Αννυ Κωνσταντινίδου: Ο κόσμος της, οι κανόνες της
αννυ-κωνσταντινίδου-ο-κόσμος-της-οι-κ-562563706

Αννυ Κωνσταντινίδου: Ο κόσμος της, οι κανόνες της

Η θρυλική καλαθοσφαιρίστρια της δεκαετίας του ’80 και σημερινή προπονήτρια φιλοδοξεί να γεμίσει το παρκέ με ακόμη περισσότερα κορίτσια

Φωτoγραφίες: Θάλεια Γαλανοπούλου
Ακούστε το άρθρο

«Το μπάσκετ είναι πολλά περισσότερα από τους πόντους που ανακοινώνονται στο τέλος κάθε παιχνιδιού». Η Άννυ Κωνσταντινίδου, η θρυλική μορφή του γυναικείου μπάσκετ τη δεκαετία του ’80, αποφάσισε ότι έχει φτάσει η κατάλληλη στιγμή να ενθαρρύνει τα κορίτσια να ασχοληθούν με το δημοφιλές σπορ. «Ο κάθε παίκτης πλημμυρίζεται από πλήθος συναισθημάτων ‒ αγωνία και ένταση στη διάρκεια του παιχνιδιού, χαρά και πληρότητα μετά από μια νίκη, απογοήτευση μετά την ήττα», λέει με την εμπειρία 20 χρόνων γεμάτων μπάσκετ ‒ από το 1973 έως το 1993. Εκτός από πρώτη γυναίκα που διακρίθηκε στο ανδροκρατούμενο άθλημα, η Κωνσταντινίδου είναι και η πρώτη γυναίκα που εξελέγη στο ΔΣ της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης (ΕΟΚ). «Δίσταζα, αλλά σκέφτηκα ότι, αν δεν το έκανα τώρα, δεν θα το έκανα ποτέ. Θα έπρεπε να υπάρχουν πιο πολλές γυναίκες σε όλα τα πόστα· οι γυναικείες παρουσίες λειτουργούν ως πρότυπα που φέρνουν περισσότερα κορίτσια στο παρκέ των γηπέδων».

Το φύλο δεν καθορίζει την επιλογή αθλήματος

Τη συναντήσαμε στο γραφείο της. Ένθεν κακείθεν φωτογραφίες της με τον Νίκο Γκάλη και αυτόγραφο του Magic Johnson, των δύο εμβληματικών παικτών που ενέπνευσαν τα προσωνύμια που την ακολουθούν μια ζωή: «Θηλυκός Γκάλης» και «Magic Annie». «Δεν πιστεύω ότι το φύλο παίζει ρόλο στην επιλογή αθλήματος», υποστηρίζει, «περισσότερο επηρεάζει η ιδιοσυγκρασία και η προσωπικότητα του κάθε παιδιού. Τα παιδιά που είναι πιο κοινωνικά, νιώθουν πιο άνετα στα ομαδικά αθλήματα». Είναι σε θέση να το γνωρίζει καλά. Η κ. Κωνσταντινίδου εργάζεται σχεδόν τριάντα χρόνια στο ACS Athens (American Community School), παλιότερα ως καθηγήτρια φυσικής αγωγής και  υπεύθυνη αθλητικών προγραμμάτων και τώρα ως μέλος της διοίκησης. (Έχει ενδιαφέρον ότι, όταν κάποιος σήμερα τη ρωτάει τι επαγγέλλεται, εκείνη αποκρίνεται «εκπαιδευτικός».) Στο σχολείο της είναι υπεύθυνη για 20 ομάδες κοριτσιών και αγοριών σε οκτώ διαφορετικά αθλήματα. «Τα κορίτσια προσέρχονται στο μπάσκετ επειδή θέλουν να περάσουν καλά και επειδή τους αρέσει η αίσθηση του ανήκειν σε μια ομάδα», παρατηρεί. «Δυστυχώς, όμως, δεν τους δίνουμε ως χώρα κίνητρα για να συνεχίσουν, οπότε γρήγορα το εγκαταλείπουν, είτε όσο προετοιμάζονται για τις Πανελλήνιες είτε αργότερα όσο σπουδάζουν».

Τα κορίτσια στο παρκέ

Το όραμα της «Magic Annie», το οποίο μοιράζεται με τη νέα διοίκηση της ΕΟΚ, είναι να αναπτυχθεί το γυναικείο μπάσκετ στην Ελλάδα, προσελκύοντας κορίτσια ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Τις ίδιες προτεραιότητες έχει θέσει και η FIBA (Παγκόσμια Ομοσπονδία Μπάσκετ), η οποία έχει δημιουργήσει το πρόγραμμα Her World Her Rules. «Το εν λόγω πρόγραμμα υλοποιείται ήδη και στην Ελλάδα», εξηγεί η κ. Κωνσταντινίδου. «Ξεκίνησε με την ενεργό συμμετοχή της Τούλας Καλέτζο, η οποία έχει αναλάβει τον συντονισμό του πρόγραμματος, και άλλων διεθνών αθλητριών και Ολυμπιονικών, όπως των Εβίνας Μάλτση, Αναστασίας Κωστάκη, Κατερίνας Δελλή, Σοφίας Κλιγκοπούλου και πολλών άλλων γυμναστών και προπονητών». Κλιμάκιο της ΕΟΚ και με γυναίκες προπονήτριες επισκέπτονται κατόπιν συνεννόησης σχολικές μονάδες ανά την Ελλάδα και ξεκινούν τη μύηση των μαθητριών στο άθλημα εντός σχολικού ωραρίου. «Το Her World Her Rules τρέχει παράλληλα με το πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας “Τρίποντα στα Σχολεία”, που απευθύνεται στο σύνολο της μαθητικής κοινότητας», διευκρινίζει η κ. Κωνσταντινίδου. Η ομάδα του Her World Her Rules έχει ξεκινήσει τις περιοδείες σε σχολεία της περιφέρειας ‒ από την Ξάνθη έως την Καλαμάτα, πέρυσι πήγε συνολικά σε 350 σχολικές μονάδες. «Στόχος μας είναι να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον των κοριτσιών και να ενθαρρύνουμε τους τοπικούς συλλόγους καλαθοσφαίρισης να δημιουργούν ομάδες κοριτσιών». Ακούγοντας το πολυφορεμένο «το μπάσκετ δεν είναι για κορίτσια», η ίδια απλώς γελάει. Άλλωστε, η προσωπική της πορεία αποδεδειγμένα τα έχει καταρρίψει.

Αννυ Κωνσταντινίδου: Ο κόσμος της,  οι κανόνες της-1
Φωτ. Θάλεια Γαλανοπούλου.

Μπάσκετ, για να μην γκρινιάζει στο σπίτι

Τρεις φορές την εβδομάδα, η δεκάχρονη Άννυ, συνοδεύοντας τη μεγαλύτερη αδελφή της, Σοφία, επιβιβαζόταν στο λεωφορείο που θα τις οδηγούσε από τον Νέο Κόσμο στη Γλυφάδα. Εκεί «έριχνε σουτάκια», όσο η αδελφή της είχε προπόνηση με την ομάδα μπάσκετ της Γλυφάδας. Υπό αυτόν τον όρο είχε δεχτεί ο πατέρας της να ενταχθεί η μεγάλη του κόρη στην ομάδα, «να έρχεται και η μικρή, να παίζει έστω και μόνη της, για να μην γκρινιάζει στο σπίτι». Το μικρόβιο του αθλητισμού προερχόταν εξίσου από τον πατέρα, που ήταν πρωταθλητής τριπλούν στην Αίγυπτο, αλλά και από τη μητέρα, που ως Αρμένισσα συμμετείχε στην αρμένικη γυναικεία ομάδα μπάσκετ. Η οικογένεια παλιννόστησε στην Αθήνα το 1968, λίγο μετά τον πόλεμο των Έξι Ημερών. «Ως παιδί μού άρεσαν όλα τα αθλήματα, εκτός από τον υγρό στίβο», θυμάται η Κωνσταντινίδου, που έμελλε να αξιοποιήσει στο έπακρο τα έμφυτα ταλέντα της, καθώς έχει επιτυχώς ασχοληθεί με τον μαραθώνιο αλλά και με την τοιχοσφαίριση. «Το 1972 υπήρχαν ορισμένες καλές ομάδες γυναικείου μπάσκετ, η Γλυφάδα, το Παλαιό Φάληρο, ο Σπόρτιγκ, η Αγία Παρασκευή, ο Ολυμπιακός Βόλου, ο Απόλλων Καλαμαριάς, o Μέγας Αλέξανδρος και η ΜΕΝΤ στη Θεσσαλονίκη». Η ίδια, μαθήτρια στο American Community School, συνέχισε τις προπονήσεις τρεις φορές την εβδομάδα, μέχρι την αποφοίτησή της από το λύκειο. Στον φάκελο που κατέθεσε για να γίνει δεκτή στο εξωτερικό για σπουδές, εκτός από τους υψηλούς της βαθμούς, επισύναψε και τις καλές αθλητικές επιδόσεις της.

Έγινε δεκτή στο Πανεπιστήμιο McGill του Καναδά το 1979. «Είχα πάει χωρίς να έχω αποφασίσει ακριβώς τι θέλω να σπουδάσω», θυμάται η ίδια, «ωστόσο η προοπτική ήταν να γίνω διερμηνέας, για να αξιοποιήσω τις γλώσσες που χάρη στην καταγωγή μου γνώριζα: αγγλικά, γαλλικά, ελληνικά, αρμένικα και λίγα αραβικά». Σύντομα, όμως, συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν φτιαγμένη γι’ αυτή τη δουλειά. Έτσι, συνέχισε με κύριο γνωστικό αντικείμενο τη φυσική αγωγή και τα γαλλικά ως δεύτερο, ενώ μετά έκανε μεταπτυχιακό με υποτροφία στην εργοφυσιολογία ‒ έναν τομέα παντελώς άγνωστο ακόμα στην Ελλάδα. Όταν η νεαρή Άννυ έφτασε στο Μόντρεαλ, η ομάδα του γυναικείου μπάσκετ του πανεπιστημίου έχει ήδη «κλείσει», οι υπεύθυνοι ωστόσο, μετά ένα σύντομο δοκιμαστικό, ενέταξαν την τελευταία στιγμή και την άρτι αφιχθείσα Ελληνίδα. «Στον Καναδά είδα για πρώτη φορά πώς λειτουργεί το επαγγελματικά δομημένο μπάσκετ. Στην Ελλάδα ακόμα βρισκόμασταν σε ερασιτεχνική φάση». Στη διάρκεια των φοιτητικών χρόνων στον Καναδά, ξεκίνησε να παίζει στον Σπόρτιγκ αλλά και στην εθνική ομάδα τους καλοκαιρινούς μήνες των διακοπών. «Το πρωτάθλημα εκεί διαρκούσε λιγότερο, τελείωνε δηλαδή τον Μάρτιο. Έως τότε είχαμε συνεχώς επαφή οι συναθλήτριες, μετά χανόμασταν». Στην Ελλάδα, το γυναικείο μπάσκετ διήνυε την εποχή της αθωότητας. «Κινητήριος δύναμη ήταν η τρέλα κάποιων παραγόντων, που αγαπούσαν το άθλημα ‒ ο έφορος συνήθως ήταν ο πατέρας κάποιας αθλήτριας. Οι αθλήτριες έπαιζαν “για τη φανέλα”, ένιωθαν ότι ανήκαν σε μια μεγάλη οικογένεια, οι φίλαθλοι ήταν ταγμένοι στην ομάδα».

Επιστροφή στην Ελλάδα

Η Άννυ θα μπορούσε να είχε συνεχίσει μια πολλά υποσχόμενη πορεία στον Καναδά, όπου ήδη την αποκαλούσαν «Magic Annie», έχοντας αναγνωρίσει το ταλέντο της. Αλλά δύο φωνές, σαν άλλες Σειρήνες, την κάλεσαν πίσω ‒ αυτή των γονιών της και αυτή του Σπόρτιγκ, μιας ομάδας, μιας παρέας, όπου ένιωθε παραπάνω από καλοδεχούμενη. «Επέστρεψα στην Ελλάδα το 1985, σε μια ευτυχή χρονική συγκυρία τόσο για την ομάδα όσο και για το άθλημα εν γένει». Το μπάσκετ στην Ελλάδα συνεχώς ανέβαινε τότε, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εθνική επιτυχία του 1987. «Μετά τη μεγαλειώδη νίκη, σε όλες τις γειτονιές έβλεπες παιδιά να παίζουν μπάσκετ στις πλατείες», διηγείται. Ο Νίκος Γκάλης ήταν το πρόσωπο που μονοπωλούσε το ενδιαφέρον φιλάθλων και δημοσιογράφων. Έχοντας ως κοινό background την εκπαίδευση στην Αμερική και τις υψηλές τους επιδόσεις, οι παραλληλισμοί ήταν αναπόφευκτοι. «Πάντα με ρωτούν αν με ενοχλεί ως χαρακτηρισμός το “θηλυκός Γκάλης”», λέει μαντεύοντας την επόμενη ερώτησή μου. «Αντίθετα, ήταν κάτι που με κολάκευε εκείνη την εποχή, να με παρομοιάζουν με τον καλύτερο αθλητή καλαθοσφαίρισης στη χώρα».

Στο γήπεδο των Πατησίων, οι ώρες και οι ημέρες προπονήσεων αυξάνονταν. «Το κοινό μας ήταν κυρίως γυναίκες και οικογένειες. Καθώς όμως οι επιτυχίες μας διαδέχονταν η μία την άλλη και ανεβαίναμε στην Ευρώπη, το γήπεδο γέμιζε». Η ίδια θυμάται να παίζουν με ευρωπαϊκή ομάδα σε ένα κατάμεστο γήπεδο 2.000 θέσεων. Στις εφημερίδες πληθαίνουν οι ανταποκρίσεις ‒ «βέβαια, το ρεπορτάζ για τους δικούς μας αγώνες κάλυπτε στην καλύτερη περίπτωση το ένα τέταρτο της σελίδας». Τα κορίτσια παίζουν με φιλότιμο, έχουν επίγνωση ότι γράφουν και εκείνες ιστορία, ότι πρωτοπορούν. Την ομάδα του Σπόρτιγκ οι δημοσιογράφοι τη βαφτίζουν «Άρη των γυναικών», μην μπορώντας να βρουν κάτι πιο επαινετικό για το γυναικείο μπάσκετ, παρά να το αντιπαραβάλλουν με το ανδρικό. «Οι απολαβές μας ωστόσο ήταν συμβολικές, απείχαν έτη φωτός από εκείνες της ανδρικής ομάδας», σχολιάζει. «Δυστυχώς, η κατάσταση παραμένει ίδια έως σήμερα». Η ίδια εργάζεται παράλληλα και προπονείται ‒ και δεν είναι η μοναδική. Όσο περισσότερο παίζουν με καταξιωμένες ομάδες του εξωτερικού, τόσο διαπιστώνουν τις δικές τους αδυναμίες ‒ όχι σε «ψυχή» ή τεχνική, αλλά σε υλικοτεχνική υποστήριξη. «Βλέπαμε τις Ιταλίδες συμπαίκτριες να έχουν στο επιτελείο τους ψυχολόγο και διατροφολόγο, σε εμάς στον Σπόρτιγκ τα κουκιά ήταν μετρημένα».

Το αυτόγραφο του Τζόνσον

Το 1990, η Άννυ παντρεύεται. «Ο σύζυγός μου, που προερχόταν επίσης από τον χώρο του μπάσκετ, ήταν ο πιο πιστός μου υποστηρικτής, τον θυμάμαι να με ακολουθεί στα παιχνίδια εκτός έδρας, να με χειροκροτεί από τις κερκίδες». Είναι, άλλωστε, εκείνος που, ευρισκόμενος κάποια στιγμή στις ΗΠΑ, θα συναντήσει τον Τζόνσον σε μια βιβλιοπαρουσίαση, θα τον πλησιάσει, θα του μιλήσει για την ταλαντούχα γυναίκα του, κατά τον φίλαθλο κόσμο «Magic Annie», και θα πάρει ένα υπογεγραμμένο αυτόγραφο, το οποίο έκτοτε βρίσκεται κρεμασμένο στον τοίχο του γραφείου της Άννυς στην Αγία Παρασκευή.

Όταν εκείνη αποφασίζει να αποχωρήσει από την ενεργό δράση, στα 31 της, εκείνος προσπαθεί να τη μεταπείσει. «Όλοι πίστευαν ότι μπορούσα να συνεχίσω τουλάχιστον μέχρι τα 35, δεδομένου ότι ήμουν σε πολύ καλή φυσική κατάσταση. Για είκοσι χρόνια είχα υπάρξει πολύ πειθαρχημένη, δεν έκανα καταχρήσεις, δεν ξενυχτούσα». Η Άννυ, προς έκπληξη όλων, το κόβει «μαχαίρι», αν και βρίσκεται στο απόγειο της δόξας της. «Ένιωθα πλέον ότι δεν είχα ούτε κάτι άλλο να δώσω ούτε να πάρω από το άθλημα», εξηγεί τους λόγους της απόφασής της. «Είχα ήδη παίξει σε δύο final four και πίστευα ότι αυτό ήταν το καλύτερο που μπορούσαμε να καταφέρουμε ως Σπόρτιγκ». Ένας επιπλέον επιβαρυντικός παράγοντας ήταν οι δύσκολες και αργές μετακινήσεις της εποχής. «Αν είχαμε παιχνίδι στο εξωτερικό, σε μια πόλη που δεν ήταν πρωτεύουσα κράτους, θα χρειαζόταν να χάσουμε μία ολόκληρη εβδομάδα, δεν υπήρχαν ευέλικτες αεροπορικές συνδέσεις», υπενθυμίζει στους νεότερους.

Έκτοτε, η Άννυ Κωνσταντινίδου βρίσκεται στην άλλη πλευρά, σε αυτήν της δασκάλας, της προπονήτριας, της μέντορα, της γυναίκας που δημιουργεί ευκαιρίες για τις επόμενες γενιές αθλητών, εμπνέει νεότερες γυναίκες και όχι μόνο. «Όταν είσαι προπονήτρια, είσαι πρωτίστως παιδαγωγός, ξεκινάς να διδάσκεις τους κανόνες ενός αθλήματος σε μικρά παιδιά με στόχο να το αγαπήσουν, όχι να σου φέρουν μετάλλιο», υπενθυμίζει. «Μόνο αν ο μαθητής επιλέξει να συνεχίσει στον πρωταθλητισμό επιτρέπεται να αυξήσουμε τις απαιτήσεις μας». Το στερεότυπο του «σκληρού» και «αυστηρού» προπονητή θεωρεί ότι, εκτός από πεπερασμένο, είναι και αναποτελεσματικό. «Ο ορθός συνδυασμός είναι αυτό που λένε στην Αμερική “tender and tough”», διευκρινίζει. «Δεν ξεχνάμε ότι είναι παιδιά, δεν τα επικρίνουμε ποτέ δημοσίως, σε παραινέσεις και διορθώσεις για θέματα τεχνικής προβαίνουμε κατά μόνας». Χάρη στην καθημερινή της επαφή με παιδιά και εφήβους, η Κωνσταντινίδου κατορθώνει να γυρίζει στα δικά της πρώτα βήματα στον αθλητισμό και να επαναπροσδιορίζει τη βαρύτητά τους. «Θυμάμαι και εγώ τον εαυτό μου να κλαίει και να απογοητεύεται μετά από μια ήττα, τώρα όμως από απόσταση χρόνου αντιλαμβάνομαι ότι τελικά δεν άξιζε, γι’ αυτό λέω στους μαθητές μου πάντα να κρατούν στην άκρη του μυαλού τους ότι είναι απλώς ένα παιχνίδι και να μη χάνουν την ψυχραιμία τους».  Αντίστοιχη πρέπει να είναι και η διαχείριση της νίκης. «Είναι σημαντικό να παραμένουμε ταπεινοί, γιατί, όσα και αν έχουμε καταφέρει, κάπου εκεί έξω υπάρχει κάποιος καλύτερος παίκτης από εμάς».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT