Τα τελευταία λεπτά πριν από τη βύθιση – Μαρτυρίες επιζώντων στην «Κ»

Τα τελευταία λεπτά πριν από τη βύθιση – Μαρτυρίες επιζώντων στην «Κ»

Απόπειρα ρυμούλκησης που οδήγησε στη βύθιση του πλοίου ανοιχτά της Πύλου αναφέρουν διασωθέντες με τους οποίους συνομίλησε η «Κ»

9' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

*Στο ρεπορτάζ συνεισέφεραν η Αλεξία Καλαϊτζή και η Μαρίνα Καρπόζηλου

Με τις γροθιές του χτυπάει το κίτρινο κοντέινερ που φέρει τα διακριτικά του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης. Ο νέος άντρας πληροφορήθηκε μόλις πως ο αδερφός του δεν βρίσκεται ανάμεσα στους 76 επιζώντες – οι οποίοι μεταφέρθηκαν την Παρασκευή από το λιμάνι της Καλαμάτας στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Μαλακάσας. Το μεσημέρι της Κυριακής κανείς δεν δίνει σημασία στη βροχή που πυκνώνει, καθώς άνθρωποι καταφτάνουν από κάθε άκρη της ευρωπαϊκής ηπείρου με την αγωνία να βρουν πίσω από τα τουρνικέ του κέντρου ταυτοποίησης τους δικούς τους.

Μέσα και έξω από τους οικίσκους της δομής επικρατούν οι ίδιες συζητήσεις. Οι λεπτομέρειες για το ταξίδι που έκανε το αλιευτικό σκάφος Andrianna από την Αίγυπτο, μέχρι να παραλάβει, στις 10 Ιουνίου, από το Τομπρούκ της Λιβύης το ακριβό του «φορτίο», διαφέρουν ανάλογα με την περίσταση. Η οικογένεια ενός 13χρονου αγοριού πίστεψε πως το στέλνει «σε μια καλύτερη ζωή, με VIP καράβι», κάποιο δήθεν αξιόπλοο επιβατηγό, και γι’ αυτό πλήρωσε ακριβότερο ναύλο, 8.000 ευρώ. Αλλοι λένε ότι οι δικοί τους, στη θέα του σαπιοκάραβου, δίστασαν να μπουν, όμως τους ανάγκασαν οι διακινητές. Το βέβαιο είναι, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, πως ήδη από το ξεκίνημά του το ταξίδι ήταν εφιαλτικό για τους εκατοντάδες επιβαίνοντες του σκάφους που βυθίστηκε 47 ν.μ. νοτιοδυτικά της Πύλου. 

Η «Κ» συνομίλησε με τρεις από τους επιζώντες οι οποίοι βρίσκονται στη δομή της Μαλακάσας μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες ταυτοποίησης και κατάθεσης αιτήματος ασύλου. «Κανέναν δεν μπόρεσα να βοηθήσω», λέει ένας από αυτούς. «Το μόνο που φώναξα (όταν πια βυθιζόμασταν) ήταν “βγάλτε τα ρούχα σας”, γιατί ήξερα ότι όταν είσαι στη θάλασσα αυτό θα σε βοηθήσει. Αλλά δεν βοήθησα κανέναν (…) Ακόμα ακούω τις φωνές τους στο κεφάλι μου».

«Από την αρχή τα πράγματα δεν ήταν φυσιολογικά»

Υπήκοος Συρίας που επέβαινε στο κατάστρωμα του σιδερένιου αλιευτικού περιέγραψε στην «Κ» ότι τα προβλήματα με τη μηχανή του σκάφους ξεκίνησαν ήδη από τη δεύτερη ημέρα του ταξιδιού. «Πήρε επτά – οκτώ ώρες να τη φτιάξουμε ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε το ταξίδι», είπε, προσθέτοντας ότι πολύ γρήγορα εξαντλήθηκαν και οι προμήθειες. «Από τη δεύτερη μέρα το νερό τελείωσε, το φαγητό τελείωσε. Το πλοίο, επειδή μετέφερε πάρα πολύ κόσμο, πήγαινε αριστερά-δεξιά, αριστερά-δεξιά. Από την αρχή τα πράγματα δεν ήταν φυσιολογικά. Ομως αρχίσαμε να νιώθουμε φόβο όταν τελείωσε το φαγητό και το νερό», λέει. «Την τρίτη ημέρα (σ.σ.: τη Δευτέρα) κάποιοι ξεκίνησαν να λιποθυμούν από την πείνα και τη δίψα», συμπληρώνει ένας ομοεθνής του. 

Το Ενιαίο Κέντρο Συντονισμού Ερευνας και Διάσωσης του Λιμενικού Σώματος – ΕΛ.ΑΚΤ, ειδοποιήθηκε περίπου στις 11:00 της Τρίτης 13 Ιουνίου. Στις 15:35 το αλιευτικό σκάφος εντοπίστηκε από το ελικόπτερο του Λιμενικού να πλέει, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, «με σταθερή πορεία και ταχύτητα, έχοντας ικανό αριθμό ατόμων στα εξωτερικά καταστρώματα αυτού». Ωστόσο, οι μαρτυρίες των διασωθέντων μιλούν για τα μηχανολογικά προβλήματα που αντιμετώπιζε -μεταξύ άλλων- το σκάφος ήδη από τις 11 Ιουνίου. 

«Τους Πακιστανούς τους είχαν βάλει κάτω, για να δουλεύουν στον κινητήρα, να βάζουν βενζίνη και να είναι 20 άτομα εδώ, 20 άτομα εκεί, ώστε να μοιράζεται το βάρος», λέει ένας από τους τρεις που μίλησαν στην «Κ». Οι υπήκοοι Πακιστάν ήταν κρυμμένοι, «γιατί αν το Λιμενικό βλέπει Πακιστανούς δεν βοηθάει». Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, το πλήθος του κόσμου -ως επί το πλείστον Σύροι, Πακιστανοί και Αιγύπτιοι- ήταν μοιρασμένο σε τρία διαφορετικά επίπεδα. Στο μεσαίο επίπεδο, μέσα στα ψυγεία για τα ψάρια και γύρω στους διαδρόμους ήταν οι γυναίκες και κάποια από τα παιδιά. «Αγκαλιά ήταν ο ένας με τον άλλον, δεν μπορούσες να βάλεις δίπλα ούτε μια σακούλα», λέει ο ίδιος άνθρωπος. 

Η ανατροπή του σκάφους

Οι εκκλήσεις για βοήθεια από παραπλέοντα πλοία απέφεραν αρχικώς μερικά μπουκάλια με νερό, των οποίων ρίψη στο αλιευτικό σκάφος προκάλεσε εντάσεις μεταξύ των επιβαινόντων. «Το απόγευμα ήρθε ένα ελληνικό καράβι και πέταξε νερά. Ο τρόπος με τον οποίο τα έριξαν έκανε κάποιους να τρέχουν αριστερά και δεξιά, με αποτέλεσμα το πλοίου να κουνηθεί. Ο ένας ανέβαινε πάνω στον άλλον», περιγράφει στην «Κ» ένας από τους τρεις διασωθέντες. «Σκέψου τόσα άτομα να τσακώνονται για μια εξάδα νερό. Αρχισε να γέρνει όλο το πλοίο. Τότε (ακόμα) δούλευε ο κινητήρας, αλλά ήμασταν χαμένοι. Δεν ξέραμε πού βρισκόμασταν. Ο καπετάνιος είχε σταματήσει από την προηγούμενη ημέρα». 

Ο ίδιος αναφέρεται και σε επικοινωνία μέσω δορυφορικού τηλεφώνου. «Τους πήραν με το δορυφορικό τηλέφωνο (αδιευκρίνιστο αν εννοεί το ελληνικό λιμενικό) και τους είπαν “ερχόμαστε 21.00 με 21.30 να σας πάρουμε”. Πράγματι ήρθαν στις 21.30 και τότε το τράβηξαν πρώτη φορά, αλλά δεν τα κατάφεραν. Από μακριά έριξαν ένα σχοινί, χωρίς να κατέβει κάποιος. Την πρώτη φορά το έδεσε ένας Αιγύπτιος, αλλά έφυγε γιατί δεν το έδεσε καλά». 

Οι αφηγήσεις των τριών διασωθέντων στην «Κ» συγκλίνουν ως προς την αίσθηση ότι έγιναν απόπειρες ρυμούλκησης του σκάφους. «Προσπάθησαν να μας πάνε προς την Ιταλία», λέει ο ένας. «Στη βάρκα μάς έλεγαν ότι (το ελληνικό λιμενικό) θα μας βοηθήσει να πάμε προς την Ιταλία, αλλά δεν είμαστε σίγουροι», προσθέτει ο δεύτερος, ο οποίος μεταφέρει με επιφύλαξη όσα συζητιούνται από τους διασωθέντες αυτές τις ημέρες. 

Η ανατροπή του σκάφους, σύμφωνα με τους επιζώντες, συνέβη λίγο μετά τη δεύτερη ρίψη του σχοινιού και την επιτυχημένη πρόσδεσή του στο αλιευτικό. Ενας από τους διασωθέντες περιγράφει την αναταραχή που προκλήθηκε στο νερό από το σκάφος του λιμενικού και την αποπειραθείσα ρυμούλκηση. «Υπήρχε ένα κύμα που πήγαινε και ερχόταν και τραβούσαν το πλοίο μέσα σε αυτό. Το τράβηξαν για δυο-τρία λεπτά δυνατά και όλοι σφύριξαν να σταματήσουν. Και δεν μας άκουσαν. Σφύριζαν όλοι και έκαναν νόημα να σταματήσει το λιμενικό να τραβάει. Γιατί τραβούσαν δυνατά και δημιουργούνταν όλα αυτά τα κύματα (και το πλοίο μπάταρε)», λέει. Κάποιος άλλος προσθέτει: «Τα πρώτα λεπτά προχωρήσαμε (προσδεδεμένοι στο σκάφος του λιμενικού), όμως στη συνέχεια το λιμενικό έστριψε δεξιά και έτσι γύρισε το πλοίο». Ο πρώτος συνεχίζει: «Οταν γύρισε η βάρκα, επί τόπου το λιμενικό έκοψε το σχοινί και προχώρησε μόνο του μπροστά. Απομακρύνθηκε και εμείς όλοι φωνάζαμε. Υστερα από 10 λεπτά γύρισαν με μικρά σκάφη για να πάρουν κόσμο, αλλά δεν έφτασαν εκεί που ήταν το σκάφος, πήραν μόνον όσους είχαν κολυμπήσει και απομακρυνθεί». Ενας από τους τρεις εκτιμά πως το λιμενικό ήθελε να τους βοηθήσει. «Εως τις 08.00 το πρωί μάζευε κόσμο (από τη θάλασσα)», λέει. 

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Κ», το σαββατοκύριακο έδωσαν συμπληρωματικές καταθέσεις εννέα διασωθέντες που εξετάστηκαν ως μάρτυρες από την Ασφάλεια του Λιμεναρχείου Καλαμάτας. Με μικρές διαφοροποιήσεις, υποστήριξαν πως το ναυάγιο προκλήθηκε όταν το ελληνικό πλοίο έδεσε με σχοινί το αλιευτικό και προσπάθησε να το τραβήξει. Στελέχη του λιμενικού που κλήθηκαν να σχολιάσουν το περιεχόμενο των συμπληρωματικών καταθέσεων, είτε απέφυγαν να τοποθετηθούν είτε απέδωσαν τις νέες αναφορές σε σκοπιμότητες. «Γιατί δεν το είπαν στις πρώτες καταθέσεις τους;» αναρωτήθηκε στέλεχος του Σώματος, ενώ άλλη πηγή σημείωσε ότι το συγκεκριμένο πλωτό του Λιμενικού, λόγω των τεχνικών χαρακτηριστικών του, δεν έχει δυνατότητα ρυμούλκησης.

«Βοηθήστε μας να συνεχίσουμε το ταξίδι μας»

Οι επιζώντες από το ναυάγιο που έγινε στα βαθιά νερά της Μεσογείου, που μίλησαν στην «Κ», πλέον έχουν επικοινωνήσει με τους δικούς τους.

«Η γυναίκα μου είχε πεθάνει 100 φορές μέχρι να μάθει πως είμαι ζωντανός», λέει ένας εκ των διασωθέντων. Κάποιοι συγγενείς ταξίδεψαν από πολύ μακριά για να διαπιστώσουν πως η τύχη τους χαμογέλασε. Οι γονείς ενός εκ των τριών που μας μίλησαν τον είχαν εντοπίσει σε φωτογραφίες ανθρώπων που μεταφέρθηκαν τις πρώτες ώρες στην αποθήκη του λιμανιού της Καλαμάτας, που είχαν κυκλοφορήσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και κύκλωσαν το θολό πρόσωπό του ώστε να δείξουν στις Αρχές ποιος είναι ο γιος που ψάχνουν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι φωτογραφίες αναπτέρωσαν το ηθικό των ανθρώπων που πίστεψαν πως είδαν ζωντανούς και κάποιους που χάθηκαν για πάντα.

Ο Ιμάντ από τη Συρία, δείχνοντας από το κινητό του τηλέφωνο τη φωτογραφία ενός ανήλικου διασωθέντα, όπως τον αποτύπωσε ο φακός του φωτορεπόρτερ του InTime, Γιάννη Λιάκου, πιστεύει πως έχει ατράνταχτες αποδείξεις ότι ο μικρός ανιψιός του -που επέβαινε μαζί με άλλον συγγενή του στο πλοίο- είναι ζωντανός. «Αν αυτή η φωτογραφία έχει τραβηχτεί μετά το ναυάγιο, τότε το παιδί έχει σωθεί», λέει.

Χαμένος στη μετάφραση των διαδικασιών αναγνώρισης, που, όπως διαπίστωσε η «Κ», δεν είναι ούτε απλές, ούτε άμεσες, ο Ιμάντ πηγαινοέρχεται από την Καλαμάτα στη Μαλακάσα προς αναζήτηση του μικρού παιδιού. Στο ΚΥΤ Μαλακάσας ενημερώθηκε ότι τα πέντε ανήλικα άτομα που έφτασαν εκεί την Παρασκευή μεταφέρθηκαν πια σε άλλες δομές, για τις οποίες κανείς από τους υπαλλήλους της δομής δεν έχει ακριβή ενημέρωση. Αργότερα, υπάλληλος του υπουργείου Μετανάστευσης του είπε πως υπάρχουν ακόμα τρεις ανήλικοι που νοσηλεύονται στο Νοσοκομείο Καλαμάτας, απ’ όπου, όμως, ο Ιμάντ είχε αποχωρήσει νωρίτερα επειδή, όπως λέει, η διοίκηση τον ενημέρωσε πως «ο μικρότερος νοσηλευόμενος είναι 31 ετών».

Μέχρι το βράδυ της Κυριακής, ο Ιμάντ δεν είχε καταφέρει -παρά τη βοήθεια που έλαβε και από Ελληνες- να ενημερωθεί για το πώς μπορεί να βρει τον ανήλικο ανιψιό του. Οι γραμμές που δόθηκαν για ενημέρωση από το υπουργείο Μετανάστευσης δεν λειτουργούν το απόγευμα της Κυριακής. «Μπορεί το παιδί να ζει, να έχει γράψει λάθος το όνομά του και να μην μπορούν να το ταυτοποιήσουν μόνο με το όνομα», λέει. «Ο πατέρας του είναι στο νοσοκομείο στη Συρία (από την στενοχώρια), η μάνα του… δεν μπορώ να σου πω τώρα πώς είναι η μάνα του».

Το ταξίδι του Ιμάντ για την Ελλάδα ξεκίνησε από τη Σουηδία, όπου διαμένει. Στο αεροδρόμιο της Κοπεγχάγης, περιμένοντας με έναν φίλο του την ανταπόκριση για την Αθήνα, μιλάει δυνατά για το ναυάγιο και γίνεται αντιληπτός από τον ομοεθνή του, Α., που ταξιδεύει για τον ίδιο λόγο, να αναζητήσει στην Ελλάδα τον 41χρονο αδερφό του, που επίσης πραγματοποιούσε τον μοιραίο διάπλου της Μεσογείου.

«Ημασταν 10 αδέρφια, στον πόλεμο στη Συρία σκοτώθηκαν τα δύο και μείναμε οκτώ, και τώρα ήρθα να δω αν έχουμε μείνει επτά», λέει στην «Κ» ξέπνοος από την κούραση και την αγωνία. Ο Α. περιγράφει το ταξίδι του αδερφού του, ο οποίος έπασχε από σκλήρυνση κατά πλάκας, ως την απέλπιδα προσπάθεια για πρόσβαση σε φαρμακευτική περίθαλψη στην Ευρώπη, καθώς και για καλύτερη δουλειά. Η φαρμακευτική αγωγή για την ασθένειά του δεν είναι διαθέσιμη στη Συρία, ούτε επί πληρωμή, και στη Λιβύη, όπου δούλεψε για δύο χρόνια, τα χρήματα δεν επαρκούσαν για να στέλνει και στην οικογένειά του. «Αν μου το έλεγε πιο πριν πως σκόπευε να διασχίσει τη Μεσόγειο, θα τον απέτρεπα», λέει ο Α. στην «Κ», «γιατί ξέρω πώς είναι τα ταξίδια αυτά, έτσι πέρασα κι εγώ στην Ευρώπη».

Ο Α., που πέρασε από την Τουρκία στην Ελλάδα διά θαλάσσης και ύστερα πήγε από την Πάργα στην Ιταλία, την περίοδο των μεγάλων μεταναστευτικών ροών μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Συρία, λέει ότι όλοι θέλουν να φτάσουν στην Ιταλία γιατί «από εκεί, με 300 ευρώ, μπορείς να φτάσεις στη Νορβηγία. Και δεν χρειάζεσαι διακινητές. Στην Ελλάδα θέλεις 4.000 ευρώ για τους διακινητές προκειμένου να βρεθείς στην Ευρώπη».

Η Ιταλία και όχι η Ελλάδα ήταν η πολυπόθητη στεριά των 750 ανθρώπων που επέβαιναν στο Adrianna. Και συνεχίζει να είναι για τους διασωθέντες που μίλησαν στην «Κ». «Δεν θέλουμε να μείνουμε στην Ελλάδα», λένε. «Η οικογένειά μου είναι στη Συρία και, αν μείνω στην Ελλάδα, θα μου πάρει τρία χρόνια για να τους φέρω εδώ. Επέζησα για την οικογένειά μου. Βοηθήστε μας να συνεχίσουμε το ταξίδι μας».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT