Δεν είχε ακόμη ακούσει το κροτάλισμα των πυροβόλων όταν το πρωί του Σαββάτου, 15 Απριλίου, οι συνάδελφοί της χτύπησαν την πόρτα του δωματίου της στον ημιώροφο του ξενώνα των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, στο Χαρτούμ. Επρεπε να βρεθούν σε ασφαλή χώρο, αμέσως. Κατεβαίνοντας προς το υπόγειο καταφύγιο, αντιλήφθηκε για πρώτη φορά τους ήχους της εμφύλιας σύρραξης που μόλις είχε ξεσπάσει. Η ψυχολόγος Γλυκερία Κουκουλιάτα θα παρέμενε εκεί για ημέρες, εγκλωβισμένη μαζί με άλλα μέλη της ανθρωπιστικής οργάνωσης, μέχρι να κοπάσει το σφυροκόπημα των εχθροπραξιών.
«Τους πυροβολισμούς και τους βομβαρδισμούς από ένα σημείο και μετά κάπως τους συνηθίζεις. Δεν μπορείς αρχικά να κοιμηθείς, καταφέρνεις κάποια στιγμή να κλείσεις τα μάτια σου και μετά τα όπλα σε ξυπνούν και πάλι. Το αυτί, όμως, εξοικειώνεται», λέει στην «Κ» η κ. Κουκουλιάτα, η οποία επέστρεψε στην Ελλάδα στις 28 Απριλίου. «Αυτό που δεν συνηθίζεται είναι ο ήχος από τις εναέριες επιδρομές. Τις τελευταίες τρεις ημέρες πριν από τη μετακίνησή μας είχαν γίνει πιο συχνές. Η μόνη σκέψη που μου ερχόταν όποτε περνούσαν τα αεροπλάνα ήταν μήπως θα ήμασταν και εμείς μια παράπλευρη απώλεια».
Το βάπτισμα του πυρός
Αυτή η αποστολή στην Αφρική ήταν το βάπτισμα του πυρός για την Ελληνίδα ψυχολόγο. Στο παρελθόν είχε εργαστεί με άλλες οργανώσεις για το προσφυγικό και στα τέλη Φεβρουαρίου ταξίδεψε στο Σουδάν. Ως μέλος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, έπρεπε να εποπτεύσει και να υποστηρίξει τη δουλειά που έκαναν ειδικοί ψυχικής υγείας της οργάνωσης στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της πόλης Ελ Τζενίνα. Εκεί η οργάνωση διαχειριζόταν τα παιδιατρικά τμήματα και τα επισιτιστικά κέντρα εσωτερικών ασθενών, τα μέτρα ελέγχου πρόληψης λοιμώξεων, καθώς και τις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης, προτού ξεσπάσουν οι μάχες. Το ένα τρίτο του πληθυσμού στο Σουδάν είχε ήδη κριθεί επισιτιστικά ανασφαλές και η κατάσταση τώρα αναμένεται να επιδεινωθεί.
Οι συγκρούσεις μεταξύ των σουδανικών ενόπλων δυνάμεων και των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης βρήκαν στο Χαρτούμ την κ. Κουκουλιάτα και άλλους εργαζομένους της οργάνωσης. Καθηλώθηκαν στο υπόγειο καταφύγιο, με στρώματα στο πάτωμα και αποθέματα τροφής που θα τους έφταναν τουλάχιστον για δέκα ημέρες. Κατανάλωναν με φειδώ τις προμήθειες, γιατί δεν ήξεραν πόσο θα παραμείνουν έγκλειστοι. Για καλή τους τύχη μπορούσαν επί μία εβδομάδα να συνδεθούν στο Διαδίκτυο. Η κ. Κουκουλιάτα επικοινωνούσε με συγγενείς και φίλους στην Ελλάδα, καθώς και με το τμήμα της οργάνωσης στην Αθήνα. Ανέμεναν ένα παράθυρο ευκαιρίας για να μπορέσουν να απεγκλωβιστούν. Οσο οι αντιμαχόμενες πλευρές δεν τηρούσαν τις συμφωνίες για εκεχειρία, τα μέλη της οργάνωσης δεν είχαν περιθώριο διαφυγής.
Οι πρώτες ώρες των συγκρούσεων ήταν χαοτικές. Σύμφωνα με ανακοινώσεις των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, νοσοκομεία στο Βόρειο Νταρφούρ είχαν αναγκαστεί να κλείσουν είτε λόγω της εγγύτητας στις μάχες είτε εξαιτίας της αδυναμίας του προσωπικού να τα προσεγγίσει. Στον ενάμιση μήνα που είχε συμπληρώσει η κ. Κουκουλιάτα στο Σουδάν, λέει ότι δεν είχε αισθανθεί ανασφαλής. Ακόμη και το βράδυ πριν από τις εχθροπραξίες είχαν δειπνήσει με άλλα μέλη της ομάδας σε εμπορικό κέντρο του Χαρτούμ. Ηταν η περίοδος του Ραμαζανιού, με τη δύση του ηλίου κυκλοφορούσε περισσότερος κόσμος στους δρόμους και όπως θυμάται, δεν υπήρχε κάτι που να προμήνυε τι θα ακολουθούσε με το ξημέρωμα.
Στο καταφύγιο βρίσκονταν και συνάδελφοί της στην οργάνωση που είχαν εμπειρίες από άλλες ταραγμένες γωνιές του πλανήτη και προσπαθούσαν να την καθησυχάσουν. «Την πρώτη ημέρα υπήρχε φόβος, αγωνία, ανασφάλεια· μετά, έδωσαν τη θέση τους στην απογοήτευση. Σκέφτεσαι πόσες ακόμη ημέρες θα μπορέσουμε να μείνουμε εδώ», σημειώνει. «Ολοι οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αντίστοιχες αποστολές είναι προετοιμασμένοι για ανάλογες περιστάσεις. Αν και ήταν η πρώτη μου αποστολή, ήμουν αρκετά ψύχραιμη και είχα μεγάλη εμπιστοσύνη στην ομάδα, ότι θα κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για την ασφάλειά μας».
«Ο θόρυβος αντηχούσε στο δωμάτιο, οι τοίχοι και τα μικρά παράθυρα έτρεμαν. Ο ήχος της σιωπής συχνά ακολουθούσε μια έκρηξη, που ποτέ δεν κρατούσε πολύ», ανέφερε σε γραπτή μαρτυρία της, κατά την πέμπτη ημέρα της παραμονής τους στο καταφύγιο, η Καμίλ Μαρκίς, υπεύθυνη Συνηγορίας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Σουδάν.
Την ένατη ημέρα μετά την έναρξη των συγκρούσεων μετακινήθηκαν με βανάκια σε πιο ασφαλές μέρος του Σουδάν και έπειτα μεταφέρθηκαν από την οργάνωση σε γειτονική χώρα. Η αποστολή της κ. Κουκουλιάτα επρόκειτο να διαρκέσει έξι μήνες και η ίδια ήθελε να ζητήσει παράταση για ακόμη ένα μήνα. Για την ώρα δεν φαντάζει πιθανή η επιστροφή της. Η οργάνωση έχει στελεχώσει άλλες ομάδες εκτάκτου ανάγκης για να παράσχουν στον πληθυσμό του Σουδάν τις υπηρεσίες τους όποτε κριθεί εφικτό.
«Ακόμη εκεί το μυαλό μου»
Σύμφωνα με ανακοινώσεις των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, τμήματα του πανεπιστημιακού νοσοκομείου στην Ελ Τζενίνα λεηλατήθηκαν, ενώ υπήρξαν και αναφορές για καταστροφές και πυρπόληση περιουσιών στην πόλη. «Το μυαλό μου είναι ακόμη στο Σουδάν», τονίζει η κ. Κουκουλιάτα. «Σκέφτομαι τους κατοίκους, τους συναδέλφους, τους ασθενείς που έμειναν πίσω».