«Ημασταν-δεν ήμασταν 25 ετών, όταν είδαμε τους δήμους της χώρας να γεμίζουν με οδούς “Ηρώων Πολυτεχνείου”. Μία ολόκληρη κοινωνία μάς αντιμετώπιζε ως ήρωες» [σχόλιο ηγετικού στελέχους της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου].
Το πρώτο βήμα για να μελετήσουμε το «Πολυτεχνείο» είναι η στάση της ελληνικής κοινωνίας στη δικτατορία. Εάν το σημείο συγκρίσεως είναι η αντίσταση κατά της κατοχής 1941-44, δεν υπάρχει ομοιότητα σε μαζικότητα ή ένταση. Τα προδικτατορικά κόμματα δεν μπόρεσαν να καταστούν αντιστασιακοί πόλοι. Λίγοι γενναίοι Ελληνες οργανώθηκαν από την πρώτη στιγμή σε αντιδικτατορικές οργανώσεις που διέτρεχαν όλο το πολιτικό φάσμα. Σε κάποιες περιπτώσεις προχώρησαν και σε δυναμικές ενέργειες όπως την τοποθέτηση βομβών (με προσοχή για την αποφυγή ανθρωπίνων απωλειών). Ο λαός εξέφρασε αποσπασματικά και ήπια την αποστροφή του κατά της δικτατορίας, με συμμετοχή στις κηδείες του Γεωργίου Παπανδρέου το 1968 και του Γιώργου Σεφέρη το 1971, ή με την αποδοκιμασία του δικτάτορα Παπαδόπουλου στο Παναθηναϊκό Στάδιο το 1969. Κορυφαίες στιγμές πριν από το Πολυτεχνείο ήταν η απόπειρα τυραννοκτονίας από τον Αλέξανδρο Παναγούλη το 1968 και το προδοθέν κίνημα του πολεμικού ναυτικού το 1973. Ολα αυτά αλλοίωναν το δήθεν φιλολαϊκό προσωπείο που προσπαθούσε να φιλοτεχνήσει το καθεστώς. Οπως, όμως, παρατηρεί ο αντιστασιακός Περικλής Κοροβέσης στο βιβλίο του «Ανθρωποφύλακες»: «Η μαζική αντίσταση κατά της Χούντας εμφανίζεται μετά τη Μεταπολίτευση». Στην πραγματικότητα δεν υπήρξαν ογκώδεις διαδηλώσεις και πορείες επί Χούντας.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 υπήρξε η κορυφαία αντιδικτατορική ενέργεια. Χαρακτηριστικά της ήταν η πραγματικά μαζική συμμετοχή φοιτητών, ο άοπλος χαρακτήρας της, η τριήμερη διάρκειά της και η απήχηση που έδειξε να έχει στην κοινωνία. Χιλιάδες Αθηναίοι πήγαν έξω από το Πολυτεχνείο βρίσκοντας –επιτέλους– τρόπο να εκφράσουν την αντίθεσή τους στη Χούντα. Ολα αυτά πανικόβαλαν το καθεστώς και οδήγησαν στην αιματηρή καταστολή της εξεγέρσεως. Ακολούθησε το ακόμη σκληρότερο καθεστώς Ιωαννίδη όπου όλα «τα ‘σκιαζε η φοβέρα». Τελικώς, τον Ιούλιο του 1974 η Χούντα κατέρρευσε υπό το βάρος της κυπριακής τραγωδίας.
Καλλιεργήθηκε μια κουλτούρα ανυπακοής που εκδηλώθηκε κυρίως στα πανεπιστήμια της χώρας. Ξεκίνησε από την απαγόρευση εισόδου μέσα στα ΑΕΙ, καθ’ότι είναι κρατική δύναμη, και συνεχίσθηκε με καταλήψεις.
Η δημιουργία του μύθου του «Μετα-Πολυτεχνείου», όπως το αποκαλεί ο Γιάγκος Ανδρεάδης, ξεκίνησε από την επιλογή της ημερομηνίας των πρώτων ελεύθερων μεταπολιτευτικών εκλογών. Διεξήχθησαν τη 17η Νοεμβρίου 1974, στην πρώτη επέτειο από την εισβολή στο Πολυτεχνείο. Ακολούθησε το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 1980 που καθιέρωσε τη 17η Νοεμβρίου ως σχολική εορτή, περίπου αντίστοιχη με την 25η Μαρτίου και την 28η Οκτωβρίου… Σταδιακά το Πολυτεχνείο από σύμβολο αγώνα για την ελευθερία μεταμορφώθηκε σε μύθο της μαζικής αντιστάσεως όλης της ελληνικής κοινωνίας κατά της δικτατορίας. Αυτό που δεν έγινε από την πλειοψηφία του λαού όταν χρειαζόταν, όταν δηλαδή υπήρχε η Χούντα, έπρεπε να αναπληρωθεί μετά. Σήμερα, ένα μεγάλο ποσοστό του λαού πιστεύει ότι η Χούντα έπεσε το 1973 εξαιτίας του Πολυτεχνείου. Η αντίληψη αυτή αποτυπώνεται και στο σύνθημα: «η Χούντα δεν τελείωσε το ’73».
Η δημιουργία ενός ανύπαρκτου γεγονότος ανατροπής είχε τεράστια αξιακή σημασία στην ποιότητα της μεταπολιτευτικής μας ζωής. Μία μεγάλη μάζα ανθρώπων αναζητούσε (εκ των υστέρων και υπό συνθήκες δημοκρατίας και ασφάλειας) να επιβεβαιώσει ανύπαρκτες αντιστασιακές περγαμηνές. Πορείες, λάβαρα, αντάρτικα σε στάδια και ταβέρνες για να εκπληρώσουμε το αντιστασιακό μας καθήκον έναντι της δικτατορίας. Επρόκειτο για μίμηση, για κακό θεατρικό παίγνιο, για παρωδία.
Την πλαστογραφία των γεγονότων ακολούθησε η λεηλασία του περίφημου «οράματος του Πολυτεχνείου». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αιματοβαμμένη σημαία που βρισκόταν στην κεντρική πύλη όταν την γκρέμισε το τεθωρακισμένο. Προηγείται της ετήσιας πορείας που τηρείται με θρησκευτική ευλάβεια, πάντα προς την αμερικανική πρεσβεία. Το λογικό θα ήταν η σημαία να φυλάσσεται από τις (δημοκρατικά εκλεγμένες) αρχές του Πολυτεχνείου και να παραδίδεται στους φοιτητικούς συλλόγους κατά την επέτειο της εξεγέρσεως. Η σημαία όμως βρίσκεται από το 1976 στα χέρια της φοιτητικής οργανώσεως του ΠΑΣΟΚ. Μέσω της σημαίας γίνεται προσπάθεια να αναδειχθεί ποιος (πρέπει να) είναι ο πραγματικός πολιτικός κληρονόμος του οράματος του Πολυτεχνείου.
Καλούμαστε να πάψουμε να κινούμαστε ανάμεσα στην υμνολογία και στην άρνηση. Ας βάλουμε το Πολυτεχνείο πάλι στις διαστάσεις του. Ήταν ηρωική εξέγερση ελευθερίας. Δεν είναι το μέτρο που κρίνει αενάως την πορεία του πολιτεύματος.
Στο όνομα αυτού του οράματος καλλιεργήθηκε μια κουλτούρα ανυπακοής που εκδηλώθηκε κυρίως στα πανεπιστήμια της χώρας. Ξεκίνησε από την απαγόρευση εισόδου ακόμη και της Πυροσβεστικής μέσα στα ΑΕΙ, καθ’ ότι είναι κρατική δύναμη. Συνεχίσθηκε με καταλήψεις πανεπιστημιακών σχολών (και αργότερα και σχολείων). Κατέληξε σε μία ψευδοεπαναστατική υποκουλτούρα που υποτίθεται ότι συμβολίζει αντίσταση, ανατροπή και επανάσταση και την εκφράζει σήμερα εξόχως η αντιεξουσιαστική Αριστερά. Επιπλέον, σε κάποιες περιπτώσεις (βλ. τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη») τα πράγματα οδήγησαν σε εντελώς αντίθετες καταστάσεις από την ίδια την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Παράλληλα, ξεκίνησε κυρίως από τον χώρο της Ακροδεξιάς η άρνηση του Πολυτεχνείου. Την απάντηση στο γελοίο επιχείρημα ότι δεν υπήρξαν νεκροί τον Νοέμβριο του 1973 την έδωσε το πόρισμα του εισαγγελέα Τσεβά ήδη από το 1975. Ακούγεται επίσης το ανιστόρητο ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου οδήγησε στην ανατροπή του Παπαδόπουλου από τον Ιωαννίδη. Στην πραγματικότητα ο τελευταίος προετοίμαζε το πραξικόπημα μετά την τοποθέτηση του πολιτικού Μαρκεζίνη ως πρωθυπουργού της χώρας τον Οκτώβριο του 1973, σαράντα ημέρες πριν από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Μετά το 2010 η επονομαζόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου» θεωρήθηκε συνυπεύθυνη για τη βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση της χώρας. Επρόκειτο για εκείνους τους λίγους που με την επίκληση της συμμετοχής τους στην εξέγερση του Πολυτεχνείου έστησαν πολιτικές καριέρες μακριά από την πλειοψηφία των πολλών που συμμετείχαν στην εξέγερση.
Σήμερα, η αμφισβήτηση του «Μετα-Πολυτεχνείου» αντιμετωπίζεται περίπου ως υπονόμευση του πολιτεύματος. Πενήντα χρόνια μετά, όμως, καλούμαστε ως κοινωνία να πάψουμε να κινούμαστε ανάμεσα στην υμνολογία και στην άρνηση. Ας βάλουμε το Πολυτεχνείο πάλι στις διαστάσεις του. Ηταν ηρωική εξέγερση ελευθερίας. Δεν είναι το μέτρο που κρίνει αενάως την πορεία του πολιτεύματος και της χώρας μας.
*Ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αν. καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο – βουλευτής Ν.Δ. Α΄ Αθηνών.