Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου

Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου

Ενας αιώνας στη ζωή μιας πολιτικής οικογένειας, με πολέμους και έρωτες, αρρώστιες και επιτυχίες, από την κηδεία του Βενιζέλου και το ειδύλλιο με τη Μαρίκα μέχρι τη δεύτερη ορκωμοσία του Κυριάκου

13' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο γηραιός Ελευθέριος Βενιζέλος, με αψεγάδιαστη περιβολή, έτοιμος για ένα σουίνγκ με το μπαστούνι του γκολφ στα χέρια. Ηταν η πρώτη φωτογραφία, κρεμασμένη απέναντι από τον καναπέ, που μου έκλεψε την προσοχή στο παλιομοδίτικα κομψό αθηναϊκό διαμέρισμα πλάι στα παλαιά Ανάκτορα. Εκεί συνάντησα την Αρτεμισία Λυμπεράκη, τη μικρή αδελφή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Ετσι όπως κοιτούσα τον σπουδαιότερο πολιτικό άνδρα του 20ού αιώνα για την πατρίδα μας, εκείνον που κατάφερε να σημαδέψει εύστοχα πολλά από τα μακρινά σημαιάκια του γεωπολιτικού γηπέδου της εποχής του και όμως έχασε στο τέλος τον σπουδαιότερο εθνικό αγώνα, αναρωτήθηκα. Του είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι άλλη μία επιτυχημένη βολή του αφορούσε το μέλλον με τη συνέχιση της μεγάλης ελληνικής πολιτικής δυναστείας, στην οποία ανήκε; Αλλωστε ο γερο-Κωστής Μητσοτάκης (1845-1898), σύζυγος της αδελφής του, Κατίγκως, κληροδότησε στον νεαρό και φιλόδοξο Κρητικό το κόμμα των Ξυπόλητων που ίδρυσε το 1878, μετονομασθέν αργότερα σε κόμμα των Φιλελευθέρων. Οι Μητσοτάκηδες είναι ένα σόι που μετράει ήδη 145 χρόνια στα κοινά σε 200 χρόνια ύπαρξης του ελληνικού κράτους. Αν είσαι μέλος της έχεις ζήσει την Ιστορία να γράφεται στο σαλόνι σου.

Το έλατο

Βολεύτηκα σε μια πολυθρόνα, πλάι σε ένα έλατο χωρίς στολίδια, που είχε μείνει από τα Χριστούγεννα. Η κυρία Αρτεμισία έπιασε στο φτερό το απορημένο βλέμμα μου και μου είπε γλυκά, σχεδόν απολογητικά: «Το έφερε ο Κώστας Μπακογιάννης από το Καρπενήσι για τις γιορτές, ολόφρεσκο, κομμένο λίγες ώρες πριν. Εως σήμερα ευωδιάζει (αλήθεια ήταν αυτό) και δεν έχει μαδήσει καθόλου, οπότε το κρατώ γιατί με ευχαριστεί η παρουσία του». Και η ίδια αειθαλής και ευσταλής. Στα 91 της απέπνεε τη δυσεύρετη ελληνική αστική αρχοντιά των καλών τρόπων, φτιαγμένη από μέταλλα ευγενή όχι λόγω καταγωγής, αλλά χαρακτήρα. Με κάλλος, σαν το ακριβό κρασί, και ρυτίδες-μάρτυρες ενός βίου που κοντεύει τον αιώνα. «Ποτέ δεν είχα μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. Μου έλεγαν “όμορφη και όμορφη”, χαμπάρι δεν έπαιρνα. Από μικρή ακουμπούσα σε άλλους, μόνη μου αισθανόμουν ένα τίποτα. Ακουμπούσα αρχικά στη μάνα μου, μετά στον άνδρα μου που έφυγε πριν από 12 χρόνια, μετά από 56 έτη γάμου. Να, εδώ ήταν η καρέκλα του», μου δείχνει, λες και παρακολουθούσε και αυτός νοερώς τη συζήτησή μας. Oμως μαζί μας ήταν μόνον η θυγατέρα της, Αντιγόνη Λυμπεράκη. Πρόσεξα ένα μικρό, ωραίο σκουλαρικάκι στη μύτη της, ίσως δείγμα μη συμμόρφωσης στα στερεότυπα, που πολύ μου άρεσε πάνω της.

«Από τότε που έφυγε ο Γιώργος έπρεπε να οργανώσω ξανά την καθημερινότητά μου έτσι ώστε να μπορώ να την αντέχω χωρίς αυτόν», είπε η μαμά της. «Ηθελημένα, άρχισα να μη σκέπτομαι πολύ, αλλά αφιερώθηκα στο διάβασμα. Γεμίζω τις ώρες μου με εξαιρετικά βιβλία και καλές ταινίες (να ξέρετε το καλύτερο έργο το παίζει πάντα η ΕΡΤ2). Σε αυτή την ηλικία κάθε ημέρα που μου προσφέρεται είναι ένα δώρο. Το ότι μένω όρθια χωρίς να είμαι ανάπηρη είναι ένα δώρο. Εχω και εγώ την υποχρέωση να κάνω κάτι με αυτό που μου χαρίζεται, να μην το αφήνω να περνάει έτσι. Και τα καταφέρνω. Γι’ αυτό αφήνω και το δένδρο εδώ. Στα μάτια μου είναι σαν να έχω ένα δάσος», μου είπε. Σκέφθηκα πόσα πράγματα έχει αντικρίσει από το 1932 που είδε το φως στα Χανιά: «Εως και την κηδεία του Βενιζέλου θυμάμαι, που πέρασε η λαοθάλασσα από το σπίτι. Ημουν η μικρότερη της οικογένειας και είχα εξαιρετικά παιδικά χρόνια στη Γαλαρία Χανίων μέχρι που ήρθε ο πόλεμος. Eχω μια ωραία εικόνα από τους γονείς μου, δεύτερα ξαδέλφια μεταξύ τους, που παντρεύτηκαν από μεγάλο έρωτα. Μεγάλωσα με τρομερή αγάπη και ξεγνοιασιά. Είχαμε πολλές αμυγδαλιές και σκαρφάλωνα και έτρωγα τους άγουρους καρπούς, είχαμε αμπέλι που το έβλεπα να μεγαλώνει. Τα αδέλφια μου με πρόσεχαν. Ολα αυτά άλλαξαν το 1941 με τους Γερμανούς να βομβαρδίζουν την Κρήτη».

Στην Αντίσταση

Σε αυτή την ηλικία κάθε ημέρα που μου προσφέρεται είναι ένα δώρο. Το ότι μένω όρθια είναι ένα δώρο. Εχω και εγώ την υποχρέωση να κάνω κάτι με αυτό που μου χαρίζεται.

«Θυμάμαι τον ουρανό να σκοτεινιάζει κυριολεκτικά από τα στούκας που άφηναν τους αλεξιπτωτιστές και τους Κρητικούς να τους σκοτώνουν στον αέρα. Τότε η οικογένεια πέρασε και τη μεγαλύτερη δοκιμασία που είχε ως αποτέλεσμα να φθαρεί η υγεία του πατέρα μου σε τέτοιο βαθμό που τον χάσαμε πολύ νέο. Ο Κώστας, 23 χρόνων παλικάρι, έγινε αρχηγός της Εθνικής Οργάνωσης Κρήτης για την Αντίσταση. Είχα μια μάνα που ήταν πολύ αισιόδοξη, διότι ήταν γενναία. Εβλεπε τον πρωτότοκό της να φεύγει νύχτα με τα όπλα του, μετά το οικογενειακό φαγητό, ενώ εμείς πηγαίναμε για ύπνο. Δεν ξέραμε αν θα τον ξαναβλέπαμε. Οταν μεγάλωνα την κόρη μου και εκείνη αργούσε να γυρίσει από καμιά έξοδο, εμένα με έτρωγε η αγωνία, έτσι δεν κρατήθηκα και τη ρώτησα μια φορά: “Πώς άντεχες, βρε μάνα, να το ζεις αυτό;”. Και εκείνη μου απάντησε: “Η λεβεντιά είναι μεγάλη δύναμη στον άνθρωπο. Αυτή τον οδηγεί στέρεα να κάνει κάτι. Εάν διστάσει έστω και μια στιγμή μπορεί να αποβεί μοιραίο γι’ αυτόν. Ετσι δεν του είπα ποτέ ‘πού πας παιδί μου;’. Οπως δεν έκλεισα και μάτι μέχρι να ακούσω το τρίξιμο της πόρτας κάθε πρωί πως γύρισε ζωντανός”. Μεγάλο μάθημα αυτό στη ζωή μου».

Η 10χρονη Αρτεμισία είχε και αυτή τον δικό της ρόλο στην Αντίσταση. Στο σπίτι τους είχε εγκατασταθεί ένας ελληνομαθής Βρετανός ταγματάρχης και κάθε απόγευμα ντυνόταν Κρητικός και την έπαιρνε δήθεν για να πάνε βόλτα στο βουνό, αλλά κατασκόπευε το στρατόπεδο των Γερμανών αλαμπρατσέτα με τη μικρή. Κάποια στιγμή οι κατακτητές είχαν πια πολλές ενδείξεις ότι η οικογένεια ήταν αναμεμειγμένη στην Αντίσταση. Στο σπίτι τους υπήρχε και τηλέγραφος με τον οποίον διαβίβαζαν τα τηλεγραφήματα στους Βρετανούς. Η Αρτεμισία είχε καθήκον να ανεβάζει και να κρύβει το μηχάνημα στα κεραμίδια. Εισέβαλαν και συνέλαβαν τον Κώστα. Καταδικάστηκε από στρατοδικείο εις θάνατον: «Ο πατέρας μου ήταν σε απόγνωση και πήγε να μιλήσει στον Γερμανό διοικητή που δεν του άφησε ελπίδες. Ακόμη και αν δεν τον τυφέκιζαν, θα κατέληγε –χειρότερα γι’ αυτόν– σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Επιστρέφοντας σπίτι έπαθε συμφόρηση, έχασε αμέσως το ένα του μάτι, το οποίο έπρεπε να βγει για να μη χάσει και το άλλο», περιγράφει η κυρία Αρτεμισία. «Βρήκαμε έναν γιατρό, αλλά δεν είχε νάρκωση. Δέσανε τον πατέρα μου, η μάνα μου τον κρατούσε στην αγκαλιά της και έτσι με όλες τις αισθήσεις του τού αφαίρεσαν τον ένα οφθαλμό. Από τότε δεν ήταν ποτέ ο ίδιος. Ενώ είχαμε ξεγράψει πια τον Κώστα, οι Γερμανοί αποφάσισαν να κάνουν μια κίνηση καλής θέλησης για την 25η Μαρτίου. Με κλήρο έδωσαν χάρη σε 25 θανατοποινίτες. Ηταν ένας από αυτούς. Στην έξοδο από τη φυλακή, όσοι ελευθερώθηκαν, άκουσαν το “χάιλ Χίτλερ”. Ολοι σήκωσαν τα χέρια τους εκτός από εκείνον που τα κράτησε σφιχτά στον κορμό», λέει η μικρή αδελφή του.

«Αυτή ήταν θαρρώ η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής του ακόμη και σε όλη τη μετέπειτα πολιτική του καριέρα», τονίζει. Και η πιο δύσκολη; «Η αποστασία», μου απάντησε, συμπληρώνοντας ότι ήταν μια επιβεβλημένη κίνηση για τη σωτηρία της χώρας, διότι αλλιώς θα ερχόταν η δικτατορία, η οποία ήρθε όντως έπειτα από λίγα χρόνια. Πώς αισθάνθηκε η ίδια όταν διάβαζε στην «Αυριανή» πως ο αδελφός της ήταν συνεργάτης των ναζί; «Εγώ ήξερα ότι πρόσφερε τη ζωή του, ότι καταδικάστηκε εις θάνατον δις, ότι χάσαμε τον πατέρα μου από αυτό – κάτι που ο Κώστας έφερε βαρέως σε όλη τη ζωή του. Σήμερα πια ό,τι με στενοχωρεί, το μυαλό μου το επεξεργάζεται και το σβήνει. Η μνήμη μου στα δυσάρεστα είναι επίτηδες κοντή». Τι χαρακτήρας ήταν ο Κώστας Μητσοτάκης; «Ηταν ελάχιστα εκδηλωτικός ως παιδί και νέος, σαν τη μάνα μου. Εφευγε για μακρινά ταξίδια και μας χαιρετούσε λες και πήγαινε στη γειτονιά. Ημασταν μια οικογένεια που θυμίζαμε Σουηδούς, όχι Κρητικούς, όπως έλεγε με χιούμορ ένας φίλος του Κώστα. Εγώ πάλι δεν ήμουν έτσι. Ημουν πολύ χαδιάρα και προσπαθούσα πολύ να με χαϊδέψει η μάνα μου. Εβαζα το κεφάλι μου στα πόδια της επίτηδες. Χαδιάρα ήταν και η Μαρίκα που της έλεγε: “Μα σήκωσε τα χέρια σου να χαϊδέψεις το παιδί, δεν βλέπεις πως το θέλει;”. Δεν το έκανε ποτέ. Από την άλλη έδωσε την ψυχή της για εμάς. Εκείνη ήταν η βάση της ζωής μου. Και δεν ξεκινούσε η ημέρα μου αν δεν της μιλούσα».

Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου-1
Σημαιοφόρος στα Χανιά. Καλή μαθήτρια, ήθελε να σπουδάσει Ιατρική. Στον γάμο της με τον Γιώργο Λυμπεράκη και κουμπάρο τον Σοφοκλή Βενιζέλο.

Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου-2
Στον γάμο της με τον Γιώργο Λυμπεράκη και κουμπάρο τον Σοφοκλή Βενιζέλο.

«Αχ, ήταν καλλονή»

Ολα άλλαξαν στη ζωή του Μητσοτάκη όταν εμφανίστηκε η Μαρίκα: «Αχ, ήταν καλλονή. Είχε κάτι μάτια!.. Τεράστια. Χαρακτήρας εξωστρεφής, τρυφερός, είχε περάσει πολλά διότι ως παιδί τη χτύπησε η πολιομυελίτιδα. Χρειάστηκε πολύ μικρή να πάει στην Αμερική, στη Νέα Υόρκη, όπου υπεβλήθη σε πρωτοποριακές εγχειρήσεις από έναν Ελληνα γιατρό για να μπορέσει να περπατήσει. Ηταν χρόνια κατάκοιτη. Αυτός της “έχτισε” όλους τους σπονδύλους στη στήλη της, έναν έναν. Φαντάζεστε πώς ήταν το νευρικό της σύστημα μετά από αυτό. Οταν στάθηκε στα πόδια της, τότε γνωρίστηκαν με τον αδελφό μου, τον μεταμόρφωσε. Την ερωτεύτηκε με πάθος. Αρχισε σιγά σιγά να της μιλάει τρυφερά. “Αγάπη μου, μάτια μου, ζωή μου”, της έλεγε συνεχώς. Δεν τον αναγνώριζα, έμενα άναυδη. Οταν παντρεύτηκαν πια, ο Κώστας της είπε ότι ήθελε να κάνουν μεγάλη οικογένεια, αλλά δεν ήξερε αν η κατάσταση της υγείας της το επέτρεπε. Πήγαν σε έναν γιατρό. Εκείνος του είπε: “Κύριε Μητσοτάκη, η σπονδυλική της στήλη θα αντέξει τις εγκυμοσύνες, εκατό παιδιά θα αντέξει. Το νευρικό της σύστημα είναι εντελώς διαλυμένο. Θα το υποστείτε; Διότι θα ταλαιπωρηθείτε πολύ”. Εκείνος χαμογέλασε και είπε λακωνικά “εγώ έχω τη δύναμη” και έτσι ξεκίνησαν την οικογένειά τους. Ηταν απίθανα τρυφερός μαζί της όλη τη ζωή της, έζησε κοντά της όλες τις ταλαιπωρίες. Συμμετείχε στις γέννες της, της έδινε ηρεμία και κουράγιο, και αργότερα όταν εμφανίστηκαν πιο σοβαρά θέματα, έμεινε παράλυτη και πάλι ήταν στο πλάι της αταλάντευτα. Εως το τέλος της ήταν μαζί της σε όλα. Εφυγε με τόση αγάπη γύρω της».

«Δεν ήταν καθόλου εύκολο για τον Κώστα να χειρίζεται τον χαρακτήρα της. Τον θυμάμαι ενίοτε σε απελπισία. Τα νεύρα της μπορούσαν να εκραγούν ανά πάσα στιγμή και του δημιουργούσε συχνά πολλά προβλήματα, ιδιαίτερα με τους βουλευτές. Αν κάποιος δεν της άρεσε ή μιλούσε άσχημα για τον Μητσοτάκη, τότε… Ολοι το τρέμαμε αυτό. Και όμως ο αδελφός μου δεν σταμάτησε ποτέ να την αγαπάει. Νομίζω πάντως ότι και εκείνος δεν θα είχε καταφέρει τόσα στην πολιτική αν δεν ήταν δίπλα του η Μαρίκα».

Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου-3
Είναι η νέα, αριστερά. «Η Κρήτη είναι ο τόπος μου. Στην Αθήνα φιλοξενούμαι», λέει η κυρία Λυμπεράκη που πέρασε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια στα Χανιά έως το ξέσπασμα του πολέμου.

Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου-4
Η φωτογραφία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ντυμένο άψογα, έτοιμο για σουίνγκ.

Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου-5
Χορεύοντας με τον αδελφό της Κώστα: «Πάντα εγώ χόρευα μαζί του, η Μαρίκα δεν μπορούσε».

Τα χρόνια στο Παρίσι και η αγκαλιά του Κυριάκου    

Ως πατέρας ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν εξίσου τρυφερός όσο και ως σύζυγος; «Αν ρωτήσετε την ανιψιά μου την Κατερίνα, λέει ότι με δυσκολία έλεγε μια καλημέρα στα παιδιά του και αν ήταν με σκοτούρες δεν έλεγε ούτε καληνύχτα. Ολα αυτά άλλαξαν άρδην όταν βρέθηκαν όλοι μαζί στο Παρίσι εξορία. Τα παιδιά κατάλαβαν τι εστί Κώστας και ο Κώστας τα παιδιά. Δέθηκαν, συνυπήρξαν, μιλούσαν. Τα έπαιρνε μαζί του στη λαϊκή εκεί και ψώνιζαν. Πριν φύγουν η Μαρίκα είχε μείνει έγκυος. Η τελευταία από τις τρεις κόρες ήταν η Κατερίνα, ετών 9. Ενα μωρό εκείνη την εποχή, με όλα τα προβλήματα και τις αβεβαιότητες, ήταν δύσκολο. Ομως η έλευσή του έφερε πολύ μεγάλη χαρά». Συνεπώς του είχαν αδυναμία επειδή ήταν αγόρι; «Νομίζω ότι είχαν στην πρωτότοκη Ντόρα. Ηταν τόσο όμορφο μωρό και παιδί η Ντόρα. Ενα πρόσωπο σαν φεγγάρι!».    

Οταν ο Κυριάκος ανέλαβε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας πώς το πήρε ο πατέρας του; «Ο Κυριάκος ξεκίνησε τη ζωή του ως τεχνοκράτης. Σπούδασε στα καλά ξένα πανεπιστήμια της Αμερικής, δούλεψε σε μεγάλες εταιρείες. Ο Κώστας δεν είχε σκεφθεί καθόλου ότι ο γιος του θα έμπαινε στην πολιτική, διότι είχε ήδη στραφεί αλλού. Δεν ξέρω αν το ευχόταν από μέσα του ο αδελφός μου, αλλά δεν είχε μιλήσει γι’ αυτό. Νομίζω είχε απελπιστεί. Μια ημέρα ο Κυριάκος του έκανε συζήτηση και του είπε ότι σκεφτόταν την κάθοδο στην πολιτική και να διεκδικήσει μια θέση στη Β΄ Αθήνας. Τότε ο Κώστας έλαμψε και του είπε: “Αυτό, παιδί μου, είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορείς να μου κάνεις αν θέλεις και μπορείς να ασχοληθείς”. Η πολιτική είναι λειτούργημα, δεν είναι επάγγελμα. Πρέπει να την αγαπάς. Ετσι ξεκίνησε ο Κυριάκος τα πρώτα του βήματα», λέει η θεία του που προσθέτει ότι πάντα τον αγαπάει και τον έχει έγνοια. Ιδιαίτερα τώρα που έχουν εμφανιστεί τόσα προβλήματα με τις φωτιές και τις πλημμύρες, όσα δεν μπορεί να φανταστεί κανείς.   
«Είναι σίγουρο ότι του έχουν τύχει τα πάντα. Εχει στοιχεία και από τους δύο γονείς του. Τώρα θα φανεί αν έχει πάρει και την αντοχή του αδελφού μου. Δοκιμάζεται. Τον βλέπω πάντως ότι δεν έχει χάσει το κουράγιο του. Τον είδα στη Λάρισα. Τι ήταν αυτό το πράγμα, Θεέ μου. Ζούμε σε μια εποχή που ξεφεύγουμε από το φυσιολογικό, με πρωτόγνωρες καταστάσεις που δεν πίστευα ότι θα δω στα χρόνια μου».   

Αρτεμισία Λυμπεράκη στην «Κ»: Η άγνωστη ιστορία της οικογένειάς μου-6
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ορκίζεται για δεύτερη φορά πρωθυπουργός και φωτογραφίζεται με τη θεία του και όλες τις αδελφές του. Φωτ. ΙΝΤΙΜΕ

«Ο Κυριάκος είναι πιο εκδηλωτικός από τον πατέρα του. Οταν βγήκε πρωθυπουργός μου τηλεφώνησε: “Θεία μου, θέλω να είσαι στην ορκωμοσία μου”. Μόλις με αντίκρισε άνοιξε τα χέρια του και με πήρε αγκαλιά. Είναι γλυκός. Βλέπω ότι σε σχέση με τον πατέρα του είναι και πιο οργανωμένος. Τι θέλω να πω με αυτό; Πως το μυαλό του είναι προσανατολισμένο στην τεχνολογία, είναι ένας άνθρωπος της εποχής του. Οι αποφάσεις του είναι λογικές. Η ευχή που θέλω να του δώσω είναι να έχει το μυαλό που νομίζω πως έχει, και να έχει και τη δύναμη να κάνει αυτά που πιστεύει σωστά. Εχει μια αίσθηση του σωστού και του καλού, την είχε από μικρό αγοράκι που τον θυμάμαι». Και η Μαρέβα; Εχει αλλάξει τη ζωή του όσο η Μαρίκα; «Δεν την ξέρω καλά τη Μαρέβα. Δεν έχουμε κάνει παρέα. Τη γνώρισα ως καινούργια νύφη. Μου άρεσε πολύ. Ηταν απλή, προσηνής. Είχε μια δική της προσωπικότητα ελκυστική. Σε κέρδιζε. Μετά δεν τη γνώρισα πολύ γιατί ηλικιακά δεν συμπίπτουμε, ούτε έχουμε βέβαια τις ίδιες παρέες…». Και ο Κώστας Μητσοτάκης junior; Θα του ευχόταν να μπει και αυτός στην πολιτική; «Πρέπει να το θες, να σου αρέσει πολύ, να θυσιάσεις πολλά. Εδώ στον Ελευθέριο Βενιζέλο είδατε πώς φέρθηκε η Ελλάδα, που την έκανε διπλάσια. Η πολιτική δεν είναι έντιμη. Υπάρχει κακία με προσωπείο ενδιαφέροντος και μπορεί να σου τη φέρει όποιος στέκει δίπλα σου. Αν έχει την αντοχή, ας μπει, είναι δικό του θέμα».     

Αναμνήσεις  

Κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα. Μας δείχνει παλιές φωτογραφίες στις οποίες είναι καλλονή, όπως και ο άνδρας της είναι πολύ όμορφος. «Αχ, μου άρεσε η ομορφιά πάντα. Οταν μεγάλωνα στα Χανιά και κοίταγα τους νεαρούς, δεν έβρισκα κανέναν όμορφο. Μέχρι που ο Γιώργος Λυμπεράκης, 26 χρόνων τότε, ήρθε στην Κρήτη και τον είδα. Αυτό ήταν! Τον ερωτεύτηκα βαθιά», λέει με ένα ύφος νοσταλγικό, ενώ μου δείχνει τις φωτογραφίες του γάμου τους. Μπήκα στον πειρασμό να ρωτήσω την κόρη της αν ήταν καλή μητέρα και αν τσακώνονταν: «Ηταν εξαιρετικά τρυφερή. Δεν τσακωνόμασταν, αλλά διαφωνούσαμε πολύ συχνά. Το μεγαλύτερο κέρδος της ανατροφής και από τους δύο γονείς είναι ότι μπορούσαμε να έχουμε διαφορετική γνώμη – οι διαφορές χωρίς καβγάδες κάνουν τη ζωή πιο ενδιαφέρουσα», μου λέει. Φαίνεται πόσο αγαπάει τη μητέρα της, με την οποία μόλις γύρισαν από διακοπές στα Χανιά. «Πενήντα μπάνια έκανα», λέει η κυρία Αρτεμισία. Από μία ώρα το καθένα! Ξέρετε, στην ηλικία μου και με όλα τα θέματα υγείας, η πιο βαθιά ευτυχία είναι το κολύμπι. Νιώθεις το σώμα σου ελαφρύ, τίποτε δεν το βαραίνει», τονίζει. «Η Κρήτη είναι ο τόπος μου. Στην Αθήνα φιλοξενούμαι. Στην αρχή είχα σκεφθεί να ταφώ εκεί. Μετά επειδή πήγαινα στον τάφο του άνδρα μου στο νεκροταφείο της Αναστάσεως στον Πειραιά, που είναι σαν μουσείο γλυπτών, είπα: “Οχι, εδώ ας με βάλουν”. Μη φοβάσαι, Αντιγονάκι, δεν θα σε ταλαιπωρήσω με ταξίδια».    

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT