To σπιράλ της ταλαιπωρίας από την κατασκευή του υπερσύγχρονου εναέριου αυτοκινητόδρομου (Flyover) τέθηκε σε κίνηση για την πόλη της Θεσσαλονίκης με την έναρξη των εργασιών του περιώνυμου έργου και δεν αναμένεται να «κλείσει», προτού περάσουν τουλάχιστον τέσσερα χρόνια, ορίζοντας που προβλέπεται για την ολοκλήρωσή του.
Από το πρωί σήμερα, Δευτέρα, με το που άρχισαν να εφαρμόζονται τα μέτρα περιορισμού των λωρίδων κυκλοφορίας του υπάρχοντος περιφερειακού και η διοχέτευση της κίνησης από ανατολάς προς δυσμάς και αντιστρόφως μέσω των κεντρικών αρτηριών της πόλης, φάνηκε επί του πεδίου ότι έρχονται δύσκολες μέρες για τη Θεσσαλονίκη και τους ανθρώπους της.
Η κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης αλλά και περιμετρικά επιβαρύνθηκε τα μέγιστα, άνθρωποι καθυστέρησαν να φτάσουν στις δουλειές τους, καταστήματα άργησαν ν′ ανοίξουν. Επιπρόσθετα, αγανακτισμένοι οδηγοί παρέμεναν επί ώρες καθηλωμένοι στο τιμόνι για να διανύσουν στον διπλάσιο ή και τριπλάσιο χρόνο μια διαδρομή που έως τώρα διέσχιζαν σχετικά ευκολότερα.
Και είναι μόνο η αρχή του μαρτυρίου της υπομονής για την πόλη και την περιφερειακή ενδοχώρα της.
Στην καλύτερη των περιπτώσεων ο μήκους δεκατριών χιλιομέτρων νέος αυτοκινητόδρομος που θα «υπερίπταται» σε κάποια τμήματα του σημερινού, θα είναι έτοιμος σε τέσσερα χρόνια. Δύσκολα, όμως, θα βρεθεί άνθρωπος στην πόλη που θα πιστέψει ότι θα τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα, μολονότι την περασμένη εβδομάδα ο υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών Νικος Ταχιάος διαβεβαίωσε πως «δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να καθυστερήσει». Το Flyover ξεκινάει έχοντας «δεχθεί γκολ από τα αποδυτήρια». Οι εμπειρίες από άλλα μεγάλα έργα, όπως το μετρό, η υποθαλάσσια αρτηρία, ο εξωτερικός περιφερειακός, το στρατόπεδο Παύλου Μελά, το παραλιακό μέτωπο από το Καλοχώρι δυτικά έως το Αγγελοχώρι ανατολικά, η ανάπλαση της ΔΕΘ κ.ά. που διαχρονικά είτε εξαγγέλθηκαν και «ξεχάστηκαν» είτε εγκαινιάζονται κάθε φόρα που το επιτάσσουν πολιτικές και επικοινωνιακές σκοπιμότητες και δεν παραδίδονται ποτέ προς χρήση στην πόλη, προξενούν την καχυποψία, ότι το πιο πιθανό είναι ότι «θα έχουμε και πάλι μια από τα ίδια».
Σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει τη διάχυτη ανησυχία της πόλης για την επερχόμενη δοκιμασία της, η ηγεσία του υπουργείου Μεταφορών και Υποδομών, με αφορμή την έναρξη κατασκευής του έργου, έδωσε λεπτομέρειες για τα μέτρα ανακούφισης της καθημερινότητας των πολιτών, όπως η αυξημένη αστυνόμευση στις κεντρικές οδικές αρτηρίες της πόλης, η ενίσχυση των δημοσίων συγκοινωνιών, κ.ά. Επιπλέον, ο αρμόδιος υπουργός Χρήστος Σταϊκούρας έσπευσε να υπογραμμίσει μεταξύ άλλων ότι «η Θεσσαλονίκη μετατρέπεται σε πόλη ολιστικής ανάπτυξης, βελτιώνει την ποιότητα ζωής των πολιτών και επισκεπτών της και ενισχύει το γεωπολιτικό και γεω-στρατηγικό αποτύπωμά της στη νοτιοανατολική Ευρώπη».
Η αναγκαιότητα ενός τέτοιου έργου, δεδομένης της εκρηκτικής διάστασης που έχει λάβει το κυκλοφοριακό δεν αμφισβητείται, ή αμφισβητείται από λίγους, ελάχιστους ίσως.
Η Θεσσαλονίκη δεν μπορεί να φιλοδοξεί σε περαιτέρω τουριστική ανάπτυξη, προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων, τόνωση της αγοράς της, πολύ περισσότερο στην κατοχύρωση ρόλου ορμητηρίου της ελληνικής επιρροής στην πίσω από τα σύνορα ενδοχώρας, ενόσω βρίσκεται πνιγμένη ασφυκτικά στο κυκλοφοριακό χάος.
Ασυνέπεια λόγων και έργων
Εκείνο που κάνει το συντριπτικά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας να δυσπιστεί είναι η ασυνέπεια λόγων και έργων της κεντρικής εξουσίας άλλα και η αδυναμία των εκάστοτε τοπικών αρχών να διεκδικήσουν για λογαριασμό της πόλης αυτό που δικαιούται και που παίρνει μόνο στα λόγια.
Προφανώς ούτε ο δήμος ούτε η περιφέρεια ούτε οι πάσης φύσεως «συλλογικότητες» μπορούν να κατασκευάσουν μετρό, Flyover ή να αναπλάσουν τη ΔΕΘ, μπορούν όμως να κινητοποιήσουν την κοινωνία για να ασκήσει πίεση στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Δυστυχώς, όμως, στις έως τώρα καταγγελλόμενες από τους ίδιους «κοροϊδίες της εξουσίας», δεν έχουν να επιδείξουν πρωτοβουλίες του είδους.
Σε κάθε περίπτωση η Θεσσαλονίκη οδεύει προς έναν αναγκαίο Γολγοθά, με απροετοίμαστη την κοινωνία της.
Ουδεμία συζήτηση διεξήχθη στην πόλη, όχι για την αναγκαιότητα του δεύτερου περιφερειακού που την αντιλαμβάνονται όλοι, αλλά για την ενημέρωση των πολιτών σχετικά με την αντιμετώπιση των παράπλευρων επιπτώσεων στην καθημερινή ζωή τους.
Με άλλα λόγια τι πρέπει να κάνει ο κάθε ένας για να βοηθήσει ώστε να περιορισθούν οι συνέπειες.
Για τις αρχές το μεγάλο στοίχημα είναι όχι μόνο η τήρηση του χρονοδιαγράμματος ολοκλήρωσης του έργου και η επίσπευση της λειτουργίας του μετρό, αλλά και η σωστή εφαρμογή στο πεδίο των μέτρων αστυνόμευσης και διευκόλυνσης της μετακίνησης των πολιτών. Γιατί αν δεν εκτονωθεί η «χύτρα» της αγανάκτησης, μπορεί να τινάξει το καπάκι και να προκληθούν στην πόλη εκρήξεις.