Κλεισμένοι σε σπίτια στα οποία τα εφόδια τελειώνουν, εγκλωβισμένοι σε μια χώρα που μέρα με τη μέρα απομονώνεται διπλωματικά και βουλιάζει υπό το βάρος μιας σφοδρής εμφύλιας σύγκρουσης, βρίσκονται ακόμα δεκάδες ομογενείς στο Σουδάν. «Είμαστε ήδη οχτώ μέρες στο σπίτι, τη στιγμή που οι αδελφές μου βρίσκονται εγκλωβισμένες στο κτίριο της Μητρόπολης», περιγράφει στην «Κ» η Σ.Κ. (σ.σ. τα στοιχεία της στη διάθεση της εφημερίδας), ομογενής από το Χαρτούμ. «Μας χωρίζουν λίγα χιλιόμετρα, αλλά δεν μπορούμε να έχουμε σταθερή επικοινωνία». Οι συνεχείς διακοπές ρεύματος καθιστούν άθλο τη φόρτιση του κινητού, το Ιντερνετ πέφτει συνεχώς, ενώ πρόβλημα είναι και η «φόρτωση» των κινητών με μονάδες, καθώς όλα τα καταστήματα είναι κλειστά. «Ουσιαστικά μιλάμε πολύ λίγο με τους δικούς μας, για να επιβεβαιώσουμε μόνο ότι είμαστε όλοι καλά».
Το «καλά», βέβαια, είναι σχετικό. «Στη συνοικία μας σκότωσαν χθες τρία άτομα». Η Σ.Κ. είχε βρεθεί πολιορκημένη για ένα 24ωρο στο νοσοκομείο, όπου εργάζεται ως γιατρός. «Είχα 24ωρη εφημερία τη Μ. Παρασκευή», θυμάται, «το Μ. Σάββατο ετοιμαζόμουν να γυρίσω στο σπίτι μου, είχαν όμως, στο μεταξύ, ξεσπάσει εχθροπραξίες». Ενα από τα πρώτα –πιθανότατα– θύματα του εμφυλίου ήταν μια έγκυος γυναίκα που μετέβαινε στο νοσοκομείο για το καθιερωμένο τσεκάπ. «Την πυροβόλησαν και σκοτώθηκε επιτόπου», διηγείται στην «Κ» συγκλονισμένη, «το έμβρυο το κρατήσαμε για λίγο στη ζωή, αλλά υπέκυψε έπειτα από κάποιες ώρες». Η νεαρή γιατρός, κρίνοντας ότι η μετακίνησή της ήταν επισφαλής, περίμενε μέχρι να ξημερώσει η επόμενη ημέρα για να επιστρέψει «μετά φόβου Θεού» στο πατρικό της. Εκτοτε παραμένει στο σπίτι της, όπως και οι περισσότεροι συνάδελφοί της. «Εχουν ανακοινώσει ότι κάποια συγκεκριμένα νοσοκομεία λειτουργούν, όμως δεν είμαι σίγουρη κατά πόσον αυτό ισχύει, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν και τα απαραίτητα αναλώσιμα για ιατρικές πράξεις» και «πολλοί τραυματίες πρέπει να περιθάλπονται στα σπίτια τους».
«Είμαστε ομογενείς από μητέρα και πατέρα Ελληνα, είμαστε τρεις γενιές εδώ»· αλλά δεν διαθέτουν ελληνικό διαβατήριο.
Η ίδια αγωνιά περισσότερο για τις αδελφές της, που έφυγαν το Μ. Σάββατο για να παρακολουθήσουν τη λειτουργία και έκτοτε έμειναν εκεί για λόγους ασφαλείας. «Η Μητρόπολη βρίσκεται στο πιο κεντρικό σημείο της πόλης, το οποίο σφυροκοπείται χωρίς έλεος». Στον ναό και υπό την προστασία του Μητροπολίτη Νουβίας έχουν βρει «άσυλο» συνολικά πάνω από δεκαπέντε άτομα. Αρχικά αξιοποιώντας τα αποθέματα που υπήρχαν για το γιορτινό τραπέζι του Πάσχα, που δεν έγινε ποτέ· εδώ και αρκετές μέρες, όμως, ο κλοιός έχει σφίξει και για τους ικέτες της Μητρόπολης, οι οποίοι κρατούν επαφή με τον έξω κόσμο χάρη σε μια γεννήτρια. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, συζητούνται συνεχώς σχέδια εκκένωσης της ελληνορθόδοξης εκκλησίας. Ωστόσο, η απόπειρα απεγκλωβισμού που έγινε προ ημερών ακυρώθηκε στα πρώτα μόλις βήματα, καθώς άρχισαν να πέφτουν «βροχή» οι πυροβολισμοί.
«Είμαστε ομογενείς από μητέρα και πατέρα Ελληνα, είμαστε τρεις γενιές εδώ», τονίζει η νεαρή γιατρός σε άπταιστα ελληνικά, «έχουμε όλα τα αδέλφια τελειώσει το ελληνικό σχολείο». Δεν διαθέτουν, όμως, ελληνικό διαβατήριο. «Πριν από δύο χρόνια πήγαμε στο προξενείο για να κινήσουμε τη διαδικασία απόκτησης της ελληνικής υπηκοότητας, τότε μας είχαν πει ότι είναι δύσκολο, ότι θα έπρεπε να πάμε στην Αθήνα».
Στη μνήμη της Σ.Κ. δεν έχει εγγραφεί ανάλογης έντασης και διάρκειας ένοπλη σύγκρουση στο Χαρτούμ, ο 50χρονος Α.Τ., ωστόσο, έχει ήδη βιώσει πέντε ανάλογες κρίσεις – με αυτή να είναι η πιο δριμεία. «Νιώθω πως ζούμε τις συνέπειες μιας προσωπικής βεντέτας, αν δεν επικρατήσει σαφώς μια πλευρά, δεν πρόκειται να σταματήσουν», αναφέρει τηλεφωνικά στην «Κ» μια μέρα που κατόρθωσε να έχει επαρκές Ιντερνετ, καθώς στη γειτονιά του, δίπλα στο σουδανικό πεντάγωνο, οι μάχες δεν παύουν ούτε στιγμή. «Εριξαν και στη γεννήτρια και στα μπιτόνια με τα καύσιμα, έχουν γαζώσει κυριολεκτικά το αυτοκίνητό μου, οι σφαίρες πέρασαν ξυστά από το ντεπόζιτο, από θαύμα γλιτώσαμε μια ισχυρή έκρηξη», περιέγραψε μέσω βιντεοκλήσης προχθές στην «Κ», υποδεικνύοντας τις τρύπες στους τοίχους και τις ζημιές από τη ρίψη όλμου στον κήπο του σπιτιού του. Στο βάθος ηχούσαν συνεχείς πυροβολισμοί. Ο 50χρονος δεν είχε κρύψει την επιθυμία του να φύγει από την εν λόγω δυστοπική πραγματικότητα – αν θα το κατορθώσει, ουδείς γνωρίζει. Το τηλέφωνό του παραμένει τις τελευ-ταίες 24 ώρες ανενεργό.