Το Αθηναϊκό «άραγμα» πεθαίνει κάπου μεταξύ παραίτησης και «υψηλής» γαστρονομίας

Το Αθηναϊκό «άραγμα» πεθαίνει κάπου μεταξύ παραίτησης και «υψηλής» γαστρονομίας

Η γοητεία της πόλης ήταν, μεταξύ άλλων, κι ότι δεν είχες «γαστρονομικές εμπειρίες» αλλά πρόσβαση σε καλό, σπιτικό φαγητό για ελάχιστα λεφτά

4' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Περπατώ απόγευμα στην Αλεξάνδρας και αποσυντονίζομαι. Μέσα από την πυκνή δόμηση της περιοχής ξεπροβάλλουν στενά δρομάκια, βρώμικα, με σκουπίδια και νερά που τρέχουν από κάπου. Στα σκαλάκια και τα πεζοδρόμια στη Νεάπολη, το Γκύζη, το Κολωνάκι ελάχιστοι κάθονται να χαζέψουν ή να πιουν κάτι στο χέρι.

Πού να καθίσεις με τόση ζέστη, χωρίς δέντρα κι ενώ παντού έχει καρέκλες, τραπέζια κι ένα «καλή απόλαυση» να κρέμεται πάνω απ’ το κεφάλι σου σαν απειλή πια; 

Ενας λόγος που η Αθήνα ήταν γοητευτική ήταν η φθήνια της. Μπορούσες να κάνεις πράγματα που σε άλλες μεγάλες πόλεις της Ευρώπης δεν έκανες εύκολα στα είκοσι, όπως να μένεις μόνος σου, να βγαίνεις στα μπαρ χωρίς ν’ αγωνιάς, ακόμη και να παίρνεις ταξί. Μπορούσες να είσαι απολύτως αυθόρμητος, χωρίς κρατήσεις και χωρίς να χρειάζονται οικονομικοί υπολογισμοί για ένα πολυσχιδές τραπέζι με φίλους σε αξιοπρεπές εστιατόριο. 

Δεν ήταν απομίμηση

Τα μέρη είχαν κάτι. Άσχημα κτίρια και ατημέλητοι δρόμοι σε μία οικεία έρημο πολυκατοικιών. Όμως, όλα κάπως λειτουργούσαν, δημιουργούσαν κάτι μοναδικό που δεν παρέπεμπε κάπου αλλού. Δεν ήταν απομίμηση. Κατάπινες την ασχήμια, το μέρος ήταν ταπεινό, οικείο και οι δρόμοι δεν υποκρίνονταν. Τώρα, οι άσχημοι δρόμοι είναι γεμάτοι ακριβά μαγαζιά με άχρηστα πράγματα. Μπλουζάκια στο ύψος μισού κατώτατου μισθού. Φυτά απ’ τ’ ακριβά, όχι αυτά που έχουν οι λαϊκές. Φαγητά που πριν λίγα χρόνια ήταν φθηνά και τώρα είναι χρυσάφι, ψεύτικα, ανειλικρινή, φτιαγμένα με μία απόσταση ανάμεσα στο φαγητό και τον/την δημιουργό του.

Καθισμένη στα διάφορα σημεία «απόλαυσης», έτοιμη να μού αδειάσουν το πορτοφόλι για το τίποτα, σκέφτομαι τι πληρώνω: τη θέα στα πάρκινγκ, τις πλάτες των πολυκατοικιών, τους κάδους σκουπιδιών, τις βρώμικες προσόψεις τεράστιων κτιρίων. Μια θέα στην οποία άλλοτε είχα προνομιακή πρόσβαση χωρίς να καταναλώνω «μόσχο» ή οικολογικό ροζέ. Μάλιστα θα μού φαινόταν περίεργο να φάω σ’ αυτά τα πεζοδρόμια, είναι τόσο βρώμικα (ακόμη και τώρα) και τόσο θορυβώδη. 

Στα Εξάρχεια, το Κολωνάκι, το Θησείο, σ’ όλη τη βόλτα του πρωτοετούς, μπορούσε κανείς να κάθεται χωρίς να ερωτάται εάν θα καταναλώσει. Πλέον οι βόλτες έχουν ελάχιστη κατανάλωση και η τιμή είναι υψηλή. Όχι πάντα υψηλότερη απ’ ό,τι σε άλλες πρωτεύουσες, αλλά αναρωτιέμαι με τι αντίκρισμα. Στην πλατεία Κολωνακίου όπου μπορούσες να ξαποστάσεις χωρίς να σε μαδήσουν, τώρα έχει εργοτάξιο. Στους δρόμους πέριξ της Πανεπιστημίου, στην Πλατεία Εξαρχείων το ίδιο.

Εμπόριο ουσιών και σωμάτων

Εάν απομακρυνθεί κανείς από τις ζώνες της κατανάλωσης, βυθίζεται εύκολα στην απόλυτη παραίτηση. Σκουπίδια, βρωμιά, εμπόριο ουσιών και σωμάτων. Δεν μπορείς να καθίσεις σ’ ένα πεζούλι ή σ’ ένα παγκάκι, να φιληθείς ή να διαβάσεις, παρά σε ελάχιστα σημεία. Περιφέρονται άνθρωποι με πρόβλημα εξάρτησης ή οι ηττημένοι της στεγαστικής μάχης που μαίνεται βίαιη. Μια φίλη μού έλεγε πως σιχάθηκε να κάνει δυο δουλειές, για να μπορεί να μένει στο Παγκράτι και να επιβιώνει. Μια άλλη μού ανακοίνωσε ότι μετακομίζει στην επαρχία, γιατί τα πάντα είναι ντροπιαστικά ακριβά.

Ο δημόσιος χώρος συρρικνώνεται, γίνεται μαγαζί και στα μαγαζιά καλείσαι να καταναλώνεις. Δεν είναι μόνον οι παραλίες, που κοστίζουν όσο ένα φθηνό αεροπορικό, τα δάση ή τα πάρκα που κλείνουν, για να μην καούν, είναι και το ίδιο το αστικό τοπίο, όπου πρέπει να πληρώνεις και να λες κι ευχαριστώ που μασουλάς κινόα με μπουκίτσες προβατίνας πλάι στα σκουπίδια, τα ματ και τα δικηγορικά γραφεία. 

«Ο Χίπστερ Αποικιοκράτης»

Ετσι, αυτές τις μέρες το βιβλίο ο Χίπστερ Αποικιοκράτης του Γκρέγκορι Πιερρό (εκδόσεις Αντίποδες) μού χάρισε γλυκόπικρες παρηγοριές. Το δοκίμιο διερευνά το φαινόμενο του χιπστερισμού και προφανώς είναι και το ίδιο κουλ, χίπστερ, όμορφο κι αστείο. Έχει απόψεις, τα ξέρει όλα. Είναι γεμάτο μαύρους μουσικούς, ψαγμένους δίσκους, μούσια, φυτά και εκφάνσεις της ιδέας πως είσαι το πράγμα που καταναλώνεις, το σπίτι σου στην τάδε περιοχή, τα γυαλιά σου, το ψαγμένο πατίνι. 

«Καθ΄οδόν για το στέκι της γειτονιάς του, ένα πρώην φτηνιάρικο μπαράκι που αγοράστηκε από επενδυτές της Γουόλ Στρητ και μετονομάστηκε σε “Μπαράκι”, όπου παίρνεις το κουτάκι μπίρα PBR από τη σαμπανιέρα με τον πάγο, σου σερβίρουν βαρελίσια μπίρα από μικροζυθοποιίες, τοστ αβοκάντο, ξέρετε πώς πάει το πράγμα» (σελίδα 25). Λόουερ Ίστ Σάιντ, Κρόυτσμπεργκ, Μαραί, ο συγγραφέας βλέπει ένα απέραντο παγκόσμιο σούσι μπαρ «και όλοι τρώμε σ’ αυτό». Στη μεσογειακή εκδοχή έχουμε τα πίτσα μπαρ και το άπερολ καταναλώνεται οποτεδήποτε.

Ολόσωμο τατουάζ

Αυτά τα καφέ όπου ο μπαρίστα έχει ολόσωμο τατουάζ και ο καπουτσίνο παρουσιάζεται σαν «τέχνη» ή τα άλλα με το ακριβό πρωινό, τους ξύλινους πάγκους, τις πρίζες και τα φυτά οροφής, όλ’ αυτά, απευθύνονται, προφανώς, σε πληθυσμούς που νιώθουν οικεία στο Κρόυτσμπεργκ και στο Μανχάταν. Τι γίνεται, όμως, με τους άλλους; Που δεν δουλεύουν στο λάπτοπ (ένοχη) και δεν πίνουν τσάι λάτε με γάλα αμυγδάλου (ένοχη: το λατρεύω); Αυτοί πού θα ζουν από ‘δω και πέρα; Και μπορούν πραγματικά να καθίσουν κάπου έξω χωρίς να υποστούν αυτό το ανατριχιαστικό και άβολο πια «καλή απόλαυση», μετάφραση του «enjoy» υποθέτω που άκουγες ήδη από χρόνια σε άλλες πόλεις της Ευρώπης. 

Η γοητεία της Αθήνας ήταν, μεταξύ άλλων, κι ότι δεν είχες «γαστρονομικές εμπειρίες» αλλά πρόσβαση σε καλό, σπιτικό φαγητό για ελάχιστα λεφτά. Η ασχήμια ήταν ομορφιά, γιατί ήταν δική μας, οικεία, με χώρο για μας και το χάος μας. Το χάος της πόλης αντεχόταν μαζί με τη φθήνια της πόλης. Τα ρήγματα ανάμεσά στους κατοίκους δεν ήταν τόσο ανοιχτά. Τώρα το κέντρο κοιτάζει αφ’ υψηλού αυτούς που το αγάπησαν όταν ήταν αλλιώς. Είναι ακόμη το κέντρο τους;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT