Τον περασμένο Ιούνιο, οι φύλακες της Πάρνηθας, μέλη του Συλλόγου Εθελοντών Δασοπυροπροστασίας Αττικής (ΕΔΑΣΑ), μιλώντας στην «Κ», είχαν εκφράσει τις ανησυχίες τους για το φετινό καλοκαίρι. Οι περιορισμένες βροχές κατά τη διάρκεια του χειμώνα, μόνο θετικά σημάδια δεν προμήνυαν για την προστασία του βουνού από τις πυρκαγιές. Όσο πιο ξηρή η χλωρίδα της περιοχής, τόσο πιο εύφλεκτη η καύσιμη ύλη και άρα η διάδοση της φωτιάς. Οι φόβοι τους, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκαν.
«Η εικόνα είναι αποκαρδιωτική. Καταλαβαίνετε πόσο άσχημα νιώθουμε όταν έχουμε περάσει εκατοντάδες μέρες και ώρες για να φυλάμε αυτές τις περιοχές», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Μαυρογεώργος, επικεφαλής του ΕΔΑΣΑ.
Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η φωτιά, η ομάδα των εθελοντών του Συλλόγου βρέθηκε στο πεδίο με δύο ομάδες πεζοπόρων και τρία οχήματα, συνδράμοντας στο δύσκολο έργο της πυροσβεστικής.
«Η καταστροφή που έχει γίνει στη νότια πλευρά της Πάρνηθας είναι πολύ μεγάλη. Κάηκε ένα τεράστιο κομμάτι του πυκνού πευκοδάσους το οποίο είχε γλιτώσει από την μεγάλη πυρκαγιά του 2007. Η φετινή φωτιά βρήκε τα καμένα του 2007», λέει ο κ. Μαυρογεώργος.
Τι πήγε, όμως, στραβά και η πυρκαγιά έφτασε μέχρι τον εθνικό δρυμό;
«Σε ένα περιβάλλον όπως είναι αυτό της Πάρνηθας, μια πυρκαγιά δεν μπορεί να ανακοπεί από τη στιγμή που ξέφυγε. Επίσης, η Πάρνηθα δεν είναι μία πεδινή περιοχή, είναι μια περιοχή με χαράδρες και κοιλάδες. Επομένως, η πυρκαγιά δεν καθοδηγείται μόνο από τον αέρα, αλλά και από το πλούσιο ανάγλυφο του εδάφους», τονίζει ο επικεφαλής του ΕΔΑΣΑ.
Από την πλευρά του ο Μπάμπης Ζάχαρης, εθελοντής δασοπυροσβέστης από το 2010 στον ΕΔΑΣΑ και τα τελευταία πέντε χρόνια στο Πυροσβεστικό Σώμα, λέει στην «Κ» πως σημαντικό ρόλο στη γρήγορη επέκταση της φωτιάς έπαιξαν τα παράλληλα μέτωπα, εντός της Αττικής.
«Οπωσδήποτε υπήρχε διασπορά των δυνάμεων της πυροσβεστικής εξαιτίας του άλλου μεγάλου μετώπου, στον Ασπρόπυργο. Σε συνδυασμό με τις καιρικές συνθήκες -επικινδυνότητας βαθμού 5- που επικρατούσαν δεν μπόρεσε να αντιμετωπιστεί άμεσα η πυρκαγιά», τονίζει.
Η επόμενη μέρα θα καταγράψει τις τραγικές απώλειες. Η Πάρνηθα φιλοξενεί πολλά σπάνια είδη φυτών, αλλά και ζώα όπως το ελάφι, το τσακάλι, η αλεπού, ο λαγός και ο σκίουρος. Οι εθελοντές του ΕΔΑΣΑ, εκφράζουν φόβους για την τύχη των ζώων που βρέθηκαν στα σημεία της καταστροφής.
«Ελπίζουμε πως με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης που έχουν, θα έχουν κινηθεί προς το μέρος του εθνικού δρυμού που δεν έχει καεί. Μέχρι στιγμής, ευτυχώς στα μέρη που έχουμε επιχειρήσει δεν έχουμε δει νεκρά ζώα, όμως, δεν ξέρουμε τι γίνεται πιο μέσα, στις περιοχές που δεν υπάρχει πρόσβαση από τον δρόμο. Δεν έχουμε εικόνα τι έχει συμβεί στο πυκνό δάσος», λέει στην «Κ» ο Ευθύμης Μήτσος, ο οποίος επιχειρεί από την πρώτη στιγμή στην Πάρνηθα με την ομάδα του ΕΔΑΣΑ.
Παρόντες και την επόμενη μέρα
Οι εθελοντές φοβούνται τις εικόνες που θα αντικρίσουν, όταν η μάχη με τις φλόγες θα έχει πλέον τελειώσει. Για πολλούς, το βουνό είναι το δεύτερο σπίτι τους.
«Η ζημιά έχει γίνει, αλλά προσπαθούμε με όλες τις δυνάμεις μας να ενισχύουμε το πυροσβεστικό σώμα. Όσο περισσότερο βοηθήσουμε τόσο το καλύτερο», επισημαίνει ο Ε. Μήτσος.
Όσο μεγάλη κι αν είναι η απογοήτευση, οι φύλακες της Πάρνηθας δηλώνουν ότι την επόμενη μέρα της καταστροφής θα βρίσκονται και πάλι εκεί.
«Νιώθω θυμό και θλίψη γιατί αυτό που προστάτευα εδώ και 13 χρόνια, ξαφνικά δεν θα υπάρχει», λέει ο Μ. Ζάχαρης. «Παρολ’ αυτά θα συνεχίσω να ανεβαίνω στο βουνό. Γιατί τα μικρά πευκάκια που τον επόμενο χρόνο θα αρχίσουν να βγαίνουν στη θέση των καμμένων δέντρων δεν πρέπει να ξανακαούν. Εγώ δεν θα προλάβω να το δω, αλλά το δάσος θα ξαναγεννηθεί».