ΤΕΜΠΗ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Η ροή των τραυματιών από τις διαλυμένες αμαξοστοιχίες στα Τέμπη είχε μόλις σταματήσει. Ξημερώματα Τετάρτης, στο υπόγειο του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, έφθαναν πλέον μόνο σάκοι με σορούς. Η ιατροδικαστής Ρουμπίνη Λεονταρή είχε προηγούμενη εμπειρία από μεγάλα δυστυχήματα. Τον Απρίλιο του 2003 είχε κληθεί μαζί με άλλους συναδέλφους της να διαχειριστεί τα θύματα τροχαίου στην ίδια περιοχή, όταν ένα φορτηγό που μετέφερε μελαμίνες συγκρούστηκε πλαγιομετωπικά με λεωφορείο στο οποίο επέβαιναν μαθητές. Τότε οι νεκροί ήταν 21. «Θεωρούσα ότι εκείνη θα ήταν η μεγαλύτερη μαζική καταστροφή, δεν περίμενα κάποια μέρα να την ξεπεράσουμε», λέει.
Η ιατροδικαστική υπηρεσία της Λάρισας αποτελείται από τρεις ιατροδικαστές και έναν νεκροτόμο. Μόνοι τους δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν σε τόσο μεγάλη πίεση. Σε συνεννόηση με το υπουργείο Δικαιοσύνης κρίθηκε απαραίτητη η ενίσχυσή τους. Εφθασαν συνάδελφοί τους από τη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και τη Λαμία. Από τις 4 τα ξημερώματα της Τετάρτης μέχρι και αργά χθες το βράδυ είχαν διενεργήσει νεκροτομία σε 43 σορούς. «Θα μέναμε στην υπηρεσία όσο χρειαζόταν, μέχρι να ολοκληρωθεί το έργο μας», λέει στην «Κ» η κ. Λεονταρή (φωτ. αριστερά), προϊσταμένη της ιατροδικαστικής υπηρεσίας στη Λάρισα, όταν τη συναντάμε στο νοσοκομείο. Φοράει μια πράσινη πλαστική ποδιά και το τηλέφωνό της χτυπάει ακατάπαυστα.
Εξηγεί ότι το πρωί της Πέμπτης έφθασαν άλλες πέντε σοροί. Οσο μιλάμε, όμως, την ενημερώνουν και για νέες αφίξεις, επτά συνολικά. Ο αριθμός των θυμάτων ανεβαίνει, καμία καταμέτρηση για την ώρα δεν μοιάζει ασφαλής, έστω οριστική. Η επόμενη στιγμή, η επόμενη κίνηση των τριών γερανοφόρων οχημάτων που ανασηκώνουν μάζες σιδερικών στο σημείο του δυστυχήματος μπορεί να αποκαλύψει ακόμη ένα δυσάρεστο εύρημα.
Η βροχή που πέφτει από το πρωί έχει λασπώσει τον χωματόδρομο όπου χάσκουν οι λαμαρίνες του επιβατικού τρένου και δυσχεραίνει τις έρευνες. Οι κάμερες των τηλεοπτικών συνεργείων έχουν λιγοστέψει εκεί, οι περισσότερες πλέον έχουν στηθεί έξω από το νοσοκομείο όπου καταφθάνουν οι σοροί και αναμένουν οι συγγενείς.
Το πρωτόκολλο
Η κ. Λεονταρή εξηγεί ότι βάσει πρωτοκόλλου οι ταυτοποιήσεις σορών αγνώστων στοιχείων γίνονται με ανάλυση DNA. Στο δυστύχημα του 2003 στα Τέμπη, όταν δεν ίσχυαν οι ίδιοι κανόνες, οι γονείς των μαθητών είχαν κληθεί σε οπτική αναγνώριση.
Μέχρι να φθάσει ειδικό συνεργείο από την Αθήνα και τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της Αστυνομίας για τη λήψη δειγμάτων γενετικού υλικού, η ιατροδικαστής ζήτησε από τέσσερα μέλη της Τροχαίας και της Ασφάλειας Λάρισας να συλλέξουν στοιχεία από τους οικείους των αγνοουμένων και τους έδωσε κατευθυντήριες οδηγίες. «Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να απαλύνουμε τον πόνο τους», είπε στους αστυνομικούς.
Οι συγγενείς συγκεντρώθηκαν στο αμφιθέατρο, στο ισόγειο του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, έναν όροφο πάνω από το νεκροτομείο. Ανά τετράδες έδιναν τα στοιχεία τους στους αστυνομικούς. Οπως περιγράφει η κ. Λεονταρή, τους ενημέρωναν για τους επιβάτες που αναζητούσαν, για το ύψος τους και το χρώμα των μαλλιών, εάν είχαν κάποιο τατουάζ που θα μπορούσε να αναγνωριστεί, εάν έφεραν πάνω τους κάποιο χαρακτηριστικό αντικείμενο, ίσως ένα μενταγιόν. Μέχρι να ξεκινήσει η λήψη DNA είχε γίνει αυτή η προεργασία.
Οι ηλικίες των θανόντων δεν πρέπει να ξεπερνούν τα 35 έτη, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ιατροδικαστών. Πολλές σοροί έφεραν εγκαύματα, κάποιες ήταν απανθρακωμένες…
Οι ηλικίες των θανόντων δεν πρέπει να ξεπερνούν τα 35 έτη. Πολλές σοροί έφεραν εγκαύματα, κάποιες ήταν απανθρακωμένες. Συνολικά 52 συγγενείς έδωσαν δείγμα γενετικού υλικού, ενώ κάθε παρτίδα που συλλεγόταν από τις σορούς και από τους οικείους τους έφευγε στην Αθήνα ανά τετράωρο για να ξεκινάει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα η διαδικασία ταυτοποίησης. Δείγμα DNA έχει ληφθεί και από ανθρώπινα μέλη που βρέθηκαν στο σημείο ώστε να διαπιστωθεί πού ανήκουν. Σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση της αστυνομίας, μετά το δυστύχημα δηλώθηκαν επίσημα ως αγνοούμενοι 56 επιβάτες από τους συγγενείς τους, και έχουν περισυλλεγεί 57 νεκροί, από τους οποίους μέχρι στιγμής έχουν ταυτοποιηθεί 24.
Στον σταθμό
Περίπου τρία χιλιόμετρα μακριά από το νοσοκομείο, στον άδειο από ταξιδιώτες σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, οι συνάδελφοι του σταθμάρχη ο οποίος έχει συλληφθεί για το δυστύχημα δεν επιθυμούν να μιλήσουν. Παραπέμπουν στον προϊστάμενό τους, κλειδούχο στην ειδικότητα, ο οποίος επίσης αρνείται να τοποθετηθεί για το συμβάν ή να περιγράψει τον τρόπο εργασίας τους.
Ο πραγματογνώμονας Φίλιππος Μπρέζας (φωτ. αριστερά), που έχει ασχοληθεί στο παρελθόν με ατυχήματα στο σιδηροδρομικό δίκτυο, μιλώντας στην «Κ» κάνει λόγο για σφάλμα που δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί. Παράλληλα επισημαίνει τα προβλήματα που υπάρχουν σχετικά με τη φωτοσήμανση στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Εξηγεί ακόμη ότι η μορφολογία της περιοχής έπαιξε ρόλο ως προς τις συνθήκες που επικράτησαν μετά την πρόσκρουση. Το επιβατικό τρένο έβγαινε από τούνελ, εάν υπήρχε καλύτερη ορατότητα έστω σε απόσταση ενός χιλιομέτρου ίσως θα γινόταν πέδηση από τους μηχανοδηγούς για να περιοριστεί κάπως η ταχύτητα. Δεν θα είχε αποφευχθεί η πρόσκρουση, αυτό βάσει όσων συνέβησαν μοιάζει αδύνατο, αλλά ίσως θα περιοριζόταν η σφοδρότητά της. Και ο ίδιος πάντως τονίζει ότι εάν το δυστύχημα είχε γίνει μέσα στο τούνελ, οι απώλειες θα ήταν μεγαλύτερες.
Η αναμονή
Πίσω στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, ψυχολόγοι, ψυχίατροι και κοινωνικοί λειτουργοί, με τα ονόματα και τις ιδιότητές τους γραμμένα σε αυτοκόλλητα στο πέτο τους, υποδέχονται τους συγγενείς που περίμεναν την ταυτοποίηση των θυμάτων. Βρίσκονται εκεί, διακριτικά, εάν κάποιος θελήσει να τους πλησιάσει για να μοιραστεί τις σκέψεις ή την απόγνωσή του. Το μεσημέρι της Πέμπτης οι συγγενείς ενημερώνονται ότι κάθε οικογένεια θα ειδοποιηθεί τηλεφωνικά για τη διαδικασία, μόλις βγουν τα αποτελέσματα των αναλύσεων. Τους εξηγούν ότι δεν υπάρχει λόγος να παραμένουν εκεί. Ο Λάζαρος Πορφυρίδης περιμένει να ενημερωθεί για την κόρη του. Ταξίδευε από Αθήνα για Θεσσαλονίκη μαζί με τον φίλο της. Ο πατέρας της αποκλείει να βρισκόταν η κόρη του στις πρώτες θέσεις. Σκέφτεται ότι μάλλον την ώρα της πρόσκρουσης μπορεί να ήταν στο κυλικείο της αμαξοστοιχίας, το οποίο κάηκε ολοσχερώς.
Η αναζήτηση του κ. Πορφυρίδη ξεκίνησε λίγες ώρες μετά το δυστύχημα, από τον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης. Μάταια περίμενε ότι κάποιος υπεύθυνος θα τους ενημέρωνε εκεί. Δεν υπήρχε κανένας, όπως λέει, μόνο δύο υπάλληλοι εταιρείας σεκιούριτι. Δεν γνώριζε κανείς πόσα λεωφορεία με διασωθέντες θα έφθαναν από τα Τέμπη στη Θεσσαλονίκη. Περίμενε για περίπου τρεις ώρες βλέποντας ένα προς ένα τα άτομα που κατέβαιναν, η κόρη του δεν βρισκόταν ανάμεσά τους. Δίστασε στις επόμενες κινήσεις του. Εάν έφευγε μήπως υπήρχε περίπτωση να φθάσει και άλλο λεωφορείο, θα ήταν ρίσκο να απομακρυνθεί; Κανείς δεν μπορούσε να του δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση.
Τελικά αποφάσισε να κατευθυνθεί στη Λάρισα. Σταμάτησε στην εθνική οδό, στο ύψος του δυστυχήματος, για να αντικρίσει από ψηλά την καταστροφή. Ακόμη και τώρα αναρωτιέται εάν θα έπρεπε να το είχε κάνει. «Είδα μια μάζα από σίδερα», λέει. «Μετά άρχισε ο Γολγοθάς. Ακόμα δεν ξέρω τι θα βρουν, αν έχει και άλλες σορούς το τρένο».
Παράλληλα με τις έρευνες ομάδων της Πυροσβεστικής για τους αγνοουμένους, αστυνομικοί είχαν αναλάβει να συγκεντρώσουν όλες τις βαλίτσες και τα προσωπικά είδη που είχαν απομείνει στα βαγόνια του τρένου. «Μας είπαν ότι τα έχουν μεταφέρει στο αστυνομικό τμήμα των Τεμπών και ότι μπορούμε να πάμε εκεί για να τα παραλάβουμε», λέει ο κ. Πορφυρίδης. «Μια ανάμνηση».
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr