ΒΟΛΟΣ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Η δεύτερη μέρα της κακοκαιρίας «Daniel» βρίσκει την πόλη του Βόλου βαριά λαβωμένη, χωρίς να προλαβαίνει να πάρει μια ανάσα, αφού η βροχή συνεχίζει ασταμάτητα από τη Δευτέρα το βράδυ όταν και ξεκίνησε.
Ο Αποστόλης Αργύρης μαζί με τη σύζυγό του βρίσκονται έξω από το κομμωτήριο που διατηρούν εδώ και 30 χρόνια σε μία συνοικία δίπλα από το λιμάνι, η οποία πλέον θυμίζει… βομβαρδισμένο τοπίο. Η λάσπη έχει επικαλύψει τα πάντα στον δρόμο και οι κάτοικοι προσπαθούν με τσάπες να καθαρίσουν εισόδους σπιτιών και επιχειρήσεων.
«Το νερό έφτασε στο μισό μέτρο στην πόρτα του μαγαζιού, μπήκε μέσα και τα λάσπωσε όλα. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, παρακολουθούσαμε απλώς το νερό να έρχεται με μεγάλη φόρα από πίσω μας», σημειώνει ο κ. Αργύρης και προσθέτει πως το συγκεκριμένο σημείο της πόλης αποδεικνύεται πάντα προβληματικό, όταν μια έντονη νεροποντή κάνει την εμφάνισή της.
«Δεν ξέρω αν μπορεί να σωθεί κάτι από αυτή την επιχείρηση πια, ας ελπίσουμε να μας βοηθήσει η πολιτεία», λέει. Χωρίς ρεύμα (σε πολλά τμήματα της πόλης) αλλά και χωρίς ύδρευση σχεδόν σε ολόκληρη την πόλη, η μεγάλη αγωνία των κατοίκων είναι να βρουν εμφιαλωμένο νερό.
«Δεν έχουμε ρεύμα, δεν μπορούμε να κάνουμε ένα μπάνιο, δεν μπορούμε να μιλήσουμε με συγγενείς και φίλους στο τηλέφωνο».
Καθώς πολλά σούπερ μάρκετ είναι κλειστά λόγω της διακοπής ρεύματος, το σαφάρι για ένα μπουκαλάκι νερό αποδεικνύεται πολύ δύσκολο. Ο περισσότερος κόσμος που κυκλοφορεί στους δρόμους ψάχνει αυτό και δυστυχώς δεν λείπουν και τα φαινόμενα αισχροκέρδειας. Ο Γρηγόρης Χατζηνικολάου λέει στην «Κ» πως αναζήτησε νερό για την παρασκευή των γευμάτων του μωρού της οικογένειας. Οταν βρήκε σε ένα ψιλικατζίδικο μια εξάδα νερά, ο πωλητής τον ενημέρωσε ότι κοστίζουν 4,80 ευρώ. «Είχα μόνο 4 ευρώ σε ψιλά και το POS δεν λειτουργούσε λόγω κομμένου ρεύματος. Τελικά μου έδωσαν 4 νερά για 4 ευρώ». Στον φούρνο που απευθύνθηκε ο κ. Χατζηνικολάου για εμφιαλωμένα νερά, του είπαν πως έχουν τελειώσει από χθες το απόγευμα.
Ωστόσο, «ο κόσμος ψωνίζει μερικά τρόφιμα που μπορούν να παραμείνουν εκτός ψυγείου για λίγη ώρα, όπως ελιές», λέει από την πλευρά της η ιδιοκτήτρια του φούρνου Ανδρομάχη Τερλιγκάκη, προσθέτοντας πως όλα τα προϊόντα στα ψυγεία της (τυριά, γάλατα κ.τ.λ.) αύριο θα τα πετάξει αν δεν έρθει το ρεύμα. Προσθέτει μάλιστα ότι από χθες ο Βόλος είναι σε «εμπόλεμη κατάσταση».
Ο Παΐσης Παυλίδης, φεύγοντας από τον φούρνο απ′ όπου αγόρασε λίγα τρόφιμα, λέει στην «Κ» πως αυτό που δυσκολεύει τους κατοίκους εκτός από το ρεύμα είναι οι τηλεπικοινωνίες, οι οποίες πραγματοποιούνται εξαιρετικά δύσκολα. «Δεν έχουμε ρεύμα, δεν μπορούμε να κάνουμε ένα μπάνιο, δεν μπορούμε να μιλήσουμε με συγγενείς και φίλους στο τηλέφωνο».
Στο λιμάνι της πόλης, η στάθμη του νερού είναι πολύ ανεβασμένη έξω από το Δημαρχείο, το οποίο επίσης δεν έχει ρεύμα. Γκρέιντερ της Πολιτικής Προστασίας δουλεύουν για να καθαρίσουν δρόμους και πεζοδρόμια. Στο σημείο βρίσκεται ο δήμαρχος της πόλης Αχιλλέας Μπέος, ο οποίος μας λέει πως το βασικό ζητούμενο σήμερα είναι η αποκατάσταση ρεύματος και νερού. Ο ίδιος αναφέρει ακόμα ότι από την περιοχή του Δημαρχείου μέχρι τη Νεάπολη οι συνοικίες έχουν πληγεί σημαντικά.
«Κανείς δεν ήρθε να μας βοηθήσει. Χθες πέρασαν δύο οχήματα της Πυροσβεστικής, είδαν την κατάσταση κι έφυγαν.
Εικόνα καταστροφής παρουσιάζει και η συνοικία του Οξυγόνου πάνω από τον χείμαρρο Κραυσίδωνα, που υπερχείλισε χθες, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει η γέφυρα από πάνω του.
Στην οδό Αναλήψεως πολλά ισόγεια σπίτια έχουν πλημμυρίσει, με τους κατοίκους να προσπαθούν κι εδώ με ό,τι μέσα διαθέτουν να απομακρύνουν τις λάσπες.
Η Σοφία Βλάχου λέει στην «Κ» πως επί 58 χρόνια που μένει σε αυτή τη συνοικία δεν έχει ξαναζήσει ποτέ τέτοια κατάσταση. Η κόρη της Χρύσα, με έναν κουβά στο χέρι, προσπαθεί κι αυτή να βγάλει τα νερά από το ισόγειο σπίτι. Είναι θυμωμένη, όπως μας λέει. «Κανείς δεν ήρθε να μας βοηθήσει. Χθες πέρασαν δύο οχήματα της Πυροσβεστικής, είδαν την κατάσταση κι έφυγαν. Λυπάμαι πολύ που το λέω αλλά δεν μας βοήθησε κανείς».
Σε έναν δρόμο πιο πάνω, ο Κώστας Βογιατζής με μια τσάπα κι αυτός καθαρίζει τις λάσπες από την είσοδο της πολυκατοικίας όπου μένει. Το σπίτι του δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με το κατάστημά του, εστιατόριο στη συνοικία Τσαλαπάτα.
«Αυτό σήμερα δεν μπορώ καν να το πλησιάσω, η καταστροφή είναι μεγάλη. Την ώρα που έμπαιναν τα νερά αναγκάστηκα να το εγκαταλείψω», λέει σημειώνοντας πως σε ένα βαθμό ήταν δύσκολο για τον Δήμο να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο ακραίο φαινόμενο. Ο ίδιος θα έφευγε σε λίγο με την οικογένειά του για να πάνε μαζί με τα παιδιά τους στη μητέρα του κ. Βογιατζή στην περιοχή Καρτάλι, η οποία έχει την τύχη να έχει και ρεύμα και νερό.
«Υπάρχουν περιοχές στον Βόλο, όπως η Νεάπολη ή οι συνοικίες γύρω από το λιμάνι, που πλημμυρίζουν κάθε φορά όταν έχει έντονη βροχή».
Στη συνοικία της Νέας Ιωνίας, που χθες βρέθηκε αποκομμένη από το κέντρο του Βόλου εξαιτίας της υπερχείλισης του Κραυσίδωνα, οι κάτοικοι είναι και εδώ συγκεντρωμένοι σε όσα καφέ και ψιλοκατζίδικα είναι ανοιχτά, για να ανταλλάξουν μια κουβέντα και εμπειρίες από όσα αντιμετωπίζουν από χθες. Ο ένας δίνει κουράγιο στον άλλο, ενίοτε ακούγονται και μερικές χιουμοριστικές ατάκες για να απαλύνουν τον πόνο. «Πώς πήγες χθες στο σπίτι σου με τη βάρκα;».
Ο Θάνος Τσομπανόπουλος βρίσκεται μαζί με τη σύζυγό του έξω από το υποκατάστημα της «Γενικής Ταχυδρομικής» που διατηρούν στη συνοικία Ευαγγελίστρια στη Νέα Ιωνία. Χθες δεν μπόρεσαν να φτάσουν στο σπίτι τους στην Αγία Παρασκευή και έμειναν το βράδυ στην αδελφή του κ. Τσομπανόπουλου. Μέχρι τώρα δεν έχουν καταφέρει να επιστρέψουν, ξέρουν όμως ότι είναι σε καλή κατάσταση. Οπως εξηγεί, υπάρχουν περιοχές στον Βόλο, όπως η Νεάπολη ή οι συνοικίες γύρω από το λιμάνι, που πλημμυρίζουν κάθε φορά όταν έχει έντονη βροχή.
«Κάθε χρόνο τα ζούμε αυτά, μόνο που αυτή τη φορά είναι τεράστιο το μέγεθος της καταστροφής. Δεν έχουμε ούτε αντιπλημμυρικά ούτε αντιπυρικά έργα στην πόλη, αυτή είναι η αλήθεια. Ενα που ξεκίνησε πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες, μπλόκαρε. Δόθηκαν μάλιστα κι αποζημιώσεις για απαλλοτριώσεις στρεμμάτων που ανήκαν σε κατοίκους στην Αγία Παρασκευή, αλλά μετά το Δημόσιο βρέθηκε αντιμέτωπο… με το Δημόσιο στα δικαστήρια. Εχει μερίδιο ευθύνης ο δήμος για όλα αυτά», καταλήγει.