Οταν οι φλόγες κατάπιαν το Μινιόν

Μια ανεξιχνίαστη τρομοκρατική ενέργεια

6' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ξημερώματα 19ης ∆εκεμβρίου 1980, ο υπάλληλος του λογιστηρίου που είχε ξεμείνει στο γραφείο του τρίτου ορόφου στο πολυκατάστημα Μινιόν, διευθετώντας υποχρεώσεις των γιορτών, αντιλαμβάνεται τους πρώτους καπνούς. Την ίδια ώρα, στις 3.10, ο φύλακας που βρισκόταν στο ισόγειο του «Κατράντζου» μυρίζει την επικείμενη καταστροφή. Εχει ξεσπάσει φωτιά και εκεί. Ανεβαίνει με το ασανσέρ στον τέταρτο όροφο, αλλά μόλις ανοίγει η πόρτα πνίγεται από τις αναθυμιάσεις. Καταφέρνει να φθάσει στο ισόγειο, τα τηλέφωνα είναι νεκρά. Βγαίνει στον δρόμο και καλεί σε βοήθεια. Δύο εμβληματικά, δημοφιλή καταστήματα στην καρδιά της Αθήνας παραδίνονται στις φλόγες.

Ο πρόεδρος της Μινιόν Α.Ε., Γιάννης Γεωργακάς, είναι ένας από τους πρώτους που φθάνουν στο σημείο της καταστροφής, στην οδό Πατησίων. Δημοσιογράφοι τον κυκλώνουν. «Η αρχική εστία ήταν στον 5ο και στον 6ο όροφο», λέει στις πρώτες του δηλώσεις. «Δεν είναι τυχαίο, αφού εκεί βρίσκονται τα πλαστικά είδη και οι κουρτίνες. Η μετάδοση ήταν αστραπιαία».

Οι πυροσβεστικές δυνάμεις που καταφθάνουν από Αθήνα, Πειραιά και Ελευσίνα αδυνατούν να τιθασεύσουν τις φλόγες. Πρέπει ταυτόχρονα να διασπαστούν σε δύο μέτωπα, το έργο τους δεν είναι εύκολο. Η έλλειψη χωρισμάτων στους ορόφους, τα εύφλεκτα υλικά, αλλά και, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής, η απουσία συνολικού συστήματος πυρασφάλειας με ρίψη νερού στα χιλιάδες τετραγωνικά του πολυκαταστήματος επιτρέπουν στη φωτιά να δράσει ανενόχλητη μέχρι το πρωί.

Ο Γεωργακάς εξηγεί στους δημοσιογράφους ότι με τις προσπάθειες των πυροσβεστών τουλάχιστον απομονώθηκαν εγκαίρως οι κάτω όροφοι του Μινιόν και οι φλόγες δεν ταξίδεψαν μέχρι το υπόγειο, όπου φυλάσσονταν τα αποθέματα πετρελαίου. Δύο ημέρες νωρίτερα το πολυκατάστημα είχε εφοδιαστεί με 28 τόνους. Επιτόπου καταφθάνει και ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης. Κάνει λόγο για «μεγάλη καταστροφή» και αναφέρει ότι η ελληνική πολιτεία θα σταθεί στο πλευρό των πληγέντων. Από τις πρώτες του δηλώσεις ο Γεωργακάς αφήνει υπόνοιες για εμπρησμό και στηρίζει τους δύο φύλακες. Λέει ότι είναι της «απολύτου εμπιστοσύνης» του, μάλιστα ένας εξ αυτών είναι και πρώτος του ξάδελφος. Είναι τόση η ένταση της φωτιάς που στο Μινιόν μένει ανέπαφος μόνο ο σκελετός του. Ο «Κατράντζος» καταρρέει σηκώνοντας σύννεφο σκόνης στη συμβολή των οδών Σταδίου και Αιόλου.

Οταν οι φλόγες κατάπιαν το Μινιόν-1
Το κουφάρι του «Κατράντζου» την επομένη το πρωί. Τα μέλη της Επαναστατικής Οργάνωσης Οκτώβρης ’80 δεν εντοπίστηκαν ποτέ.

Οι εμπρησμοί συνεχίστηκαν παρά τα μέτρα προστασίας

Η καταστροφή μονοπωλεί τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Οι συντάκτες της εποχής επισημαίνουν ως ύποπτο στοιχείο το σχεδόν ταυτόχρονο ξέσπασμα των δύο πυρκαγιών, κάνουν λόγο για «σαμποτάζ», «κόλαση εκρήξεων» και «τρομοκρατική ενέργεια». Η «Καθημερινή» στις 20 Δεκεμβρίου 1980 γράφει ότι «σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η φωτιά προκλήθηκε από ωρολογιακές εμπρηστικές βόμβες που είχαν τοποθετήσει οι δράστες στους υψηλότερους ορόφους των καταστημάτων. Επέλεξαν τμήματα στα οποία υπήρχαν εύφλεκτα υλικά, όπως πλαστικά, υφάσματα, ενώ η έναρξη της πυρκαγιάς στους υψηλότερους ορόφους και ταυτόχρονα στα δύο καταστήματα δυσχέραινε αποτελεσματικότερη επέμβαση της Πυροσβεστικής». Την ευθύνη για τους εμπρησμούς αναλαμβάνει με επιστολή της η πρωτοεμφανιζόμενη Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης ’80, αποσχισθείσα από τον Επαναστατικό Λαϊκό Αγώνα. «Τα καταστήματα – επιχειρήσεις έχουν στις αποθήκες τους, στις βιτρίνες τους και στους χώρους τους γενικά συγκεντρωμένα χιλιάδες – εκατομμύρια προϊόντα, που άλλα είναι χρήσιμα και απαραίτητα για τις ανάγκες των προλετάριων και όλων των εκμεταλλευόμενων, άλλα είναι άχρηστα και περιττά, που τα επιβάλλουν όμως σαν αναγκαία», έγραφαν οι συντάκτες της μακροσκελούς επιστολής που είχε δημοσιευτεί τότε στον Τύπο.

Οι δράστες δεν βρέθηκαν ποτέ και η υπόθεση παραμένει μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστη. Στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών είχαν προσαχθεί τις επόμενες ημέρες διάφοροι ύποπτοι, αλλά οι έρευνες έπεσαν στο κενό. Από την αυτοψία δεν προέκυψε κάποιο χρήσιμο στοιχείο. «Η έκταση που έλαβαν οι δύο πυρκαγιές σε λίγα μόνο λεπτά και οι καταστροφές που προξενήθηκαν απέδειξαν ότι είχαν μελετήσει με κάθε λεπτομέρεια τις ταυτόχρονες δύο επιθέσεις και τα ευπαθή σημεία των δύο καταστημάτων», έγραφε για τους άγνωστους δράστες η «Κ».

Οι αστυνομικές αρχές ανακοίνωσαν ότι θα λάβουν έκτακτα μέτρα για την προστασία όλων των μεγάλων καταστημάτων της πόλης. Οτιδήποτε κι αν έγινε, όμως, φάνηκε πως ήταν πρόσκαιρο. Ακολούθησαν, μήνες αργότερα, και άλλα χτυπήματα στο λιανικό εμπόριο με την ταυτόχρονη πυρπόληση των πολυκαταστημάτων «Κλαουδάτος» και Ατενέ, τον Ιούνιο του 1981. Το ίδιο έτος, νέες πυρκαγιές εκδηλώθηκαν στον «Δραγώνα» και στο πολυκατάστημα «Λαμπρόπουλος» στον Πειραιά. Οι ζημιές στο κατάστημα του Πειραιά υπολογίστηκαν σε 250 εκατ. δραχμές. Μάλιστα το κτίριο βρισκόταν ακριβώς απέναντι από εκείνο της Αστυνομικής Διεύθυνσης και τα χώριζε ένας δρόμος πλάτους οκτώ μέτρων. Οι ζημιές στο Μινιόν εκτιμήθηκαν σε 2 δισ. δραχμές. Αποκαταστάθηκαν με δάνεια και σχετικά σύντομα το πολυκατάστημα επαναλειτούργησε, χωρίς όμως να καταφέρει να ορθοποδήσει. Το 1983, λόγω των υπέρογκων χρεών, κρατικοποιήθηκε και εντάχθηκε στις «προβληματικές επιχειρήσεις». Νέος ιδιοκτήτης του πλέον ήταν ο Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ). Με τα χρόνια, όμως, η εικόνα της αγοράς είχε πλέον αλλάξει. Το 1991 ο ΟΑΕ προκήρυξε διαγωνισμό για να ιδιωτικοποιηθεί το πολυκατάστημα. Εκτοτε άλλαξε αρκετά χέρια, αδυνατούσε όμως να ανταγωνιστεί άλλα καταστήματα, δεν παρουσίαζε κέρδη και έβαλε οριστικά λουκέτο το 1998.

Ο Γεωργακάς, μιλώντας εκείνη τη χρονιά στην «Κ», έκανε μια αναδρομή στη νύχτα που οι φλόγες κατάπιαν ολοσχερώς τους κόπους του. «Στεκόμουν όρθιος, εκεί στο πεζοδρόμιο, σαν το δέντρο που κεραυνοβολήθηκε. Κοιτούσα την καταστροφή. “Τώρα τι θα κάνεις;” με ρωτούσαν. “Θα το ξαναφτιάξω, με τους ανθρώπους μου, την οργάνωσή μου, με την αγάπη του κόσμου, με τα νύχια μου…” απαντούσα». Δεν τα κατάφερε.

Οταν οι φλόγες κατάπιαν το Μινιόν-2
Το εμβληματικό Μινιόν ήταν ένα από τα τοπόσημα της πρωτεύουσας. 

Οταν οι φλόγες κατάπιαν το Μινιόν-3
Μετά την πυρκαγιά δεν μπόρεσε να ορθοποδήσει.

Από το περίπτερο του 1934 στο καινοτόμο πολυκατάστημα

Το Μινιόν ιδρύθηκε το 1934 ως περίπτερο και πέντε χρόνια αργότερα μετατράπηκε σε κατάστημα. Σε αφιέρωμα της «Καθημερινής» είχαν φιλοξενηθεί δηλώσεις του Γεωργακά για το ξεκίνημά του: «Εκείνα τα χρόνια ο κόσμος αγόραζε τα τσιγάρα και τα ξυραφάκια του χύμα. Το περιζήτητο ξυραφάκι Radium πουλιόταν στα περίπτερα, η κάθε λάμα του προς τρεις δραχμές. Αρχίσαμε να πουλάμε ένα πακετάκι με δέκα λάμες προς 20 δραχμές. Για τον κόσμο, και ειδικά τον φτωχό, αυτό ήταν μια σπουδαία οικονομία. Εμείς όμως είχαμε χίλια δίφραγκα κέρδη την ημέρα».

Το 1945 το Μινιόν μεταφέρθηκε στη γωνία των οδών Σατωβριάνδου και Πατησίων και εξελίχθηκε με διαδοχικές επεκτάσεις σε πολυκατάστημα. «Ολοι έλεγαν πως η Πατησίων δεν είναι για τα εμπορικά και πως γρήγορα θα σπάγαμε τα μούτρα μας… Εμείς όμως τολμήσαμε», είχε τονίσει ο δημιουργός του. Από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα είχε πάνω από 120.000 είδη εμπορευμάτων και ανά περιόδους περισσότερα από 1.000 άτομα προσωπικό. Τη δεκαετία του ’70 κατετάγη ενδέκατο στην Ευρώπη βάσει των πωλήσεών του έχοντας ετήσιο κύκλο εργασιών ενός δισεκατομμυρίου δραχμών. Το 1976 κέρδισε το χρυσό βραβείο στον 31ο Διαγωνισμό Διαφήμισης και Προβολής της Διεθνούς Eνωσης Μεγάλων Καταστημάτων, για μια καμπάνια που είχε κάνει σχετικά με σχολικά είδη.

Οταν οι φλόγες κατάπιαν το Μινιόν-4
20 Δεκεμβρίου 1980. Η καταστροφή των δύο πολυκαταστημάτων από τους «εμπρηστές της δημοκρατίας» στην πρώτη σελίδα της «Κ».

Στο αποκορύφωμα της δόξας του, πριν από την καταστροφική πυρκαγιά, καταλάμβανε τρία τετράγωνα και δέκα συνενωμένα κτίρια. Υπήρξε ένα από τα τοπόσημα της Αθήνας από τα πρώτα κιόλας χρόνια λειτουργίας του, ταυτισμένο με τον νέο τρόπο ζωής και τις καταναλωτικές συνήθειες που σταδιακά καθιερώθηκαν στη μεταπολεμική Ελλάδα. Κατήργησε τα παζάρια, καθιέρωσε τις ετήσιες εκπτώσεις (γνωστές και ως το «ξεπούλημα του Μινιόν»), ήταν το πρώτο που εξοπλίστηκε με εσωτερικές κυλιόμενες σκάλες (αργότερα τοποθετήθηκαν και στην πλατεία Ομονοίας) καθώς και με κλιματισμό. Ακόμη εισήγαγε τη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, αμέσως μετά τις τράπεζες. Οι υπάλληλοί του περνούσαν από ειδική εκπαίδευση και σεμινάρια. Στους χώρους του λειτουργούσαν κομμωτήριο, εστιατόριο και μπαρ. Την περίοδο των Χριστουγέννων, οικογένειες συνέρρεαν στο πολυκατάστημα με τα παιδιά τους για να φωτογραφηθούν με τον Αγιο Βασίλη. Το Μινιόν ήταν προορισμός, πέρα από την κατανάλωση προϊόντων, έμοιαζε να είναι μέρος μιας τελετουργίας στη ζωή της πόλης.

Ο άνθρωπος που συνέδεσε το όνομά του με τη δημιουργία και την ένδοξη πορεία του Μινιόν, ο επιχειρηματίας Γιάννης Γεωργακάς, πέθανε το 2002 σε ηλικία 90 ετών. Δεκαετίες μετά την καταστροφή, τη σταδιακή παρακμή του και την περιπετειώδη πορεία αξιοποίησής του, το Μινιόν αναμένεται να αναβιώσει. Το σχέδιο των νέων ιδιοκτητών για την ανάπλασή του περιλαμβάνει μεικτές χρήσεις εμπορικού και οικιστικού χαρακτήρα, χώρους εστίασης και ψυχαγωγίας, αλλά και χώρους γραφείων. Ενας χώρος-φάντασμα στο κέντρο της Αθήνας περιμένει να βγει από τη λήθη.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT