Σε πρόσφατο άρθρο τους στην «Καθημερινή» (28/2), οι Τ. Γιαννίτσης και Σ. Θωμαδάκης στιγμάτισαν τα κόμματα γιατί δεν τοποθετούνται για όσα καθορίζουν το μέλλον μας, εστιάζοντας στα εφήμερα. Αυτό που δεν υπογράμμισαν είναι ότι οι κυβερνήσεις, με συγκεκριμένες πράξεις και παραλείψεις, προδιαγράφουν την εξέλιξή μας ως κράτος και ως κοινωνία.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Η επάνοδος του τουρισμού, η αύξηση της κινητικότητας σε διεθνείς ομάδες εύπορων κατηγοριών όπως οι συνταξιούχοι και η ανάπτυξη της τηλεργασίας, που καθιστά τους ψηφιακούς νομάδες προνομιακό εφαλτήριο ανάπτυξης, μας δίνει μια μοναδική ευκαιρία. Η Ελλάδα έχει (ακόμη – αλλά για πόσο;) να δώσει αυθεντικές εμπειρίες σε όσους θέλουν να γνωρίσουν μια χώρα που δεν έχει εμπορευματοποιηθεί πλήρως. Ισως γιατί στο παρελθόν οι αδειοδοτήσεις ήταν υπερβολικά δύσκολες, είχαμε κρατήσει μιαν ιδιότυπη ισορροπία μεταξύ του παρελθόντος μας και της ανάπτυξης. Οι πρόσφατες ρυθμίσεις αλλάζουν το τοπίο. Το ζήτημα πλέον τίθεται αμείλικτο: Ποια Ελλάδα θέλουμε; Αν π.χ. συνεχίσει η ΕΤΑΔ (Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου) να μισθώνει αδιακρίτως όλες τις παραλίες, πώς θα επηρεάσει αυτό την ελκυστικότητά μας στους ψηφιακούς νομάδες και πώς θα επηρεάσει την εμπειρία όσων είτε δεν θέλουν είτε δεν έχουν τα οικονομικά μέσα να χρησιμοποιούν ξαπλώστρες; Γενικότερα, πώς θα χωροθετήσουμε τις δραστηριότητες για να μπορέσουμε όχι μόνο να επιφέρουμε μιαν ισόρροπη και ισομοιρασμένη ανάπτυξη αλλά και να βοηθήσουμε την αειφορία; Mε δεδομένη την επερχόμενη περιβαλλοντική κρίση, πώς θα διαφυλάξουμε το περιβάλλον που κληρονομήσαμε και οφείλουμε να κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας;
Ολα αυτά θα έπρεπε να είναι στο επίκεντρο της συζήτησης. Το μέγα ζήτημα είναι το πώς σταθμίζουμε την προστασία του περιβάλλοντος που τροφοδοτεί την ατμομηχανή της οικονομίας μας – τον τουρισμό και τη διαβίωση ξένων στην Ελλάδα. Δυστυχώς, τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση αδιαφορούν για αυτό το θέμα. Μερικές φορές οι αποφάσεις λαμβάνονται χωρίς να υπάρχει συναίσθηση των επιπτώσεων, και το μέλλον μας ορίζουν όσοι καλόβουλα ή υστερόβουλα προωθούν τις ιδέες ή τα συμφέροντά τους. Πάρτε για παράδειγμα τις διαβουλεύσεις για τo Natura, που γίνονται με μεγάλη καθυστέρηση και μόνο υπό την πίεση της Ε.Ε., η οποία μας έχει καταδικάσει για τη μη εφαρμογή του.
Στην Κέα, όπου έχω παρακολουθήσει τη διαδικασία, και όπου η περιοχή Natura αποτελεί μεγάλο τμήμα του νησιού, οι μελετητές προτείνουν δρακόντειο περιορισμό των τοπικών δραστηριοτήτων, αλλά προκρίνουν «ξενοδοχεία 150 κλινών» σε μέρη που δεν έχουν ούτε υποδομή ούτε κλίμακα να δεχθούν τέτοια τουριστικά μεγαθήρια, που απουσιάζουν ακόμη και στις πιο τουριστικές περιοχές του νησιού. Αντί να προκρίνει μόνο μονάδες μέχρι 20 κλίνες για την υποστήριξη του αγροτουρισμού και τη διασύνδεση με την πρωτογενή παραγωγή, προτρέπει τους ντόπιους να βρουν κάποιο μεγαλοξενοδόχο προκειμένου να πουλήσουν τη γη τους και να φύγουν από τον τόπο τους.
Η Ελλάδα έχει (ακόμη – αλλά για πόσο;) να δώσει αυθεντικές εμπειρίες σε όσους θέλουν να γνωρίσουν μια χώρα που δεν έχει εμπορευματοποιηθεί πλήρως.
Τέτοιο μέλλον θέλουμε; Και αν όχι, γιατί δεν κοιτάμε διεξοδικά τι πραγματικά επιθυμούμε και πώς θα το επιτύχουμε; Οι μελέτες για τα τοπικά χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια, που θα έπρεπε να θέσουν όρια για το τι είναι επιτρεπτό και τι όχι, έχουν επιμελώς παραγκωνιστεί επί δεκαετίες, και μόνο το ΣτΕ έχει μείνει να υπερασπίζεται τα δικαιώματα των πολιτών και το περιβάλλον.
Ακόμη χειρότερα, η κυβέρνηση δοκιμάζει να περάσει τεράστιας εμβέλειας νομοσχέδιο για το περιβάλλον χωρίς πραγματική συζήτηση. Αντί αυτό να είναι προϊόν ευρύτατης διαβούλευσης για το μέλλον που θέλουμε, χρησιμοποιούνται διαδικασίες-αστραπή. Το συγκεκριμένο σχέδιο, που η «Καθημερινή» καταδίκασε απερίφραστα την Τρίτη 14/3 ζητώντας να αποσυρθεί, ανοίγει παράθυρα και πόρτες, επιτρέπει σε όποιον έχει την οικονομική επιφάνεια να αποκαλεί μια επένδυση «στρατηγική» να κατακερματίζει την ύπαιθρο, να ανοίγει δρόμους, εξουσιοδοτεί τον εκάστοτε υπουργό Περιβάλλοντος να αλλάζει κατά το δοκούν όρια οικισμών και να αλλάζει άρδην την προστασία περιοχών Natura. Τι κι αν το ΣτΕ σε πολλές πρόσφατες αποφάσεις έχει δείξει ότι δεν θα διστάσει να ακυρώσει τα «παράθυρα» που τελικά καταρρακώνουν το περιβάλλον και δεν ακολουθούν την προβλεπόμενη διαδικασία; Η ανασφάλεια δικαίου που θα επιφέρει ένας τέτοιος νόμος θα επιτρέψει σε όσους ξέρουν να εκμεταλλεύονται «παράθυρα», όσο αυτά είναι ανοικτά, να δράσουν. Επιβραβεύει τη χειρότερη μορφή επιχειρηματικότητας, υπονομεύοντας το περιβάλλον, όπως αναφέρουν σε κοινή δραματική ανακοίνωση οι μεγάλοι περιβαλλοντικοί οργανισμοί. Με δεδομένο το έλλειμμα εμπιστοσύνης που επέφερε η τραγωδία στα Τέμπη, αυτό είναι μια ανεξήγητη πολιτική (εκτός από στρατηγική) αυτοχειρία, μιας και επιβεβαιώνει ότι οι πολιτικοί ενδιαφέρονται να εξυπηρετήσουν και όχι να διοικήσουν μεθοδικά και αμερόληπτα.
Το μέλλον μας αξίζει περισσότερη προσοχή. Μια κυβέρνηση που επιτρέπει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος είναι μια κυβέρνηση εθνικά επιζήμια. Εάν ο πρωθυπουργός δεν ανακρούσει πρύμναν έστω και την ύστατη αυτή στιγμή ανακαλώντας το νομοσχέδιο, δεν θα πρέπει να ξαφνιαστεί εάν, παρ’ όλη την πρόοδο σε άλλους τομείς, απολέσει την υποστήριξη μέρους του κεντρώου μεταρρυθμιστικού χώρου που τον έφερε στην εξουσία.
Ο κ. Μιχαήλ Γ. Ιακωβίδης (www.jacobides.com) κατέχει την έδρα Sir Donald Gordon Chair Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας στο London Business School, όπου είναι καθηγητής Στρατηγικής. Είναι σύμβουλος στρατηγικής στην Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr