυμία Dolli από την Grecotel), καθώς και το ενδιαφέρον φαινόμενο ριζικής ανακατασκευής ολόκληρων κτιρίων γραφείων (και σε μικρότερο βαθμό πολυκατοικιών) των μεταπολεμικών δεκαετιών. Η Αθήνα σαφώς αλλάζει από μέσα.

Περιπτώσεις νεότερων μνημείων, όπως της οθωνικής οικίας Αντον Πρόκες φον Οστεν (μετέπειτα στέγη του Ελληνικού Ωδείου) στην οδό Φειδίου 3 και της μεσοπολεμικής πολυκατοικίας Παπαλεονάρδου στην Πατησίων 61 (όπου σε ένα διαμέρισμα έζησε για ένα διάστημα η Μαρία Κάλλας), ήρθαν στο φως της επικαιρότητας λόγω της εξαγγελθείσας αποκατάστασής τους (η πρώτη περίπτωση από το ΥΠΠΟΑ και η δεύτερη από τον Δήμο Αθηναίων μέσω της εταιρείας Ανάπλαση Αθήνας Α.Ε.). Ο Δήμος Αθηναίων ανακοίνωσε επίσης την επανεκκίνηση του σχεδίου δημιουργίας Μουσείου Μαρίας Κάλλας στο κτίριο της οδού Μητροπόλεως.

Πέραν όλων αυτών, που αναφέρονται ενδεικτικά για να ορίσουν ένα κλίμα, υπάρχουν βασικά θέματα που δεν αντιμετωπίζονται σε βάθος χρονικού ορίζοντα και απορρέουν από αυτές τις αποσπασματικές κινήσεις.

Συνοπτικά, οι επεμβάσεις στην Αθήνα δείχνουν πως:

α) Το κέντρο της πόλης έχει αφεθεί στον αυτόματο πιλότο μιας τουριστικής άνθησης που άγνωστο είναι αν θα έχει διάρκεια και βάθος.

β) Οι επενδύσεις στο παράκτιο μέτωπο ενισχύουν ένα μοντέλο ανάπτυξης που βασίζεται στην οικοδομή, στην ψυχαγωγία και στον πολυτελή τουρισμό. 

γ) Οι εξαγγελίες για απομάκρυνση των υπουργείων από το κέντρο αφήνουν πολλά κενά για το πώς θα αντισταθμιστεί αυτή η απουσία αλλά και για το ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην περιοχή που θα τα υποδεχθούν.

δ) Η ποιότητα ζωής σε μεγάλα κομμάτια της Αθήνας, ακόμη και στο κέντρο, παραμένει εξαιρετικά χαμηλή όσο δεν αντιμετωπίζονται τα ζητήματα παραβατικότητας και ασφάλειας. 

Εν κατακλείδι, απουσιάζει ένα υπόδειγμα που θα πείθει και θα εμπνέει, με ισορροπία ανάμεσα στον σχεδιασμό και στη φυσική ρύθμιση της ζωής. Το ζητούμενο είναι: επιστροφή κατοίκων στο κέντρο, μεικτές χρήσεις, τόνωση της επιχειρηματικότητας, καλλιέργεια ενός κοινωνικού υποδείγματος.

Αξιολόγηση από τη θεωρία στην πράξη

Του Απόστολου Λακασά

Κάθε φορά που ακούω για την πρόθεση ενός υπουργού Παιδείας να αξιολογηθούν οι 160.000 εκπαιδευτικοί των δημόσιων σχολείων δηλώνω τον θαυμασμό για τον ηρωισμό του. Του υπουργού τον ηρωισμό. Ή μήπως είναι ορθότερο να μιλήσουμε για πολιτικό δονκιχωτισμό;

Τα τελευταία σαράντα χρόνια έχουν κατατεθεί πέντε νόμοι (το 1985, το 1997, το 2002, το 2010 και το 2018) και ένα προεδρικό διάταγμα (το 2013) που αφορούσαν την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων ή και των εκπαιδευτικών. Τίποτε δεν εφαρμόστηκε. Γιατί; Λόγω των αντιδράσεων συνδικαλιστών και υπό τη σκιά του πολιτικού κόστους.

Γι’ αυτό η νυν ηγεσία του υπουργείου Παιδείας διακηρύττει με πολιτικό ενθουσιασμό ότι επί των ημερών της, με βάση νόμο που ψηφίστηκε το 2020, ξεκίνησε η αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, ενώ μέσα στο πρώτο τετράμηνο του 2023 εκκινεί η αξιολόγηση των καθηγητών. Είναι ένα βήμα, είναι όμως ουσιαστικό; Ακόμη και ψύχραιμοι «οπαδοί» της αξιολόγησης υποστηρίζουν πως λόγω των αντιδράσεων της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ και μεγάλης μερίδας εκπαιδευτικών, δεν έγινε ουσιαστική δουλειά παρά μονάχα εμπλουτίσθηκε η γραφειοκρατία. 

Και όμως, η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών της χώρας μας είναι πλέον ένα επιτακτικό και σαφώς ώριμο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας, σε μια εποχή που οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν δραστικά τον τρόπο της μάθησης διεθνώς. Την ίδια στιγμή, από το 2000 και έκτοτε η Ελλάδα πατώνει στους διεθνείς διαγωνισμούς του ΟΟΣΑ, στους οποίους αποτιμώνται οι επιδόσεις των μαθητών σε βασικές δεξιότητες, όπως η κατανόηση κειμένου και η ικανότητα των μαθητών να μην παπαγαλίζουν μόνο τη γνώση που παίρνουν στο σχολείο αλλά και να την εφαρμόζουν στην καθημερινότητά τους.

Η αισιοδοξία είναι δεκτή, άλλωστε δεν κοστίζει. Εντούτοις στη χώρα μας αποκτά χαρακτηριστικά «νεφελοθηρίας» όταν μιλούμε για αξιολόγηση δημοσίων υπηρεσιών και υπαλλήλων, δηλαδή όχι μόνο σχολείων και εκπαιδευτικών. Ο Eλληνας εμφανίζεται μονίμως να δυσανασχετεί όταν καλείται να στοιχηθεί πίσω από αξιολογικές νόρμες. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για το ελληνικό Δημόσιο, το οποίο όλοι θεωρούν ως την Εδέμ του εργαζομένου. 

Οι συμμετέχοντες στους επόμενους πίνακες του ΑΣΕΠ για μία θέση στα δημόσια σχολεία το 2023 εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τις 200.000, ενώ στον προσεχή διαγωνισμό του ανώτατου συμβουλίου για τις 5.124 θέσεις στο Δημόσιο δήλωσαν συμμετοχή 108.000 πτυχιούχοι ΑΕΙ. Οι νέες γενιές εργαζομένων που θα στελεχώσουν το Δημόσιο τροφοδοτούν την ελπίδα για αλλαγή κουλτούρας.

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT