«Κάποτε διαχειρίστηκα μια πολύ δύσκολη υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας και κατάφερα σε πρώτο επίπεδο να προστατεύσω το θύμα», διηγείται στην «Κ» έμπειρος αστυνομικός. «Ο θύτης πήγε αυτόφωρο, αλλά βάσει του νομικού μας συστήματος αφέθηκε ελεύθερος μέχρι τη δικάσιμο· το αποτέλεσμα ήταν ότι επέστρεψε στην οικογενειακή εστία, ακόμη πιο βίαιος, και επιτέθηκε στη σύζυγό του πιάνοντάς τη από τον λαιμό· η γυναίκα επέζησε από θαύμα».
Η επιτυχής προστασία των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας απαιτεί διατομεακή συνεργασία, ένα σημείο στο οποίο η χώρα μας έχει ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις, όπως επισημαίνει μεταξύ άλλων η πρώτη έκθεση αξιολόγησης ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων (GREVIO) του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών. Η ομάδα των Ευρωπαίων αξιωματούχων επισκέφθηκε τη χώρα μας τον περασμένο Φεβρουάριο προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον εφαρμόζει τους όρους της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης σχετικά με την προστασία των γυναικών, θύματα της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, την οποία η Ελλάδα έχει κυρώσει από τον Οκτώβριο του 2018.
Οι συντάκτες της πολυσέλιδης έκθεσης χαιρετίζουν την πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης για τη δημιουργία 74 εξειδικευμένων αστυνομικών τμημάτων για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, επισημαίνουν ωστόσο ελλείψεις και δυσλειτουργίες. Ενδεικτικά επισημαίνουν τη λειτουργία λίγων ξενώνων για θύματα ενδοοικογενειακής βίας, την ύπαρξη λίγων προγραμμάτων συμβουλευτικής για δράστες ενδοοικογενειακής βίας και την απουσία οποιασδήποτε δομής για την υποστήριξη και καθοδήγηση θυμάτων βιασμού ή σεξουαλικής βίας. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα λειτουργούν μόνο 20 καταφύγια για γυναίκες – θύματα βίας, συνολικής χωρητικότητας περίπου 450 ατομικών κλινών, όταν η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης προβλέπει έναν ξενώνα ανά 10.000 κατοίκους. «Δεν είναι λίγες οι φορές που αναζητούμε εναγωνίως μια θέση σε ξενώνα για θύμα και δεν βρίσκουμε ή η γυναίκα μπαίνει σε λίστα αναμονής, κάτι που μπορεί να αποβεί μοιραίο», σημειώνει στην «Κ» εργαζόμενος σε κοινωνική υπηρεσία μεγάλου δήμου της Αττικής. «Κληθήκαμε κάποτε να λύσουμε το στεγαστικό πρόβλημα για μια 16χρονη, η οποία είχε πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης εντός της οικογένειας», σημειώνει αστυνομικός. «Η κοπέλα λόγω ηλικίας δεν μπορούσε να πάει στο “Παίδων” (σ.σ. δεν θεωρείται πλέον παιδί), ούτε στο “Χαμόγελο του Παιδιού”, ούτε σε ξενώνα για ενήλικες γυναίκες».
Οι εμπειρογνώμονες (GREVIO) του Συμβουλίου της Ευρώπης χαιρετίζουν την κυβερνητική πρωτοβουλία για τη δημιουργία εξειδικευμένων γραφείων σε 74 αστυνομικά τμήματα.
«Δεν πρέπει να ξεσπιτώνονται τα θύματα», επισημαίνει η κ. Κική Πετρουλάκη, ψυχολόγος και πρόεδρος στο Δ.Σ. του Ευρωπαϊκού Δικτύου κατά της Βίας. «Σε πολλές χώρες της Ευρώπης οι Αρχές απομακρύνουν τον θύτη από το σπίτι. Ανάλογα με το νομικό σύστημα, αυτή τη διαδικασία την αναλαμβάνει η αστυνομία ή ο εισαγγελέας», διευκρινίζει. «Και εδώ θεωρητικά θα μπορούσε να γίνεται, μας λείπει όμως η σχετική νοοτροπία· έτσι αυτό συμβαίνει μόνο στα αυτόφωρα». Οπως σημειώνει η ίδια, «δεδομένων, όμως, των πραγματικών συνθηκών χρειαζόμαστε καταφύγια, όπου αυτόματα, σε ελάχιστο χρόνο, η γυναίκα που κινδυνεύει να μπορεί να βρει ασφαλή στέγη· τώρα διαθέτουμε μόνο λίγους ξενώνες, στους οποίους για να γίνει δεκτή χρειάζεται γραφειοκρατία, για τα δε παιδιά αυτή η “μετακόμιση”, που συνεπάγεται κατά κανόνα αλλαγή πόλης και σχολείου, είναι πολλαπλώς τραυματική».
Το δέον γενέσθαι είναι «να λειτουργούν καταφύγια για τα πρώτα 24ωρα, εν συνεχεία ξενώνες και τέλος να στηρίξουμε οικονομικά και μακροπρόθεσμα τη διαμονή σε σπίτια των θυμάτων μαζί με τα παιδιά τους». Για να παραμείνουν τα θύματα στην κατοικία χρειάζεται από την πρώτη στιγμή ένα αποτελεσματικό σύστημα προστασίας, δεδομένου ότι στη χώρα μας τα περιοριστικά μέτρα παραβιάζονται συχνά από τους δράστες, χωρίς οι ίδιοι να υφίστανται καμία επίπτωση.
«Αυτό απαιτεί από την πρώτη στιγμή αξιολόγηση της επικινδυνότητας και ενεργοποίηση περιοριστικών όρων για κάθε υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας, χωρίς οικονομική επιβάρυνση του θύματος και χωρίς να πρόκειται απαραίτητα για αυτόφωρο», σημειώνει η κ. Πετρουλάκη. Οι ερευνητές κάνουν λόγο για την ανάγκη ενεργοποίησης μηχανισμού λογοδοσίας των εμπλεκομένων επαγγελματιών αλλά και αναδρομικής αξιολόγησης του τρόπου διαχείρισης των γυναικοκτονιών. Τέλος, η GREVIO εκφράζει «σοβαρές ανησυχίες» για το κατά πόσον περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας λαμβάνονται υπόψη από τους δικαστές, όταν αποφασίζουν για τη χορήγηση επιμέλειας τέκνων στους γονείς, μετά τις πρόσφατες αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο.